Παλαιοσκαμιά
'Αρτας
Η Παλαιοσκαμιά ή Παλαιοσκαμνιά είναι ένας μικρός
παραθαλάσσιος οικισμός του Δήμου
Αρταίων με 36 μόνιμους κατοίκους (απογραφή
2011), δίπλα από τον Αμβρακικό
κόλπο και υπάγεται στην τοπική κοινότητα Πολυδρόσου.
Σύμφωνα
με το Σχέδιο
Καποδίστρια, η Παλαιοσκαμιά υπήρξε μέχρι το τέλος του 2010, οικισμός του
νεοσύστατου Δήμου
Αμβρακικού με έδρα την Ανέζα.
Με βάση τη νέα διοικητική διαίρεση που προβλέπει το Σχέδιο
Καλλικράτης, η Παλαιοσκαμιά εντάχθηκε στο Δήμο
Αρταίων.Ο οικισμός απέχει περίπου 17 χιλιόμετρα από την πόλη της Άρτας. Σχεδόν
όλοι οι κάτοικοι είναι βλαχόφωνοι.
Ιστορία
Η πρώτη επίσημη αναφορά στον οικισμό
γίνεται στην απογραφή
του 1981, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ B' 370 - 14.06.1982 και μας
γνωστοποιεί ότι ο πληθυσμός του οικισμού ανερχόταν σε 69 κατοίκους.Στις αρχές
της δεκαετίας του '60 άρχισε η χάραξη νέων δρόμων και έλαβε χώρα η ασφαλτόστρωση
του κύριου οδικού άξονα που συνδέει την πόλη της Άρτας με την Κορωνησία με
αποτέλεσμα η πρόσβαση προς την πόλη να γίνει πλέον ευκολότερη. Εκείνη την εποχή
γίνεται και η διανομή της γης σε Βλάχους
από το Συρράκο
Ιωαννίνων και το Βαθύπεδο
Ιωαννίνων και ακολουθεί η μόνιμη εγκαταστασή στην Παλαιοσκαμιά. Η περιοχή
δεν ήταν άγνωστη στους συγκεκριμένους πληθυσμούς διότι πριν από τη διανομή της
γης κατέβαιναν τα καλοκαίρια από τα ορεινά για να βοσκήσουν τα κοπάδια τους.
Ο Σεραφείμ
Ξενόπουλος ο Βυζάντιος, μητροπολίτης Άρτας στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί
Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), μας πληροφορεί ότι στην περιοχή κοντά στη
σημερινή Παλαιοσκαμιά και συγκεκριμένα στον όρμο της Σαλαώρας υπήρχε ένας
κατεστραμμένος ναός αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο και το 1814 με εντολή του Αλή
Πασά των Ιωαννίνων
εγκαταστάθηκαν εκεί μερικές οικογένειες από τη Χειμάρρα
αλλά εγκατέλειψαν τη συγκεκριμένη τοποθεσία μετά την εξόντωση του Αλή Πασά
εξαιτίας του βάλτου και της ελονοσίας
που μάστιζε την περιοχή.
Παραγωγή και Απασχόληση
Οι κάτοικοι έχουν ως κύρια
ασχολία την κτηνοτροφία και τη γεωργία με κύριες καλλιέργειες: καλαμπόκι
και τριφύλλι.
Τοποθεσία και Πρόσβαση.
Η Παλαιοσκαμιά
γειτνιάζει με το Πολύδροσο,
τη Βίγλα
και την Ανέζα
και απέχει ελάχιστα από τον όρμο της Σαλαώρας στον Αμβρακικό κόλπο και η
απόσταση από την Κορωνησία
είναι περίπου 11 χιλιόμετρα. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται το αντλιοστάσιο Βίγλας,
έργο αποξήρανσης της δεκαετίας του ΄50 από ομάδα Ολλανδών μηχανικών. Συνδέεται
οδικώς με την Άρτα μέσω της Επαρχιακής οδού Άρτας-Κορωνησίας. Η πρόσβαση μέχρι
το 2012 ήταν εφικτή μέσω μιας γέφυρας στο ύψος του οικισμού, η οποία όμως
κρίθηκε ακατάλληλη και πλέον η πρόσβαση γίνεται μέσω της γέφυρας στο ύψος του
αντλιοστασίου. Τον οικισμό εξυπηρετεί η γραμμή Άρτα-Κορωνησία,
του Αστικού ΚΤΕΛ Άρτας. Οι
κάτοικοι του χωριού εκκλησιάζονται στην εκκλησία του Αγίου
Αθανασίου Πολυδρόσου.
Δημογραφικά στοιχεία.
Σήμερα ο πληθυσμός
ανέρχεται στους 36 μόνιμους κατοίκους (απογραφή
2011), εμφανίζοντας μείωση σε σχέση με την απογραφή του 2001,
όπου ο πληθυσμός ανερχόταν στους 48 κατοίκους.
Αμβρακικός: Η μικρή
Μεσόγειος
Το αλμυρό νερό του Ιονίου σμίγει με το γλυκό νερό
του Λούρου και του Αραχθου δημιουργώντας μια κιβωτό ζωής για ψάρια και
πουλιά
Πάνω σε έναν απέραντο καθρέφτη αντανακλάται η ομορφιά των σκαφών
των ψαράδων, των πελεκάνων με τα κατακόκκινα ράμφη που έχουν ανέβει ήδη στις
φωλιές τους πάνω στα νησάκια, η γοητευτική Παναγιά της Ροδιάς, τα ασημένια ψάρια
στην προκυμαία της Πρέβεζας και τα πολύχρωμα στα ψηφιδωτά της Νικόπολης.
Ο
πολιτισμός των νερών
Αυτό είναι ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα θαύματα του μεγάλου στρατηλάτη,
του Αλέξανδρου. Ομως, σύμφωνα με την παράδοση, αυτός δημιούργησε τον Αμβρακικό,
ανοίγοντας το στενό της Πρέβεζας. Και το αλμυρό νερό του Ιονίου που έσμιξε με το
γλυκό του Λούρου και του Αραχθου δημιούργησε μια ξεχωριστή κιβωτό ζωής για
ψάρια, πουλιά και ανθρώπους, και έναν επίσης ιδιαίτερο πολιτισμό, που
χρωματίζεται από την υγρασία - διάβαζε ομορφιά - της ακουαρέλας:
Το
συνειδητοποιήσαμε παρακολουθώντας πέρυσι τέτοιον καιρό τον ζωγράφο Πάβλο Χαμπίδη
να βάζει υγρές πινελιές ακουαρέλας στα σχέδια με μελάνι που έκανε εκ του
φυσικού, όπως στο «Νταλιάνι στη Λάσκαρα», έναν από τους πολλούς παραδοσιακούς
τρόπους ψαρέματος που επιβιώνουν ακόμη στον κόλπο και εμπλουτίζουν τα
πολιτισμικά του κοιτάσματα. Γιατί το ψάρεμα είναι κομμάτι της ζωής και του
πολιτισμού αυτού του υγροτόπου από τα πρώτα βήματα της ιστορίας του ανθρώπου,
χιλιάδες χρόνια πριν.
Η χαρά του βυθού αποτυπώνεται με ωραία χρώματα και στα
ψηφιδωτά της βασιλικής του Αγίου Δουμετίου της Νικόπολης, ψάρια και χταπόδια,
που θυμηθήκαμε ότι την Κυριακή του Ασώτου, η «παλιοπαρέα» θα συγκεντρωνόταν,
όπως κάθε χρόνο, στο Σεϊτάν Παζάρ της Πρέβεζας για να τα απολαύσει. Μαζί τους
ήταν ο Νίκος και η Μαίρη Γέρου και η Νένη Γέρου που μας μύησαν στη γεύση του
Αμβρακικού. Θυμηθήκαμε επίσης ότι οι πελεκάνοι της Ροδιάς θα συγυρίζουν πάλι
αυτή την εποχή τις φωλιές τους στα νησάκια της λιμνοθάλασσας για να γεννήσουν τα
αβγά τους. Ε, δεν θέλαμε και άλλα για να κάνουμε ένα ακόμη ταξίδι σε γοητευτικά
νερά...
Η μικρογραφία της μεγάλης θάλασσας
Ο Αμβρακικός, με είκοσι ακέραιες λιμνοθάλασσες, είναι μικρογραφία της
Μεσογείου. Εχει ένα στενό άνοιγμα προς το Ιόνιο 370 μέτρων, όπως και η μεγάλη
θάλασσά μας έχει ένα σχετικά στενό άνοιγμα από τις Ηράκλειες Στήλες προς τον
Ατλαντικό. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται πολλά χρόνια τα νερά για να ανανεωθούν
και «κρατάνε» τη ρύπανση από τα φυτοφάρμακα κυρίως. Κάτω από το άνοιγμα του
Αμβρακικού περνά η υποθαλάσσια σήραγγα που φέρνει γρήγορα τους επισκέπτες από το
Ακτιο στην Πρέβεζα.
Παρ' όλη την ευαισθησία στη ρύπανση, οι σαρδέλες εισβάλλουν ακόμα από το
Ιόνιο στον Αμβρακικό και ξοπίσω τους έρχονται και τα δελφίνια, κάπου 150,
εμβλήματα του κόλπου μαζί με τους πελεκάνους. Υπάρχει όμως ένα πλήθος μορφών
ζωής εκτός από τα προβεβλημένα. Σπάνια πουλιά, ο λευκοτσικνιάς, ο
αργυροτσικνιάς, ο λευκοτσικνιάς, ο κορμοράνος, το φοινικόπτερο, ο αγριόκυκνος
κάνουν την εμφάνισή τους εδώ. Αυτός βέβαια που κερδίζει πάντα τις εντυπώσεις
είναι ο αργυροπελεκάνος. Είναι ο μεγαλύτερος από όλα τα είδη πελεκάνων και την
εποχή που φωλιάζει η σακούλα κάτω από το ράμφος του είναι κατακόκκινη. Αυτό τον
κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό.
Οι αργυροπελεκάνοι ψαρεύουν στον Αμβρακικό όπως και οι ψαράδες, αλλά σε
διαφορετικά σημεία του κόλπου. Οι πελεκάνοι τρώνε ψάρια χαμηλής εμπορικής αξίας,
ενώ οι ψαράδες κυνηγούν αλιεύματα που έχουν υπολογίσιμη εμπορική αξία. Οι
πελεκάνοι, τα δελφίνια και οι άνθρωποι είναι οι μεγαλύτεροι ψαράδες της
περιοχής. Τις δραστηριότητες στον κόλπο μπορείτε να παρακολουθήσετε από το
παρατηρητήριο στο λόφο της Αγίας Αικατερίνης (κοντά στο χωριό Στρογγυλή), το
οποίο προσφέρει πανοραμική θέα των λιμνοθαλασσών Ροδιάς και Τσουκαλιού και του
βάλτου της Ροδιάς με τον απέραντο καλαμιώνα.
Μία ακόμη φιγούρα σπάνιου ζώου τσαλαβουτά στα νερά στη Στρογγυλή. Ο
νεροβούβαλος επιβιώνει μόνο στην Κερκίνη, όταν ένα μικρό κοπάδι μεταφέρθηκε εδώ
και έγινε μεγάλο. Τώρα ζουν κι άλλοι στο Δέλτα του Αξιού και στη λίμνη
Βιστωνίδα.
Το απίθανο ταξίδι των χελιών
Τα χέλια είναι τα ελάχιστα όντα, που περνούν από το άνοιγμα του Αμβρακικού
και το Γιβραλτάρ. Τα ασημόχελα, πια, ενηλικιώνονται και ωριμάζουν σεξουαλικά
πραγματοποιώντας ένα απίθανο ταξίδι που διαρκεί έναν χρόνο. Το σήμα δίνεται μια
«χελοβραδιά», τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο - λιγότερο τον Ιανουάριο και τον
Φεβρουάριο - όταν το φεγγάρι βρίσκεται στο τελευταίο τέταρτό του και στην αρχή
του νέου, φυσά δυνατός νοτιάς, βρέχει και το σκοτάδι είναι έντονο. Σε όλη τη
διάρκεια του μεγάλου ταξιδιού τους τα χέλια δεν τρώνε, μόνο ακουμπούν το ένα το
άλλο με την ουρά τους.
Ετσι φτάνουν στον βόρειο Ατλαντικό, στη θάλασσα των
Σαργάσσων, για να ζευγαρώσουν στο κέντρο των μεγάλων θαλάσσιων ρευμάτων. Αυτό
είναι το δεύτερο μεγάλο ταξίδι τους. Το πρώτο ήταν όταν νεαρά γυαλόχελια ακόμη
μπήκαν στο ρεύμα από τη θάλασσα των Σαργάσσων που γεννήθηκαν και ήλθαν στον
Αμβρακικό, όπου έμειναν από 8 ως 14 χρόνια για τα αρσενικά και 10 ως 18 χρόνια
για τα θηλυκά, μέχρι να γίνουν κιτρινόχελα και μετά ασημόχελα για να
πραγματοποιήσουν το ταξίδι της επιστροφής.
Είναι τόσο θαυμαστό αυτό το ταξίδι των χελιών για τη διαιώνιση του είδους,
που φαντάζει πολύ ταπεινό να σκεφτούμε ότι αποτελούν έναν εξαιρετικό μεζέ.
Μάλιστα οι ψαράδες τα πιάνουν στα στόμια των λιμνοθαλασσών, την ώρα που ξεκινούν
το μεγάλο ταξίδι τους προς τη θάλασσα. Αν και τόσο νόστιμα, καταναλώνονται γύρω
από τους χελότοπους και κυρίως εξάγονται σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης.
Στον
Αμβρακικό μια από τις πολλές συνταγές είναι καπνιστό χέλι με κριθαράκι. Για μια
μερίδα, βάζουν στο τηγάνι μια κουταλιά της σούπας βούτυρο και δύο ελαιόλαδο και
σοτάρουν τον μάραθο κομμένο σε φέτες με αλάτι και πιπέρι. Μόλις μαραθεί βάζουν
200 γραμμ. κριθαράκι και 200 ml ζωμό ψαριού. Τα αφήνουν να χυλώσουν σε χαμηλή
φωτιά και μετά ρίχνουν μισό κουταλάκι του γλυκού σκόρδο τριμμένο. Στο τέλος
βάζουν 100 γραμμ. χέλι καπνιστό κομμένο σε μικρά κομμάτια, τον άνηθο ψιλοκομμένο
και δύο κουταλιές της σούπας λεμόνι.
Το «μουγκρητό» του βάλτου
Ενα σωρό θρύλοι και παραδόσεις έχουν δημιουργηθεί γύρω από τα μουγκρίσματα
του ήταυρου. Και όπως διασώζει ο Νικόλαος Πολίτης, όταν μουγκρίζει ο ήταυρος,
κάτι κακό θα συμβεί στον τόπο. Αυτός όμως που μουγκρίζει στους βάλτους είναι
ένας πολύ σπάνιος ερωδιός σε μέγεθος γαλοπούλας. Ο Αμβρακικός είναι ο πρώτος
υγρότοπος όπου αποδεδειγμένα φωλιάζουν ελάχιστοι ήταυροι. Η φωνή του, που
ακούγεται χιλιόμετρα μακριά, μοιάζει σαν υπόκωφο μούγκρισμα ενός θεριού που
είναι κρυμμένο σε πλημμυρισμένους, ψηλούς καλαμιώνες. Η μη εξαφάνιση του
άγνωστου πουλιού είναι ένα μεγάλο στοίχημα και γι' αυτό ο Φορέας Διαχείρισης
Υγροτόπων Αμβρακικού το έχει κάνει σύμβολό του.
Γαρίδες, πίνες και χάβαρα
«Γαρίδες; Ναι, αλλά Αμβρακικού» λέει ο Ρότζερ Μουρ στην ταινία του Τζέιμς
Μποντ «Για τα μάτια σου μόνο» που γυρίστηκε στην Ελλάδα. Και πράγματι οι γαρίδες
του κόλπου είναι ιδιαίτερες, μαγειρεμένες απλά (στο τηγάνι με λάδι, σκόρδο,
δενδρολίβανο και μαϊντανό) ή πιο πολύπλοκα με την παραδοσιακή πρεβεζάνικη
συνταγή που μας έδωσε ο Νίκος Γέρος: γάμπαρες με κολοκυθάκια και πατάτες.
Τσιγαρίζουν ελαφρά στο λάδι τις φρέσκες γαρίδες μέχρι να πάρουν κόκκινο χρώμα
και μετά βάζουν τριμμένη ντομάτα, ψιλοκομμένο σκόρδο, κολοκυθάκια κομμένα
ροδέλες και πατάτες κυδωνάτες, προσθέτουν νερό και τα αφήνουν να βράσουν. Με
πατάτες γίνεται και ο κέφαλος πλακί, αν και πιο χαρακτηριστική γεύση της
περιοχής είναι ο κέφαλος πετάλι ψητός στα κάρβουνα. Ξεχωριστή λιχουδιά είναι οι
τηγανητές πίνες, αλλά και τα ιδιότροπα χάβαρα, σπάνια πια στον Αμβρακικό, που
γίνονται αχνιστά με σκόρδο ή με κοφτό μακαρονάκι.
Το «χρυσό» αβγοτάραχο
Οι μπάφες στα διβάρια της Λογαρούς και του Τσουκαλιού «εγκυμονούν» το
αβγοτάραχο του Αμβρακικού που πολλοί θεωρούν ανώτερο από όλα. Την παράδοση του
πατέρα τους Δημήτρη Κουσιάδη συνεχίζουν στη Νέα Σαμψούντα η σύζυγος και οι κόρες
του Μαρία και Σοφία (τηλ. 26820 51369), πλάθοντας με υπομονή και μυστική συνταγή
τα σακούλια με τα αβγά με αλάτι και μετά κερώνοντας το χρυσό αβγοτάραχο, έναν
εξαιρετικό μεζέ για τσίπουρο με ή χωρίς γλυκάνισο.
Χρώματα στην Παναγιά της Ροδιάς
Η Παναγιά της Ροδιάς, στην όχθη του Αμβρακικού πιο πέρα από τη Στρογγυλή,
ταξιδεύει μες στα χρώματα. Μέσα οι ζωγράφοι δημιούργησαν ένα εντυπωσιακά
πολύχρωμο όραμα και έξω ο κόλπος απλώνει τα εξίσου λαμπερά χρώματά του μπροστά
στα μάτια του επισκέπτη, ειδικά την ώρα του δειλινού. Το μοναστήρι
πρωτοχτίστηκε, λένε, το 970, όταν στην Κωνσταντινούπολη βασίλευε ο Ιωάννης
Τσιμισκής. Και απ' έξω το καθολικό του μεταβυζαντινού μοναστηριού με τον
κυλινδρικό τρούλο είναι ιδιαίτερο, όμως μέσα ο επισκέπτης που θα ανοίξει τη
διπλοασφαλισμένη πόρτα του θα βρεθεί κάτω από τον χρωματικό καταρράκτη,
ασυνήθιστο στην αυστηρή ορθόδοξη ζωγραφική. Το καθολικό είναι κατάγραφο από
τοιχογραφίες με έντονα μπλε κάμπο αντί για χρυσό και επιπλέον πράσινα, κίτρινα
και κόκκινα χρώματα. Οι αγιογράφοι Αθανάσιος, Γεώργιος και Βασίλειος «εκ
Σαμαρίνης» κατέγραψαν το 1884 στους τοίχους την Παλαιά και Καινή Διαθήκη με
λαϊκότροπη τεχνική αλλά με αφοσίωση στις Γραφές. Εδώ τον Δεκαπενταύγουστο
γίνεται αξέχαστο πανηγύρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου