Κάποτε
αναρωτιόμουν διαβάζοντας λογοτεχνία
πόσο μεγάλος μπορεί να είναι ο πλούτος
της και η δωρεά της όταν έχεις μέσω αυτής
την απόλυτη ικανότητα να βυθίζεσαι μέσα
σε ζωές των άλλων, σε μυστικά και δρώμενα,
να ζεις χίλιες ζωές και με όλους τους
ήρωες εφ΄όσον δικαιούμαστε μία και μόνο
ζωή. Άλλες φορές σκεφτόμουν πόσο εύκολο
είναι να περνάς από την μυθοπλασία στην
αλήθεια και το αντίστροφο και πόσο
επικίνδυνη ή ενοχλητική μπορεί να γίνει
όταν συγγραφείς διώχτηκαν, αφορίστηκαν
ή και στάλθηκαν σε κάθε είδους πυρά
απ΄τα γραφόμενά τους. Τέτοια περίπτωση
ο μεγάλος Πολωνός Γ.Κοζίνσκι συγγραφέας
με το έργο του το βαμμένο πουλί. Ένα
κλασικό πλέον βιβλίο το οποίο όταν
πρωτοεκδόθηκε, το 1965, δίχασε την κριτική
μιας κι άλλοι το αποθέωσαν και άλλοι
κατηγόρησαν το συγγραφέα του ότι
περιγράφει υπερβολικά βίαιες σκηνές.
Ο Κοζίνσκι υπέφερε για πολλά χρόνια
λόγω αυτού του βιβλίου: η έκδοση
απαγορεύτηκε στην Πολωνία, τη γενέτειρά
του, και η οικογένειά του υπέστη
προπηλακισμούς από Ανατολικοευρωπαίους
οι οποίοι θεωρούσαν ότι το βιβλίο έθιγε
τον πολιτισμό τους. Το έργο του όμως
άντεξε στο χρόνο και σήμερα θεωρείται
κλασικό, επειδή ακριβώς περιγράφει
μοναδικά την ίδια τη φύση της βαναυσότητας
αλλά και την πάλη για επιβίωση ενός
μικρού Εβραίου στην εχθρική γι΄αυτόν
Πολωνία που κανένας δεν τον δέχονταν
εξ΄αιτίας της εθνικότητάς του.
Κάθε
φορά που βγαίνει μια τέτοια ιστορία
στην επιφάνεια μας προκαλεί τουλάχιστον
αμηχανία. Συνέβησαν αυτά τα πράγματα
και στην πόλη μας; Είχαμε Εβραίους, τους
βοηθήσαμε, τους προδώσαμε, τους παραδώσαμε,
τους πήραμε τις περιουσίες, τι κάναμε
ως Αρτινοί; Πολλές οι ιστορίες που
αναδύονται από σκοτεινά μονοπάτια και
τη φρίκη που φτάνει σε στρατόπεδα
συγκέντρωσης του Νταχάου, του Άουσβιτς
του γκρίζου καπνού των φούρνων της
ανθρώπινης αποδόμησης του ευρωπαϊκού
και παγκόσμιου πολιτισμού, η επικράτηση
της βαρβαρότητας. Ο δρόμος χωρίς
επιστροφή….τα χνάρια του θανάτου....
Το
διαφορετικό είναι το ολοκαύτωμα των
Εβραίων. Και είναι περισσότερο η
προσπάθεια να ανασυρθεί απ’ τα συντρίμμια
της λήθης η ιστορία της Εβραϊκής
Κοινότητας Άρτας και συνολικότερα της
Ηπείρου και της Ελλάδας. Γνωρίζουμε
όλοι, λίγο ως πολύ, τις σφαγές που διέπραξε
ο γερμανικός στρατός στο Κομμένο,
Μουσιωτίτσα, Λιγκιάδες, Ζαγόρι, Παραμυθιά
και σε πολλά άλλα μέρη της Ηπείρου, για
να περιοριστώ μόνο σ’ αυτή.
Αγνοούμε,
ωστόσο, με σκανδαλώδη, μάλιστα, τρόπο
καμιά φορά, πως ανάμεσα στα χιλιάδες
θύματα της ναζιστικής βίας χωρίς όρια
υπήρξαν κάπου δυόμισι χιλιάδες
συμπατριώτες μας Εβραίοι της Άρτας, των
Ιωαννίνων και της Πρέβεζας. Και αγνοούμε,
κυρίως, όλο αυτό το τραγικό τους ξεσήκωμα
απ’ τα σπίτια τους και το απίστευτο
μαρτυρικό τους οδοιπορικό από τις μικρές
τους πατρίδες προς τους θαλάμους αερίων
και τα κρεματόρια. Και η άγνοια αυτή δεν
είναι, φυσικά, τυχαία. Δύσκολο ν΄ασχολούμαστε
με την ιστορία των άλλων. Αυτών, μ’ άλλα
λόγια, που είναι σαν ένα εξωτικό πουλί
κάτι διαφορετικό από μας.
Η ιστορία
καταγράφει αλλά η λογοτεχνία περιγράφει
αυτό που αδυνατεί η ιστορία. Την ανθρώπινη
λεπτομέρεια, την απόχρωση, το πώς μυρίζει
ο θάνατος, το τι αξία έχει η ανθρώπινη
ζωή στα χέρια των δεσμοφυλάκων το πώς
ποτίζονταν το χώμα στρατόπεδα συγκέντρωσης,
το πώς επιβιώνεις από την κόλαση και
πώς συνεχίζεις τη ζωή σου ως άνθρωπος
πάλι, αλλά και πώς επιστρέφεις στην
πατρίδα σου, την πόλη σου στο σπίτι σου
που πλέον κατοικεί μια άλλη οικογένεια
το πώς διαχειρίζεσαι τη φρίκη …..το
παράλογο την προσωπική σου τραγική
ιστορία. Καιρός ν΄ ακούσουμε ιστορίες,
θυμήσεις, καιρός να σκύψουμε και στις
ιστορίες των άλλων γιατί εκεί κάπου
βρίσκεται και η δική μας ιστορία. Η
ιστορία της Άρτας, οι χαμένες ή
παραγνωρισμένες πτυχές. Και τίποτε
σημαντικότερο από τη μνήμη που εξιστορεί…..
Και τίποτε σημαντικότερο απ΄την ψυχή
που τις επεξεργάζεται, γιατί…. καὶ
ψυχή, εἰ μέλλει γνώσεσθαι αὑτήν, εἰς
ψυχὴν αὐτῇ βλεπτέον· Αλκιβιάδης,Πλάτων
133b).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου