Παρά τα δάκρυα και τον πόνο για την
«κατάντια», το πολυνομοσχέδιο των 7.500 σελίδων με τα ιδιαίτερα σκληρά μέτρα
ψηφίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες από την κυβερνητική
πλειοψηφία.
Βρέθηκαν και ισοδύναμα μέτρα για την «ωρίμανση των ειδικών
μισθολογίων» χάρη στην πίεση του Π. Καμμένου, αλλά δεν βρέθηκαν εναλλακτικές
λύσεις για άλλα μέτρα που αφορούν ευρύτατες κοινωνικές ομάδες. Έτσι, θα μπει
φόρος 5% στην σταθερή τηλεφωνία, μονιμοποιείται η «έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης»
(φόρος πάνω στο φόρο), ενώ και ο ΕΝΦΙΑ επεκτείνεται και αυξάνεται,
περιλαμβάνοντας και τα αγροτεμάχια και κάθε έκταση κι ακίνητο ανεξαρτήτως αν
φέρνει ή όχι έσοδα. Και σε άλλα νησιά καταργείται το καθεστώς μειωμένου ΦΠΑ, και
μπαίνουν όλοι στο καθεστώς του 24%.
Η κοινωνία ζαλίζεται από την
τρομακτική καταιγίδα φόρων που ισοπεδώνουν βίαια την οικονομία, οδηγούν σε
μεγαλύτερη διαρροή επιχειρήσεων προς άλλες χώρες και νομιμοποιούν την
φοροδιαφυγή στην συνείδηση ευρέων στρωμάτων ως την μόνη λύση επιβίωσης! Παρόλα
αυτά η κοινωνία δεν φαίνεται να αντιδρά, σκεφτείτε αυτό το πακέτο να το ψήφιζαν
τα «παλιά» κόμματα τι θα γίνονταν. Η υπερψήφιση των μέτρων θα έχει τεράστιο
κοινωνικό και οικονομικό κόστος, αλλά στο επικοινωνιακό-ψυχολογικό επίπεδο η
μεγαλύτερη ζημιά την οποία προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι κυβερνητικοί συνέταιροί του
αποτυπώνεται στην τοποθέτηση κυβερνητικού βουλευτή «Τα μέτρα είναι
κατάντια αλλά θα τα ψηφίσω γιατί δεν υπάρχει εναλλακτική λύση».
Εκεί
βρίσκεται, κατά την γνώμη μου, η μεγαλύτερη ζημιά την οποία προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ
με τις ανεύθυνες πολιτικές του. Κατέστρεψε μια - συγκεχυμένη είναι η
αλήθεια - διάθεση στην κοινωνία να αλλάξουν τα πράγματα. Η κυβέρνηση
προωθεί με κάθε τρόπο και σε κάθε τόνο το περίφημο «Δεν Υπάρχει
Εναλλακτική Πρόταση- Τhere
Is No
Alternative", που είπε η Θάτσερ, υποσχόμενη το τέλος της
πολιτικής.
Δοκιμάστηκαν όλα τα πολιτικά κόμματα με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο, συμμετέχοντας τα περισσότερα και στην εξουσία. Δυστυχώς, κατέληξαν όλα
στην ίδια συνταγή αν και ξεκίνησαν από διαφορετικές αφετηρίες. Η προσπάθεια των
κυβερνητικών εταίρων να περάσουν στην κοινωνία την αντίληψη που είχαν και οι
προηγούμενοι, ότι δηλαδή δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική και το πακέτο
των άδικων και σκληρών μέτρων ήταν και είναι μονόδρομος, οδηγεί την
κοινωνία είτε στην κατάθλιψη είτε σε μια νέα έκρηξη τυφλής οργής και
αντιευρωπαϊσμού.
Προσπαθούν με αυτόν τον τρόπο να κρύψουν την απουσία
σοβαρού εναλλακτικού σχεδίου από την πλευρά τους, αυτό που οδήγησε όχι
μόνο στην ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα αλλά και στην επιβολή, με δική
τους ευθύνη, ενός άγριου μείγματος άδικης λιτότητας και φορο -καταιγίδας
χωρίς έλεος.
Η εναλλακτική υπάρχει, αλλά τα κόμματα δεν
μπορούν.
Κι όμως, θα μπορούσε να έχει υιοθετηθεί
μια εναλλακτική στρατηγική που θα βασίζονταν όχι στην λογική
παροχών (μια και πόροι δεν υπάρχουν), όπως πρότεινε με το «πρόγραμμα της
Θεσσαλονίκης» ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε καλά σχεδιασμένες και βαθιές
μεταρρυθμίσεις καθώς κι ανάπτυξη καινοτόμων εργαλείων με στόχους την
διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για τους πολίτες, την μείωση των
κοινωνικών διακρίσεων, την αντιμετώπιση του οικολογικού χρέους και της φτώχειας,
την βελτίωση της αποτελεσματικότητας της διοίκησης, την εξάλειψη της διαφθοράς
και της διαπλοκής, την προώθηση νέων μοντέλων παραγωγής και κατανάλωσης, αλλά
και σχέσεων ανθρώπου-φύσης.
Ακόμα και σύμβουλοι του Γ. Παπανδρέου, όπως
πχ από την ομάδα του Τζ. Ρίφκιν, είχαν προτείνει μια εντελώς διαφορετική
στρατηγική που θα προωθούσε βαθιές κοινωνικές και πράσινες μεταρρυθμίσεις
(ιδιαίτερα στο παραγωγικό, κοινωνικό και ενεργειακό μοντέλο) οι οποίες όχι μόνο
θα συνέβαλλαν στην εξυγίανση των δημοσιονομικών, αλλά θα μπορούσαν να οδηγήσουν
τη χώρα στην πρωτοπορία των χωρών που μετέβαιναν σε μια νέα
οικονομία. Και μάλιστα αυτά 5 χρόνια πριν την ιστορική απόφαση του
Παρισιού για το κλίμα (που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι
χρειαζόμαστε μια νέα, πράσινη οικονομία σε πλανητικό επίπεδο). Αυτές οι
εναλλακτικές στρατηγικές απορρίφθηκαν όμως από το σύνολο της πολιτικής ελίτ, όχι
μόνο από την τότε κυβέρνηση Παπανδρέου. Αλλά και από το εκλογικό σώμα που δεν
πείστηκε από εμάς για την ανάγκη αυτής της στροφής.
Η
απώλεια εισοδημάτων (που παραμένει ακόμα και σήμερα το κύριο
μέσο για την προσωπική ευημερία) μπορούσε και μπορεί να εξισορροπηθεί από
τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, της κοινωνικής-οικολογικής
βιωσιμότητας, των κοινωνικών υποδομών και της ενίσχυση της «συλλογικής»
ευτυχίας. Θα μπορούσαμε, δηλαδή να ζούμε καλύτερα ακόμα και με λιγότερα
εισοδήματα, αν από την αρχή είχαμε επενδύσει σε μια εναλλακτική
στρατηγική (όπως έκαναν κάποιες άλλες χώρες). Βιωσιμότητα αντί
για καταναλωτισμό ή ισοπεδωτική λιτότητα.
Το κλειδί
είναι η αλλαγή της οικονομίας
Το κλειδί, λοιπόν, ήταν και παραμένει
η οικονομία. Το παλιό παραγωγικό μοντέλο έχει, όμως,
καταρρεύσει, η επιστροφή σε αυτό είναι απίθανη και κατά τη δική μας
άποψη μη-επιθυμητή. Η αντιμετώπιση των δημοσιονομικών αλλά και των
κοινωνικών προβλημάτων συνδέεται απολύτως με την αναζωογόνηση της
οικονομίας αλλά μέσα από την στροφή της στην πράσινη και κοινωνική
καινοτομία. Χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο παραγωγής και
κατανάλωσης που θα είναι κοινωνικά και οικολογικά υπεύθυνο, θα στηρίζεται στην
καινοτομία, στην συμμετοχικότητα και στην υπευθυνότητα και θα δημιουργεί άφθονες
και βιώσιμες θέσεις εργασίας προς όφελος της κοινωνίας.
Εκεί είναι
που οι σημερινοί κυβερνητικοί εταίροι αποτυγχάνουν περισσότερο και γι αυτό
«ανακαλύπτουν» το μοντέλο του παρελθόντος. Περιμένουν να έρθουν, μετά τα μέτρα,
οι μεγάλοι επενδυτές που θα αγοράσουν τις υποδομές (αεροδρόμια, ΟΛΠ, ΟΛΘ, τρένα
κα) αλλά και θα κάνουν τις μεγάλες τουριστικές επενδύσεις (όπως η υπογραφή της
επένδυσης στο Κάβο Σίδερο, η παραχώρηση αιγιαλών σε επενδυτές κα). Ακόμα και οι
επιλογές που κάνει η κυβέρνηση (χωρίς ουσιαστικό διάλογο) για την αξιοποίηση
πόρων του λεγόμενου «πακέτου Γιουνγκέρ» δείχνουν ότι δεν έχει να προτείνει
τίποτα το νέο στην οικονομία. Γι αυτό επιμένει στην κατασκευή (με δανεισμό) νέας
λιγνιτικής μονάδας (Πτολεμαϊδα V) και νέων πετρελαϊκών μονάδων στα
νησιά.
Από την μία καταστρέφουν (με την βαριά φορολογία στην εργασία)
τις προοπτικές ανάπτυξης εκατοντάδων χιλιάδων μικρών και μεσαίων επενδύσεων σε
καινοτόμους τομείς, που είναι το ζητούμενο, και από την άλλη ανοίγουν ΞΑΝΑ τον
δρόμο στο πιο ξεπερασμένο μοντέλο οικονομίας που βασίζεται κυρίως στο εύκολο
κέρδος, στον μαζικό τουρισμό, στο έλεγχο των υποδομών, στην βρώμικη ενέργεια και
στο χρηματιστήριο. «Αγνοούν» ότι μπορεί να επιστρέψουμε, με ευθύνη τους,
σε μια «ανάπτυξη» που είναι εξίσου καταστροφική με την ύφεση από κοινωνική και
οικολογική άποψη.
Αλλαγή από τα κάτω με πρωτοβουλία
των κοινοτήτων
Θα μπορούσαμε ως χώρα να διαχειριστούμε πολύ
νωρίτερα τα προβλήματά μας διαμορφώνοντας μετά από διάλογο ένα ισορροπημένο
σχέδιο μεταρρυθμίσεων. Αυτό προϋποθέτει την δημιουργία ενός «Στρογγυλού
Τραπεζιού Διαλόγου» όπου κόμματα και πολιτικοί φορείς θα καταθέτουν προτάσεις
για τα διάφορα προβλήματα, θα αντιπαρατίθενται πολιτικές απόψεις αλλά και θα
διαμορφώνονται συνθέσεις και συναινέσεις. ώστε σε σύντομο χρονικό διάστημα να
υπάρχει συμφωνημένο από την μεγάλη κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία ένα νέο
(Πράσινο) Κοινωνικό Συμβόλαιο για τις ριζικές αλλαγές που
χρειάζονται.
Η εναλλακτική στρατηγική απαιτεί βαθιές αλλαγές που βασίζονται
σε κοινωνική, οικολογική, παραγωγική, τεχνολογική, δημοκρατική και
πολιτική καινοτομία. Εκεί είναι το βασικό πρόβλημα. Τα κόμματα
αδυνατούν να προσεγγίσουν αυτή την διάσταση και γι αυτό καταλήγουν τελικά στην
ίδια πολιτική. Ανακυκλώνονται γύρω από το ίδιο μοντέλο που απέτυχε, και γι αυτό
στο τέλος δικαιολογούνται ότι τα μέτρα που λαμβάνουν «είναι μονόδρομος» και «δεν
υπάρχει εναλλακτική λύση».
Η έξοδος από την κρίση αλλά και από τις πολιτικές
σκληρής λιτότητας δεν θα ήταν έτσι κι αλλιώς μια διαδικασία αυτοματισμού ούτε
μπορούσε να επιτευχθεί στη βάση των επικοινωνιακών τακτικισμών των διαφόρων
κομμάτων. Μόνο ένα σχέδιο που έχει ωριμάσει στην
κοινωνία μπορεί να αποτελέσει τη βάση για έξοδο από την κρίση. Αυτό που
χρειάζεται να οριστεί για πρώτη φορά, έστω και τώρα, είναι η χάραξη ξεκάθαρης
στρατηγικής που να συνδέει την δημοσιονομική εξυγίανση με την ενίσχυση της
κοινωνικής συνοχής, την αναβάθμιση της αποτελεσματικότητας της διοίκησης, την
ανάπτυξη μιας κοινωνικά-οικολογικά βιώσιμης οικονομίας, την προστασία του
περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της φτώχειας κι ανεργίας.
Τα
σημερινά κόμματα απέδειξαν ότι δεν είναι σε θέση είτε το καθένα μόνο του είτε
μέσω συνεργασιών μεταξύ τους να αναλάβουν ένα τέτοιον ρόλο. Οι
ΠΡΑΣΙΝΟΙ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ έχουμε απευθύνει εδώ και καιρό δημόσια πρόσκληση για να
υπάρξει μια τέτοια πρωτοβουλία από τους φορείς της κοινωνίας των
πολιτών που θα μπορούσε να συμπαρασύρει και τα κόμματα στην επίλυση
σημαντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι πολίτες και η ελληνική
κοινωνία εν γένει.
Αντί οι σημερινοί κυβερνώντες να ζητήσουν συγνώμη,
δυστυχώς ισχυρίζονται ότι το δικό τους πακέτο των 6 δις δεν είναι τίποτα
μπροστά στο πακέτο των 60 δις των προηγούμενων. Το κακό είναι ότι δεν
έχουν καταλάβει πόσο κακό κάνουν και στους ίδιους επικαλούμενοι την ζημιά που
προκάλεσαν οι προηγούμενοι για να δικαιολογήσουν την ζημιά που προσθέτουν και
αυτοί. Τουλάχιστον ας διαβάζουν τα χιλιάδες επικριτικά σχόλια που οι δικοί τους
ψηφοφόροι γράφουν απαντώντας σε παρόμοια επιχειρήματα.
Ο Νίκος Χρυσόγελος
είναι συμπροέδρος των ΠΡΑΣΙΝΩΝ - ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου