Γράφει η Κατερίνα Σχισμένου.
... Ένας καθαρός άνεμος ορεινής πνοής, που ξεκινά από τις υψηλές πτήσεις μιας εξέχουσας και μοναδικά φωτισμένης σκέψης, καλλιέργειας και παιδείας από ένα φως πράξενο που διάλεξε να λάμψει και να εκπέμψει με τη τζουμερκιώτικη δύσκολη λαλιά. Λαλιά για λίγους με ήθος και σκληρή αγωγή βουνοκορφών που γνωρίζουν να δαμάζουν την ελφρύτητα της εφηβείας και να την μεταπλάθουν σε σοφία ζωής και αλήθειας. Αυτός είναι ο Χρήστος Τούμπουρος.
Αντιδραστικά ανθρωποκεντρικός και λάτρης αλλά και γνώστης της πολύπλοκης ανθρώπινης φύσης και χαρακτήρα .Με το ευαίσθητο αυτί της λαϊκής παραδοσιακής μουσικής, του ηπειρώτικου κλαρίνου που μοιρολόγησε κι ο ιδιος αρκετές φορές αλλά και επισήμανε το βιασμό της πανηγύρεως, της γιορτής, και της σταδιακής εκχέρσωσης της γέφυρας, της πλατείας, το θάναντο του πλάτανου, την υποκρισία των αρπάγων και την βουλιμία των απράγων, την πολιτική δυτοπία, την ανθρώπινη άβυσσο. Με το δικό του μοναδικό και ανπανάληπτο τρόπο.
Θεσμοθετεί μια δική του νομοθεσία στην γραφή που τον κάνει αναγνωρίσμο, αγαπητό και μοναδικό. Η τζουμερκιώτικη λαλιά. Η δική του τρέχουσα πραγματικότητα που περνά και ζει σταθερά στα Τζουμέρκα, σε ποτάμια και χαράδρες, σε πέτρινα σπίτια και μαυροφορεμένες γυναίκες, σκληρά από τη δούλεψη χέρια και ψυχές που ίπτανται σε νέφη και αντάριασμένους ορεινές κορφές. Τζουμερκιώτικες άστατες συλλαβές που κάνουν να παραμιλούν τ΄αηδόνια στις φωλιές τους με στίχους των δασκάλων, του Κρυστάλλη, του Κοτζιούλα, του Ράγγου...
Με τη τζουμερκιώτικη λαλιά του καθαρίζουν οι ουρανοί και οι κηλίδες γίνονται φωτεινές, της γλώσσας που μιλάμε και που τιμούμε. Και που έχουμε με το μέρος μας τους αιώνες και τις σκληρές αυτές κορφές και δροσερές κρήνες, τα χέρια αυτού του άξιου και μοναδικού ποιητή να μας τα θυμίζει και να μας επαναφέρει από επικίνδυνους ελιγμούς σε λάθος γκρεμούς της γλώσσας που τόσο εύκολα πέφτουμε σήμερα. Άλλο κορφούλα κι άλλο βουνό, άλλο αεράκι κι άλλο σίφουνας, άλλο γυαλάδα κι άλλο ο χρυσός που φέρει μέσα του αυτή η μνήμη και τα κείμενα. Πρέπει να ξέρεις ν΄αρπάξεις τον ορεινό αγέρα και να τον κάνεις στίχο, να κοιτάξεις τα βαθιά ορεινά μάτια και να βγάλεις τον πόνο, τη τζουμερκιώτικη ψυχή για να συνομιλήσεις μαζί της.
Λειτουργεί επίσης με μια συγκεκριμένη σωστή αίσθηση που λίγοι έως ανύπαρκτοι πλέον τη διαθέτουν- από σπάνια υλικά φτιαγμένη , βαθιάς και δύσκολης, επίπονης παιδείας που σε κάνει ν΄αγγίζεις αγγελικά και να βλέπεις, όπως ο μάντης τον οιωνό, το γεράκι το θήραμά του από ψηλά, η Πυθία τις δάφνες της και τα ξόρκια της, ο τυφλός τη ρωγμή στο σχεδόν ανύπαρκτο. Μπορεί να έχεις τις εικόνες, τις μνήμες , μπορείς να πιάνεις με ξώβεργες τα πουλιά αλλά όχι το κελάηδησμά τους. Αυτά για να πιαστούν και ν΄αποδοθούν χρειάζονται μια άλλη υφή και αφή. Αυτή της μαγείας που διαθέτει το μαγικό χέρι του Χρήστου Τούμπουρου και της μεγάλης του ψυχής αλλά και τηε διαύγειας της μοναδικής ματιάς του.
Ητζουμερκιώτικη γλώσσα του μυρίζει Θουκυδίδη, ευωδιάζει Σολωμό και δημοτική ποίηση, αποκαλύπτει το Βάρναλη και να μουρμουρίζει το Λειβαδίτη....καὶ ἐγὼ μὲν ὁ αὐτός εἰμί καὶ οὐκ ἐξίσταμαι· ὑμεῖς δὲ μεταβάλλετε ἐπειδὴ ξυνέβη ὑμῖν πεισθῆναι μὲν ἀκεραίοις,... είναι σα να μας ψυθιρίζει ως επίλογο σε κάθε του κείμενο. Και μεις δε έχουμε κανένα άλλο χρέος παρά να σκύψουμε και να τον ακούσουμε, με την τζουμερκιώτικη αυτή λαλιά του θωρώντας το καθάριο βλέμμα του και να του ευχηθούμε ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου