Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΗΣ 26-27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1943. ΕΝΑΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ – ΜΙΑ ΑΝΟΙΞΗ


Ήτανε μέρα γιορτινή, ανήμερα Άη Δημήτρη
που η μπότα του κατακτητή πάτησε στο χωριό μας
και οι φλόγες έστησαν χορό σαν άλλες Ερινύες
από κοντά κι ο Χάροντας πήρε το μερτικό του
μέσα στο Ολοκαύτωμα, με δεκαοχτώ νεκρούς μας
κι ανάπαυση αιώνια να έχει η ψυχή τους.

Τί ειρωνία τραγική, πόση υποκρισία!
τη μαύρη εκείνη μηχανή, το Τάγμα του Θανάτου
με τα λευκά την έντυσαν, την είπαν «Εντελβάις»,
τ’ όμορφο αγριολούλουδο που βγαίνει μες τις Άλπεις
ίσως για να απαλύνουνε τον πόνο που σκορπούσε.

Καπνός απλώθηκε παντού, σκοτείνιασε η μέρα
τα Τζουμερκιώτικα βουνά τα κάλυψε αντάρα
παντέρημα ήταν τα στενά, οι δρόμοι, τα σοκάκια…
άκουγες τριζοβόλημα απ’ το καμένο ξύλο…
Και αντηχούσε στα βουνά το κραχ του πολυβόλου
έμεινε μέσα στην καρδιά με αίμα χαραγμένο
το γέλιο του κατακτητή, το κλάμα των μανάδων.


Έτρωγε εκείνη η φωτιά βαθιά τα σωθικά τους
τους έπνιγε το άδικο, ο πόνος και το δάκρυ
βουβές οι λέξεις πάγωναν στα πικραμένα χείλη
απ’ τις σπηλιές που κρύβονταν, έβλεπαν το χωριό μας
πνιγμένο στα ερείπια που κάπνιζαν ακόμη
και μες στον γκρίζο ουρανό ένα ΓΙΑΤΙ πετούσε,
γιατί αυτή η συμφορά, μα απάντηση δεν είχε…

Σπίτι δεν έμειν’ όρθιο, κάηκε το Σχολείο
στις φλόγες παραδόθηκαν οι δυο Εκκλησίες,
η Κοίμηση περίτεχνη με τις τοιχογραφίες
κι ο Άη Νικόλας η μικρή και γραφική Εκκλησία,
η Κούλια του Μοναστηριού με την διπλή τη σκάλα
τα όμορφα παράθυρα και γύρω τους εξώστες
της πολιούχου του χωριού Αγίας Αικατερίνης
και μόνο το Καθολικό σώθηκε από θαύμα…

Η μπόρα όταν πέρασε κι έφυγε ο εφιάλτης
μάζεψαν τα κομμάτια τους, κήδεψαν τους νεκρούς τους
στ’ αποκαΐδια έσκαβαν και έψαχναν τις στάχτες
πάλεψαν με την χειμωνιά, το κρύο και την πείνα,
η δόλια η μάνα έκανε τον κόρφο μαξιλάρι
για να κοιμήσει τ’ άρρωστο και νηστικό παιδί της.

Όμως δεν παραδόθηκαν στη λύπη και στον πόνο
η μάνα η Τζουμερκιώτισσα έδεσε το μαντήλι
έκανε πέτρα την καρδιά, σήκωσε το κεφάλι
φώναξε σ’ όλους γύρω της, αγόρια και κορίτσια:
«Τα σπίτια μας κι αν κάψανε και χάθηκε το βιος μας,
περήφανη κι αδούλωτη έμεινε η ψυχή μας
που έμαθε για λευτεριά και δίκιο να παλεύει.
Δεν πρέπει ο θρήνος του χαμού να γίνει μοιρολόι
να σταματήσει την ζωή, να σβήσει την ελπίδα.
Εμπρός ολόρθοι, δυνατοί, παιδιά των Αθαμάνων
το όμορφό μας το χωριό καλύτερο να γίνει…»

Απ’ τα καμένα χώματα και μέσα από τις στάχτες
άρχισαν να φυτρώνουνε πολύχρωμα λουλούδια
κι οι χωριανοί σαν μέλισσες δούλευαν νύχτα-μέρα…
κλάμα μωρού ακούστηκε και γέλιο στην πλατεία,
ο τόπος γέμισε ζωή, έλαμψε πάλι ο ήλιος
αντήχησε κελάϊδισμα, πρασίνισαν τα δέντρα
κι άρχισε η παλιά πληγή σιγά σιγά να κλείνει…

Και για να καταγράψουμε όλα τα γεγονότα
που εκείνο το διήμερο έγιναν στο χωριό μας
δύο στρατιώτες Γερμανοί έχασαν την ζωή τους
κι αυτοί δε αυτοάμυνα και σε αψιμαχία
Θέλοντας ένας χωριανός να σώσει την ζωή του
και δυο ανυπεράσπιστες γυναίκες να γλυτώσει
αλλά ο Χάρος πρόλαβε, τις έσυρε μαζί του…

Και από τούτο το όμορφο, μαρτυρικό χωριό μας
που στέκεται περήφανο στα πόδια των Τζουμέρκων
ας ταξιδέψει μια φωνή, το μήνυμα ας φτάσει:
Τον κόσμο δεν τον άλλαξαν τα τανκς και τα κανόνια,
ούτε ο μαύρος φασισμός που ‘φερε το σκοτάδι
Το πνεύμα το ελληνικό, αυτός ο φωτοδότης
σκόρπισε την σοφία του, την αρετή, την γνώση
και προμαχώνας έγινε για την Ελευθερία…

Δεν προσδοκούμε αρωγή, ούτε ελεημοσύνη,
Δικαίωση γυρεύουνε, ένα κερί στη μνήμη
οι εκατόμβες των νεκρών, το αίμα των αθώων
που πότισε στην κατοχή της λευτεριάς το δέντρο…

Και οι επανορθώσεις σας δεν θα τους φέρουν πίσω,
θα είναι όμως έμπρακτή κι αληθινή συγγνώμη
γιατί δεν παραγράφονται το άδικο κι ο πόνος
και οι νεκροί μας πάντα ζουν και είναι εδώ κοντά μας
τέτοιες ημέρες γιορτινές στήνουνε πανηγύρι
κι όλοι μαζί μας τραγουδούν του Παλαμά τους στίχους:

«Η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα,
Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα…»

Αφιερώνεται σε όσους δεν πρόλαβαν να ακούσουν τον χαρμόσυνο
χτύπο της καμπάνας της Λευτεριάς.
Με όλο μου το σεβασμό στην αιώνια μνήμη τους.


 Ναπολέων Κατσούλης
Υποστράτηγος ΕΛ.ΑΣ.

Καταρράκτης 02/11/2019


Δεν υπάρχουν σχόλια: