Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Οι Άστεγοι...Πραγματικές ιστορίες με την πένα του Γιώργου Γιαννάκη

 Δυστυχώς όλες αυτές οι καταστάσεις, μνημόνια, πανδημίες, αναδουλιές, ακρίβεια, φέραν πολύ κοσμάκη στο πεζοδρόμιο άστεγους, τουλάχιστον ας τους θυμηθούμε τούτες τις άγιες ημέρες.

Δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει ένα κράτος αλλά αυτή η εικόνα είναι απόλυτη ξεφτίλα, να βλέπεις ακόμη και στό κέντρο της πόλης άστεγους με κάτι χαρτόνια και παλιο κουρελούδες για σκεπάσματα, που αν ζούσε ο Βίκτωρας Ουγκώ θα έγραφε για τους άθλιους της σημερινής μέρας.  Αυτά τα κατώτερα παιδιά κατώτερου Θεού που λές και δεν βλέπουνε τον ίδιο ήλιο και αν θέλετε να τους χαρακτηρίσω έτσι να έχουν μια γωνιά δικιά τους να ξεκουράσουν το κορμάκι τους. 

Θα μου πείτε ας πρόσεχαν "καλά νιάτα κακά γεράματα" που λέει και ο λαός μας. E δεν είναι ακριβώς έτσι υπάρχουν και καψοκαλύβες που κοιτάζουν το σήμερα, αλλά μην τους παίρνει όλους η μπάλα. Θα σας πω μια ιστορία που συνέβει σε μένα. Πάνε πέντε-έξη χρόνια σε ένα χώρο του Δήμου Αθηναίων, το Πάσχα που μοίραζαν συσσίτια για απόρους [ στα γεύματα αγάπης ] βλέπω έναν ταλαίπωρο να με φωνάζει ρε Μαστρογιώργη και εσύ εδώ. Βλέπω έναν πελάτη μου ο οποίος είχε μια βιοτεχνία, κιμπάρης, χουβαρντάς, νοικοκύρης μετά όλα του!    

- Όχι του λέω μια επίσκεψη έκανα εδώ.  

-Λέω και εγώ μήπως είχες τα χαϊρια τα δικά μου και κάθισε ο άνθρωπος και μου εξήγησε το τι του συνέβει.  Άκου Γιώργο μου λέει θυμάσαι την βιοτεχνία που είχα, ε λοιπόν αναγκάστηκα να την κλείσω βλέπεις μας φάγανε οι Κινέζοι και τα μεγάλα μαγαζιά. Όλοι μου έλεγαν βάρα μια πτώχευση και μη πληρώσεις τίποτα και άμα έχεις κάτι διώξτο και μην πληρώνεις τίποτα. Πώς μπορώ να το κάνω αυτό, εδώ ήμασταν μια οικογένεια λέω στον δικηγόρο μου. Εγώ θέλω να περπατώ με ψηλά το κεφάλι.  Εμένα με ρώτησες σαν δικηγόρο άμα θες για ηθική πήγαινε σε καμιά εκκλησία. 

Και θα έρθω στην περιπτωση του Αλέκου ενός Έλληνα έξ Αιγύπτου έναν σύγχρονο Διογένη ο οποίος δεν συμβιβαζότανε με τίποτα, παράτησε μια επιχείρηση που είχε ο πατέρας ένας τρίτης γενιάς από την περιοχή της Μουργκάνας που πρόκοψε εκεί στα ξένα, παράτησε λεφτά περιουσία μόρφωση γιατί δεν άντεχε να τον προστάζει ο πατέρας του κατάντησε να κάνει κάτι δουλειες του ποδαριού. Αλλά δεν άντεχε το άγχος της δουλειάς, έτσι έλεγε ώπου κατάντησε ζητιάνος και άστεγος.  

Μια μέρα με πλησιάζει και μου λέει, ρε μαστρογιώρο θα μου παραχωρήσεις έναν χώρο εδώ για να τη βγαζω το βράδυ μια και συ δόξα το θεό έχεις τόσο χώρο [ είχα κάνει τον παλιό κινηματογράφο την ΑΡΓΏ στην Άνω Νέα Σμύρνη Συνεργείο ]. Του λέω ρε Αλέκο δεν μπορώ θα μου βάλεις καμιά φωτιά και θα με κάψεις αλλά θα σε βολέψω με ένα καμαράκι που έχει απ' έξω. Και έτσι έγινε ο Αλεκος την έβγαζε εκεί, μετά τον μάθανε και ο κόσμος κι όλο και κάποιο χαρτζιλίκι κονόμαγε. Πέρασε ο καιρός, εγώ έκλεισα το μαγαζί και Αλέκος στο δρόμο. Τον επόμενο χειμώνα ο Αλέκος μας άφησε "γειά", δεν άντεξε το κρύο και την πείνα.  Θα ήθελα να του αφιερώσω ένα ποίημα μια και του άρεσε να σκαρώνουμε στιχάκια:

Ήταν φτωχός κι αμίλητος 

 καθόλου δεν γελούσε 

 και όλοι η γειτονιά τον επερεγελούσε 

 

 Στο δρόμο όπου εδιαβαινε

 όλοι του κάναν πλάκα

 είχε ένα κουσούρι ο φτωχός 

 ολο να κάνει τράκα

 

 Κάποιος μας είπε μια φορά 

 όλη την ιστορία 

 πως ηταν πλούσιος καλός 

 αλλά αυτός βίος και πολιτεία 

 

 Οι κυβερνήσεις φταίγανε 

 που φέρανε την κρίση 

 μα για την κατάντια του 

δεν θέλει να μιλήσει 

 

 

Είχε λεφτά πάρα πολλά        

μα ήταν τρυπιοχερης

και προκαλούσε την ζωή

ποτέ δεν θα μ' την φέρεις

 

Μα έτσι όπως κατάντησε

σκουπίδια να μαζεύει

κανείς ποτέ δεν του μίλαγε

κάθεται και χαζεύει


Ώσπου ένα κρύο πρωινό

μες στον βαρύ Γενάρη

ο χάρος τον λυπήθηκε

και ήρθε να τον πάρει


       Γιώργος Γιαννάκης

Απόδημος Κραψίτης


Δεν υπάρχουν σχόλια: