«Είμαι δασολόγος, μεγαλωμένος στο Ματσούκι (μεγάλο χωριό των Τζουμέρκων), λέει ο Χρήστος Μήτσιος.
«Φέτος, επειδή ο καιρός είναι εξαιρετικά καλός για την εποχή- δεν έχει βρέξει, δεν έχει κάνει αέρηδες και χειμώνα ακόμα- τα φύλλα έμειναν πάνω στα δέντρα και έχουν πάρει τρελά χρώματα».
Μιλάω μαζί του τηλεφωνικά, Παρασκευή, 20/10/2020, εν μέσω παγκόσμιας δυστοπίας. Η φύση είναι ακάθεκτη, αδιάφορη για τα ανθρώπινα πάθη, θεϊκή. Τα χρώματα στα δάση οργιάζουν. Οι εικόνες του Τζουμερκιώτη φωτογράφου Κώστα Μαυροπάνου αποτυπώνουν μια πανδαισία που στα μάτια μου, ως έγκλειστου, φοβισμένου ατόμου, έφεραν μια χαρμόσυνη κατάνυξη, κρυστάλλινο αεράκι. «Όλα τελειώνουνε και όλα περνάνε».
«Λοιπόν, τις τελευταίες μέρες απολαμβάνουμε μια θεάση εκπληκτική της φύσης», λέει ο Χρήστος Μήτσιος. «Πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια έμειναν τα φύλλα τόσο πολύ πάνω στα δέντρα, βάφουνε τα τοπία με χρώματα θαυμάσια».
«Στις χαμηλότερες θέσεις των Τζουμέρκων κυριαρχούν τα πουρνάρια. Στις ψηλότερες πλαγιές συναντούμε αξιόλογα ελατοδάση- Βουλγαρέλι, Αθαμάνιο, Άγναντα, Πράμαντα, Μελισσουργοί, Μεσούντα, Θεοδώριανα είναι χωριά με μεγάλα και παμπάλαια ελατοδάση. Δεν είναι τεχνητές φυτείες, όπως αρκετά δάση της Ευρώπης αλλά αυτοφυή- και εκτός της καθαρά περιβαλλοντικής ή αισθητικής τους αξίας, αυτά τα δάση προσφέρουν πολύ καλής ποιότητας ξυλείας για τους δασεργάτες που ζουν στην περιοχή».
Συζητάμε με τον δασολόγο Χρήστο Μήτσιο όχι μόνο για τα χρώματα αλλά και για την κατάσταση (και τη ζωή) σήμερα στα δάση των Τζουμέρκων. Και νομίζω ότι παρά τις μικρές κατά τόπους διαφοροποιήσεις, ο έμπειρος δασολόγος (εργαζόμενος στο πεδίο) περιγράφει τελικά την σύγχρονη πραγματικότητα των ελληνικών δασών.
«Τα δάση στην περιοχή μας ολοένα καταλαμβάνουν θέσεις παλιών αγρών- και αυξάνονται», μου λέει. «Λίγοι άνθρωποι έμειναν στα χωριά εδώ και οι περισσότεροι μεγάλης ηλικίας, δε μπορούν πια να ασχοληθούν έντονα με αγροτικές εργασίες. Οι καλλιέργειες και οι αγροί εγκαταλείφθηκαν. Οπότε τα δάση στα Τζουμέρκα όχι μόνο δε μειώνονται αλλά αυξάνονται συνεχώς. Αν δούμε αεροφωτογραφίες 70 χρόνια πριν, η περιοχή ήταν γεμάτη χωράφια, σήμερα τα περισσότερα από αυτά είναι δασωμένα. Το δάσος επεκτείνεται».
«Όταν το κτηνοτροφικό κεφάλαιο στην περιοχή ήταν μεγάλο, έβοσκαν εδώ τεράστια κοπάδια ζώων και η επιβάρυνση των δασών ήταν ανάλογη. Τώρα, το κτηνοτροφικό κεφάλαιο έχει συρρικνωθεί και τα ζώα βόσκουν είτε σε σταυλισμένες εγκαταστάσεις, είτε πολύ ψηλά στα βουνά. Τα δάση μας λοιπόν “αναπτύσσονται”, επωφελούμενα από την μείωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων εκτός των οικισμών».
«Βάσει των νέων δασικών χαρτών, όλοι αυτοί οι αγροί που παλιότερα ήταν “ιδιοκτησίες” (δεν υπήρχαν συμβόλαια), πλέον πέρασαν στην ιδιοκτησία του Δημοσίου. Περιγράφω έτσι πως μια περιοχή που κάποια χρόνια πριν συγκέντρωνε σημαντική ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλάζει μορφή και κτήση. Και αποκτά ξανά τον αρχικό, δασικό της χαρακτήρα».
«Αναπτύσσονται πάντως στα Τζουμέρκα νέες δραστηριότητες που αναφέρονται σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού και σε περιπατητική αναψυχή. Και οι δύο Δήμοι της περιοχής (Κεντρικών και Βορείων Τζουμέρκων) έχουν αντιληφθεί ότι αυτές οι δραστηριότητες αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής: μονοπάτια και θέσεις θέας, τρέξιμο, ποδηλασία, ράφτιγκ και κανό καγιάκ».
«Οι επισκέπτες και περιπατητές είναι διαφορετικοί από ότι μερικά χρόνια πριν- πλέον θέλουν να ξέρουν με λεπτομέρειες ένα μονοπάτι, τι προσφέρει, τι δυνατότητες έχει αλλά και ποιες δυσκολίες παρουσιάζει. Θέλουν να έχουν ψηφιακό χάρτη και σχετικές εφαρμογές στα κινητά τους, να γνωρίζουν συνεχώς που βρίσκονται, να νιώθουν ασφαλείς και πως αν τους συμβεί κάποιο απρόοπτο στο βουνό, θα μπορεί να τους προσφερθεί βοήθεια. Τα μονοπάτια φτιάχνονται, λοιπόν ξανά, με προδιαγραφές. Και γίνεται καλή δουλειά».
«Πριν λίγες μέρες ολοκληρώσαμε μια νέα περιπατητική διαδρομή στα Θεοδώριανα της Άρτας, σε ένα περίφημο ρέμα με εκπληκτικά νερά, καταρράκτες και αλλεπάλληλες λίμνες: ένα πανέμορφο τοπίο. Υπάρχουν τέτοια μέρη που, όμως, πρέπει να τα ξέρεις, πρέπει να έχεις καλή πληροφορία και δυνατότητα πρόσβασης. Αλλιώς δε θα μπορέσεις να τα χαρείς».
«Τα μονοπάτια, οι χάρτες, η προσβασιμότητα, όλα αυτά ενδιαφέρουν πολύ τους επαγγελματίες του τουρισμού. Αυτοί οι ιδιώτες είναι που πιέζουν και ωθούν τις δημοτικές αρχές για τη δημιουργία αυτών των υποδομών. Ώστε να μπορεί ο ξενοδόχος (για παράδειγμα) να παρουσιάσει, να προσφέρει στον επισκέπτη ένα πρόγραμμα δραστηριοτήτων για 4- 5 μέρες».
«Η περιοχή λοιπόν αναπτύσσεται τουριστικά- το καλό οδικό δίκτυο είναι μάλλον η τελευταία υποδομή που απομένει να ολοκληρωθεί. Ίσως η απουσία του είναι (ακόμη) για καλό: προφυλλάσει τα Τζουμέρκα από μια πιο έντονη, απότομη ανάπτυξη. Πάντως δημιουργούνται συνεχώς μικρές κυρίως επιχειρήσεις, ξενοδοχεία, ξενώνες και καταφύγια. Αρχίζουν πάλι οι οικισμοί και οι τοπικές κοινωνίες των Τζουμέρκων να ζωντανεύουν».
«Επιστρέφω στη βλάστηση: στην Ελλάδα δεν έχουμε τεράστιες επιφάνειες ώστε να έχουμε και αμιγή, τεράστια δάση. Τα δάση μας διακόπτονται από βουνά, ρέματα, παλιούς αγρούς. Ούτε μεγάλες, ομαλές πλαγιές έχουμε- το ανάγλυφο έχει συνεχείς εναλλαγές κλίσεων και εκθέσεων ως προς τον ορίζοντα. Σε αυτό το έντονο ανάγλυφο η βλάστηση εναλλάσσεται συνεχώς με βράχια, ποτάμια και οικισμούς. Τις εναλλαγές του αναγλύφου ακολουθεί και η βλάστηση και τελικά τα χρώματα των τοπίων».
«Σε περιοχές που ήταν παλιότερα γυμνές τα δασαρχεία έκαναν εκτεταμένες αναδασώσεις με μαύρη πεύκη, κυρίως πάνω από οικισμούς που χρειάστηκε να προστατευθούν από τη διάβρωση του εδάφους των πλαγιών. Δημιουργήθηκαν έτσι όμορφα πευκοδάση γύρω από τους οικισμούς. Στα ψηλά μέρη, όταν ο τόπος είναι ομαλός όπως σε μικρά οροπέδια, έχουμε πολύ φτέρη- είναι ένα φυτό που χαρακτηρίζει τα εδάφη πολύ καλής ποιότητας. Και έχουμε επίσης πολλά βότανα και φυτά με φαρμακευτικές ιδιότητες αλλά και τσάι, ρίγανη κ.α.».
«Το κυνήγι- αγριογούρουνου ως επί το πλείστον- είναι άτακτο και άναρχο συνήθως. Κάποιοι κυνηγοί θεωρούν συγκεκριμένα μέρη ως «δικά τους», συγκεντρώνονται, χωρίζουν τις περιοχές και είναι έως επικίνδυνο να βρεθείς εκεί. Βέβαια, πολλές φορές χάρη στους κυνηγούς βρίσκουμε μονοπάτια στα δάση- κάποιοι από αυτούς ακόμη τα περπατάνε. Υπάρχουν όμως κι αυτοί που είναι μόνιμα παραταγμένοι στις άκρες των δρόμων, σαν καραμπινιέροι... Περνάς και έρχεται να σου μιλήσει και να ρωτήσει που πας, με το όπλο στραμμένο πάνω σου...».
«Στα Τζουμέρκα πάνω από τα δάση, εκεί που τελειώνουν τα έλατα, ξεκινούν αλπικά τοπία, τα ορεινά λιβάδια. Αυτά τα μέρη τα καλοβλέπουν οι εταιρείες με τις ανεμογεννήτριες- είναι λεπτό ζήτημα, πολυπαραγοντικό και υποκειμενικό η εγκατάσταση ανεμογεννητριών σ’ αυτά τα βουνά. Κάποιοι το βλέπουν θετικά και κάνουν λόγο για ήπιες παρεμμβάσεις, άλλοι είναι εντελώς αρνητικοί: καμία ανεμογεννήτρια, πουθενά. Ούτε στα ρέματα μικρά υδροηλεκτρικά (φράγματα). Το μόνο σίγουρο είναι οτι για να εγκατασταθούν μεγάλες ανεμογεννήτριες σε μέρη με μεγάλο υψόμετρο, όπως θέλουν οι εταιρείες, θα πρέπει να γίνουν διανοίξεις τεράστιων δρόμων για τη μεταφορά των ανεμογεννητριών. Εκεί γίνεται η μεγάλη ζημιά στο φυσικό περιβάλλον. Για την εγκατάσταση μικρότερων ανεμογεννητριών σε χαμηλότερες τοποθεσίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι υπάρχοντες δασικοί δρόμοι».
«Προς το παρόν δεν έχουμε φράγματα, ούτε άλλα τεχνικά έργα στις διαδρομές του νερού. Και τα ρέματα είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε σχέση με παλαιότερα- δε βλέπουμε πλέον πλαστικά σωρηδόν και σακούλες. Λειτουργεί κεντρική διαχείριση απορριμάτων και δεν έχουμε (παράνομες) χωματερές».
«Στα Τζουμέρκα επειδή το ανάγλυφο είναι έντονο με μεγάλες, απότομες υψομετρικές διαφορές και ο ασβεστόλιθος κυριαρχεί ως γεωλογικό πέτρωμα, δημιουργούνται συχνά καταρράκτες και λίμνες. Δεκάδες καταρράκτες υπάρχουν στο Ματσούκι, στην Πράμαντα, στους Μελισσουργούς, δίδυμοι καταρράκτες στην Στρογγούλα με μεγάλο ανάπτυγμα. Μεταξύ Συρράκου και Καλαρρυτών υπάρχει μια τοποθεσία, η «Πύλη του Παραδείσου» με 12- 13 απανωτούς καταρράκτες και λίμνες μεταξύ τους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου