Αναμένοντας τη Σύνοδο ΕΕ - Τουρκίας την
ερχόμενη εβδομάδα, έχουμε πλέον διαπιστώσει κάποια πράγματα. Όπως τη λήψη της μη
ανακοινωθείσας απόφασης να κλείσουν στην ουσία όλα τα σύνορα των γειτονικών της
Ελλάδας κρατών με αυτήν. Κάποιοι το ξεκόβουν, τα σύνορα έκλεισαν μια και
καλή. Κάποιοι άλλοι λένε πως δεν είναι σωστό κι επίσης είναι κι
αντιευρωπαϊκό. Αλλά ως εκεί.
Και ξαφνικά εδώ στην Ελλάδα
αιφνιδιαστήκαμε. Μα, ο πρωθυπουργός δε μας έλεγε πως απομονώθηκαν οι
φωνές που ήθελαν να απομονώσουν την Ελλάδα; Πώς γίνεται τώρα η Ελλάδα να
απομονώνεται; Πώς γίνεται να μας κλείνουν όλα τα γειτονικά μας κράτη τα σύνορα,
που επί δύο δεκαετίες μας έστελναν σωρηδόν μετανάστες, και κανείς να μην κάνει
κάτι γι' αυτό; Αναζητάμε ευθύνες. Σίγουρα μερίδιο αυτών των
ευθυνών βρίσκεται στην άλλη μεριά του Αιγαίου, στην καιροσκοπική πολιτική των
Ερντογάν - Νταβούτογλου. Επίσης, σίγουρα μερίδιο των ευθυνών βρίσκεται στα χέρια
των Ευρωπαίων «εταίρων» μας, που αδυνατούν να καταλάβουν - σε άλλη μία
απόδειξη/επίδειξη αδυναμίας ως προς την πολιτική αντίληψη τα τελευταία κάμποσα
χρόνια - πως η «πολιτική» τους είναι μια τρύπα στο νερό στην επίλυση του
προσφυγικού ζητήματος. Χωρά όμως κι άλλο μερίδιο ευθύνης στην εκτροπή που έχει
πάρει το προσφυγικό, κι αυτό βρίσκεται στην ελληνική μεριά.
«Μα γιατί
εμείς;», μπορεί ν' απορήσει ο Έλληνας πολίτης. «Η Ελλάδα βρίσκεται στο
δρόμο των προσφύγων και μεταναστών στο πέρασμα από Ασία προς Ευρώπη. Κι έχει
δίπλα της την Τουρκία, η οποία δε
θέλει να λύσει επί της ουσίας το προσφυγικό!» Αυτό είναι, τω όντι, γεγονός. Ως ένα βαθμό, η χώρα μας δε μπορεί να κάνει πάρα πολλά από μόνη της και παρά τις διακηρύξεις των «εταίρων» και γειτόνων μας εκ του ασφαλούς, ο έλεγχος μιας θαλάσσιας έκτασης από Αλεξανδρούπολη ως Καστελόριζο για βάρκες που περνούν κάθε μέρα αγγίζει τα όρια του ανέφικτου. Η αφέλεια όμως - επί το ακριβέστερο η βλακεία - τιμωρείται αμείλικτα στη ζωή κι ιδίως στην πολιτική ζωή. Τη μεγαλύτερη αφέλεια στο ζήτημα που ταλανίζει όλην την Ένωση την έχουν επιδείξει όχι τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ κι οι γείτονές μας, αλλά εμείς οι ίδιοι. Η ελληνική κυβέρνηση.
θέλει να λύσει επί της ουσίας το προσφυγικό!» Αυτό είναι, τω όντι, γεγονός. Ως ένα βαθμό, η χώρα μας δε μπορεί να κάνει πάρα πολλά από μόνη της και παρά τις διακηρύξεις των «εταίρων» και γειτόνων μας εκ του ασφαλούς, ο έλεγχος μιας θαλάσσιας έκτασης από Αλεξανδρούπολη ως Καστελόριζο για βάρκες που περνούν κάθε μέρα αγγίζει τα όρια του ανέφικτου. Η αφέλεια όμως - επί το ακριβέστερο η βλακεία - τιμωρείται αμείλικτα στη ζωή κι ιδίως στην πολιτική ζωή. Τη μεγαλύτερη αφέλεια στο ζήτημα που ταλανίζει όλην την Ένωση την έχουν επιδείξει όχι τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ κι οι γείτονές μας, αλλά εμείς οι ίδιοι. Η ελληνική κυβέρνηση.
Πριν ακόμα από
την 25η Ιανουαρίου 2015, ο Αλέξης Τσίπρας καλούσε στις δημόσιες τοποθετήσεις του
τους Ευρωπαίους «εταίρους» να δείξουν αλληλεγγύη στην Ελλάδα. Ωραία λέξη
κι ωραία έννοια η αλληλεγγύη. Πολύ καλό όπλο από άποψη πολιτικής
επικοινωνίας, μήνυμα θετικό κι ανθρώπινο. Μπορεί να κινητοποιήσει τους λαούς, αν
και χωλαίνει όταν πρόκειται για τη βολή τους. Δεν αρκεί όμως όταν πρόκειται για
πολιτικές ηγεσίες. Οι πολιτικές ηγεσίες δεν κινητοποιούνται σε καμία των
περιπτώσεων από έννοιες όμοιες της αλληλεγγύης. Αντίθετα, χειροπιαστά οφέλη,
ανταλλάγματα που θα φέρουν καρπούς, είναι τα μόνα πειστήρια για κυβερνήσεις.
Γιατί οι διαπραγματεύσεις που μπορούν να φέρουν αποτελέσματα στην πραγματικότητα
δεν είναι παρά μια αγοραπωλησία: δίνω αυτό για να πάρω το άλλο.
Εμείς,
λοιπόν, είχαμε κι έχουμε κάτι που θέλουμε να μας δώσουν οι άλλοι.
Αλήθεια όμως, φροντίσαμε να έχουμε κάτι που το θέλουν οι άλλοι, ούτως
ώστε να γίνει η αγοραπωλησία; Όσο περνά ο καιρός, συνειδητοποιούμε όλο
και πιο καθαρά πως η κυβέρνηση δεν έχει φροντίσει ώστε να έχει βέλη στη φαρέτρα
της. Ακόμα και σήμερα η ελληνική κυβέρνηση στέφει εαυτόν προασπιστή της ιδέας
της Ενωμένης Ευρώπης κι η από κοινού διαχείριση, με ενότητα, αδελφοσύνη κι
ομοψυχία της έξαρσης της προσφυγικής κρίσης, αποτελεί βήμα προς την ενσάρκωση
αυτής της ενότητας. Αλήθεια όμως... πόσο είναι στ' αλήθεια επιθυμητή
αυτή η ενότητα; Πόσο είναι ικανές οι σημερινές ευρωπαϊκές ηγεσίες να
την κάνουν πράξη;
Σε έναν ιδεατό κόσμο και σε μιαν αγγελικά πλασμένη
Ευρωπαϊκή Ένωση, η από κοινού διαχείριση των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών θα
ήταν ένα πρώτης τάξεως δείγμα της ικανότητας της Ένωσης να ανέβει στο επόμενο
επίπεδο και να φτάσει πιο κοντά στην πολιτική ενοποίηση. Ένα test drive,
που λέμε και στα ελληνικά. Ένα πρώτης τάξεως εργαλείο στα χέρια των
φεντεραλιστών. Όλα αυτά σ' έναν ιδεατό κόσμο. Στο δικό μας, πραγματικό
κόσμο, για τα κράτη μέλη προέχει το ξεχωριστό εθνικό συμφέρον - κι αυτό δεν
μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε μεμπτό. Σε πολλές, δε, περιπτώσεις, οι
σημερινές κυβερνήσεις τους δεν είναι καν σε θέση να το αντιληφθούν σε όλο του το
μέγεθος. Και σίγουρα δεν έχουν την ικανότητα να κάνουν το άλμα προς την πολιτική
ενοποίηση.
Η αλληλεγγύη, λοιπόν, μπορεί απλά να «μιλήσει» στους λαούς, που
έχουν την τάση - ως αθροίσματα ατόμων - να σκέφτονται πιο συναισθηματικά. Κι η
αντίδραση των λαών μπορεί να λειτουργήσει ως ένα βαθμό ως μέσο πίεσης στις
κυβερνήσεις. Η τακτική αυτή όμως είναι πολύ αδύναμη για να κινητοποιήσει
κυβερνήσεις, πόσο μάλλον στη σημερινή Ευρώπη που καταλαμβάνεται από φοβικά
σύνδρομα λόγω των τρομοκρατικών επιθέσεων των τελευταίων ετών και της επιρροής
της ακροδεξιάς που επενδύει με ελεεινό τρόπο σ' αυτές τις επιθέσεις. Εκτός
αυτού, η σκέψη πως οι πρόσφυγες μπορεί να επιφέρουν ένα πρόσκαιρό
«ξεβόλεμα», δεν αρέσει ιδιαίτερα στους λαούς της Ένωσης κι οι κυβερνήσεις τους
δεν έχουν πολύ διαφορετικό σκεπτικό. Είναι κι ο φόβος συναίσθημα και
στους ανθρώπους δεν αρέσουν οι αλλαγές.
Συνεπώς, το να επενδύει μια
κυβέρνηση στην αλληλεγγύη και στο τι είναι σωστό να γίνει, αποδεικνύεται εκ των
πραγμάτων ανόητη κι επικίνδυνη τακτική. Ναι, είναι λόγος περηφάνιας ο
τρόπος που ο λαός μας συμπεριφέρεται στους κατατρεγμένους ανθρώπους που φτάνουν
στην πόρτα του. Υπάρχουν κι οι διαφοροποιήσεις, κάποιες ανεκδιήγητες, το σύνολο
όμως σίγουρα μας τιμά. Ίσως να πρόκειται για ένα κράμα της ιστορικής μας μνήμης
με αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο συναισθηματισμό μας, αν και μάλλον υπερισχύει ο
δεύτερος σε μιαν ευχάριστη έκφρασή του. Η κυβέρνησή μας όμως δεν έχει
την πολυτέλεια κι ούτε επιτρέπεται να προσποιείται τον αισθηματία,
προφανώς για να κρύψει την παντελή έλλειψη του οποιουδήποτε στρατηγικού
σχεδιασμού και της στοιχειώδους έστω διπλωματικής σκέψης. Γιατί το να
οδηγείς ένα καράβι στην τύχη, μπορεί να το ρίξει σε βράχο. Επίσης, όταν
το καράβι αυτό είναι η δοκιμαζόμενη εδώ κι έξι χρόνια Ελλάδα, κανείς δεν μπορεί
να ξέρει ως πότε θα αντέξει ο ανθρωπισμός πολλών Ελλήνων να κρατά πίσω τον
φοβικό εγωισμό.
Υ.Γ. Μάθαμε από τον Τύπο πως μια ιδιαίτερα «φιλική» προς εμάς
κυβέρνηση, η ιταλική, της οποίας τον επικεφαλής ο Αλέξης Τσίπρας λογαριάζει
σθεναρά στη δική του μεριά όσον αφορά το προσφυγικό, έστειλε
αστυνομικούς στην Αλβανία για να συνδράμουν τους αλβανούς συναδέλφους τους στη
φύλαξη των συνόρων με την Ελλάδα. Κατόπιν αποφάσεως του υπουργού
Εσωτερικών της χώρας, Αλφάνο. Κι ενώ ως χθες ο Ματέο Ρέντσι εξανίστατο για την
ευρωπαϊκή ενότητα κι από κοινού διαχείριση του προσφυγικού, χωρίς φράγματα. Μια
πληροφορία απλά προς επιβεβαίωση κι ενίσχυση των ανωτέρω.
www.huffingstonpost.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου