Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Ο Χαλασμός της Πρέβεζας. Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται 216 χρόνια από τις 23 Οκτωβρίου του 1798, που ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων, κατανικάει τους Γάλλους στην Αρχαία Νικόπολη, εισήλθε στην Πρέβεζα και προέβη σε ανελέητη λεηλασία και σφαγή των κατοίκων της πόλης.


Eπιστολή του 1799 για τον Χαλασμό της Πρέβεζας

Με τον όρο ο Χαλασμός της Πρέβεζας αποκαλούνται τα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν τη Μάχη της Νικοπόλεως (23 Οκτωβρίου 1798). Στη μάχη αυτή, νικήθηκε η Γαλλική Φρουρά Γρεναδιέρων που προστάτευσε την Πρέβεζα, με αποτέλεσμα δυνάμεις 7000 Τουρκαλβανών Οθωμανών υπό τον Αλή Πασά Τεπελενλή και τον γιό του Μουχτάρ εισήλθαν στην Πρέβεζα και προέβησαν σε ανελέητη σφαγή και λεηλασία των κατοίκων της πόλης, με αποτέλεσμα την πλήρη ερήμωσή της και τον εποικισμό της από Οθωμανούς (23+24 Οκτωβρίου 1798).[1]


Η Περιοχή της Μάχης της Νικόπολης, The Area of the Battle of Nicopolis

Η Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (17 Οκτωβρίου 1797)


Η Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (Campoformido και μετέπειτα Campoformio, πόλη της Ιταλίας στη ΒΔ επαρχία Undine) που συνάφθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1797 ήταν μια σπουδαία συνθήκη ειρήνης μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας η οποία και επισφράγισε την προκαταρκτική Συνθήκη ειρήνης Λεόμπεν που είχαν συνομολογήσει οι ίδιες χώρες έξι μήνες πριν. Υπογράφηκε στο Κάμπο Φόρμιο, ένα χωριό της Βενέτσια Τζούλια, (Βενετίας), ύστερα από την ήττα των Αυστριακών και τον τερματισμό της νικηφόρας εκστρατείας του Ναπολέοντος στην Ιταλία. Γεγονός είναι πως όταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης μετέφερε ο ίδιος τη Συνθήκη αυτή στο Παρίσι μέσα σε εορταστική ατμόσφαιρα την παρέδωσε στα μέλη του Διευθυντηρίου στο λόγο του τόνισε τα εξής (κατά μετάφραση εποχής): «Αι δύο ωραιότεραι χώραι της Ευρώπης (Ιταλών και Ελλήνων) αι φημισμέναι άλλοτε δια τας τέχνας και τας επιστήμας και δοξασμέναι δια τους μεγάλους άνδρες που εγέννησαν, βλέπουν τώρα το πνεύμα της ελευθερίας να εξέρχεται του τάφου των προπατόρων τους». Σύμφωνα με τη Συνθήκη αυτή ισχύουν οι εξής όροι: Τέθηκε τέρμα στη μέχρι τότε ένδοξη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας μετά από 11 αιώνες ανεξαρτησίας. Λόγω δε της παρακμής της η Βενετία τελικά αναγκάζεται να δεχθεί συμμαχία με τον Ναπολέοντα η οποία ουσιαστικά είναι μια υποταγή για αυτήν. Η Βενετία χάνει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της μεταξύ των οποίων και τα Επτάνησα που περιέρχονται στη Γαλλία. Η Αυστρία εγκατέλειψε τις επαρχίες της στο Βέλγιο και συμφώνησε επίσης, με τον όρο της επικύρωσης από διάσκεψη των χωρών της αυτοκρατορίας, ότι η Γαλλία μπορούσε να προσαρτήσει τα εδάφη που είχε κυριεύσει και κατείχε στην αριστερή όχθη του Ρήνου, από τη Βασιλεία έως το Άντερναχ, συμπεριλαμβανομένου και του Μάιντς. Σε αντάλλαγμα, για την απώλεια των Αυστριακών αυτών κτήσεων στη Λομβαρδία, ο Ναπολέων παραχώρησε στους Αυστριακούς τα βενετικά εδάφη ανατολικά του ποταμού Αδίγη, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν η Ίστρια, η Δαλματία, και η ίδια η πόλη της Βενετίας. Περιέρχονται στη Γαλλία τα περισσότερα από τα εδάφη, που κατέκτησε ο Ναπολέων στην εκστρατεία του αυτή κατά του Πρώτου Συνασπισμού, κυρίως στη βόρεια Ιταλία καθώς επίσης τις ενετικές κτήσεις του ελλαδικού χώρου μεταξύ των οποίων το Βουθρωτό (σημερινή Αλβανία), την Πάργα (Νομός Πρέβεζας), την Πρέβεζα και την Άρτα. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης ιδρύθηκαν οι Δημοκρατίες των Ιταλικών Άλπεων (παράλπεια Δημοκρατία) και της Λιγουρίας στη βόρεια Ιταλία, που τελούσαν μέχρι τότε υπό γαλλική επιρροή. Επίσης η Γαλλία υποσχέθηκε να χρησιμοποιήσει την επιρροή της για να βοηθήσει την Αυστρία να αποκτήσει το Σάλτσμπουργκ και τμήμα της Βαυαρίας, ενώ ακολούθησε μυστική συμφωνία ότι κανένα εδαφικό αντάλλαγμα δεν θα δινόταν στην Πρωσία, πρώην σύμμαχο της Αυστρίας.

Γάλλοι γρεναδιέροι στην Πρέβεζα (Νοέμβριος 1797)

Μετά την κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βενετίας, και με βάση τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, η Πρέβεζα, η Πάργα και τα Ιόνια νησιά περιέρχονται στους Γάλλους. O Μέγας Ναπολέων έστειλε στην Πρέβεζα ως πολιτικούς εκπροσώπους τους επιφανείς Έλληνες της Κορσικής αδελφούς Stefanopoli. Τον έναν από τους αδελφούς αυτούς τον είχε δηλώσει ως «κηδεμόνα» στη Στρατιωτική Σχολή όπου σπούδασε.

Γάλλοι Γρεναδιέροι στην Πρέβεζα

Ο στρατηγός La Salchette με 280 Γάλλους Γρεναδιέρους στρατιώτες (κατ΄ άλλη άποψη 700) φτάνει στην Πρέβεζα με πλοία και μία μικρή δύναμη Γαλλικού στρατού καταφθάνει ειρηνικά επίσης στην πόλη της Πάργας. Οι Πρεβεζάνοι υποδέχονται με χαρά τους Γάλλους. Γράφουν στα έγγραφά τους "ΠΕΑ" (= «Πρώτο ‘Ετος Απελευθέρωσης»).[2] Ο ιστορικός Κάδμιος (ψευδώνυμο μάλλον του Μάρκου Βότσαρη ΙΙ, συνταγματάρχη του Μηχανικού) γράφει (1900) για την άφιξη των Γάλλων στην Πρέβεζα:
« Τω 1798, ότε υψώθη η Γαλλική σημαία επί των δήθεν επάλξεων του ερειπωμένου φρουρίου της Πρεβέζης, δεν υπήρχον επ αυτού ή τρία σιδηρά τηλεβόλα, η δε Γαλλική Δημοκρατία από πολλών μεριμνών περισπωμένη, ελάχιστον εφρόντιζε περί της σπουδαίας ταύτης θέσεως. Η άμυνα αυτής, μετά περιοχής της Νικοπόλεως είχεν εμπιστευθή εις διακοσίους ογδοήκοντα Γρεναδιέρους, υπό την διοίκησιν του Στρατηγού La Salcette (ή La Salchette) . Μόλις ούτος ώπλισεν και ωργάνωσε την Εθνοφυλακήν της Πρεβέζης και απέστειλε πολεμοφόδια εις τους Σουλιώτας, τους προσφερθέντας να ταχθώσιν υπό την Γαλλικήν σημαίαν και συμπράξωσι προς απόκρουσιν του Αλή Πασά, εσκέφθη διά την άμυναν της προκεχωρημένης θέσεως Νικοπόλεως »

Η Μάχη της Νικοπόλεως (1798 μΧ, Οκτώβριος 23)

Όπως αναφέρθηκε, στις 17 Οκτωβρίου 1797, υπεγράφη μεταξύ Βενετών και Γάλλων του Μεγάλου Ναπολέοντα Ι (Ναπολέων Βοναπάρτης), η Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (The Treaty of Campo Formio), με την οποία η Πρέβεζα με την Πάργα και τα Ιόνια νησιά περιήλθαν στους Γάλλους, ερήμην του Σουλτάνου. Οι κάτοικοι της Πρέβεζας υποδέχθηκαν τους 280 Γάλλους γρεναδιέρους υπό τον στρατηγό La Salchette με μεγάλη χαρά σαν απελευθερωτές, διότι είχαν δεινοπαθήσει οικονομικά και διοικητικά από τους Βενετούς. Η Πρέβεζα όμως, δυστυχώς παρέμεινε στα χέρια των Γάλλων λιγότερο από ένα χρόνο, γιατί τον Οκτώβριο του 1798 μΧ, πέρασε βιαίως στα χέρια του Αλή Πασά Τεπελενλή (Ale Pasha Tepelena), μετά τη Μάχη της Νικοπόλεως. Προφανώς, η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είδε με καλό μάτι τη Συνθήκη του Campo Formio, διότι υπεγράφη άνευ της δικής της συγκατάθεσης.
Πριν τη Μάχη της Νικοπόλεως: Στις 21 Οκτωβρίου 1798 (ή στις 22 Οκτωβρίου κατά την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους), στα ερείπια της Νικοπόλεως, έγινε μία σκληρή μάχη, η Μάχη της Νικοπόλεως, στην οποία έλαβε μέρος η Γαλλική Φρουρά Πρέβεζας αποτελούμενη από 280-300 γρεναδιέρους υπό τον στρατηγό La Salchette (Λα Σαλσέτ), συνεπικουρούμενη από 200 Πρεβεζάνους πολιτοφύλακες και 60 Σουλιώτες πολεμιστές υπό τον καπετάν Χρηστάκη (Μάνος Δημήτριος, 1965). Κατά άλλη άποψη, επικεφαλής των Πρεβεζάνων πολιτοφυλάκων ήταν ο Παναγιώτης Τσαρλαμπάς, παππούς του Οδυσσέα Ανδρούτσου, και επικεφαλής των Σουλιωτών ήταν ο τυχαίως ευρεθείς στην Πρέβεζα Γεώργιος Μπότσαρης και επίσης ένα μικρότερο σώμα από την περιοχή Λάκκα Σούλι υπό τον καπετάν Χρηστάκη (Θεόφιλος Σπυράκος, 2007, σελίδα 178). Της μάχης αυτής προηγήθηκε προετοιμασία δύο μηνών με οχυρωματικά έργα. Η προετοιμασία καθυστέρησε πολύ λόγω της διαφωνίας των μηχανικών των Γάλλων, με αντικείμενο εάν οι οχυρώσεις θα είναι υπέργειες, δηλαδή ξύλινοι πύργοι, ή επίγειες, δηλαδή χαρακώματα. Πέραν αυτού, η θέση άμυνας ήταν λανθασμένη (στην σημερινή θέση Μάζωμα Πρέβεζας, ή «έλεγχος» πού βρίσκεται η ταβέρνα του Αριστείδη Ακρίβη, έξω από τα τείχη της Νικοπόλεως). Είναι προφανές ότι τα Ελληνογαλλικά στρατεύματα μειονεκτούσαν τόσο ως προς τον αριθμό στρατιωτών όσο και ως προς τη θέση τους.

Αλή Πασάς Τεπελενλής, Τεπελένι Αλβανίας

Από την άλλη μεριά παρατάχθηκε ο 58χρονος τότε Αλή Πασάς Τεπελενλής, διορισμένος «περιφερειάρχης» Ηπείρου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με επικεφαλής το νεαρό γιό του Μουχτάρ Πασά, με 4.000 πεζούς και 3.000 έφιππους Τουρκαλβανούς, ένα ασκέρι δηλαδή 7.000-8.000 ανδρών. Από ότι φαίνεται, οι Γάλλοι δεν πρόλαβαν να προετοιμασθούν αμυντικά, γιατί προδόθηκαν οι οχυρωματικές εργασίες τους και η στρατιωτική τους παράταξη, με αποτέλεσμα να δεχθούν ταχεία επίθεση από τον Αλή Πασά. Ο ιστορικός Κάδμιος γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Ισθμός ούτος της Νικοπόλεως απέχει μίαν ώραν (εννοεί με πεζοπορία φυσικά) από της πόλεως της Πρεβέζης και εθεωρήθη επιδεκτικός αμύνης. Εκτός των διακοσίων ογδοήκοντα Γάλλων Γρεναδιέρων, προσεφέρθησαν ενθουσιωδώς περί τους διακοσίους Πρεβεζαίους και εξήκοντα Σουλιώτες, ίνα αμυνθώσιν εν τη θέσει ταύτη, εκτός των προσφερθέντων ήδη και αναμενομένων Σουλιωτών. Μόλις είχεν αποπερατωθή έν πυροβολείον από λέκτρου, εις ό ο Richemont, Αξιωματικός του Μηχανικού, ετοποθέτησε δύο πυροβόλα εκ χυτοσιδήρου, όπερ ήτο και το μόνον πυροβολικόν θέσεως, γίνεται γνωστόν ότι επήρχετο ο στρατός του Αλή Πασσά, εις όν προδόται, τον ίδιον προπαρασκευάζοντες όλεθρον, είχον προδόσει την στρατιωτικήν παράταξιν των Γάλλων». Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», Αθήναι, Εκδόσεις Μιχαήλ Σαλίβερου, 1900, σελίδες 14-15. Μάνος Δημήτριος: «Αλή Πασάς Τεπελενλής», Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα 1965. Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005. Σπυράκος Θεόφιλος: «Ιστορία και αρχαιότητες της Ηπείρου», Αθήνα 2007, σελίδα 178-179. Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009. Η Μάχη της Νικοπόλεως: Τα στρατεύματα του Αλή Πασά κατέφτασαν από το Μιχαλίτσι και σχεδόν περικύκλωσαν τους Γάλλους και Ελληνες. Γράφει γλαφυρά ο ιστορικός Κάδμιος: «Η πρωτοπορία του Πασσά συγκειμένη εξ επτακοσίων Αλβανών και διοικουμένη υπό του υιού αυτού Μουχτάρ, προσέβαλε πρώτη τας αμυντικάς θέσεις των Γάλλων. Οι εν Νικοπόλει ημύνθησαν καρτερικώς μέχρι πρωίας, ότε δύο λόχοι Γάλλων προσέβαλον ερρωμένως τους Αλβανούς και εξώθησαν αυτούς μέχρι των ερειπίων του αρχαίου θεάτρου της Νικοπόλεως, ευρισκομένων επί των δυτικών κλιτύων των υψωμάτων και επί της από Πρεβέζης εις Ιωάννινα αγούσης οδού. Κατά την στιγμήν εκείνην, οι εξήκοντα Σουλιώται πυροβολήσαντες εις τον αέρα κατέφυγον εις τα όρη, ήρχισε δε και εις τας τάξεις της εγχωρίου φρουράς να αναφαίνεται σύγχυσις, οι δε της προτεραίας καυχησιολόγοι να καταλαμβάνονται υπό λιποψυχίας. Ιδόντες τούτο οι εν τη πρωτοπορεία Αλβανοί επέπεσαν σφοδρότερον, αλλά δεν ηδυνήθησαν να προχωρήσωσι. Εξ άλλου ο στρατηγός La Salchette παρατηρήσας ότι το κατερχόμενον μέτωπον ήτο δυσανάλογον της αμυνομένης δυνάμεως και φοβηθείς διάσπασιν, διέταξεν την συμπύκνωσιν των ανδρών, ούτω δε η μάχη έμεινεν αμφίρροπος μέχρις της 8ης πρωϊνής, ότε ήρξαντο κατερχόμεναι αι εκ τεσσάρων χιλιάδων τουρκαλβανών, ών το τρίτον ιππείς, ορδαί του Αλή Πασσά μετ’ αλαλαγμών αγρίων…» (Κάδμιος, σελίδα 15). Η μάχη ήταν ιδιαίτερα φονική, διήρκεσε μία ολόκληρη μέρα και παρά τα οχυρωματικά έργα των Γάλλων, φυσικά τη μάχη κέρδισε ο Αλή Πασάς. Ο «συνταγματάρχης Hotte, παλαίων επί πολύ διά του ξίφους, κατώρθωσεν να φθάση μέχρι της περιβολής εις ήν ημύνετο και ο στρατηγός La Salchette, αγωνιζόμενος μετά εικοσιπέντε ανδρών, μέχρις εξαντλήσεως των πυρομαχικών, οπότε και παρεδόθησαν. Ο δε γενναίος Richemont ηγωνίσατο τον άπελπιν τούτον αγώνα μετ’ ολίγων στρατιωτών εντός του μεγάλου αμφιθεάτρου, ένθα και συνελήφθη…» (Κάδμιος, σελ. 16) Ο ίδιος ο La Salchette συνελήφθη αιχμάλωτος, βαρειά τραυματισμένος και απεβίωσε. Στο μεταξύ ο λοχαγός Tissot είχε την ευθύνη των αποθηκών της Πρεβέζης με τριάντα πέντε άνδρες. Συγκέντρωσε ογδόντα άνδρες και ήρθε γρήγορα στη Νικόπολη, όπου έδωσε μάχη για να απελευθερώσει τον στρατηγό La Salchette και τον συνταγματάρχη Hotte, αλλά συνάντησε ορδές τουρκαλβανών Ετσι ο Tissot επανέκαμψε στην Πρέβεζα για να σώσει τους κατοίκους από την επερχόμενη σφαγή των Αλβανών, όπου βρήκε να τον περιμένουν τουρκαλβανοί εισελθόντες στην πόλη από άλλη οδό. Ο λοχαγός Tissot έφτασε στο λιμάνι και παρετάχθη πίσω από την εκκλησία Αγιος Χαράλαμπος, έτσι ώστε τα νώτα του να προστατεύονται από θαλάσσης και τα πλευρά του από διπλανές κατοικίες. Ο Tissot έδωσε ηρωϊκή μάχη επί δυόμιση ώρες έτσι ώστε έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στις χριστιανικές οικογένειες να επιβιβασθούν σε βάρκες και να πάνε στό Άκτιο, ενώ η αναμενόμενη βοήθεια από τη Λευκάδα ουδέποτε έφτασε λόγω ενάντιου ανέμου. Όμως η μάχη του Tissot ήταν άνιση και «μετά πεισματώδη αγώνα οι εναπομείναντες εννέα άνδρες του, εκ των τριάκοντα έξ συνελήφθησαν, αφωπλίσθησαν και ωδηγήθησαν ενώπιον του Μουχτάρ Πασσά» (Κάδμιος, σελίδα 17). Ετσι μόνον 9 γρεναδιέροι με τους αξιωματικούς Tissot και Camus έμειναν ζωντανοί, αιχμαλωτίσθηκαν και αλυσοδεμένοι στην Πρέβεζα όπου έγιναν σκοπίμως μάρτυρες της σφαγής των γυναικόπαιδων, και των προυχόντων, του εμπρησμού και της λεηλασίας της πόλης που αριθμούσε τότε 16.000 άτομα πληθυσμό. Στη συνέχεια οι Γάλλοι αιχμάλωτοι μέσω Ιωαννίνων οδηγήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, ενώ τα στρατεύματα του Αλή Πασά κυρίευσαν ανενόχλητα πλέον στην Πρέβεζα.

  
O Μικρός Τυμπανιστής στη Μάχη της Νικόπολης

Για πολλά χρόνια, αργότερα, κυκλοφορούσε στη Γαλλία η σοκολάτα Chocolate Poulain η οποία απεικόνιζε τον Μικρό Γάλλο Τυμπανιστή στη Μάχη της Νικόπολης (Le Petit Tambour au Siege de Nicopolis) λίγο πριν αποκεφαλισθεί. Από τη σφαγή της Νικοπόλεως ξέφυγαν λιγοστοί Σουλιώτες πολεμιστές και ελάχιστοι Πρεβεζάνοι Πολιτοφύλακες. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί, ότι ο γνωστός Βρετανός ναύαρχος Nelson (1758-1805) είχε τόσο μίσος εναντίον του Μεγάλου Ναπολέοντα, ώστε μετά τη Μάχη της Νικοπόλεως έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον Αλή Πασά όπου έγραφε
Εξοχότατε, παρακαλώ δεχθείτε τα θερμά μου συγχαρητήρια, για τη μεγαλειώδη νίκη σας εναντίον των Γάλλων

Οι Γάλλοι και Έλληνες αιχμάλωτοι

Εκτός από μεγάλος ληστής, μεγάλος δικτάτωρ, και μεγάλος σφαγέας, ο Αλή Πασάς Τεπελενλής ήταν και μεγάλος διπλωμάτης, δολοπλόκος και δημαγωγός. Μετά τη σφαγή της Νικόπολης, της Πρέβεζας και της Σαλαώρας, για επικοινωνιακούς λόγους, οργάνωσε μεγαλειώδη επιστροφή και υποδοχή των δυνάμεών του στα Ιωάννινα, βάζοντας τους λιγοστούς Έλληνες και Γάλλους άτυχους αιχμαλώτους να προπορεύονται της πομπής κρατώντας στα χέρια τους τα κομμένα και αλατισμένα κεφάλια των συντρόφων τους, υπό τους αλαλαγμούς και τις ζητωκραυγές του Τουρκαλβανικού πληθυσμού των Ιωαννίνων. Πολλοί από αυτούς τους αιχμαλώτους πέθαναν από τις κακουχίες στο δρόμο προς τα Ιωάννινα. Από τα Ιωάννινα, οι εννέα Γάλλοι γρεναδιέροι αιχμάλωτοι, και δύο αξιωματικοί Tissot και Camus οδηγήθηκαν σιδηροδέσμιοι στην Κωνσταντινούπολη για ανάκριση. Ο λοχαγός Camus αργότερα απελευθερώθηκε, πιθανόν με μεσολάβηση της μητέρας του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, Μαρίας Λετίτσια, και επιστρέφοντας στη Γαλλία έγινε στρατηγός και έγραψε τα απομνημονεύματά του, σε τρείς τόμους. Ο στρατηγός Camus σε κάποιο σημείο των απομνημονευμάτων του αναφέρει ότι
κατά την εκτέλεση οχυρωματικών έργων στη θέση Μάζωμα, η σκαπάνη των Γάλλων στρατιωτών αποκάλυψε το ανατολικό νεκροταφείο της Νικοπόλεως και σε λίγο πλήθος κτερισμάτων (κοσμήματα, λυχνάρια, πήλινα, κλπ) ήρθε στο φως, τα οποία όλα συλήθηκαν.
Είναι άγνωστο τι απέγιναν αυτά τα ευρήματα, γιατί σχεδόν όλοι οι Γάλλοι στρατιώτες σκοτώθηκαν στη μάχη και τα υπάρχοντά τους λεηλατήθηκαν από τους Τουρκαλβανούς του Μουχτάρ.

Ο Χαλασμός της Πρέβεζας, ή η Σφαγή της Πρέβεζας

Μετά τη λήξη της Μάχης της Νικοπόλεως, στις 23 Οκτωβρίου 1798, οι 7.000 Τουρκαλβανοί του Αλή Πασά, πεζικάριοι και ιππείς, εισήλθαν νικητές στην απροστάτευτη πλέον Πρέβεζα, την οποία είχε ήδη εγκαταλείψει το μεγαλύτερο μέρος του ενεργού τμήματος του πληθυσμού της, μεταβαίνοντας στο Άκτιο και από εκεί στα βουνά της Ακαρνανίας (Ακαρνανικά Όρη) για να διασωθεί. Αρχικά συνελήφθησαν οι Πρεβεζάνοι προεστοί, συνεργάτες των Γάλλων και αποκεφαλίστηκαν στην παραλία της Πρέβεζας, μπροστά στους Γάλλους αιχμαλώτους γρεναδιέρους και τους λοχαγούς Tissot και Camus. Η πόλη λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε ενώ όσοι Χριστιανοί δεν πρόλαβαν να την εγκαταλείψουν, σφάχτηκαν ανηλεώς. Ο Αλή Πασάς μπήκε στην Πρέβεζα δύο μέρες μετά και όπως αναφέρει ο Pouquevil αποκεφάλισε στη Σαλαώρα, 170 προύχοντες, ενώ κατά τον Αραβαντινό οι εκτελεσμένοι ήταν συνολικά 400, που παραπλανημένοι από τις υποσχέσεις του είχαν επιστρέψει. Ελάχιστοι κάτοικοι απέμειναν και αυτοί ήταν κυρίως μουσουλμάνοι. Η πλειοψηφία των προσφύγων εγκαταστάθηκε στα Επτάνησα. Ο Αλή Πασάς παρέδωσε την πόλη στη σφαγή, τους βιασμούς, τη λεηλασία και τις φλόγες, διάρκειας δύο ημερών. Αφού λεηλατήθηκαν συστηματικά όλες οι ελληνικές συνοικίες, οι Οθωμανοί βίασαν, έσφαξαν, σκότωσαν άμαχους και στο τέλος έβαλαν φωτιά και έκαψαν τα σπίτια και τις εκκλησίες των Ελλήνων. Ο Αλή Πασάς, ανάμεσα σε πολλά από τα λάφυρα του, έδειξε την προτίμησή του σε ένα χρυσό δισκοπότηρο του ναού του Αγίου Ανδρέα ή του Αγίου Χαραλάμπους, και, ένιωθε τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση πίνοντας από αυτό το ποτήρι το αγαπητό του ρακί, συστηματικά κάθε μέρα. Το διήμερο αυτό της σφαγής και λεηλασίας αποκαλείται «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας».

Η σφαγή της Σαλαώρας (1798 μΧ, Οκτώβριος 24)

Οι Πρεβεζάνοι πολίτες που είχαν καταφύγει στο Άκτιο και τα Ακαρνανικά όρη, για να γλιτώσουν, εξαπατήθηκαν με δόλο του Αλή Πασά, ο οποίος παρέσυρε τον τότε Μητροπολίτη Άρτας Ιγνάτιο να δράσει ως δήθεν μεσολαβητής. Ο Ιγνάτιος απέστειλε κάποιον αρχιμανδρίτη μαζί με εκπρόσωπο του Αλή Πασά και διεμήνυσαν στους φυγάδες «να γυρίσουν πίσω ειρηνικά και δεν κινδυνεύουν». Η ομάδα αυτή των Πρεβεζάνων εξαπατηθείσα, οδηγήθηκε με πλοία στο λιμάνι της Σαλαώρας του Αμβρακικού Κόλπου, με την υπόσχεση ότι δήθεν «δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο», και ότι «θα εγγυόταν ο ίδιος ο Αλής την ασφάλειά τους, μέχρι να ηρεμήσουν οι Τουρκαλβανοί». Τελικά εκεί στη Σαλαώρα, χιλιάδες Πρεβεζάνοι περικυκλώθηκαν από τους Τουρκαλβανούς και αποκεφαλίστηκαν μπροστά στον Αλή Πασά! Είναι τέτοια η αγριότητα της ομαδικής σφαγής της Σαλαώρας, (διήρκεσε μία ολόκληρη μέρα) ώστε ο πρώτος δήμιος πέθανε από ανακοπή και αντικαταστάθηκε από άλλον ώρες αργότερα. Ο όρος γενοκτονία ωχριά μπροστά στη «Σφαγή της Σαλαώρας». Αποτέλεσμα της Σφαγής: Υπολογίζεται ότι μετά το «Χαλασμό της Πρέβεζας» από τους 12.000 τότε κατοίκους της πόλης παρέμειναν ζωντανοί μόνο 4.000 στην πλειοψηφία τους Αλβανοί και Οθωμανοί. Οι υπόλοιποι 8.000 είτε σφαγιάσθηκαν, είτε στάλθηκαν ως δούλοι στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. O Πρόξενος των Γάλλων στά Ιωάννινα F. Pouqueville περιγράφει "σφαγή 170 Ελλήνων στην Πρέβεζα" αλλά είναι προφανές ότι εννοεί την σφαγή εντός της πόλεως, όχι αυτή της Σαλαώρας ("Ο Πουκεβίλ στήν Ελλάδα", εκδόσεις Ολκός, και "Ξένοι Περιηγητές στήν Πρέβεζα", Η "Καθημερινή", 28 Ιανουαρίου 2001). Κατά μία άποψη οι σφαγιασθέντες με αποκεφαλισμό ανέρχονται σε 500 άτομα (Θεόφιλος Σπυράκος, σελίδα 179). Η πόλη τελικά ξανακατοικήθηκε από πολίτες γειτονικών περιοχών και απέκτησε πάλι σταδιακά τον αρχικό πληθυσμό της. (Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά»). Ενας Άγγλος περιηγητής το έτος 1808 αναφέρει ότι «βρήκε την Πρέβεζα σε άθλια κατάσταση, με πληθυσμό 3.000 άτομα, εκ των οποίων οι μισοί ήταν Τούρκοι και Αλβανοί». Είναι ενδιαφέρον αλλά όχι και παράξενο, ότι στο σημερινό Τεπελένι της Αλβανίας, την είσοδο της πόλης μπροστά στο Δημαρχείο κοσμεί ένα καλοφτιαγμένο πρόσφατο μπρούτζινο άγαλμα του Αλή Πασά Τεπελενλή σε βάση από καφέ γρανίτη (Ali Pasha Tepelena, Φωτό: Χ.Γκούβας Μάϊος, 2002), ενώ υπάρχει στην Αλβανία και το ομώνυμο διάσημο στην Αλβανία συγκρότημα δημοτικής μουσικής «Grupo Tepelenes Ali Pasha», το οποίο σε ένα από τους τελευταίους δίσκους του αφιερώνει δύο τραγούδια στα Ιωάννινα και ένα τρίτο, το τραγούδι «Koke Nestabul», ή «Koka në Stambollë» (σημαίνει «Το κεφάλι στην Κωνσταντινούπολη») αποτελεί ύμνο στον «αδικοχαμένο» Αλή Πασά Τεπελενλή.

Αίτιο της κατάληψης της Πρέβεζας

Φαίνεται ότι στα Ιωάννινα ο Αλή Πασάς Τεπελενλής ένοιωθε ανασφαλής και σκόπευε τη μετεγκατάσταση της έδρας του στην Πρέβεζα για να έχει άμεση πρόσβαση σε ουδέτερο δυτικό έδαφος, όταν θα αυτονομείτο από την Πύλη ("θα σήκωνε μπαϊράκι"). Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός των πολύ καλών σχέσεων πού είχε με τους δυτικούς διπλωμάτες και τους περιηγητές της περιοχής, Άγγλους, Γάλλους, Ολλανδούς, Δανούς, στους οποίους παρείχε στην Πρέβεζα πλουσιοπάροχη φιλοξενία, σε σημείο πού οι ίδιοι στις περιγραφές τους τον περιγράφουν με αξιοθαύμαστα λόγια. Ακόμα και οι σύζυγοι των Ευρωπαίων διπλωματών δεν φείδονται καλών λόγων για τον «ευγενέστατο κύριο Αλή Πασά, πού ήταν αβρότατος μαζί τους και τους δώριζε συχνά διαμάντια και μαργαριτάρια». Μετά τη δεύτερη κατάληψη της Πρέβεζας, ο Αλή Πασάς αν και δήλωσε πως θα σεβόταν την εσωτερική αυτονομία της πόλης, φρόντισε να τοποθετήσει στην ηγεσία της «Εξάρας» (όργανο αυτοδιοίκησης) πρόσωπα πιστά σε αυτόν. Οι Αλβανοί Μπεκήρ Αγάς και Τσατς Μπέης, όργανα του Αλή, ασκούσαν τρομοκρατία στην πόλη. Κύριο τους μέλημα ήταν να δημεύουν περιουσίες κατοίκων και να τις παραχωρούν είτε σε συμπατριώτες τους είτε σε Έλληνες πιστούς στον Αλή. (Κ.Ρωμαίος: «Eλλάς», τόμος 2ος, σελ 368-370, εκδ. Γιοβάνη).

Τελικά, ο Αλή Πασάς δεν πρόλαβε να εδραιωθεί στην νέα έδρα του την Πρέβεζα, γιατί το 1822 είχε το γνωστό άδοξο τέλος στο νησάκι των Ιωαννίνων με τον αποκεφαλισμό του από στρατεύματα του Χουρσίτ Πασά, το δε κεφάλι του πήρε αλατισμένο την οδό προς Κωνσταντινούπολη. Ο τάφος του ακέφαλου σώματός του βρίσκεται σήμερα στο Φρούριο του Ιτς Καλέ στα Ιωάννινα. Μετά το βίαιο θάνατο του Αλή Πασά, σε ηλικία 82 ετών, το 1822, η Πρέβεζα παρέμεινε στα χέρια των Οθωμανών άλλα 90 χρόνια, μέχρι την 21η Οκτωβρίου 1912, οπότε απελευθερώθηκε από τον Ελληνικό Στρατό υπό τον Ταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιάδη, προς τιμήν του οποίου φέρει το όνομα η παραλιακή λεωφόρος της Πρέβεζας.

Το πόστερ «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας»

Το έτος 2004, βρέθηκε στη συλλογή παλαιών εγγράφων του Κωνσταντίνου Φίλου, μια επιστολή του έτους 1798 μΧ, του Πρεβεζάνου Σπύρου Τριάντογλου από τα Λεχαινά Ηλείας, προς τον επίσης Πρεβεζάνο Προεστό Σιόρ Αταρίνο Χουρόπουλο στους Παξούς. Η ευκατάστατη οικογένεια Αταρίνου Χουρόπουλου γλύτωσε από τη σφαγή του Χαλασμού της Πρέβεζας μετακομίζοντας έγκαιρα στους Παξούς, με όλο το βιός της όπως αναφέρεται στην επιστολή. Στην επιστολή αυτή γίνεται αναφορά στο Χαλασμό της Πρέβεζας. Με αφορμή αυτή την επιστολή ο Χαράλαμπος Γκούβας και ο Κωνσταντίνος Φίλος, μελέτησαν τη διαθέσιμη βιβλιογραφία και με τη συνεργασία δύο ειδικών στην ψηφιακή φωτογραφία (Γεώργιος Καρράς και Θωμάς Τσεκούρας), κατασκεύασαν ένα Poster με τίτλο «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας». Το Poster αυτό είχε σαν σκοπό να κάνει γνωστό στο ευρύ κοινό το φοβερό αυτό ιστορικό γεγονός το οποίο άγνωστο γιατί πέρασε στα ψιλά της ιστορίας. Το Poster εκτίθεται στο Δήμο Πρέβεζας, στη Νομαρχία Πρέβεζας, την Αστυνομία Πρέβεζας , σε ορισμένες δημόσιες Υπηρεσίες της πόλης και στην ταβέρνα «Κελάρι».

Αναφορές

  1. (Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009)
  2. Χειρόγραφες επιστολές της εποχής αυτής, βρίσκονται στη Συλλογή Κωνσταντίνου Φίλου, στο Ιδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας».

Πηγές

  • Chandler, David G: «Dictionary of the Napoleonic Wars», New York: Simon & Schuster; 1993.
  • «Chronicles of the French Revolution London»: Chronicle Communications Ltd., 1989; P. 581.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», εκδόσεις Σαλίβερου, εν Αθήναις, 1900, σελίδα 14.
  • Εκδοτική Αθηνών: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Μάνος Δημήτριος: «Αλή Πασάς Τεπελενλής», Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα.
  • Μελάς Σπύρος: «Αλή Πασάς, Το λιοντάρι της Ηπείρου». Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Στρατηγός Camus: «Απομνημονεύματα», Παρίσι, 1815.
  • Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005.
  • Αλέξανδρος Δουμάς: «Αλή Πασάς», Ελληνική μετάφραση, Αθήνα.
  • Chandler, David G: «Dictionary of the Napoleonic Wars», editions Simon & Schuster, New York, 1993.
  • Cronin, Vincent: «Napoleon», εκδόσεις Harper Collins Publishers, Λονδίνο 1994; Pp. 141-143.
  • Herold J. Christopher: «The Age of Napoleon», εκδόσεις Houghton Mifflin Company, Boston, 1987; Pp. 58-59.
  • Markham, Felix: «Napoleon» εκδόσεις A Mentor, New York, 1966; Pp. 53-54.
  • Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», Αθήναι, Εκδόσεις Μιχαήλ Σαλίβερου, 1900.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Goodwin Jason: «Lords of the Horizons», κεφάλαιο 24, The Auspicious Event, έκδοση 1998.
  • Davis Claire: «The Palace of Topkapi in Istanbul», Εκδόσεις Charles Scribner's Sons, Ney York 1970. pp. 213–217. ASIN B000NP64Z2.
  • Δεύτερο Παγκόσμιο Συμπόσιο Ιστορίας της Πρέβεζας: «Πρόγραμμα», Πρέβεζα 16-20 Σεπτεμβρίου 2009.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Εκδοτική Αθηνών: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Μάνος Δημήτριος: «Αλή Πασάς Τεπελενλής», Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα.
  • Μελάς Σπύρος: «Αλή Πασάς, Το λιοντάρι της Ηπείρου». Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Στρατηγός Camus: «Απομνημονεύματα», Παρίσι, 1815.
  • Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005.
  • Αλέξανδρος Δουμάς: «Αλή Πασάς», Ελληνική μετάφραση, Αθήνα.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Εκδοτική Αθηνών: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Μάνος Δημήτριος: «Αλή Πασάς Τεπελενλής», Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα.
  • Μελάς Σπύρος: «Αλή Πασάς, Το λιοντάρι της Ηπείρου». Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών.
  • Στρατηγός Camus: «Απομνημονεύματα», Παρίσι, 1815.
  • Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005.
  • Αλέξανδρος Δουμάς: «Αλή Πασάς», Ελληνική μετάφραση, Αθήνα.
  • Επιστολή Κωνσταντίνου Τριάντογλου προς Σιόρ Αταρίνο Χουρόπουλο (1799): Συλλογή Κώστα Φίλου, Ίδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών, Χαράλαμπος Γκούβας».
  • Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά: Ο Αλή Πασάς στην Πρέβεζα. Περιγραφή Περιηγητών».
  • Εξώφυλλο Γαλλικής Σοκολάτας: «Ο Μικρός τυμπανιστής στη μάχη της Νικόπολης».
  • Χαράλαμπος Κουγιουμτζέλης: «Μεγάλο Οδοιπορικό στην Ελλάδα», Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, Αθήνα, 1993.
  • Plombar William: «Αλή Πασάς Το Διαμάντι των Ιωαννίνων» (1741-1822), Εκδόσεις: Δωδώνη.
  • Ντοκιμαντέρ Ιαπωνικής Τηλεόρασης, σχετικά με την Νικόπολη και την Πρέβεζα, 2004.
  • Ρωμαίος Κωνσταντίνος: «Eλλάς», τόμος 2ος, σελ 368-370, εκδόσεις Γιοβάνη.
  • Θεόφιλος Σπυράκος: «Ιστορία και Αρχαιότητες της Ηπείρου», Αθήνα, 2007.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», Αθήναι, Εκδόσεις Μιχαήλ Σαλίβερου, 1900.
  • Μάνος Δημήτριος: «Αλή Πασάς Τεπελενλής», Εκδόσεις Άλφα, Αθήνα.
  • Μιχαήλ Ντασκαγιάννης: «Ο Χαλασμός της Πρέβεζας», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, Απρίλιος 2005.
  • Γκούβας Χαράλαμπος: "Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας", έκδοση Ιδρύματος "Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας, 2009.
  • Κάδμιος: «Πολεμικαί Επιχειρήσεις παρά την Πρέβεζαν», Αθήναι, Εκδόσεις Μιχαήλ Σαλίβερου, 1900.
  • Δρ.Ζάχος Κωνσταντίνος, αρχαιολόγος: "Ομιλία στην Πρέβεζα", έτος 2003.

Δεν υπάρχουν σχόλια: