Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Πλησιοί Άρτας. Δείτε τα video




Δείτε τα video






















Πλησιοί Άρτας
Οι Πλησιοί είναι ένας οικισμός του Δήμου Αρταίων με 354 μόνιμους κατοίκους (απογραφή 2011), στον κάμπο της Άρτας και απέχει από την πόλη περίπου 4 χιλιόμετρα.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Καποδίστρια, οι Πλησιοί υπήρξαν μέχρι το τέλος του 2010, δημοτικό διαμέρισμα του νεοσύστατου Δήμου Φιλοθέης με έδρα τις Χαλκιάδες. Με βάση τη νέα διοικητική διαίρεση που προβλέπει το Σχέδιο Καλλικράτης, οι Πλησιοί εντάχθηκαν στο Δήμο Αρταίων. Οι Πλησιοί μαζί με το χωριό Κιρκιζάτες αποτελούν την τοπική κοινότητα Κιρκιζατών με συνολικό πληθυσμό 828 κατοίκους.
Ιστορία Σύμφωνα με την εργασία του Κων.Διαμαντή με τίτλο «Η Άρτα και τα περίχωρα αυτής κατά τους χρόνους της επανάστασης», οι Πλησιοί ήταν ένας οικισμός με 20 οικογένειες την περίοδο που ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Σύμφωνα με το έργο του Σπυρίδωνος Αραβαντινού, «Ιστορία Αλή πασά του Τεπελενλή», οι Πλησιοί υπήρξαν τσιφλίκι του πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος είχε στην κατοχή του το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου.
Αναφορά στους Πλησιούς κάνει και ο Ιφικράτης Κοκκίδης στο έργο του «Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας» που εξέδωσε το ελληνικό Υπουργείο Στρατιωτικών (Αθήνα 1880) και μας δίνει την πληροφορία ότι στο χωριό κατοικούσαν περίπου 70 άνθρωποι. Ο Ι. Κοκκίδης μας ενημερώνει ότι η επαρχία Άρτας χωριζόταν σε 2 περιοχές: την περιοχή Άρτας και την περιοχή Πρεβέζης. Η περιοχή της Άρτας χωριζόταν με τη σειρά της σε 7 τμήματα: τμήμα Ποταμιάς, τμήμα Βρύσεως, τμήμα Ραδοβυζίου, τμήμα Τζουμέρκων, τμήμα Κάμπου, τμήμα Καρβασαρά και τμήμα Λάκκας. Οι Πλησιοί αποτελούσαν μέρος του τμήματος Κάμπου.

Οι Πλησιοί και τα γειτονικά χωριά σε χάρτη του 1887.
Στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884) του Σεραφείμ Ξενόπουλου, μητροπολίτη Άρτας, γίνεται αναφορά στους Πλησιούς. Σύμφωνα με αυτή την πηγή, την εποχή της επίσκεψης του Μητροπολίτη Άρτας, το χωριό ήταν ακατοίκητο από γηγενείς κατοίκους και υπήρχαν μόνο 40 βλαχοποιμένες, οι οποίοι εκκλησιάζονταν στον βυζαντινό ναό του Αγίου Δημητρίου του Κατσούρη, στον οποίο ιερουργούσε 1 εφημέριος. Ο Μητροπολίτης Άρτας αναφέρει επίσης ότι στο γειτονικό χωριό Κιρκιζάτες υπήρχε σχολείο όπου δίδασκε ένας δάσκαλος και φοιτούσαν 30 μαθητές από τις Κιρκιζάτες και τους Πλησιούς. Ο Σεραφείμ Ξενόπουλος μας πληροφορεί επίσης ότι το 1453 αμέσως μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνα μεταφέρθηκε μαζί με εκείνο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, στην Άρτα και συγκεκριμένα στους Πλησιούς από τον ιερέα Γεώργιο Καλοχαιρέτη. Την εποχή εκείνη τα Ιερά λείψανα είχαν τεράστια θρησκευτική, εμπορική και πολιτική αξία. Σύμφωνα λοιπόν με όσα αναφέρει ο Σ.Ξενόπουλος, οι κάτοικοι του χωριού γνωρίζοντας την τεράστια αξία που είχε το λείψανο επιχείρησαν να το πουλήσουν στους Βενετούς και αυτό ανάγκασε τον ιερέα να πάρει τα λείψανα και να αναχωρήσει μέσω του λιμένα της Σαλαώρας για την Κέρκυρα όπου και τελικά παρέμεινε και έτσι ο Άγιος Σπυρίδωνας έγινε ο προστάτης της Κέρκυρας. Τέλος ο μητροπολίτης κάνει αναφορά και σε κάποια χωράφια που υπήρχαν στο χωριό και ήταν ιδιοκτησία της μητρόπολης Άρτας.
Εξίσου σημαντική πηγή, είναι η Οθωμανική απογραφή του 1895 (Σαλναμές Ιωαννίνων για το οικονομικό έτος 1311[1895], έκδοση έβδομη).  Σύμφωνα με το σχετικό οθωμανικό νόμο, που ίσχυε από το 1864, η πρωτογενής διαίρεση της αυτοκρατορίας ήταν το βιλαέτι («νομαρχία» ή «γενική διοίκηση»). Κάθε βιλαέτι χωριζόταν σε σαντζάκια και αυτά σε καζάδες. Σύμφωνά με αυτή την απογραφή, το χωριό άνηκε στον Καζά Λούρου, ο οποίος βρισκόταν στο σαντζάκι Πρεβέζης, το οποίο με τη σειρά του, άνηκε στο βιλαέτι Ιωαννίνων. Με βάση λοιπόν αυτή την απογραφή, στους Πλησιούς κατοικούσαν 6 οικογένειες (χανέδες) με συνολικό πληθυσμό 39 άτομα (21 άνδρες, 18 γυναίκες).


















Κατά τη διάρκεια του ατυχή Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, το χωριό απελευθερώθηκε προσωρινά. Όπως αναφέρεται στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», ο Ελληνικός στρατός μέχρι το βράδυ της 23ης Απριλίου 1897 είχε ελευθερώσει τα χωριά Πλησιοί, Κιρκιζάτες, Γαβριά, Ψαθοτόπι, Μύτικας, Ανέζα, Καλογερικό, Βίγλα, Ράχη, Καλόβατος, Κεραμάτες, Στρογγυλή, Ζαβάκα, Καλομόδια, Αγία Παρασκευή, Κωστακίοι, Ακροποταμιά, , Νεοχώρι, Ανθότοπος, Χαλκιάδες, Ρόκκα, Άγιος Σπυρίδωνας, Ελευθεροχώρι, Καμπή και την πόλη της Φιλιππιάδας. Τελικά με την μεσολάβηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων και της Ρωσίας, στις 20 Σεπτεμβρίου οι εχθροπραξίες σταμάτησαν και υπογράφηκε ειρήνη.
Η απελευθέρωση του χωριού έλαβε χώρα το διάστημα ανάμεσα στις 6 και 9 Οκτωβρίου 1912, όπου τα πρώτα ελληνικά τάγματα, πέρασαν τη γέφυρα της Άρτας και στις 2 το μεσημέρι απώθησαν τους Τούρκους και εδραιώθηκαν στους Κωστακιούς και την περιοχή Μαρατιού. Τις επόμενες 2 ημέρες, ο ελληνικός στρατός κατέλαβε και οχύρωσε το χωριό Πλησιούς μαζί με τα Ρόκκα και τις Χαλκιάδες.
Το 1910, η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης δημοσιοποιεί τα στοιχεία της απογραφής που πραγματοποίησε το ίδιο έτος σε όλη την εκκλησιαστική περιφέρεια και μας πληροφορεί ότι οι Πλησιοί υπαγόταν στο τμήμα Λούρου και στο χωριό κατοικούσαν 35 άτομα.
Τοποθεσία και πρόσβαση Το χωριό γειτνιάζει με τα χώρια Κωστακιούς, Κιρκιζάτες, Καλόβατο και απέχει ελάχιστα χιλιόμετρα από τις εγκαταστάσεις των σχολών τεχνολογίας-γεωπονίας του ΤΕΙ Ηπείρου.  Συνδέεται οδικώς με την Άρτα μέσω της Επαρχιακής οδού Άρτας-Κορωνησίας. Το χωριό εξυπηρετεί η γραμμή Άρτα-Βίγλα, του Αστικού ΚΤΕΛ Άρτας.
Αθλητισμός Η ποδοσφαιρική ομάδα του χωριού είναι η ΑΕ Κιρκιζατών-Πλησιών.

Το αρχαιότερο μνημείο της βυζαντινής Άρτας, χτίστηκε στο β΄ μισό του 9ου ή στο 10ο αιώνα . Χτίστηκε στο τέλος του 13ου αιώνα και σήμερα σώζεται σχεδόν άθικτος.
Στην καρδιά του κάμπου της Άρτας, έξω από το χωριό Πλησιοί και ανάμεσα σε μπαξέδες, βρίσκεται το αρχαιότερο μνημείο της βυζαντινής Άρτας, ο Άγιος Δημήτριος του Κατσούρη61. Η προσωνυμία "Κατσούρη" είναι άγνωστης προέλευσης, αλλά σίγουρα πολύ παλιά, αφού υπάρχει σε συνοδικό ορισμό του 1229.
Απ' τον ίδιο συνοδικό ορισμό μαθαίνουμε ότι ο μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας Ιω. Απόκαυκος παραιτήθηκε απ' τη διαχείριση και κατοχή ορισμένων μοναστηριών της επισκοπής Άρτας, μεταξύ των οποίων και του Αγ. Δημητρίου του Κατσούρη, και ότι ο  πατριάρχης Γερμανός Β΄ παρέδωσε την κυριότητα της μονής στον επίσκοπο Άρτας Ιωάννη Α'. Απ' αυτό συνάγεται ότι ο ναός είναι παλαιότερος62 του 1229. Κατά τον καθηγητή Παν. Βοκοτόπουλο, ο ναός κτίστηκε στις αρχές του 9ου αιώνα63 και διατηρεί μέχρι σήμερα το αρχικό του σχήμα.
Ο νάρθηκας είναι πολύ μεταγενέστερη προσθήκη -κτίσθηκε το 1868 - ακόμη δε νεότερη κατασκευή -μόλις του 1911- είναι το ξεχωριστό κωδωνοστάσιο. Ο σημερινός ναός είναι ό,τι απόμεινε απ' την παλιά σταυροπηγιακή μονή, η οποία διαλύθηκε το 18ο αιώνα. Σήμερα ο ναός λειτουργεί ως ενοριακός. Δυστυχώς, για την πορεία του μοναστηριού μέσα στους αιώνες δεν έχουμε στοιχεία, μια και δεν υπάρχουν γραπτές πηγές. Μετά το συνοδικό ορισμό του 1229 δεύτερη μνεία του μνημείου γίνεται μόλις στο τέλος του προηγούμενου αιώνα απ' το μητροπολίτη Σεραφείμ Ξενόπουλο, αλλά είναι τόσα λίγα τα στοιχεία που μας παρέχει, ώστε να μην αποτελούν αξιόλογη ιστορική πηγή. Έτσι είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για την μελέτη του μνημείου, στο ίδιο το κτίσμα -στην τέχνη του και στην τεχνική της κατασκευής του.
Το εξωτερικό του ναού.
Ο ναός είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλλο και ανατολικά καταλήγει σε τρεις ημικυκλικές κόγχες. Η τοιχοποιία64του είναι λιτή και ακανόνιστη με πρόχειρα λαξευμένες μικρές πέτρες τειχισμένες άτακτα, ανακατεμένες με πλίνθους. Η απλή τοιχοποιία και το επίσης απλό τρίλοβο παράθυρο της μεσαίας κόγχης του ιερού είναι χαρακτηριστικά της ναοδομίας της πρώτης χιλιετηρίδας, στοιχείο που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό του ναού ως του αρχαιότερου βυζαντινού μνημείου της Άρτας. Σ' αυτό συνηγορεί και η σχεδόν παντελής έλλειψη κεραμοπλαστικού ή άλλου εξωτερικού διάκοσμου καθώς και η απλή κατασκευή των επιθημάτων των κιονοκράνων στο εσωτερικό του ναού.







Οι καταλήξεις των εσωτερικών κυλινδρικών θόλων, τόσο στην ανατολική και δυτική πλευρά όσο και στα αετώματα των πλάγιων σκελών του σταυρού, εμφανίζονται εξωτερικά στους τοίχους ως πλίνθινα ημικυκλικά τόξα, τα οποία μαζί με τα πλίνθινα τοξωτά πλαίσια των παραθύρων και δύο οδοντωτές ταινίες στη μεσαία κόγχη του ιερού, αποτελούν τη μόνη εξωτερική κεραμοπλαστική διακόσμηση του μνημείου.
Ο μετεγενέστερος νάρθηκας δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον, απεναντίας αξιόλογο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο κομμάτια65 μαρμάρινης ανάγλυφης πλάκας που είναι εντειχισμένα σε διαφορετικά σημεία του ακόμη νεότερου καμπαναριού. Πιθανότητα πρόκειται για τα δυο μισά ενός θωράκιου του αρχικού μαρμάρινου τέμπλου, με ανάγλυφη παράσταση πεταλόμορφου τόξου στηριγμένου σε κιονίσκους που περικλείνεται μέσα σε διακοσμητικό πλαίσιο.
Το εσωτερικό του ναού.
Ο χρόνος και η αιθάλη αφαίρεσαν ένα σημαντικό μέρος απ' την εσωτερική λαμπρότητα του ναού. Ο κυρίως ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη με δύο σειρές εναλλασσόμενων ανομοιόμορφων κιόνων και πεσσών66. Τα ιωνικά και περγαμηνά κιονόκρανα πιθανόν να προέρχονται από κάποιο κτίριο της αρχαίας Αμβρακίας ή της Νικόπολης. Απ' τον υπόλοιπο γλυπτό διάκοσμο του ναού αξιόλογα είναι δυο θωράκια απ' το παλιό μαρμάρινο τέμπλο, το οποίο δε γνωρίζουμε πότε και από ποιους καταστράφηκε. Τα θωράκια αυτά είναι εντειχισμένα στο νεότερο κτιστό τέμπλο και φέρουν ανάγλυφες παραστάσεις, από τις οποίες εντυπωσιακότερη -αν και φθαρμένη σε μεγάλο μέρος της- είναι εκείνη που εικονίζει αετό να σηκώνει με τα νύχια του λαγό, και βρίσκεται στα δεξιά της Ωραίας Πύλης. Το κτιστό τέμπλο καλύπτεται σήμερα από άλλο ξύλινο ακαλαίσθητο που προστέθηκε τον περασμένο αιώνα.
Οι τοιχογραφίες με βάση την τεχνοτροπία τους χρονολογούνται στο 17ο ή 18ο αιώνα, καλύπτουν δε άλλα δύο παλαιότερα ζωγραφικά στρώματα. Στην κόγχη του ιερού και σε παρειά του ενός ανατολικού πεσσού του κυρίως ναού, έπεσαν μερικά κομμάτια αυτού του τρίτου στρώματος και αποκαλύφθηκαν οι παλαιές τοιχογραφίες. Οι συνθέσεις τους από άποψη τεχνοτροπίας παρουσιάζουν απλότητα, σχηματοποίηση, έντονα χρώματα και πρόσωπα με εκφράσεις ήρεμες χωρίς δραματικότητα -στοιχεία δηλαδή της ζωγραφικής του 12ου και 13ου αιώνα. Του 1ου ζωγραφικού στρώμματος τοιχογραφίες συναντούμε στην κόγχη του ιερού (η Μετάληψη των Αποστόλων -που καλύπτεται στο μεγαλύτερο μέρος της απ' την ίδια παράσταση του 2ου στρώματος- και έξι ολόσωμοι μετωπικοί Άγιοι67), καθώς και στη νότια κεραία του σταυρού στον κυρίως ναό, (σκηνές απ' τις Δεσποτικές εορτές). Του 2ου ζωγραφικού στρώματος είναι η δεομένη Θεοτόκος στην κόγχη του ιερού, η φιλοξενία του Αβραάμ -απέναντι απ' την ίδια παράσταση του 1ου στρώμματος- στο Διακονικό, καθώς και οι τοιχογραφίες της βόρειας κεραίας του σταυρού, στον κυρίως ναό. Τα εντυπωσιακότερα όμως δείγματα του αρχικού ζωγραφικού στρώματος υπάρχουν στον τρούλλο, του οποίου ο γραπτός διάκοσμος διατηρείται σχεδόν ακέραιος. Στη μέση του θόλου εικονίζεται όπως συνήθως ο παντοκράτορας, στην πιο κάτω ζώνη εφτά ολόσωμοι άγγελοι με γαλάζια και κόκκινη στολή προσκυνούν τον Παντοκράτορα, ενώ στην τρίτη ζώνη υπάρχουν 14 προφήτες που κρατούν ειλητάρια με επιγραφές απ' τις προφητείες τους κι από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Στη βάση του τρούλλου, οι 4 Ευαγγελιστές.
Σχετικά με τη χρονολόγηση των τοιχογραφιών του πρώτου στρώματος, όλοι οι μελετητές συμφωνούν ότι πρόκειται για έργο των αρχών του 13ου αιώνα (1225-30) πράγμα που σημαίνει ότι αμέσως μετά την ίδρυση του Δεσποτάτου έχουμε στην  Ήπειρο καλλιτεχνική δημιουργία, με τεχνίτες που πιθανόν ήρθαν στην αυλή των δεσποτών απ' την Κων/πολη. Και το 2ο ζωγραφικό στρώμα χρονολογείται στην ίδια περίπου εποχή, και συγκεκριμένα στο τελευταίο τέταρτο του 13ου αιώνα.
Έτσι στον Άγιο Δημήτριο του Κατσούρη βρίσκουμε τις αρχαιότερες βυζαντινές τοιχογραφίες της περιοχής της Άρτας, των οποίων όμως η αισθητική αξία μετριάζεται κατά πολύ απ' τις φθορές και αλλοιώσεις που επέφεραν τόσο ο χρόνος όσο και οι ανθρώπινες επεμβάσεις, σε σημείο που ο επισκέπτης εντυπωσιασμένος απ' την εξωτερική εικόνα, όταν μπαίνει μέσα στο ναό να απογοητεύεται.
Το μνημείο πάλαιψε με το χρόνο και άντεξε, χρειάζεται όμως από δω και πέρα και τη δική μας φροντίδα, για να εξακολουθήσει να στέκει όρθιο και να μας συνδέει με το παρελθόν, για να μας μιλάει με τη λαλίστατη σιωπή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: