Το Μπιζάνι είναι ένα χωριό που βρίσκεται
12 χιλιόμετρα έξω από τα Γιάννενα
στους πρόποδες του λόφου του Μπιζανίου, χτισμένο αριστερά και δεξιά της εθνικής
οδού που οδηγεί προς την Πρέβεζα.
Γύρω του είναι τα χωριά: Επισκοπικό, Αμπέλια, Νεοκαισάρεια, Κολωνιάτι, Σερβιανά.
Υπάρχει και το παλιό Μπιζάνι που βρίσκεται πάνω στο λόφο του Μπιζανίου κοντά στα
οχυρά και δυτικά από αυτά κάπου 100 μέτρα μακριά σε ερειπωμένη
κατάσταση.
Το χωριό κατέβηκε
κάτω, εκεί δηλαδή που είναι σήμερα, το 1950 χάρη και στις ενέργειες του άξιου
και δημιουργικού δασκάλου Ευάγγελου Φαρμάκη. Το Μπιζάνι είναι χωριό που
αναπτύσσεται συνεχώς και αποτελεί πόλο έλξης νέων κατοίκων και ιδιαίτερα αυτών
που αναζητούν ένα ήσυχο μέρος όχι πολύ μακριά από την πόλη. Είναι πολύ
ενθαρρυντικό το γεγονός ότι οι νέοι διαλέγουν να μείνουν στο χωριό. Οι κάτοικοι
του Μπιζανίου είναι άνθρωποι φιλόξενοι και εργατικοί και είναι στην πλειοψηφία
αγρότες και κτηνοτρόφοι ή εργάζονται στα Ιωάννινα. Μερικοί ζουν σε άλλες πόλεις
της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Οι ανάγκες των
κατοίκων ικανοποιούνται στην πόλη των Ιωαννίνων και γι αυτό το χωριό δεν έχει
καταστήματα ή άλλες υπηρεσίες εκτός από κάποια κέντρα διασκέδασης, το δημοτικό
σχολείο του και το γυμνάσιό του που συγκεντρώνει παιδιά από πολλά
χωριά.
Το Μπιζάνι έγινε
γνωστό από τον πόλεμο
1912-13 για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Οι Τούρκοι το είχαν οχυρώσει από
το 1909 μέχρι το 1912. Το είχαν κάνει απόρθητο φρούριο, με οχυρά από μπετόν
αρμέ, με συρματοπλέγματα, με τάφρους, καθώς ο λόφος του δέσποζε της περιοχής,
αφού ήταν από μόνος του πολύ οχυρή τοποθεσία. Ήταν ο κυματοθραύστης σε κάθε
προσπάθεια για κατάληψη των Ιωαννίνων.
Γι’ αυτό και στην
πραγματικότητα το Μπιζάνι δεν έπεσε από τις κατά μέτωπον επιθέσεις του ελληνικού
στρατού αλλά υπερκεράστηκε από τα δυτικά (Μανολιάσα – Δουρούτη κ.τ.λ.) και
παραδόθηκε κι αυτό μετά την πτώση των Ιωαννίνων. Αυτή λοιπόν η οχυρή του θέση, η
φυσική και η τεχνική, έκανε όσους έλαβαν μέρος στον πόλεμο αυτό να του
προσθέσουν τα επίθετα φοβερό Μπιζάνι, πολυθρύλητο, τρομερό, ανδροφόνο, άπαρτο
κάστρο κ.τ.λ. Η φήμη αυτή αντιφέγγει και μένει ζωντανή ακόμα και σήμερα και η
δημοτική αλλά και η επώνυμη μούσα το τραγούδησε αντάξια με τη μεγάλη θυσία των
ηρώων μας.
Η μάχη του Μπιζανίου
Η Μάχη του
Μπιζανίου (4-6 Μαρτίου, παλ. ημ. 19-21 Φεβρουαρίου 1913),
υπήρξε η σημαντικότερη σύγκρουση κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο μεταξύ του
ελληνικού και του τουρκικού στρατού στο μέτωπο της Ηπείρου. Η τοποθεσία Μπιζάνι
με τις γειτονικές τοποθεσίες νότια των Ιωαννίνων, αποτέλεσε σημαντικό φυσικό
σημείο άμυνας και το επέλεξαν οι Τούρκοι για να καθηλώσουν τον ελληνικό στρατό.
Με τον κυκλωτικό ελιγμό όμως, που τελικά κατάφεραν οι Έλληνες, ανάγκασαν τον
αντίπαλο σε άμεση παράδοση. Η νίκη στο Μπιζάνι αποτέλεσε το κλειδί για την
απελευθέρωση των Ιωαννίνων, καθώς και ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής της
Ηπείρου.
Το σχέδιο του
τουρκικού επιτελείου προέβλεπε σταθερή άμυνα στην οχυρωμένη τοποθεσία των
Ιωαννίνων και κυρίως στα υψώματα Μπιζάνι και Καστρίτσα. Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος
Εσσάτ
Πασάς είχε στην διάθεσή του 4 μεραρχίες.
Ο ελληνικός στρατός Ηπείρου με επικεφαλής τον
διάδοχο Κωνσταντίνο, αποτελούνταν από 4 μεραρχίες, 1 ταξιαρχία και ένα
σύνταγμα πεζικού. Το σχέδιο της επίθεσης ήταν σχετικά ριψοκίνδυνο: προέβλεπε την
ευρεία υπερκέραση (κύκλωση) από δυτικά της οχυρωμένης τοποθεσίας και την άμεση
κατάληψη των Ιωαννίνων. Ταυτόχρονα, θα γίνονταν επιθέσεις στον κεντρικό και τον
ανατολικό τομέα του μετώπου, με σκοπό την παραπλάνηση του εχθρού και την
καθήλωση των τουρκικών δυνάμεων.
Στις 4 Μαρτίου τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο
παραπλάνησης, με βολές πυροβολικού και επιθέσεις μονάδων πεζικού, από το Α’
τμήμα της ελληνικής Στρατιάς, στον τομέα Μπιζάνι-Κουτσελιό-Καστρίτσα. Το Β’
τμήμα της Στρατιάς συγκεντρώθηκε με μυστικότητα απέναντι από τον τομέα
Μανωλιάσσα-Άγιος Νικόλαος-Τσούκα. Με το πρώτο φως της επόμενης μέρας, το Β’
τμήμα Στρατιάς εξαπέλυσε αιφνιδιαστική επίθεση με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Με μια
τολμηρή και βαθιά εισχώρηση στον δυτικό τομέα των επιχειρήσεων το 1ο Σύνταγμα
Ευζώνων, μαζί με το 9ο Τάγμα υπό τον Ταγματάρχη
Ιωάννη Βελισσαρίου, κατάφερε να φτάσει στις παρυφές των Ιωαννίνων, στον Άγιο
Ιωάννη.
Η είδηση ότι ο
ελληνικός στρατός έφτασε έξω από τα Ιωάννινα, ταυτόχρονα καθιστούσε αδύνατη την
υποχώρηση των Τούρκων και δημιούργησε πανικό στην διοίκηση του τουρκικού στρατού
που ήταν εγκατεστημένη στην πόλη. Οι εύζωνες είχαν φροντίσει να καταστρέψουν τα
τηλεφωνικά δίκτυα, διακόπτοντας έτσι την επικοινωνία της τουρκικής διοίκησης με
τον στρατό της. Με αυτές τις συνθήκες, στις 23.00 της ίδιας μέρας ο Εσσάτ Πασάς
έστειλε πρόταση παράδοσης του τουρκικού στρατού, καθώς δεν γνώριζε ότι στο
Μπιζάνι και τον υπόλοιπο ανατολικό τομέα οι τουρκικές δυνάμεις διατηρούσαν
ακέραιες τις θέσεις τους.
Στις 6
Μαρτίου 1913, με την αποδοχή της πρότασης παράδοσης, το
Σύνταγμα Ιππικού της Στρατιάς Ηπείρου εισήλθε στα Ιωάννινα. Οι
απώλειες του ελληνικού στρατού κατά την μάχη, ανήλθαν σε 264 νεκρούς και
τραυματίες. Η αποφασιστική αυτή νίκη άνοιξε τον δρόμο για την
απελευθέρωση της ευρύτερης περιοχής των Ιωαννίνων και της Βόρειας
Ηπείρου.
Κατά τη διάρκεια
των συγκρούσεων πέθανε ο Ολυμπιονίκης Κωνσταντίνος
Τσικλητήρας (10 Φεβρουαρίου 1913, Αθήνα). Παρόλο που είχε την δυνατότητα να
πάρει αναβολή λόγω των αθλητικών του διακρίσεων, αρνήθηκε και κατατάχτηκε
εθελοντικά στο στράτευμα.
Οχυρά Μπιζανίου
Πρόκειται για
απόρθητα φρούρια των Τούρκων που βρίσκονται στην κορυφή του λόφου του Μπιζανίου.
Κατασκευάστηκαν υπό την εποπτεία του Γερμανού στρατάρχη Γκόλτς
(VON DER GOLTZ) κατά τα έτη 1909-1912 αλλά και κατά τη διάρκεια
του πολέμου. Προφανώς οι Τούρκοι ανέμεναν τον πόλεμο αυτό και είχαν λάβει τα
μέτρα τους. Το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένα τα οχυρά είναι το μπετόν
–αρμέ. Είναι σε ημικυκλική τροχιά.
Για την κατασκευή των οχυρώσεων, στα οχυρωματικά έργα ο τουρκικός
στρατός διέθεσε στην γερμανική στρατιωτική αποστολή, 600 πρώην τούρκους
στρατιωτικούς που είχαν καθαιρεθεί από τις τάξεις του τουρκικού στρατού επειδή
είχαν συμμετάσχει στο κίνημα των Νεότουρκων το 1908. Οι πρώην στρατιωτικοί που
είχαν φυλακισθεί στην Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποιήθηκαν ως εργάτες, στην
κατασκευή των οχυρωματικών έργων.
Το κόστος των οχυρωματικών
έργων έφτασε περίπου σε 2,5 εκατομμύρια τουρκικές λίρες της εποχής, περίπου 58
εκατομμύρια γαλλικά φράγκα. Είναι δε αθέατα από την πλευρά που πρόκειται να
δεχθούν επίθεση, εκτός από το στόμιο των πυροβόλων που ήταν ορατό. Ο πυροβολητής
είναι καλυμμένος και μόνο όταν πρόκειται να σκοπεύσει βγάζει το κεφάλι του. Τα
οχυρά βλέπουν και έχουν στραμμένα τα κανόνια προς τη νότια πλευρά, γιατί από
εκεί περιμένουν επίθεση αλλά και μερικά προς ανατολάς.
Μουσείο κέρινων ομοιωμάτων «Παύλος Βρέλλης»
Το Μουσείο
Ελληνικής Ιστορίας Παύλου Βρέλλη, επίσης γνωστό και ως Μουσείο Κέρινων
Ομοιωμάτων, βρίσκεται στην περιοχή των Ιωαννίνων, στην Ήπειρο. Θεμελιώθηκε με
πρωτοβουλία του Παύλου Βρέλλη τον Φεβρουάριο του 1983 και
άνοιξε τις πόρτες του το 1995 και είναι το πλέον γνωστό μουσείο
αυτού του είδους στην Ελλάδα. Είναι έργο ενός και μόνο ανθρώπου-του Παύλου
Βρέλλη, όπου για 13 χρόνια εργάστηκε ακατάπαυστα, μόνο γι’ αυτό
το έργο. Σκοπός του καλλιτέχνη, ήταν να αναπαραστήσει Ιστορικά γεγονότα από
διάφορες περιοχές της Ελλάδας, σε φυσικό μέγεθος μέσα στο μουσείο. Έτσι θα
μπορούσε να παρουσιάσει τους ήρωες και τον ρόλο που διαδραμάτισαν, στους
αντίστοιχους χώρους. Με δικές του ιδέες, μελέτες και πολλή προσωπική εργασία,
έφτιαξε χώρους και ανθρώπους, για να βοηθήσει τον θεατή να βιώσει γεγονότα που
πέρασαν. Το Μουσείο φιλοξενεί περίπου 150 κέρινα ομοιώματα και 36
ιστορικά θέματα εμπνευσμένα από σημαντικά γεγονότα της Ελληνικής
Ιστορίας.
Το Μουσείο βρίσκεται περίπου 14 χλμ. νότια των Ιωαννίνων, στο
Μπιζάνι, επί του 12ου Χλμ.της Εθνικής οδού Ιωαννίνων – Αθηνών.
Εξωτερικά διαβάζεται ως κτίριο αστικής φρουριακής αρχιτεκτονικής της Ηπείρου του
18ου αιώνα, με πολεμίστρες, καταχύτρες, σαχνισιά, ψηλούς τοίχους πέτρινους (με
μικρά ανοίγματα), καμινάδες, κλπ, ενώ ο εσωτερικός χώρος έχει συνολικό όγκο
2.500 κυβικών μέτρων.
Τα κέρινα
ομοιώματα του μουσείου παριστάνονται σε φυσικό μέγεθος, μέσα σε περιβάλλον
πιστής παρουσίασης του εκάστοτε περιβάλλοντός τους, αναπαριστώντας μορφές και
γεγονότα της Ελληνικής Ιστορίας. Ο επισκέπτης αισθάνεται ότι ταξιδεύει σε βουνά,
παλιά οικήματα, σπηλιές, εκκλησίες, μονοπάτια, ακολουθώντας μια κυκλικού
χαρακτήρα ξενάγηση παράλληλων, συνάλληλων και διάλληλων επιπέδων.
Η θεματολογία καλύπτει 24 αιώνες Ελληνικής Ιστορίας (από το
500 π.Χ.), με ιδιαίτερη έμφαση στην νεώτερη ιστορία της Ηπείρου και χωρίζεται σε
τρεις ενότητες 1) την ενότητα της Προεπανάστασης (12 θέματα), 2) την ενότητα της
Επανάστασης του 1821 (6 θέματα) και 3) την ενότητα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου (9
θέματα). Το Μουσείο κλείνει με αναφορές (3 θέματα) και υπενθυμίσεις (5 θέματα)
βασικών σημείων της Ελληνικής Ιστορίας και κατακλείδα αποτελεί το 36ο θέμα του:
Το Εργαστήρι του Καλλιτέχνη.
Το μνημείο των Μπιζανομάχων
Στο Μπιζάνι, στα
100 μέτρα περίπου από την εθνική οδό υψώνεται και παρατηρεί αντίκρυ προς το λόφο
της θυσίας των Μπιζανομάχων το μνημείο των Μπιζανομάχων σαν
μικρό αντίδωρο ημών των νεωτέρων στη μεγάλη θυσία τόσων ανθρώπων από όλα τα μέρη
της Ελλάδος και του κόσμου.
Το μνημείο, το τρόπαιο αυτό της νίκης ανεγέρθη το
1961-1962. Φιλοτεχνήθηκε από τον καλλιτέχνη Λ. Λαμέρα.
Στη βόρεια πλευρά του απεικονίζει χαρακτηριστικές σκηνές- σταθμούς από όλη τη
διάρκεια της ελληνικής ιστορίας και ιδιαίτερα αυτής που σχετίζεται με την
ιστορία της Ηπείρου, έντονες και χαρακτηριστικές που είναι: καράβι από την
ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο χορός του Ζαλόγγου, οι μαχητές του Μπιζανίου, οι
μαχητές του 1940, αλλά και πρόσωπα σχετιζόμενα με την ιστορία της Ηπείρου όπως ο
Πύρρος, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Βενιζέλος κι ο Κωνσταντίνος.
http://www.maxmag.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου