«Η Ευρώπη είναι βαρετή, δόξα τω Θεώ και για
σας, και για μας», μου λέει ο συνομιλητής μου.
«Σήμερα, η Μέση
Ανατολή εκπροσωπεί το δράμα· η Αφρική την ελπίδα· η Ασία την ανάπτυξη· η
λατινική Αμερική την εγγύτητα με τις ΗΠΑ. Η Ευρώπη δεν είναι πουθενά -είναι σαν
τη χαμένη ήπειρο».
Φυσικά
υπάρχει αρκετή σκωπτική διάθεση στις παρατηρήσεις του. Εδώ και μερικά χρόνια, ο
άνθρωπος που τα λέει αυτά κατείχε σημαντικές θέσεις στην αμερικανική διπλωματία
και σήμερα είναι ένας σημαντικός παράγων του νεοϋορκέζικου κατεστημένου. Αλλά οι κοροϊδίες του καταυγάζουν μια σκληρή
πραγματικότητα, που οι Ευρωπαίοι καλούνται να αναγνωρίσουν και να
αντιμετωπίσουν: η Ευρώπη δεν ενδιαφέρει πια την Αμερική.
Πράγματι,
η διεύρυνση της Ενωμένης Ευρώπης (ΕΕ) του
2004 προηγήθηκε της προς ανατολάς επέκτασης του ΝΑΤΟ.
Αλλά
αυτό
λίγη
σημασία
έχει.
Στο
κάτω-κάτω η Αμερική χάνει επίσης το ενδιαφέρον της και για το ΝΑΤΟ, που δεν
έπεισε με τις επιδόσεις του στη Λιβύη και μάλλον απέτυχε στο Αφγανιστάν.
Τον
Ιούνιο έδωσα μια διάλεξη στην Ουάσινγκτον με θέμα «η Γαλλία του Ολάντ (Hollande),
ένα χρόνο μετά την εκλογή του».
Ο μέσος όρος ηλικίας του ακροατηρίου υπερέβαινε κατά πολύ τον δικό μου, και
είμαι 66 ετών. Οι πολυπλοκότητες της γαλλικής πολιτικής δεν αφορούν τους νέους
Αμερικανούς -και γιατί θα 'πρεπε; Θα είχα άραγε νεότερο ακροατήριο αν το θέμα
της ομιλίας μου ήταν «η Γερμανία της Μέρκελ (Merkel)
τις παραμονές των επερχόμενων εκλογών»;
Την
ώρα που οι νέοι Ευρωπαίοι αναζητούν απασχόληση και επιχειρηματικές ευκαιρίες
στην Αμερική, οι νέοι Αμερικανοί πηγαίνουν στην Ευρώπη ως τουρίστες.
Στα μάτια τους, η Ευρώπη μουσειοποιείται:
είναι ένα μέρος να δεις, όχι να ζήσεις.
Η
αδιαφορία για την Ευρώπη δεν είναι καινούργια, αλλά εντάθηκε τα τελευταία
χρόνια. Μετά το τέλος του «ψυχρού πολέμου», η γηραιά ήπειρος έπαψε
να βρίσκεται στο κέντρο της αμυντικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά το
τέλος των πολέμων στα Βαλκάνια, τα προβλήματα
ασφάλειας της ηπείρου εξαφανίστηκαν (πέραν των παρυφών της, όπως στη Γεωργία ή των απειλών που προέρχονται από
τη γειτονιά της, ιδίως τον αραβικό κόσμο).
Πολλοί
αμερικανικοί ερευνητές που άλλοτε εξειδικεύονταν στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο μετακινήθηκαν
σε άλλα ερευνητικά πεδία ή συνταξιοδοτήθηκαν, χωρίς να υπάρχουν αντικαταστάτες
τους.
Η εκμάθηση ευρωπαϊκών γλωσσών δεν είναι
πια δημοφιλής στα αμερικανικά σχολεία, με την εξαίρεση ίσως των ισπανικών.
Τα μανδαρινικά τείνουν να γίνουν τα νέα
γαλλικά, με μια μείζονα διαφορά: η γλώσσα του Μολιέρου (Molière)
ήταν επίσης ένα μέσο διεύρυνσης των πολιτιστικών οριζόντων, και όχι (ή όχι
αποκλειστικά) μέσο οικονομικής επιτυχίας.
Θα
ήταν φυσικά λάθος να υπερβάλλουμε αυτή την απογοήτευση και να το παρακάνουμε με
το αυτομαστίγωμα.
Η Ευρώπη συνεχίζει να υπάρχει στις ΗΠΑ, περισσότερο ίσως στις διοικητικές
υπηρεσίες της Ουάσινγκτον παρά στον χρηματοπιστωτικό και οικονομικό κόσμο της
Νέας Υόρκης, παρά τη θεμελιώδη σημασία
των ατλαντικών συναλλαγών για αμφότερες τις οικονομίες.
Αλλά
μήπως το ενδιαφέρον των ΗΠΑ -και του Πεκίνου, εδώ που τα λέμε- δεν αφορά το
σύνολο της Ευρώπης, αλλά μόνο μερικές περιοχές της; Ο πειρασμός της διμερούς
προσέγγισης της Ευρώπης είναι μεγάλος -και αυξανόμενος. Σωφρονισμένη καθώς είναι
από τις τυχοδιωκτικές επιχειρήσεις της στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, η Αμερική του
προέδρου Μπάρακ Ομπάμα (Barack
Obama)
καλοβλέπει την επεμβατική εμπειρία της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας. Στη
Λιβύη και το Μάλι, Βρετανοί και Γάλλοι θεωρούνται το
«μακρύ χέρι» μιας Αμερικής που είναι όλο και πιο απρόθυμη να εμπλέξει
στρατιωτικές της δυνάμεις –ακόμα
και τους εξοπλισμούς της- στο
εξωτερικό. Κατά παρόμοιο τρόπο, για την
αμερικανική κυβέρνηση, αλλά και τους ηγέτες της Κίνας, η Γερμανία θεωρείται ο
οικονομικός εκπρόσωπος της Ευρώπης.
Φυσικά
η Αμερική, ευρισκόμενη αντιμέτωπη με την κινεζική οικονομική πρόκληση, πολύ θα
ήθελε να συνάψει ένα ενιαίο μέτωπο (ιδίως σε ζητήματα εμπορίου) με μια ήπειρο που εξακολουθεί να ηγείται του
παγκοσμίου εμπορίου.
Αλλά η Ευρώπη ίσως να έχει ακόμα μεγαλύτερο συμφέρον στην επιτυχημένη κατάληξη
της προταθείσας εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-ΕΕ. Χωρίς την Αμερική, η Ευρώπη θα είναι πολύ
πιο ευάλωτη απέναντι στην αναδυόμενη Κίνα -από ότι η Αμερική χωρίς την
Ευρώπη.
Συμπερασματικά,
η Αμερική χρειάζεται την Ευρώπη, αλλά όχι πολύ.
Αντιστοίχως, με δεδομένες τις εσωτερικές της διαιρέσεις και το αυξανόμενο χάσμα
μεταξύ των οικονομιών της στο βορρά και το νότο, η Ευρώπη εξακολουθεί να
χρειάζεται την Αμερική. Όσον αφορά την
ασφάλεια, χωρίς τις ΗΠΑ η Ευρώπη θα βρεθεί εκτεθειμένη, σε όλους τους τομείς και
απέναντι σε ποικίλες απειλές.
Φυσικά,
οι αποκαλύψεις του πρώην πράκτορα της «εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας»
(NSA)
Έντουαρντ Σνόουντεν (Edward
Snowden)
για την παγκοσμιότητα των τηλεφωνικών και διαδικτυακών
παρακολουθήσεων από τις ΗΠΑ είναι, για να το πούμε κομψά, δυσάρεστες.
Αλλά οι αμφιλεγόμενοι τρόποι που
μετέρχονται οι ΗΠΑ για να υπηρετήσουν τις νόμιμες ανησυχίες τους για την εθνική
τους ασφάλεια είναι ασφαλώς μακροπρόθεσμα πολύ λιγότερο επιζήμιες για την
Ευρώπη από την κινέζικη βιομηχανική
κατασκοπία. Η Αμερική μπορεί να κινείται στη νομική κόψη του ξυραφιού, αλλά η
Κίνα πολύ απέχει από το να είναι κράτος δικαίου.
Μετά
τις αποκαλύψεις του Σνόουντεν, το
γαλλικό σατιρικό έντυπο «η αλυσοδεμένη πάπια» κυκλοφόρησε με
επικεφαλίδα «επιτέλους, ο Ομπάμα νοιάζεται για ό,τι λέμε!» Οι
Ευρωπαίοι θα πρέπει να είναι ικανοποιημένοι -και ανακουφισμένοι- που έπαψαν να
είναι η πρώτη γραμμή άμυνας των ΗΠΑ. Αλλά
αν θέλουν να τους ακούνε οι ΗΠΑ, θα πρέπει να έχουν κάτι να πουν και να το πουν
μαζί.
του Ντομινίκ
Μοϊζί
Ο
Dominique Moisi
είναι
ιδρυτής του «γαλλικού
ινστιτούτου διεθνών σχέσεων» (IFRI)
και καθηγητής στην ανώτατη σχολή πολιτικών επιστημών των
Παρισίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου