Η ναυμαχία στο Ακτιο (31 Π. Χ.)
Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία θα απλωθεί προς την Ανατολή ή προς τη Δύση; Άραγε μετά
τη δολοφονία του Καίσαρα, ο Οκτάβιος, ο υιοθετημένος γιος του, θα τον διαδεχθεί
με την συμφωνία της Συγκλήτου; Ή μήπως ο Αντώνιος,
παλιός σύντροφος του Καίσαρα, σύμμαχος τώρα της Κλεοπάτρας, θα γίνει ο κυρίαρχος
της Αυτοκρατορίας; Αν συμβεί το πρώτο, θα συνεχιστεί η ρωμαϊκή παράδοση. Αν,
όμως, συμβεί το δεύτερο, ένας στρατηγός που μιλά ελληνικά και έχει υιοθετήσει τα
ήθη της Ανατολής, θα γίνει κύριος μιας αυτοκρατορίας, υποταγμένος στα
ακαταμάχητα θέλγητρα της Ελληνίδας βασίλισσας της Αιγύπτου. Η Ρώμη δεν θα είναι
πια η πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Η Αλεξάνδρεια θα γίνει το κέντρο του κόσμου…
Αυτό είναι το διακύβευμα της στρατιωτικής εκστρατείας που αρχίζει στη Μεσόγειο
το έτος 32 π. Χ., και καταλήγει στο Άκτιο, εκεί στην είσοδο του Αμβρακικού
Κόλπου στην Ακαρνανία.
Ακτιο 31 Π. Χ.
Χωρίς αμφιβολία, καμία άλλη μάχη δεν
κρίθηκε ποτέ με αυτόν τον τρόπο. Επιπροσθέτως, ποτέ άλλοτε η χειρονομία μίας
γυναίκας δεν επηρέασε σε τέτοιο βαθμό την ιστορία. Συν τοις άλλοις, ποτέ άλλοτε
ένα τόσο μοναδικό πάθος
δεν καθόρισε με αυτόν τον τρόπο το πεπρωμένο των λαών.
δεν καθόρισε με αυτόν τον τρόπο το πεπρωμένο των λαών.
Κάτω από τον καυτό ήλιο του απομεσήμερου, καθώς η γαλάζια θάλασσα έξω
από τον Αμβρακικό κόλπο βάφεται κόκκινη από το αίμα των πολεμιστών, την ώρα που
οι γαλέρες του Αντωνίου και του Οκταβίου επιτίθενται οι μεν στις δε, σε μία
λυσσασμένη έφοδο κάτω από τα ανήσυχα βλέμματα των στρατευμάτων ξηράς, που έχουν
συγκεντρωθεί στις ακτές, το πλοίο της Κλεοπάτρας υψώνει το πορφυρό του πανί. Μία
ενέργεια αναπάντεχη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας, οι αντίπαλοι πολεμούν
με τα κουπιά για να μην εξαρτώνται από τις ιδιοτροπίες του ανέμου. Ξεδιπλώνοντας
το πανί της από βαρύτιμο ύφασμα, η Κλεοπάτρα παραβαίνει τους κανόνες του
πολέμου. Η βορινή αύρα που έχει μόλις αρχίσει να φυσά, σπρώχνει το πλοίο της
βασίλισσας της Αιγύπτου προς το άκρο αριστερό του μετώπου, και ο υπόλοιπος
στόλος της δεν αργεί να την ακολουθήσει. Οι αντιμαχόμενοι στρέφουν το βλέμμα
τους προς την αιγυπτιακή μοίρα, που αρχίζει να πλέει πίσω από τις γαλέρες του
Αντωνίου. Σκοπεύει άραγε να υπερκεράσει τον στόλο του Οκταβίου από τον νότο και
να τον πλευροκοπήσει; Εκείνη τη στιγμή, όλοι αγνοούν τι σκέφτεται η Κλεοπάτρα.
Γνωρίζουν όμως ότι ο Αντώνιος, μόλις τη βλέπει, πηδά σε μία ταχύπλοη γαλέρα και
σπεύδει να την ακολουθήσει. Και ότι αυτή η διπλή ενέργεια έχει κρίνει την έκβαση
της σύγκρουσης και συγχρόνως το πεπρωμένο της Ρώμης. Ο έρωτας, σκέπτονται, είναι
ξένος προς τον πόλεμο. Στο Άκτιο, ο έρωτας γίνεται στρατηγός και καθορίζει την
έκβαση της ναυμαχίας.
Έτσι, δεν είναι η μύτη της Κλεοπάτρας αυτή που αλλάζει
την όψη του κόσμου. Είναι η πλώρη του πλοίου της, η οποία, όταν στρέφεται
νοτίως, κόβει στα δύο με αυτόν τον ελιγμό την αναμέτρηση των δύο τμημάτων του
κόσμου.
Ποίος
ήταν ο λόγος για αυτήν την τρελή ενέργεια; Αυτή είναι όλη η ιστορία του
Ακτίου.
Δώδεκα χρόνια νωρίτερα, στις Εικοσι του Μαρτίου του 44, στα
σκαλοπάτια της Συγκλήτου, τα εγχειρίδια του Βρούτου και των άλλων συνωμοτών,
έχουν δολοφονήσει τον Καίσαρα, τον μελλοντικό αυτοκράτορα. Δεν έχουν σκοτώσει
όμως και την ιδέα της αυτοκρατορίας.
Η Ρώμη έχει κουραστεί από την αναρχία
του εμφυλίου πολέμου και από την αδυναμία της δημοκρατίας. Οι αμέτρητες
κατακτήσεις έχουν θεμελιώσει το μεγαλείο της. Έχουν όμως ενισχύσει τους
στρατηγούς, οι οποίοι εποφθαλμιούν την εξουσία. Με τον Σίλα, τον Μάριο, τον
Πομπήιο, και ακόμη περισσότερο με τον Καίσαρα, η Ρώμη έχει συνηθίσει να βλέπει
τους στρατηγούς να αποφασίζουν για την πολιτική της. Εις μάτην ο Κικέρων
επιστρατεύει όλη τη μεγαλοφυΐα του για να πείσει τους συμπολίτες του να
επανέλθουν στις αρχές της δημοκρατίας. Ο διορισμός των υπάτων γίνεται μέσα στα
στρατόπεδα και ο Ρουβίκων δεν αποτελεί πλέον ένα ιερό όριο για τις λεγεώνες. Η
Ρώμη βασιλεύει στον κόσμο με τις λεγεώνες της, αλλά τα όπλα εξουσιάζουν τη Ρώμη.
Η κυρίαρχη πόλη αναμένει έναν νέο κυρίαρχο. Ένας άλλος Καίσαρ θα αντικαταστήσει
τον δολοφονημένο Καίσαρα.
Ποιός;
Ο Αντώνιος, ο καλύτερος στρατηγός
του; Έχει σταθεί στο πλευρό του σε τόσες μάχες, είναι το είδωλο των
εκατονταρχών, και μετά τη δολοφονία, αυτοανακηρύσσεται συνεχιστής του έργου του
νικητή των Γαλατών και εκτελεστής της διαθήκης του.
Ο γιος της Κλεοπάτρας,
της βασίλισσας της Αιγύπτου; Εκείνη έχει αναγγείλει, μετά τη δολοφονία του πρώην
εραστή της, ο οποίος είχε γίνει κυρίαρχος της Ρώμης, ότι από αυτόν τον βασιλικό
έρωτα είχε γεννηθεί ένας γιος, ο Καισαρίων, και ότι εκείνη διεκδικεί τη
διαδοχή.
Ή, τέλος, ο Οκτάβιος, τον οποίο είχε ορίσει ο δικτάτωρ; Κανείς δεν
τον γνωρίζει, κανείς δεν τον εκτιμά, κανείς δεν τον ακολουθεί, αλλά ο Οκτάβιος,
ένας νέος ψυχρός και ανώνυμος, μπορεί να επικαλεσθεί ένα αποφασιστικό
πλεονέκτημα: Ο Καίσαρ, που ήταν άτεκνος, αλλά προετοίμαζε το μέλλον, είχε
διακρίνει το διαφαινόμενο ταλέντο του και είχε υιοθετήσει αυτόν τον ισχνό και
χωρίς επιβλητικότητα νέο. Ο Οκτάβιος είναι ο νόμιμος κληρονόμος του Καίσαρα. Εν
αντιθέσει με όλες τις προβλέψεις, αξιοποιώντας τη δύναμη της νομιμότητας και
συγκεντρώνοντας γύρω του τους παλαιούς αξιωματικούς του ηγέτη, σχηματίζει ένα
κόμμα και μπαίνει στην Ιταλία, όπου αναδεικνύεται σε αξιόλογη δύναμη.
Ο
Αντώνιος, η Κλεοπάτρα, ο Οκτάβιος. Τα πρόσωπα του πιο ξακουστού δράματος της
ιστορίας έχουν πάρει τις θέσεις τους.
Ο Οκτάβιος είναι ένας προνοητικός,
ικανός και θαρραλέος νέος, του οποίου την εξυπνάδα έχει διακρίνει ο Καίσαρ.
Είναι ένας φιλόδοξος άνδρας, εξαιρετικά υπολογιστής και πανούργος, και συγχρόνως
προικισμένος με μία τρομακτική ενεργητικότητα. Επωφελείται από την αναμενόμενη
υποστήριξη των οπαδών του Καίσαρα και ιδιαιτέρως του λαού, τον οποίο ο Καίσαρ
γνώριζε πάντα να παίρνει με το μέρος του.
Ο Αντώνιος είναι ένας σκληρός
στρατιωτικός, έξυπνος, προικισμένος με φαντασία, γοητευτικός, εύθυμος, και έχει
αποτελέσει για μεγάλο διάστημα το δεξί χέρι του Καίσαρα, ενώ οι στρατιώτες του
τον λατρεύουν. Ορμητικός, ευέλικτος, χυδαίος και αισθησιακός, έχει κατορθώσει να
δημιουργήσει μία αυτοκρατορία στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, καταλαμβάνοντας
πολλές επαρχίες της Ανατολής.
Η Κλεοπάτρα είναι βασίλισσα της Αιγύπτου από
την εφηβεία της. Είχε παντρευτεί τον αδελφό της, σύμφωνα με την παράδοση των
Πτολεμαίων. Βασίλευσαν μαζί, αλλά στην ουσία εκείνη ήταν ο άνδρας. Μέσα στον
αιματοβαμμένο και πολύπλοκο λαβύρινθο της πολιτικής της ελληνιστικής περιόδου,
κατόρθωσε να επιβιώσει χάρη στην πονηριά και στην εξυπνάδα της. Κατόρθωσε
μάλιστα να γοητεύσει και τον ίδιο τον Καίσαρα, όταν, σύμφωνα με τον θρύλο, τη
μετέφεραν, κατόπιν εντολής της, στη σκηνή του τυλιγμένη μέσα σε ένα χαλί. Από
την Αλεξάνδρεια, παρακολουθεί τον εμφύλιο πόλεμο που ετοιμάζεται στη Ρώμη και
αποφασίζει να παίξει το παιχνίδι της.
Τα προ της σύγκρουσης.
Ο Οκταβιανός
ενήργησε γρήγορα για να εξασφαλίσει την υποστήριξη της Συγκλήτου, κατάσχοντας τη
διαθήκη του Αντωνίου – που βρισκόταν στο ναό και θεωρητικά ήταν απαραβίαστη –
και αποκαλύπτοντας δημόσια το περιεχόμενό της. Ο Δίων ο Κάσσιος αναφέρει πως ο
Οκταβιανός έκανε μεγάλο θόρυβο για το γεγονός ότι ο Αντώνιος είχε ζητήσει να
ταφεί δίπλα στην Κλεοπάτρα στην Αλεξάνδρεια, ενισχύοντας τους φόβους των Ιταλών
ότι προγραμμάτιζε να κάνει την Αίγυπτο νέο κέντρο της αυτοκρατορίας. Ο
Οκταβιανός και το κόμμα του δυσφήμισαν την Κλεοπάτρα «με μία από τις πιο φοβερές
εκστρατείες μίσους στην ιστορία».
Αναμένοντας τον πόλεμο, ο Αντώνιος
συγκέντρωσε τις δυνάμεις του στην Ελλάδα. Είχε 19 λεγεώνες, περίπου 70.000
άνδρες, με ίσως 12.000 ιππείς. Ο στόλος του, που πλαισιωνόταν από αιγυπτιακά και
φοινικικά πλοία, ανερχόταν σε περίπου 450 σκάφη, πολλά από τα οποία ήταν
μεγαλύτερα και βαρύτερα εξοπλισμένα από εκείνα που διέθετε ο Οκταβιανός. Κατά τη
διάρκεια του χειμώνα του 32/31 π.Χ. ο Αντώνιος με τις δυνάμεις του στρατοπέδευσε
στο Άκτιο στην ακτή της Ηπείρου, 60 χιλιόμετρα νότια της Κέρκυρας. Αλλά ένας
τέτοιος μεγάλος στρατός είχε προβλήματα λογιστικής υποστήριξης, που η Ελλάδα δεν
θα μπορούσε να τα επιλύσει μόνιμα, ενώ τα τρόφιμα θα έπρεπε να έρχονται συνεχώς
από την Αίγυπτο.
Οι πρώτες αψιμαχίες.
Ο Οκταβιανός προετοίμασε το
στρατό των 16 λεγεώνων του – 80.000 άνδρες, οι περισσότεροι βετεράνοι – και
στόλο 400 σκαφών στο νότο της Ιταλίας, στους λιμένες του Βρινδήσιου και του
Τάραντα. Είχε ήδη δώσει τη διοίκηση του στόλου σ’ έναν από τους πολύ στενούς
τους φίλους, τον ικανό Μάρκο Αγρίππα, διατηρώντας ο ίδιος τη διοίκηση του
στρατού.
Ο ορμητικός Αγρίππας αιφνιδίασε τον Αντώνιο με μία έξοχη επίθεση
κατά του αιγυπτιακού εμπορικού στόλου στη Μεθώνη, αλλά όταν ο Οκταβιανός
προσπάθησε με οκτώ λεγεώνες να αποβιβασθεί στην ακτή της Ηπείρου, στο Φανάρι, ο
Αντώνιος ήταν έτοιμος και τον απέκρουσε πολύ γρήγορα. Ο Οκταβιανός έστησε
κατόπιν το στρατόπεδό του στο Μικαλίτζι, 7,5 χιλιόμετρα πιο βόρεια. Σαν τους
αξιωματικούς σε μια παρτίδα σκακιού, ο Οκταβιανός και ο Αγρίππας παρέκαμπταν τον
αργοκίνητο Αντώνιο σε κάθε ευκαιρία.
Μόνο τώρα ο Αντώνιος αντέδρασε – αλλά
ήταν ήδη αργά. Επιβιβάζοντας σε πλοία μία δύναμη ιππικού και αποβιβάζοντάς τη
βόρεια από το στρατόπεδο του Οκταβιανού, προσπάθησε να αποκόψει τον εχθρό του
από τον ανεφοδιασμό υδάτων από τον ποταμό Λούρο. Το σχέδιο θα μπορούσε να έχει
επιτύχει, αλλά ένα τμήμα της δύναμης του Αντωνίου αυτομόλησε στον Οκταβιανό και
η προσπάθεια κατέληξε σε φιάσκο. Η θηλιά του Οκταβιανού έσφιγγε ακόμη
περισσότερο κάθε ημέρα. Καθώς το ηθικό έπεσε κατακόρυφα, οι λιποταξίες στο
στρατόπεδο του Αντωνίου έγιναν καθημερινό φαινόμενο, ενώ ένας από τους ανώτερους
διοικητές του Αντωνίου, ο Δομίτιος Αηνόβαρβος πέρασε στον Οκταβιανό. Οι ανώτεροι
αξιωματικοί του προσπάθησαν να τον πείσουν να αποσύρει το στρατό του στο
εσωτερικό και να υποχωρήσει μαχόμενος, αλλά ο Αντώνιος ήξερε ότι θα αντιμετώπιζε
ακόμα και έτσι το φάσμα της πείνας.
Απελπισμένος συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο
για να συζητήσει τις υπόλοιπες επιλογές: θα μπορούσε να εγκαταλείψει το στόλο
του και να αποσύρει το στρατό του στην ανατολική Ελλάδα, ή θα μπορούσε να
προσπαθήσει να παραβιάσει το ναυτικό αποκλεισμό του εχθρού και να αφήσει το
στρατό να μεριμνήσει για τη σωτηρία του. Ο διοικητής του στρατού του, Κανίδιος
Κράσσος, υποστήριξε έντονα την αποχώρηση προς το εσωτερικό. Εξάλλου, ο
Οκταβιανός είχε την υπεροχή στη θάλασσα, αλλά στην ξηρά ο Αντώνιος ήταν
καλύτερος στρατηγός. Ο Κανίδιος όμως βρήκε αντίπαλο στο πρόσωπο της Κλεοπάτρας.
Αυτή υποστήριξε ότι μία υποχώρηση, με το στρατό τόσο καταπτοημένο, ήταν
ριψοκίνδυνη, ιδιαίτερα εάν δεν μπορούσαν να βρεθούν αποθέματα τροφίμων και πως
το πρόβλημα των προμηθειών θα μπορούσε να λυθεί μόνο με μία νίκη στη θάλασσα. Ο
στόλος θα έπρεπε να διασπάσει τον αποκλεισμό του Αγρίππα και να αποκαταστήσει
την επαφή με την Αίγυπτο. Τα επιχειρήματα της Κλεοπάτρας ήταν καθοριστικά. Ακόμα
όμως ο Αντώνιος δεν επιδίωκε μια αποφασιστική νίκη επί του Αγρίππα, καθώς ο
στόλος του είχε πλέον χαμηλό ποσοστό επάνδρωσης και πολλά από τα σκάφη του ήταν
αναξιόπλοα. Το καλύτερο, που θα μπορούσε να ελπίζει ήταν να δραπετεύσουν στην
Αίγυπτο με όσο το δυνατόν περισσότερα σκάφη. Εκεί θα μπορούσε να ξαναφτιάξει το
στρατό του με άλλα στρατεύματα – έξι λεγεώνες – στην Αίγυπτο και τη Συρία.
Οι
βετεράνοι στρατιώτες του Αντωνίου ανησύχησαν από την απόφασή του να πολεμήσει
στη θάλασσα αντί στην ξηρά. Ο Σαίξπηρ στο Αντώνιος και Κλεοπάτρα βάζει το
αντεπιχείρημα στα χείλη ενός από τους στρατιώτες του:
Ω ευγενή αυτοκράτορα,
μην πολεμήσεις στη θάλασσα
εμπιστοσύνη μην έχεις στις σάπιες
σανίδες.
Αμφιβάλλεις γι’ αυτό το ξίφος και τις πληγές μου;
Άφησε τους
Αιγυπτίους και τους Φοίνικες να δειλιάσουν.
Εμείς έχουμε συνηθίσει να
κατακτούμε στέκοντας στη γη,
και να πολεμούμε πόδι με πόδι.
Η ναυμαχία στο Άκτιο.
Ο Οκταβιανός δεν είχε ανάγκη
κατασκόπων. Η καθημερινή ροή ανώτερων αξιωματικών του Αντωνίου στον εχθρό, τον
κράτησε πλήρως ενήμερο για τη δυσάρεστη κατάστασή του. Ακόμα και μετά από το
πολεμικό συμβούλιο, στο οποίο συζητήθηκε η απόφαση για διάσπαση του κλοιού, ο
Δέλλιος αυτομόλησε και ενημέρωσε τον Οκταβιανό και τον Αγρίππα για τις πιο
πρόσφατες σκέψεις του Αντωνίου.
Χωρίς κωπηλάτες για να επανδρώσει όλα τα
σκάφη του, ο Αντώνιος δεν είχε άλλη επιλογή παρά να κάψει πολλά από τα σκάφη
του. Εξοπλίζοντας ακριβώς 230 γαλέρες, κυμαινόμενες σε μέγεθος από τριήρεις σε
«δεκακώπους» τεράστια, ασταθή τέρατα με θωρακισμένα έμβολα στην πλώρη τους – ο
Αντώνιος ήξερε ότι τα σκάφη του ήταν βαρύτερα και μεγαλύτερα από του Αγρίππα,
αλλά δυστυχώς λιγότερα – 230 έναντι 400 – και πολύ λιγότερο ευέλικτα. Στη
ρωμαϊκή πολεμική ναυτική τέχνη, το μέγεθος μετρούσε πολύ, ιδιαίτερα στον
εμβολισμό, όμως στόχος του Αντωνίου δεν ήταν η νίκη, αλλά η διάσπαση του
κλοιού.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 31 π. Χ. ο στόλος του Αντωνίου, που αποτελείτο από
τρεις μάχιμες μοίρες (170 σκάφη) και μία τέταρτη – της Κλεοπάτρας – από εμπορικά
πλοία, που έφεραν το θησαυροφυλάκιό της και τα προσωπικά τιμαλφή της, βγήκαν
αργά από το Άκτιο, μεταφέροντας 20.000 λεγεωνάριους. Ο υπόλοιπος στρατός του –
τώρα είχε λιγότερους από 50.000 άνδρες – παρέμεινε με τον Κανίδιο Κράσσο στους
λόφους παρακολουθώντας τη μοίρα τους να κρίνεται στο λιμάνι και πιο πέρα.
Ο
Μάρκος Αντώνιος και η Κλεοπάτρα στο Άκτιο. Η φυγή, πρώτα της βασίλισσας και μετά
του Ρωμαίου, κατέστρεψε τα όνειρά τους για να δημιουργήσουν ένα βασίλειο στην
ανατολική Μεσόγειο.
Ο Οκταβιανός, γνωρίζοντας πλήρως τις προθέσεις του
Αντωνίου, φοβόταν ακόμα μία ναυμαχία στα ρηχά νερά του λιμανιού του Ακτίου, όπου
ο πιο ευέλικτος στόλος του θα στερείτο χώρου. Προτίμησε να επιτρέψει στον
Αντώνιο να πλεύσει μπροστά του χωρίς να τον εμποδίσει και κατόπιν να του
επιτεθεί στις ανοικτές θάλασσες. Ο Αγρίππας όμως εναντιώθηκε σε αυτό. Τα πλοία
του Αντωνίου έφεραν ιστία και, αν περνούσαν μπροστά από το στόλο του Οκταβιανού,
θα ήταν ίσως αδύνατον να τα πιάσει. Ο Αγρίππας συνιστούσε απλά: μπλοκάρετε τη
διαφυγή του Αντωνίου και αναγκάστε τον να βγει στα βαθιά. Θα έπρεπε τελικά να
βγει από το λιμάνι ή να λιμοκτονήσει.
Οι τρεις μάχιμες μοίρες του Αντωνίου
διέσχισαν αργά τα ρηχά νερά του αποκλεισμού και εξήλθαν του λιμένος. Ο ίδιος ο
Αντώνιος με τον Ποπλικόλα διοικούσε τη δεξιά πτέρυγα, που ήταν ενισχυμένη με
μερικά από τα μεγαλύτερα σκάφη του – τις «εννεακώπους» και τις «δεκακώπους». Το
πιο αδύναμο κέντρο του διοικείτο από τον Μάρκο Οκτάβιο, ενώ το αριστερό κέρας,
που επίσης ενισχύθηκε με τα πιο βαριά θωρακισμένα σκάφη, διοικείτο από τον
καλύτερο αξιωματικό του Αντωνίου, τον ναύαρχο Σώσιο. Ο Αντώνιος επιδίωκε σαφώς
να προσελκύσει την εχθρική δύναμη μακρά από το κέντρο και προς τις δύο πτέρυγες,
εκεί όπου αυτός και ο Σώσιος είχαν ταχθεί. Αυτό ίσως θα άνοιγε ένα κενό στη μέση
του στόλου του Αγρίππα, ώστε η μοίρα της Κλεοπάτρας να περάσει μέσα από αυτό και
να διαφύγει. Εάν αυτό συνέβαινε, ο υπόλοιπος στόλος θα έπρεπε να προσπαθήσει να
απαγκιστρωθεί και να την ακολουθήσει. Ήταν μία λογική στρατηγική, προϊόν
ρεαλισμού και όχι φόβου.
Ο στόλος του Αντωνίου περίμενε ακριβώς έξω από το
λιμάνι την επίθεση του Αγρίππα, αλλά ο πανούργος ναύαρχος του Οκταβιανού δεν
είχε πρόθεση να τραβηχτεί στα ρηχά και απέφυγε την πρόκληση. Μέχρι το μεσημέρι
οι δύο στόλοι ατένιζαν ο ένας τον άλλον σε απόσταση 1.5 χιλιομέτρου. Ο Αντώνιος
ανέμεινε όμως το θεό των ανέμων να απαντήσει στο κάλεσμά του. Ο Πλούταρχος
σημειώνει ότι, μόλις πέρασε το μεσημέρι, ένα αεράκι φύσηξε πάνω από τη θάλασσα.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον άνεμο ο Αντώνιος είχε κρατήσει τα ιστία του και τώρα είχε
έλθει η ώρα να επιτεθεί στους αντιπάλους του. Ο Αντώνιος προσέγγισε τον εχθρό
στα αριστερά, εκεί όπου διοικούσε προσωπικά ο Αγρίππας. Καθώς οι δύο αντίπαλες
μοίρες κινήθηκαν βόρεια σε μία προσπάθεια υπερκέρασης, αποκόπηκαν από τα
αντίστοιχα κέντρα τους, αφήνοντας χάσμα που αμέσως εκμεταλλεύτηκε η μοίρα με τα
υψωμένα πανιά. Ο Πλούταρχος έγραψε πως «ο εχθρός τους παρακολούθησε έκπληκτος
καθώς έκαναν χρήση του αέρα για να πλεύσουν μακριά προς την κατεύθυνση της
Πελοποννήσου (νότια)».
Ο Αντώνιος είχε επιτύχει τον πρώτο στόχο του: η
Κλεοπάτρα και τα μεταγωγικά του είχαν διασπάσει τον κλοιό. Πώς μπορούσε όμως να
απαγκιστρωθεί και να την ακολουθήσει; Οι δύο ρωμαϊκοί στόλοι ήταν τώρα πλήρως
«αγκαλιασμένοι». Γάντζοι έδεναν το ένα σκάφος στο άλλο, δημιουργώντας μία
πλατφόρμα για τους ναυτικούς και τους πεζοναύτες να πολεμήσουν σώμα με σώμα στα
καταστρώματα. Οι καταπέλτες έριχναν φλεγόμενα βλήματα καίγοντας σχοινιά και
υπερκατασκευές. Τα κουπιά θρυμματίζονταν με την επαφή των σκαφών, τα μεγάλα
μεταλλικά έμβολα των πλοίων προκαλούσαν ρήγματα στα εχθρικά σκάφη, επιτρέποντας
την εισροή υδάτων. Ο καπνός των φλεγόμενων σκαφών αγκάλιαζε το πεδίο της μάχης,
σαν σάβανο. Καθένα από βαρύτερα πλοία του Αντωνίου ήταν τώρα περικυκλωμένο από
δύο ή τρία σκάφη του Αγρίππα και το πλεονέκτημα του Οκταβιανού σε πεζοναύτες –
40.000 εναντίον 20.000 – άρχιζε να φαίνεται. Με τη ναυαρχίδα του να βρίσκεται
περικυκλωμένη απ’ όλες τις πλευρές, ο Αντώνιος επιβιβάστηκε σε ένα μικρότερο,
γρηγορότερο σκάφος και έπλευσε μακριά αναζητώντας τη βασίλισσα της Αιγύπτου. Το
πώς ένιωσαν εκείνοι από τους άνδρες του που είδαν τη φυγή του, μπορεί να γίνει
αντιληπτό μόνο με τη χρήση της φαντασίας. Ολόγυρα, Ρωμαίοι μάχονταν και πέθαιναν
για τον Μάρκο Αντώνιο και εκείνος τους εγκατέλειπε. Είχε προφανώς επιλέξει να
διοικήσει τη δεξιά πτέρυγα, επειδή οι πιθανότητας διαφυγής ήταν καλύτερες σ’
εκείνη την πλευρά. Στο νότο, ο Σώσιος και η μοίρα του ήταν καταδικασμένοι, καθώς
η θαλάσσια αύρα δεν επρόκειτο να τους σώσει.
Από το στόλο των 300 πλοίων του,
ο Αντώνιος κατάφερε να περισώσει, από την καταστροφή στο Άκτιο, μόνο 70.
Αποκομμένος από τον ανεφοδιασμό του στην Αίγυπτο, ο Αντώνιος έδωσε μία περίεργη
μάχη που διέφυγε τις ελπίδες του να ηγηθεί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Το αποτέλεσμα της ναυμαχίας.
Με το πλεονέκτημα των ιστίων τους, ο Αντώνιος
και η Κλεοπάτρα διέφυγαν από το Άκτιο. Ο Αντώνιος έσωσε ίσως 70 σκάφη από το
στόλο του, αλλά ο στρατός του χάθηκε και η φήμη του, μετά από το Άκτιο,
κηλιδώθηκε. Η εγκατάλειψη του στρατού του – διαπραγματεύτηκε την παράδοσή του
στον Οκταβιανό – σήμαινε την απώλεια ολόκληρης της αξιοπιστίας στα μάτια των
Ρωμαίων. Είχε κάνει την επιλογή του, όταν ακολούθησε την Αιγυπτία μάγισσα. Η
Κλεοπάτρα, εντούτοις, ήταν χαρούμενη και έπλευσε στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας με
τα πλοία της ανθοστολισμένα. Γι’ αυτήν, η διάσπαση του κλοιού ήταν μια νίκη. Ο
Οκταβιανός και οι δυνάμεις του δεν άργησαν να τους ακολουθήσουν στην Αίγυπτο.
Ό,τι επακολούθησε έδωσε τροφή για να εμπνευστεί ο Σαίξπηρ το τελευταίο μέρος της
τραγωδίας του: η αυτοκρατορία του Μάρκου Αντωνίου, ενός μεγάλου Ρωμαίου, και ο
θάνατος, από δάγκωμα φιδιού, της όμορφης Κλεοπάτρας, που δεν ήθελε να επιστρέψει
στη Ρώμη ως έκθεμα στο θρίαμβο του Οκταβιανού.
Ρωμαϊκές ΓαλέρεςΣ: Η
δεκάκωπος
Μήκος: 15 μέτρα
Ύψος: 7 μέτρα, διάμετρος 9,5 μέτρα
Μήκος
κουπιών: 13 μέτρα
Πλήρωμα: 572 κωπηλάτες, 30 ναύτες, 250
πεζοναύτες
Εξοπλισμός: 2 πύργοι και μέχρι 6 καταπέλτες
Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος τύπος ρωμαϊκού πολεμικού πλοίου και αναμφισβήτητα ο
Αντώνιος χρησιμοποίησε ορισμένα τέτοια στο Άκτιο, όπου ο Αγρίππας είχε
συγκεντρώσει μικρότερες τετρήρεις, που ήταν πιο ευέλικτες. Η δεκάκωπος έφερε μία
άρπαγα, που αγκίστρωνε τα εχθρικά πλοία μέχρι να είναι αρκετά κοντά για να γίνει
απόβαση στα καταστρώματά τους.
Το Άκτιο ήταν μια ανηρωική ναυμαχία, αλλά οι
συνέπειές της ήταν μεγάλες. Η νίκη του Οκταβιανού έβαλε τέλος στην περίοδο των
εμφυλίων πολέμων και στη μάχη εξουσίας μεταξύ της ανατολής και της δύσης, μέσα
στο ρωμαϊκό κόσμο, εξασφαλίζοντας ότι η Ρώμη θα παρέμενε το κέντρο του. Ο
Οκταβιανός λεηλάτησε τους θησαυρούς της Αιγύπτου και επέτρεψε στη Ρώμη ως
αδιαφιλονίκητος ηγεμόνας. Με το τέλος της τριανδρίας, φάνηκε πως δεν θα μπορούσε
να υπάρξει επιστροφή στη δημοκρατία. Μέσα σε τρία χρόνια, ο Οκταβιανός έλαβε τον
τίτλο «Αύγουστος» με την ψήφο της Συγκλήτου και έγινε ο μοναδικός κυρίαρχος του
ρωμαϊκού κόσμου. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η ναυμαχία του Ακτίου σήμανε τη γέννηση
της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου