Ακραία σενάρια για ένα φρικιαστικό
έγκλημα, όπως είναι ο αποκεφαλισμός ενός ανθρώπου, εξετάζουν οι
αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. που ερευνούν τη δολοφονία 25χρονου
Αλβανού στη θέση Ποταμιά της Γλυκής Παραμυθιάς στη Θεσπρωτία.
Ο νεαρός
βρέθηκε αποκεφαλισμένος μέσα στο στάβλο όπου εργαζόταν τους τελευταίους δύο
μήνες. Ο 25χρονος είχε μεγαλώσει σε ένα πολύ δύσκολο
οικογενειακό περιβάλλον και έψαχνε απεγνωσμένα δουλειά στο χωριό της Θεσπρωτίας.
Εμφανίστηκε τον Μάρτιο του 2016 στην περιοχή και τότε ένας 44χρονος
κτηνοτρόφος αποφάσισε να τον πάρει στη δούλεψή του.
Ο ίδιος άνθρωπος
είναι που τον βρήκε αποκεφαλισμένο το πρωί της Δευτέρας όταν πήγε στο στάβλο με
τα ζώα του για να πιάσει δουλειά. Οι αξιωματικοί που ασχολούνται με την υπόθεση
κάνουν λόγο για «έγκλημα αντεκδίκησης και υψηλού συμβολισμού». Ανάμεσα στα
σενάρια που εξετάζουν είναι ακόμα και το «Κανούν», τον ισόβιο δηλαδή κώδικα
τιμής
και αίματος που ισχύει σε αρκετές περιοχές της Αλβανίας, όπου οι βεντέτες
εξακολουθούν να σκορπούν θύματα. Έτσι, αναζητούν το κατά πόσο ο νεαρός είχε
διαφορές με ομοεθνείς του εστιάζοντας τις έρευνες σε άτομα που έχουν ποινικό
παρελθόν και ζουν στην περιοχή.
Οι αστυνομικοί, οι οποίοι εντόπισαν πολλά
τατουάζ στο κορμί του 25χρονου, ερευνούν το παρελθόν του και την πιθανή εμπλοκή
του σε κυκλώματα διακίνησης ναρκωτικών. Ταυτόχρονα, έχουν ζητήσει στοιχεία από
τις αλβανικές Αρχές και εξετάζουν την πιθανότητα το θύμα να είχε εκτίσει ποινή
φυλάκισης για διάφορα αδικήματα.
Η είδηση για τον αποκεφαλισμό που έχει
προκαλέσει αναστάτωση στην τοπική κοινωνία έγινε γνωστή στις 07:00 το πρωί της
Δευτέρας όταν ο 44χρονος κτηνοτρόφος πήγε στον στάβλο του, στο εσωτερικό του
οποίου αντίκρισε νεκρό τον εργάτη του. Οι πρώτοι αστυνομικοί που έφθασαν εκεί
αναζήτησαν το μέλος του σώματος στην ευρύτερη περιοχή χωρίς θετικό αποτέλεσμα. Ο
ιατροδικαστής που προέβη στη νεκροψία διαπίστωσε ότι ο αποκεφαλισμός
προήλθε πιθανότατα με μαχαίρι και τον προσδιόρισε χρονικά από τις 20:00
έως τα μεσάνυχτα της Κυριακής, ενώ δεν εντόπισε στο ακέφαλο σώμα άλλα τραύματα
από θλαστικά ή αιματηρά τραύματα που να προσδιορίζουν ενδεχόμενη
πάλη.
Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., εκτιμούν πως ενδεχομένως ο
δράστης αιφνιδίασε το θύμα του χτυπώντας το με κάποιο αντικείμενο στο κεφάλι με
αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις του, κάτι που δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί καθώς
δεν έχει εντοπιστεί το ανθρώπινο μέλος. Στη συνέχεια προέβη στον αποτρόπαιο
αποκεφαλισμό και την εξαφάνιση του κεφαλιού, ίσως ως «λάφυρο» ή ως… απόδειξη της
πράξης του προς τους εντολείς της άγριας δολοφονίας. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
εξετάζουν το σενάριο το θύμα να είχε ρίξει ή αποκαλύψει τους «αρχηγούς»
αλβανικής μαφίας, οι οποίοι σε μία εκδήλωση πυγμής και παραδειγματισμού των
υπόλοιπων συνεργατών τους, έδωσαν την εντολή της άγριας δολοφονίας του.
Οι βεντέτες εξακολουθούν να υπάρχουν στην Αλβανία και όσοι
εμπλέκονται σε αυτές αναγκάζονται να ζήσουν μια ζωή στο σκοτάδι και την
απομόνωση. Ιστορίες σαν αυτή του νεαρού Λέοναρντ Τσούκαϊ, ο οποίος είναι
κλεισμένος στο σπίτι του τα τελευταία τέσσερα χρόνια φοβούμενος μήπως τον
δολοφονήσουν, αντικατοπτρίζουν τον τρόμο που ακολουθεί την κουλτούρα της
βεντέτας.
Μέσα στο
σπίτι, ο έφηβος είναι ήρεμος και πεπεισμένος ότι δεν θα ακούσει τα βήματα του
δολοφόνου του. Το «Κανούν», ο κώδικας τιμής που αποτελεί τη βάση της εξάπλωσης
της βεντέτας στην Αλβανία, κυρίως στη Βόρεια, προβλέπει πως τα σπίτια αποτελούν
καταφύγιο. Ωστόσο ορισμένες φορές οι κανόνες δεν τηρούνται.
Ο 14χρονος
Λέοναρντ, που ζει με τη μητέρα και τον μικρό αδελφό του, είναι ένα παιδί όπως
όλα τα άλλα. Το ταλέντο του είναι η ζωγραφική είναι και είναι παθιασμένος με
την ομάδα της Μπάγερν Μονάχου. Όμως είναι αναγκασμένος να ζει κλεισμένος μέσα
στο σπίτι επειδή μόνο εκεί νιώθει ασφαλής. Αν βγει έξω, κινδυνεύει να πέσει θύμα
της βεντέτας.
Όπως λέει ο ίδιος στο Spiegel, θα ήταν απάνθρωπο για την
μητέρα του να τον βρει νεκρό στην κουζίνα. Αλλά ορκίζεται ότι ο θάνατος του θα
τον ευχαριστούσε, καθώς η δολοφονία του θα έφερνε νέα ελπίδα για ειρήνη. Ελπίζει
ότι με αυτόν τον τρόπο θα αποκαταστήσει την τιμή των εχθρών και θα ανοίξει την
πόρτα της συμφιλίωσης, φέρνοντας ένα τέλος στην ιστορική διαμάχη της οικογένειας
του με μια άλλη, που κρατά χρόνια και πυροδοτήθηκε από μια γελοία διαφωνία
σχετικά με ένα ρυάκι στο βουνό.
Ο Λέοναρντ έχει σκεφτεί τη στιγμή του θανάτου
του αρκετές φορές κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών που κρύβεται στο σπίτι για
να αποφύγει τους δολοφόνους της αντίπαλης οικογένειας.
να αποφύγει τους δολοφόνους της αντίπαλης οικογένειας.
Η οικογένεια του
Λέοναρντ ζει σε ένα ασβεστωμένο σπίτι, χωρίς τρεχούμενο νερό, στη Σκόδρα, μια
πόλη με πληθυσμό 96.000 ανθρώπων στη βορειοδυτική Αλβανία, κοντά στις Αλβανικές
Άλπεις. Οι χωματόδρομοι της περιοχής είναι γεμάτοι κάρα. Στους μη
ασφαλτοστρωμένους δρόμους πλανόδιοι πωλητές πωλούν ντομάτες ενώ άνδρες παίζουν
ντόμινο στα πάρκα. Η Σκόδρα είναι μια φτωχή πόλη με υψηλή ανεργία, τα προάστιά
της αποπνέουν την μυρωδιά των σκουπιδιών και υγρασίας.
«Το αίμα
πληρώνεται με αίμα»
Η Σκόδρα είναι βαθιά διχασμένη όπως και το
υπόλοιπο της χώρας, όπως αναφέρει το Spiegel. Από τη μία πλευρά, είναι ένα μέρος
που οι καθημερινοί άνθρωποι κοιτούν το μέλλον με αισιοδοξία. Από την άλλη
πλευρά, η διαφθορά, η εμπορία ανθρώπων και το οργανωμένο έγκλημα αποτελούν
σημαντικοί παράγοντες της κοινωνίας και της καθημερινής ζωής. Επίσης η Αλβανία
είναι μια χώρα όπου οι βεντέτες εξακολουθούν να κυριαρχούν, κυρίως στα
βόρεια.
«Το αίμα πρέπει να πληρώνεται με αίμα». Αυτή ορίζει το «Κανούν», που
έχει ρίζες από τον 15ο αιώνα. Πρόκειται για ένα παράλληλο σύστημα δικαιοσύνης,
με έμφαση στην τιμή, την ενοχή και την εκδίκηση, και παραμένει σε ισχύ κυρίως
στις αγροτικές περιοχές. Το «Κανούν» απειλεί και επηρεάζει ολόκληρες
οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών και των εφήβων. Και οι διαμάχες που
προκύπτουν, αρχίζουν συχνά από μια φαινομενικά ακίνδυνη διαφωνία. Όπως και στην
περίπτωση του Λέοναρντ.
Πριν από τέσσερα χρόνια, ξεκίνησε μια διαφωνία για
ένα νερόμυλο πάνω στα βουνά. Το επίκεντρο του ζητήματος ήταν το αν η οικογένειά
του έπρεπε να πληρώσει για να χρησιμοποιήσει το νερό που έρεε μέσα από την
ιδιοκτησία των γειτόνων, της οικογένειας Πρόι. Οι Πρόι νόμιζαν ότι, για να δοθεί
ένα τέλος, έπρεπε να εξαπολύσουν επίθεση κατά των Τσουκάϊ. Σε απάντηση της
επίθεσης, ο θείος του Λέοναρντ πυροβόλησε και σκότωσε ένα μέλος της οικογένειας
Πρόι. Δύο χρόνια αργότερα, οι Πρόι πήραν την εκδίκησή τους, σκοτώνοντας δύο μέλη
της οικογένειας Τσουκάι. Οι δολοφονίες εναλλάσσονταν, μέχρι που σκοτώθηκε και η
ξαδέλφη του Λέοναρντ, πριν 2 χρόνια.
Σύμφωνα με το Κανούν, οι γυναίκες είναι
«κατώτερες» και οι ζωές τους έχουν μικρή αξία. Γι΄αυτό εξαιρούνται από τις
βεντέτες. Αλλά η Μαρίζα, η ξαδέλφη του Λέοναρντ, σκοτώθηκε όταν έκανε αγροτικές
δουλειές στο χωράφι του παππού της, επειδή ήταν ντυμένη με αντρικά ρούχα και
έμοιαζε με αγόρι. Μαζί της σκότωσαν και τον παππού της.
Ο
παραλογισμός της κουλτούρας της βεντέτας
Ο θάνατός της έγινε
ευρέως γνωστός και η Μαρίζα έγινε σύμβολο του παραλογισμού της βεντέτας. Έγιναν
πορείες διαμαρτυρίας στην πρωτεύουσα, αλλά ο Λέοναρντ αρνείται συμμετάσχει
γιατί, όπως δηλώνει στο Spiegel, o θάνατός της ήταν ένα λάθος. Η σφαίρα
προοριζόταν για αυτόν. Τώρα, δεν τον κυνηγούν μόνο οι αντίπαλοι αλλά και ο
πατέρας της ξαδέλφης του.
Από τότε, κρύβεται από όλους και από όλα. Από τους
συγγενείς του και από τους Πρόι. Οι γονείς του τού απαγορεύουν να βγει από το
σπίτι και δεν έχει τη δυνατότητα να πάει ούτε στο σχολείο.
Ο θείος του θέλησε
να συνεχίσει τη βεντέτα, απειλώντας τον αρχηγό της οικογένειας ΠρόΙ με
Καλάσνικοφ. Η είδηση δεν εκπλήσσει τον Λέοναρντ.
Μεγάλωσε γνωρίζοντας ότι
ήταν ένας από τις περίπου 3.000 οικογένειες Αλβανών που εμπλέκονται σε βεντέτες.
Σύμφωνα με μια εκτίμηση της Εθνικής Επιτροπής Συμφιλίωσης, 10.000 άνθρωποι
έχουν χάσει τη ζωή τους με αυτόν τον τρόπο, μετά το τέλος του κομμουνισμού. Κατά
τη διάρκεια της βαθιάς κρίσης της χώρας το 1997, πολλοί Αλβανοί λεηλάτησαν
αποθήκες όπλων του στρατού και ανάκτησαν μεγάλο αριθμό πυροβόλων
όπλων.
Παράλληλα, το κράτος προσπαθεί να κρύψει το πρόβλημα. Ο αρχηγός της
αστυνομίας της Σκόδρα ισχυρίζεται ότι οι περιπτώσεις της εκδίκησης αίματος έχουν
μειωθεί δραματικά, με μόλις 208 να αναφέρονται στην περιοχή από το 1991.
Κι
όμως, σύμφωνα με έρευνες, χιλιάδες Αλβανοί έχουν ζητήσει άσυλο στο εξωτερικό,
υποστηρίζοντας ότι ζωές τους ήταν σε κίνδυνο λόγω βεντέτας. Αντίθετα, ο αρχηγός
της αστυνομίας υποστηρίζει ότι πολλοί επικαλούνται τις βεντέτες, προκειμένου να
αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση
θέσπισε πολύ αυστηρές ποινές για τα εγκλήματα βεντέτας. Αν και μέχρι πολύ
πρόσφατα, οι δράστες αντιμετώπιζαν ποινές φυλάκισης 25 ετών, η ποινή αυξήθηκε
στα 40 χρόνια.
Παρόλα αυτά, άνθρωποι σα τον Λέοναρντ συνεχίζουν να πέφτουν
θύματα αυτής της κουλτούρας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων,
περίπου 1.500 νεαροί άνδρες σε όλη τη χώρα αναγκάστηκαν να κρυφτούν στα σπίτια
τους επειδή αποτελούσαν στόχους βεντέτας, και αν καταφέρουν φτάσουν στην
ενηλικίωση γίνονται οι ίδιοι δολοφόνοι.
Εξόριστοι στο σκοτάδι και το
φόβο
Λίγο μετά την πρώτη δολοφονία, πριν από τέσσερα χρόνια, η
οικογένεια του Λέοναρντ μετακόμισε από το ορεινό χωριό, στην πόλη. Η ζωή
φαινόταν να είναι ασφαλέστερη για αυτούς εκεί. Ο πατέρας τους άρχισε να
εργάζεται στον τομέα των κατασκευών και τα παιδιά να παρακολουθούν το σχολείο.
Έφτιαξαν ένα σπίτι με ένα ψηλό μαντρότειχο. Στη συνέχεια, όμως η οικογένεια Πρόι
μετακόμισε και εκείνη στην πόλη, και ο φόβος επέστρεψε.
Το Κανούν προέρχεται
από μια εποχή που δεν υπήρχαν ούτε νόμοι ούτε οι δικαστές στην Αλβανία. 1.263
σημεία του περιλαμβάνουν μερικούς θετικούς κανόνες, όπως διατάξεις για τη
φιλοξενία. Αλλά διαθέτει επίσης μια παρωχημένη άποψη της τιμής, η οποία
υποστηρίζει ότι η θανάτωση δεν μπορεί να εξιλεωθεί παρά μόνο μέσω φόνων
αντιποίνων.
Αν και το Κανούν εξαιρεί τις γυναίκες και τα παιδιά από τις
βεντέτες, τα τελευταία χρόνια έχουν θανατωθεί πολλοί έφηβοι. Η Εθνική Επιτροπή
Συμφιλίωσης δηλώνει ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι άνθρωποι δεν τηρούν
τους πραγματικούς κανόνες του Κανούν, καθώς φτιάχνουν τους δικούς τους και δεν
σέβονται ούτε καν την ηλικία των παιδιών που συμμετέχουν.
Όταν ρωτήθηκε τι θα
ήθελε περισσότερο, ο Λέοναρντ είπε: «Μια φυσιολογική ζωή». Αλλά για να τελειώσει
η διαμάχη, η οικογένεια θα πρέπει να καταβάλει στους συγγενείς των θυμάτων
αρκετές χιλιάδες ευρώ, τα οποία δε διαθέτουν.
Διάφορες ομάδες εργασίας στη
Σκόδρα προσπαθούν να συμβιβάσουν τις αντίπαλες οικογένειες. Κάθε Τρίτη, δύο
μοναχές από την Ελβετία οργανώνουν μια ομάδα υποστήριξης για τους νέους άνδρες
που κρύβονται, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να βγουν από τα σπίτια τους για δύο
ώρες. Επίσης, έχει ολοκληρωθεί μια έκθεση με πορτρέτα νεαρών ανδρών που έχουν
αναγκαστεί να κρυφτούν.
Οι οικογένειες που συμμετέχουν στις βεντέτες θεωρούν
ότι η τιμή είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Αυτή την άποψη δεν
συμμερίζονται οι νεαροί που αναγκάζονται να περνούν τη ζωή τους στο σκοτάδι.
Εκτός από τον Λέοναρντ και ο μικρός γιος της οικογένειας των Πρόι, σε μια
προσπάθεια να βάλει τέλος στον παραλογισμό, έστειλε επιστολή στην κυβέρνηση,
εκφράζοντας τους φόβους του και ζητώντας
προστασία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου