Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Μεγάλο Πάπιγκο Ζαγορίου. Απολαύστε τα video








Απολαύστε τα video





















Πάπιγκο: άγρια και μοναδική ομορφιά
Χτισμένο στις πλαγιές της Τύμφης,  το μεγάλο Πάπιγκο αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Ζαγορίου των Ιωαννίνων, με συνολικό πληθυσμό 357 κατοίκους. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της ζαγορίτικης αρχιτεκτονικής και έχει ανακηρυχθεί ως παραδοσιακός οικισμός



To μικρό και το μεγάλο Πάπιγκο είναι δύο από τα 46 χωριά της οικιστικής, πολιτισμικής και ιστορικής ενότητας του Ζαγορίου, με συνολικό πληθυσμό 360 κατοίκους. Βρίσκονται 60 περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά των Ιωαννίνων, στη σκιά της Αστράκας (κορυφής της Τύμφης ή Γκαμήλας) κάτω από τους επιβλητικούς πύργους που δεσπόζουν σε όλη την περιοχή σχηματίζοντας, στα βόρεια τη χαράδρα του Αώου και στα νοτιοδυτικά το επιβλητικό φαράγγι του Βίκου, με τον ποταμό Βοϊδομάτη. Το μεγάλο Πάπιγκο βρίσκεται σε υψόμετρο 900 μέτρων και το μικρό Πάπιγκο σε υψόμετρο 980 μέτρων και απέχουν μεταξύ τους περίπου 2 χλμ.

Τα δύο χωριά ανήκουν στον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου και αποτελούν πόλο έλξης καθ' όλη την διάρκεια του έτους. Η ποικιλομορφία της χλωρίδας και πανίδας της περιοχής και η πλούσια βλάστηση από φυλλοβόλα δέντρα, κάνουν τα γύρω τοπία εντυπωσιακά, με χρώματα που αλλάζουν κάθε εποχή του έτους, ενώ η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των οικισμών (χαρακτηρισμένος παραδοσιακός οικισμός από το 1974) και η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά τους, τα καθιστούν έναν ιδιαίτερο προορισμό. Τα παραδοσιακά πλακόστρωτα καλντερίμια, η όμορφη πλατεία με τον πλάτανο στη μέση, τα εντυπωσιακά ηπειρώτικα αρχοντικά σπίτια (που στο εσωτερικό τους σώζονται υπέροχες τοιχογραφίες), οι πέτρινες βρύσες, τα γεφύρια και τα ξωκλήσια, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της περιοχής. 
Οι κλιματολογικές συνθήκες ακολουθούν την ιδιορρυθμία του οικοσυστήματος του εθνικού δρυμού, με εκτεταμένες χιονοπτώσεις την χειμερινή περίοδο και υγρασία το καλοκαίρι.
Αξιοθέατα και δραστηριότητες στη γύρω περιοχή



Ανάμεσα στους δύο οικισμούς του Πάπιγκου, ρέει το ρέμα Ρογκοβό που με τη διάβρωση του νερού έχει σχηματίσει αρκετά στρογγυλά κοιλώματα (κολυμπήθρες), που μοιάζουν με μικρές λιμνούλες, τις οποίες οι κάτοικοι ονομάζουν «οβίρες». Στις δύο μεγαλύτερες από αυτές έχει κατασκευαστεί τοίχος για να συγκρατεί το νερό και το καλοκαίρι, οι ντόπιοι και οι επισκέπτες απολαμβάνουν το μπάνιο τους στα κρύα νερά του.Προς τις κορυφές της Τύμφης, ξεκινάει από το Πάπιγκο ορειβατική διαδρομή, που διαρκεί συνολικά 5 ώρες, ενώ στην πορεία του ορειβατικού μονοπατιού, στη θέση «Ραδόβολη» και σε υψόμετρο 1.950 μέτρων, βρίσκεται το ορειβατικό καταφύγιο της Τύμφης. Το καταφύγιο παρέχει τη δυνατότητα φιλοξενίας 52 ατόμων και αποτελεί ορμητήριο για όλες τις ορειβατικές και αναρριχητικές διαδρομές προς της κορυφές της Τύμφης. Τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργεί καθημερινά και προσφέρεται φαγητό, ενώ το χειμώνα κατόπιν συνεννόησης με τον υπεύθυνο (πληροφορίες στο τηλέφωνο: 6973 223100, υπεύθυνος καταφυγίου, κ. Γεώργιος Ροκάς).

Σε υψόμετρο 2.050 μέτρων, ανάμεσα στις κορυφές Λάπατος και Πλόσκος, σε ένα μοναδικό φυσικό τοπίο, βρίσκεται η μυθική Δρακόλιμνη. Παλαιότερα πίστευαν ότι είναι μια πολύ βαθιά λίμνη, που τα νερά της απολήγουν στον Αώο, αλλά νεότερες έρευνες απέδειξαν πως το βάθος της δεν ξεπερνά τα 5μέτρα. Στα νερά της ζει ο αλπικός Τρίτωνας (tritus alpestris), ένα αμφίβιο με μήκους 8 - 12 εκ., που θεωρείται σπάνιο είδος και προστατεύεται από την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Στη λίμνη μπορεί κανείς να φτάσει μετά από 4 περίπου ώρες πεζοπορίας από το Μικρό Πάπιγκο, ενώ απέχει μία ώρα από το οργανωμένο καταφύγιο της Αστράκας.
Το πιο ξεχωριστό κομμάτι του Πάπιγκου είναι οι Πύργοι, εντυπωσιακοί βραχώδεις σχηματισμοί που βρίσκονται νότια της κορυφής της Αστράκας και τη συνδέουν με τη χαράδρα του Βίκου. Ο ψηλότερος από αυτούς τους Πύργους φτάνει στα 1.788 μέτρα και στην απόληξή τους σχηματίζεται ένα σχετικά ήπιο οροπέδιο, η Γκοβοστίτσα.



Ο Εθνικός Δρυμός Βίκου-Αώου είναι μια περιοχή προστατευόμενου φυσικού πλούτου, που ανακηρύχθηκε Εθνικός Δρυμός το 1973. Έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών natura 2000 και διακρίνεται για τις εναλλαγές στο τοπίο της. Η περιοχή του Βίκου-Αώου αποτελεί έναν από τους δέκα Εθνικούς Δρυμούς της Ελλάδας και περιλαμβάνει το φαράγγι του Βίκου, που μαζί με τον Βοϊδομάτη ποταμό αποτελούν τον πυρήνα του δρυμού. Επίσης, στην περιοχή περιλαμβάνεται τμήμα της οροσειράς της Τύμφης, η χαράδρα του Αώου καθώς και κάποιοι διατηρητέοι οικισμοί. Το φαράγγι του Βίκου είναι ένα από τα μεγαλύτερα, βαθύτερα και εντυπωσιακότερα φαράγγια του κόσμου, με κάθετους γεωλογικούς σχηματισμούς, με μεγάλη ποικιλία και εναλλαγή διαφορετικών οικοσυστημάτων και μια πανδαισία χλωρίδας και πανίδας, που αποτελούν ένα από τα λίγα εναπομείναντα καταφύγια άγριας ζωής στην Ευρώπη. Βρίσκεται στα ΝΔ της Γκαμήλας, σε υψόμετρο μεταξύ 550 και 1778 μέτρων, έχει μήκος 24 χλμ. περίπου και μέσο βάθος 900 μέτρα, ενώ η αρχή του βρίσκεται κοντά στο χωριό Τσεπέλοβο.

Ένα ακόμη εντυπωσιακό μέρος της περιοχής είναι το Κόκκινο Λιθάρι, που βρίσκεται δεξιά από τους Πύργους του Πάπιγκου προς το Βίκο. Το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα του ασβεστόλιθου εντυπωσιάζει από μακριά τους επισκέπτες. Κάτω από το Κόκκινο Λιθάρι βρίσκεται η Μπιστεριά, όπου υπάρχουν μεγάλες σπηλιές, στις οποίες κατέφευγαν οι Παπιγκιώτες στις δύσκολες μέρες για να γλιτώσουν από τους επιδρομείς. Σε μια από αυτές, στην Κότσιτσα, τα τοιχώματά της φιλοξενούν ζωγραφισμένες εικόνες αγίων.
Οι δραστηριότητες που μπορείτε να κάνετε στην περιοχή είναι πολλές: πεζοπορία, ιππασία, αναρρίχηση, ορειβασία, rafting, κανό / καγιάκ, mountain bike και φυσικά να. γυμνάσετε το στομάχι σας με τα νόστιμα τοπικά εδέσματα.
Θερμές ευχαριστίες στον πρόεδρο της τοπικής κοινότητας του Πάπιγκου, κ. Σπύρο Τσουμάνη και την κοινότητα Πάπιγκου για την παροχή πληροφοριακού υλικού: http://www.papigo.gr .

Πώς θα πάτε


Oδικώς από τα Ιωάννινα, επί της Εθνικής οδού Ιωαννίνων Κοζάνης, μετά το Καλπάκι, στο 38ο χλμ. στρίβετε δεξιά ακολουθώντας την επαρχιακή οδό Μεσοβουνίου - Αρίστης - Πάπιγκου. Συνολική απόσταση από τα Ιωάννινα: 59 χλμ. (1 και 15΄ περίπου). Aπό Αθήνα (μέσω γέφυρας Ρίου): 495 χλμ. και από Θεσσαλονίκη (μέσω Κοζάνης): 314 χλμ.

Πού θα φάτε

Στο Πάπιγκο λειτουργούν εστιατόρια και καφέ που θα ικανοποιήσουν όλες τις επιθυμίες σας και θα σας μυήσουν στα εδέσματα και τα διατροφικά... ήθη του Ζαγορίου: http://www.papigo.gr/el/koinotita/business_01.php#estiatoria . Αξίζει να δοκιμάσετε τις πίτες της περιοχής, τις γιαννιώτικες τηγανίτες.

Πού θα μείνετε
Το μικρό και το μεγάλο Πάπιγκο προσφέρουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες διαμονής. Διαλέξτε μεταξύ ξενοδοχείου, ξενώνων και ενοικιαζόμενων δωματίων, από την επίσημη σελίδα της κοινότητας: http://www.papigo.gr/el/koinotita/business_01.php 
ιστορία.

Το Πάπιγκο περιβάλλεται από σημαντικούς ιστορικούς τόπους, με αξιόλογες αρχαιολογικές ανακαλύψεις, που σηματοδοτούν την παρουσία του ανθρώπου από την προϊστορική ακόμη εποχή. Στη βραχοσκεπή Κλειδί, στο Βοϊδομάτη, είναι εμφανή τα δείγματα ανθρώπινων δραστηριοτήτων από την Προϊστορική εποχή, όπου έχει ανακαλυφθεί πλήθος οστέινων εργαλείων και λεπίδων πυριτόλιθου. Στον Ελαφότοπο υπάρχουν κιβωτιόσχημοι τάφοι, του τέλους του 13ου αι. π.Χ. Στη Βίτσα ξεχωρίζει ο προϊστορικός κτηνοτροφικός οικισμός (9ος /8ος αι. π.Χ. έως τα τέλη του 4ου αι. π.Χ.). Το στρατόπεδο του Πύρρου στο Καστράκι του Αγίου Μηνά και το Καστράκι πάνω από το χωριό Βιτσικό, φανερώνουν πως η περιοχή έχει πλούσια και συνεχόμενη ανθρώπινη παρουσία, που συνεχίστηκε με την παρουσία των Μολοσσών και των Ρωμαίων έως τις αρχές του 6ου αι. όπου εγκαθίστανται σλαβικές φυλές. 


Τα πρώτα ιστορικά στοιχεία για το Πάπιγκο παρουσιάζονται στα βιβλία του Π. Αραβαντινού (1856) - όπου γίνεται ευρεία αναφορά στους παλιότερους οικισμούς και στην αυτονομία του Παπίγκου - και του Ιωάννη Λαμπρίδη (1889), που αναφέρεται στις εκκλησίες του Αγίου Βλασίου, με έτος κτίσης το 912, «υπό ετέρου άρχοντος, ου τό μέν όνομα εξήλειψεν ο Πανδαμάτωρ» και στην εκκλησία της Παλιουρής, με έτος κτήσης το 980 «υπό Ιωάννη μεγάλου Δεμεστικού και Άρχοντος». Η παλιότερη γραπτή αναφορά για το Πάπιγκο βρίσκεται σε χρυσόβουλο του Ανδρονίκου Β΄, του έτους 1325, όπου γίνεται αναφορά στα χωριά Πάπιγκο, Ελαφότοπος, Άνω και Κάτω Πεδινά. Κατά τον 14ο αιώνα, το Πάπιγκο αποτελεί ευρεία αυτόνομη περιφέρεια και συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των αυτόνομων χωρών της μεσαιωνικής Ηπείρου.
Το Πάπιγκο ως «Χώρα του Παπίγκου», διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στους αγώνες του Δεσπότη των Ιωαννίνων, χάρη στη στρατηγική θέση και στη φυσική οχύρωσή του. Στις δύσκολες εποχές, η Ήπειρος καταστρεφόταν από τις τοπικές διενέξεις των φεουδαρχών, τις επιδρομές των Αλβανών, την κάθοδο των Σέρβων και την πρώτη εξάπλωση των Τούρκων. Η τουρκική κατάκτηση βρήκε το Πάπιγκο με καθεστώς ιδιότυπης στρατιωτικής και διοικητικής ημιαυτονομίας. Μετά το 1430, οι Τούρκοι προκειμένου να εξασφαλίσουν επικυριαρχία στις ορεινές περιοχές εφαρμόζουν μια πολιτική παραχώρησης προνομίων σε κοινότητες ή ομάδες κοινοτήτων, που συνθηκολόγησαν μαζί τους. Έτσι, μέχρι τον 17ο αι. ολόκληρο το Ζαγόρι αποτελούσε αυτοδιοικούμενη ομοσπονδιακή περιφέρεια με το όνομα «Κοινόν» ή «Βιλαέτι» του Ζαγορίου. Σύμφωνα με τα προνόμια αυτά το Ζαγόρι διέθετε αυτονομία και αυτοδιοίκηση με ανώτερο άρχοντα τον Βεκύλη του Ζαγορίου, είχε δε πλήρη ελευθερία στην εκτέλεση των θρησκευτικών του καθηκόντων. Τα προνόμια αυτά διατηρήθηκαν μέχρι το 1868 οπότε και καταργήθηκαν. Μετά το 1868 που καταργούνται τα προνόμια, την περιοχή άρχισαν να λυμαίνονται συμμορίες ληστών, με επιπτώσεις τόσο στην οικονομική ζωή όσο και στο ανθρώπινο δυναμικό αφού αυτή η κατάσταση απομάκρυνε από το Ζαγόρι τις περισσότερες οικογένειες αρχόντων, που ήταν ο κύριος στόχος των ληστών. Η περίοδος αυτή διήρκησε ως το 1913, οπότε τα χωριά του Ζαγορίου και το Πάπιγκο απελευθερώθηκαν από τον τουρκικό ζυγό.
Σημαντική ήταν η συμβολή των κατοίκων του χωριού στην εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου αρκετοί έχασαν τη ζωή τους.





















Οι άνθρωποι 

Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και το ορεινό άγονο έδαφος υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες που ανέπτυξαν και διατήρησαν έως σήμερα το Ζαγόρι. Σ' αυτό το δύσκολο περιβάλλον δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις που στηρίχτηκαν τόσο στο φυσικό περιβάλλον όσο και στις ανάγκες του βίου των κατοίκων, που τους υποχρέωναν να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε εποχής. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος της αποδημίας διασκορπίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε όλα τα σημεία του ορίζοντα.
Οι Παπιγκιώτες ακολούθησαν κι αυτοί το δρόμο της ξενιτιάς, όπου πρόκοψαν και στόλισαν το Πάπιγκο με πλούσια σπίτια και δημόσια κτίρια. Μεταναστεύουν κυρίως στη Ρουμανία και ιδιαίτερα στο Τούρνο Σεβερίν, στη Σερβία και την Αμερική. Οι εναπομείναντες στο χωριό κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια δυναμική κοινωνία γεωργών, κτηνοτρόφων, επιχειρηματιών, δασκάλων και επιστημόνων. Σημαντική ενίσχυση στους ντόπιους Ζαγορίσιους προσέφεραν και οι κτηνοτρόφοι Σαρακατσάνοι, που εγκαταστάθηκαν στο Πάπιγκο στη δεκαετία του '30 και συνεισέφεραν τόσο στον οικονομικό όσο και στον πολιτισμικό τομέα. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του χωριού ασχολείται με τον τουριστικό τομέα και ένα πολύ μικρό μέρος ασχολείται με την κτηνοτροφία. Ο πληθυσμός των δύο μαχαλάδων από το 1861 που υπάρχουν τα πρώτα στοιχεία ανερχόταν στα 735 άτομα. Επόμενα στοιχεία αναφέρουν 332 κατοίκους το 1927, 280 κατοίκους το 1940, 215 κατοίκους το 1961, 160 κατοίκους το 1971, .... κατοίκους το 1981, 183 κατοίκους το 1991 και 360 κατοίκους και 180 σπίτια το 2001. Το Πάπιγκο είναι από τα λίγα μέρη της πατρίδας μας που από τη δεκαετία του '80 άρχισε να αυξάνει τον πληθυσμό του με αποτέλεσμα να τον διπλασιάσει. 

Ευεργέτες.

Πριν ακόμη από την τουρκική κατάκτηση της περιοχής του Ζαγορίου, ταξιδευτές Ζαγορίσιοι αγοράζουν και στέλνουν βιβλία, κτίζουν σχολεία και παρθεναγωγεία. Το Πάπιγκο ανέδειξε πολλούς ευεργέτες και δωρητές, οι οποίοι ξεπερνούν τους 73. Μεγάλοι ευεργέτες του χωριού είναι οι Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος, Διώχνω Ντάσκα, Μιχαήλ Πολυχρονίου και Αναστάσιος Ζορτόβουλος.
Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος.
 Ο μεγάλος ευεργέτης του Παπίγκου, Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος, γνωστός διεθνώς ως Michael Anagnos, γεννήθηκε στο Πάπιγκο στις 07/11/1837 από πολύ φτωχούς γονείς, τον Δημήτριο και την Καλλίνα Αναγνωστοπούλου. Στο Πάπιγκο τελείωσε το δημοτικό σχολείο και συνέχισε τις σπουδές του στα Γιάννενα, στη Ζωσιμαία Σχολή και στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1861 αναγορεύεται διδάκτωρ Φιλοσοφίας με βαθμό «άριστα». Εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Εθνοφύλακας», υποστηρίζοντας με θέρμη την Κρητική Επανάσταση.
Το 1866 γνωρίζει τον φιλέλληνα Dr Sammuel Hower, διευθυντή του Ινστιτούτου Τυφλών της Βοστώνης. Το 1867 ακολουθεί τον Dr Hower στην Αμερική, όπου ως βοηθός του διδάσκει Λατινικά στο Ινστιτούτο. Το 1876 αναλαμβάνει διευθυντής του Ινστιτούτου και αναδεικνύεται ως ξεχωριστός ειδικευμένος εκπαιδευτικός, κατασκευάζοντας το ανάγλυφο αλφαβητάριο των τυφλών και ιδρύοντας το πρότυπο νηπιαγωγείο και το ειδικό τυπογραφείο.
Ο Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος πέθανε στο Τούρνο Σεβερίν της Ρουμανίας, στις 29/06/1906. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, το κληροδότημά του το διαχειρίζεται επιτροπή από Παπιγκιώτες. Με τα χρήματα του κληροδοτήματος λειτουργεί και συντηρείται το σχολείο στο Πάπιγκο, κτίστηκε η Γεωργική Σχολή Κόνιτσας και από τα εισοδήματα των κτισμάτων κατασκευάζονται αξιόλογα έργα στην κοινότητα κάθε χρόνο.


















Μεγάλοι άνδρες.
Σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών και της επιστήμης κατάγονται από το Πάπιγκο, όπως ο Μ. Αναγνωστόπουλος (1837 - 1906), φιλόλογος και Διευθυντής του Ινστιτούτου Τυφλών Πέρκινς της Βοστώνης, ο Ζαχαρίας Σαρδέλης (1830 - 1913), φιλόλογος, δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «ΙΡΙΣ» στο Βουκουρέστι, ο Γεώργιος Αναγνωστόπουλος (1867 - 1952), καθηγητής γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Χριστόδουλος Τσιωτίδης (1838 - 1894), πρόξενος της Ελλάδας στο Βουκουρέστι.
Αρχιτεκτονική.
Το Πάπιγκο παραμένει συγκροτημένος οικισμός από τα τέλη του 16ου αι., όταν όλοι οι κάτοικοι των συνοικισμών που ήταν γύρω από αυτό (Καλύβια, Νυφίτσα, Πογδορά, Κλινοβό, Λυψέση, Αγία Κυριακή, Αγία Παρασκευή) μετοίκησαν στο Μεγάλο Πάπιγκο, που όπως αναφέρει ο Λαμπρίδης αριθμούσε 230 οικογένειες. Οι οικισμοί τόσο του Μεγάλου όσο και του Μικρού Παπίγκου ακολουθούν την ίδια διάταξη με όλους τους οικισμούς του Ζαγορίου, οργανωμένους γύρω από ένα κέντρο, το λεγόμενο Μεσοχώρι με την πλατεία, στην οποία υπάρχει ένας πλάτανος και γύρω του συγκεντρώνονται όλες οι δημόσιες λειτουργίες, το σχολείο, η εκκλησία, το καφενείο και η βρύση.
Γύρω από το Μεσοχώρι αναπτύσσονται σπίτια με χαρακτήρα αμυντικό, πυκνή δόμηση, ψηλούς μαντρότοιχους γύρω από τα σπίτια και γερές ξύλινες αυλόπορτες.
Ένα ευρύ σύστημα καλντεριμιών και μονοπατιών ξεκινά από το Μεσοχώρι και φτάνει στους τόπους δουλειάς, στα χωράφια, στα βοσκοτόπια, στα δάση ακόμη και στους γειτονικούς οικισμούς.

Σύμφωνα με την αρχιτεκτονική τους τα σπίτια του Ζαγορίου τοποθετούνται σε τέσσερις περιόδους: 
1600 - 1700. Μικρά ορθογώνια κτίρια με υπερυψωμένο ισόγειο, χαμηλούς εσωτερικούς χώρους, πόρτες και μικρά θολωτά παράθυρα. Η εστία βρίσκεται στη μέση του κτιρίου και η σκάλα είναι εξωτερική.
1700 - 1750. Τα κτίρια είναι πιο ψηλά από τα προηγούμενα, με μεγαλύτερα παράθυρα και εσωτερικό μπαλκόνι. Ο όροφος έχει τέσσερα δωμάτια, μαγειρείο, καθιστικό (μαντζάτο) και δωμάτιο για επισκέψεις (οντάς).
1750 - 1850. Τα κτίρια πλέον είναι ψηλότερα από τα προηγούμενα και περισσότερο άνετα, με ξύλινα δωμάτια, όπου υπάρχει η ντουλάπα, τα μπάσια, ενώ αρχίζουν να διακοσμούν τα ταβάνια και τους οντάδες με υπέροχες τοιχογραφίες.
1850 - 1880. Μεγάλα διώροφα ή και τριώροφα σπίτια άρχισαν να κτίζονται με μεγάλα δωμάτια υποδοχής, άνετα καθιστικά και βοηθητικούς χώρους, κελάρια και αποθήκες τροφίμων (μπίμτσες), με υπέροχο διάκοσμο τόσο στα ταβάνια όσο και στους τοίχους.
Στις δύο τελευταίες περιόδους έχουν κτιστεί τα περισσότερα από τα παλιά σπίτια του Παπίγκου. Οι μαστόροι που κατασκεύαζαν τα σπίτια κατάγονταν ως επί το πλείστον από τα χωριά της Κόνιτσας αλλά και από τα χωριά των Τζουμέρκων και ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες (μπουλούκια). Οι ζωγράφοι που διακοσμούσαν τους τοίχους κατάγονταν κυρίως από το χωριό Χιονιάδες της Κόνιτσας.Στα περισσότερα χωριά του Ζαγορίου καθώς και σε αρκετά σπίτια του Παπίγκου, σώζεται σήμερα ένας μεγάλος αριθμός σπιτιών, που έχουν λαϊκές τοιχογραφίες στο εσωτερικό τους.
Πανηγύρια στο Πάπιγκο.
Στο Ζαγόρι, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι και σήμερα κάθε χωριό έχει το πανηγύρι του με το οποίο γοιρτάζει, συνήθως, τον προστάτη άγιό του. Στο Μεγάλο Πάπιγκο γίνεται πανηγύρι στις 20 Ιουλίου, του Αϊ - Λια, και στο Μικρό Πάπιγκο στις 8 Σεπτεμβρίου, της Παναγίας της Παλιουρής. Παλιότερα γίνονταν και άλλα πανηγύρια, όπως της Αγίας Κυριακής (7 Ιουλίου), του Αϊ - Παντελεήμονα (27 Ιουλίου) και των Ταξιαρχών (8 Νοεμβρίου).
Σήμερα το πανηγύρι του Μεγάλου Παπίγκου συγκεντρώνει πλήθος κόσμου, εξακολουθεί να διατηρεί το παραδοσιακό του "χρώμα" και οι επισκέπτες που βρίσκονται στο Πάπιγκο στις 20 Ιουλίου κάθε χρόνου έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν παραδοσιακή μουσική, εκλεκτούς μεζέδες και προπάντων καλή παρέα.
Βουνά.
 Η Γκαμήλα (ή «Πάπιγκος», όπως ονομαζόταν παλιά) θεωρείται το πιο μεγαλόπρεπο βουνό στον κορμό της Β. Πίνδου. Είναι το βουνό που συνδυάζει δύο διαφορετικές όψεις, που το κάνουν να διαφέρει από πολλά βουνά της πατρίδας μας. Η βορινή πλευρά του είναι μια σειρά από ορθοπλαγιές, που διακόπτονται από βαθιές χαράδρες και λούκια, με εντυπωσιακές κλίσεις που θυμίζουν έντονα τις Άλπεις ενώ στη νότια πλευρά οι κορυφές κατεβαίνουν ομαλά και σχηματίζουν ένα μεγάλο οροπέδιο.
Στα βόρεια, μεταξύ του βουνού Τραπεζίτσα και της Γκαμήλας, σχηματίζεται η κοιλάδα του Αώου, με το ομώνυμο ξακουστό ποτάμι της. Η χαράδρα του Βίκου και ο ποταμός Βοϊδομάτης, τη χωρίζει από τη δυτική της πλευρά από τα βουνά Στούρο και Γκραμπάλα. Στην ανατολική πλευρά ο Γυφτόκαμπος τη χωρίζει από τα βουνά Κούτσα, Κοζιακό και Κουκουρούντζο.
Οι κορυφές της διαδέχονται η μια την άλλη, από τα δυτικά προς ανατολικά και είναι: Κούλα 1560μ., Λάπατος 2251μ., Αστράκα 2436μ., Πλόσκος 2377μ., Γκαμήλα 2497μ., Γκαμήλα ΙΙ 2480μ., Καρτερός 2478μ., Μεγάλα Λιθάρια 2467μ., Τσούκα Ρόσα 2376μ., Σαμάρι 2296μ., Κρεβάτι 2.375 μ., Γκούρα 2466μ., Κορυφούλα 2157μ., επίσης Καζάρμα 1803μ. και τέλος ο Καλόγερος 2122μ.. Το πέτρωμα της Γκαμήλας δεν ευνοεί την ύπαρξη πηγών, κυρίως στην αλπική ζώνη. 
Στα δασωμένα μέρη του βουνού οι πηγές γίνονται πιο πολλές. Γενικά το νερό είναι δυσεύρετο, πλην των εποχών που λιώνουν τα χιόνια και δημιουργούνται πολλά ρέματα και λιμνούλες. Εκτός από τη Δρακόλιμνη, χαρακτηριστικές λιμνούλες είναι η Ξερόλουτσα, η Ριζίνα, το Ρομπόζι και αυτή του Αϊ - Λιά.
Η Γκαμήλα χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες εκτεθειμένες κάθετες βραχώδεις επιφάνειες, τις μεγάλες κλίσεις και τους έντονους και εντυπωσιακούς γεωλογικούς σχηματισμούς. Τα πετρώματα που συναντώνται είναι: 

  1. σκληρά, ασβεστολιθικά συμπαγή, που ξεκολλάνε (κρητιδικοί - ιουαρασικοί - μαργαϊκοί ασβεστόλιθοι),
  2. φλύσχης ευπαθής στη διάβρωση.
Οι αλπικές περιοχές της Γκαμήλας, φέρουν έκδηλα σημάδια της επίδρασης των παγετώνων.












Δρακόλιμνη.

 Σε υψόμετρο 2.050 μέτρων, ανάμεσα στις κορυφές Λάπατος και Πλόσκος βρίσκεται η μυθική Δρακόλιμνη. Το όνομά της οφείλεται στο δράκο, ένα ον με μυθικές διαστάσεις, το οποίο λέγεται ότι κατοικούσε σε αυτή και ήταν σε διαρκή διαμάχη με το δράκο που ζούσε στο Σμόλικα.
Κατά τα χρόνια που μεσουρανούσε ο Αλή Πασάς, προσπάθησε να φτάσει στη λίμνη και να απολαύσει μια βαρκάδα στα κρυστάλλινα νερά της. Ωστόσο, μια απρόβλεπτη καλοκαιριάτικη μπόρα με δυνατό χαλάζι, είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους αρκετοί άντρες του και να καταστραφούν οι βάρκες του. Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο πανίσχυρος Πασάς αναγκάστηκε να αναβάλλει το σχέδιό του.
Παλιότερα πίστευαν ότι η Δρακόλιμνη είναι μια πολύ βαθιά λίμνη, που τα νερά της απολήγουν στον Αώο. Νεότερες έρευνες απέδειξαν πως το βάθος της δεν ξεπερνά τα 5μ. Στα νερά της Δρακόλιμνης ζει ο αλπικός Τρίτωνας (tritus alpestris), ένα αμφίβιο με μήκος 8 - 12 εκ. με γκρίζα - καστανόμαυρη ράχη και κοκκινωπή κοιλιά χωρίς κηλίδες. Θεωρείται σπάνιο είδος και προστατεύεται από την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία. 

Βάραθρα Γύρω από το Πάπιγκο και ιδιαίτερα στα βουνά Γκαμήλα και Αστράκα βρίσκονται εντυπωσιακά σπήλαια και βάραθρα, όπως:

η «Προβατίνα», βάθους 408 μ., ένα από τα μεγαλύτερα κατακόρυφα βάραθρα του κόσμου. Το βάραθρο δημιουργήθηκε από συνδυασμένη δράση νερού και πάγου. Χαρακτηριστικό είναι, ότι σε βάθος 180 μ. υπάρχει ένα μικρό πατάρι με πάγους, που δε λιώνουν ποτέ. Υπάρχει, επίσης, μια και μοναδική αίθουσα με μια μικρή λιμνούλα και αναμνηστικές πλακέτες από ελληνικές και ξένες αποστολές, που κρέμονται στα τοιχώματα.
Συγκεκριμένα το βάραθρο εντοπίστηκε για πρώτη φορά από Άγγλους σπηλαιολόγους, το 1965 (Cambridge University Caving Club). Πρώτος δοκίμασε να κατέβει με ανεμόσκαλες ο Άγγλος Jim Eyre (το 1966), ο οποίος έφτασε σε βάθος 156 m, οπού και του τελείωσαν οι ανεμόσκαλες. Την επόμενη χρονιά, οι Άγγλοι στρατιώτες χρησιμοποίησαν μηχανοκίνητο βαρούλκο και καλάθι με συρματόσκοινο για την κατάβαση σ' αυτό. Η προσπάθειά τους έγινε σε δύο φάσεις, πρώτα , μέχρι το βάθος των -177 μ. το καλοκαίρι του 1967 και τέλος μέχρι τον πάτο του σπηλαίου (-408), το 1968. Πρώτοι σπηλαιολόγοι που επανέλαβαν την προσπάθεια με καθαρά σπηλαιολογικές τεχνικές ήταν οι Γάλλοι P. Sombardier και F. Poggia, το 1976.
Έκτοτε πολλές αποστολές έχουν κατέβει στο σπήλαιο, τόσο ξένες όσο και ελληνικές. Πρώτος Έλληνας που κατέβηκε ήταν ο Κώστας Ζούπης, ιδρυτικό μέλος του Σπηλαιολογικού Ελληνικού Εξερευνητικού Ομίλου (ΣΠ.ΕΛ.Ε.Ο), μέλος τότε της ΕΣΕ. Πολλές ακόμη ελληνικές και ακόμη περισσότερες ξένες αποστολές επισκέπτονται κάθε χρόνο το μεγαλειώδες βάραθρο. Το 1998, ο ΣΕΛΑΣ δοκίμασε να συνεχίσει την εξερεύνηση και επιχείρησε μια αναρρίχηση η οποία δεν απέδωσε μεγαλύτερο βάθος, έδωσε όμως μερικές μικρές αίθουσες ακόμη.
το «Χάσμα του Έπους», κλιμακωτό βάραθρο, βάθους 451 μ.. Ο τρόπος δημιουργίας του είναι διαφορετικός από εκείνον της Προβατίνας. Κυρίαρχο στοιχείο είναι το νερό, αφού το σπήλαιο λειτουργεί σαν καταβόθρα και αποστραγγίζει τα νερά από το οροπέδιο. Υπάρχουν δύο διαφορετικές διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει κανείς, το Έπος I, με βάθος 451 μ. και το Έπος ΙΙ, με βάθος 340 μ.,
η «Τρύπα της Νύφης», συνολικού βάθους 340 μ.. Το σπήλαιο αυτό λειτουργεί σαν καταβόθρα όπως και το Έπος, αφού συλλέγει τα νερά της περιοχής. Αποτελείται από τρία μεγάλα βάραθρα p150 μ., p50 μ, p120 μ. Και δύο μικρά p10 μ. και p10 μ., που στο τέλος τους είναι τόσο στενά, που δε χωράς να περάσεις,
η «Γκαϊλότρυπα», βάθους 200 μ.
Πρόσφατα, από Γάλλους σπηλαιολόγους και σπηλαιολόγους του ΣΕΛΑΣ ανακαλύφθηκε ένα νέο βάραθρο, «η Τρύπα του Ορνίου», βάθους 610 μ., η εξερεύνηση του οποίου συνεχίζεται μέχρι σήμερα
Ορειβατικό καταφύγιο Αστράκας. Στη θέση "Ραδόβολη", πάνω από το οροπέδιο των λιμνών και σε υψόμετρο 1950 μ. βρίσκεται το ορειβατικό καταφύγιο της Αστράκας.
Το καταφύγιο παρέχει τη δυνατότητα φιλοξενίας 52 ατόμων, ανήκει στην Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας - Αναρρίχησης (Ε.Ο.Ο.Α.) και κατασκευάστηκε με πρωτοβουλία του Ε.Ο.Σ. Ιωαννίνων και της ορειβατικής ομάδας Παπίγκου, το 1966. Αποτελεί ορμητήριο για όλες τις ορειβατικές και αναρριχητικές διαδρομές προς της κορυφές της Τύμφης. Από την άνοιξη του 2004 άρχισε να λειτουργεί και η δεύτερη πτέρυγα του καταφυγίου.
Τους καλοκαιρινούς μήνες το καταφύγιο λειτουργεί καθημερινά και προσφέρεται φαγητό, ενώ το χειμώνα κατόπιν συνεννόησης με τον υπεύθυνο.
Πληροφορίες στο τηλέφωνο: 6973 223100 (υπεύθυνος καταφυγίου, κ. Γεώργιος Ροκάς)

Δεν υπάρχουν σχόλια: