Μια αυγή, άκουσε πολύ βαθιά μέσα του ν’ ανεβαίνει η φωνή του Θεού του ο πάτερ Διονύσιος. Φώναξε του Στεφανή:
- Η ξυλεία κ’ η πέτρα από τα νταμάρια να κατέβει κάτω στην πεδιάδα, διάταξε.
Ο παραγιός κοντοστάθηκε.
- Άλλαξες γνώμη για τη θέση της; Όμως κινδυνεύει κοντά στο ποτάμι, τόλμησε.
- Τι πράμα; ρώτησε ο καλόγηρος.
- Η εκκλησιά, είπε το παιδί.
- Δεν θα χτίσουμε εκκλησιά, είπε. Και κανένας πια δεν θα κινδυνεύσει …
Μπήκε η άνοιξη. Ο ήλιος άρχισε να ψήνει τα καλαμπόκια, τα κορμιά των εργατών …Κάτω απ’ το μυστρί και τη βαριά το γιαπί κάθε μέρα πιο πάνω. Χαράματα τυφλά ο ποταμός τους δρόσιζε τα μέτωπα κι αυτοί τον πολεμούσαν …Φωνάζονται πια με τα μικρά τους ονόματα, ο Βλάσης, ο Γιώργης, ο Αρτέμης, «Γιώργη φέρε το τρυπάνι, Βλάση τη σκάλα, Αρτέμη πιο λιανή πέτρα».
Μια μέρα ήρθε ο Αρτέμπεης καβαλλάρης.
- Ο Αλάχ να σας ευλογεί, είπε. Τι χτίζετε;
- Ένα γεφύρι, είπε ο πρωτομάστορας ..!
Είναι μικρό απόσπασμα από το πάρεργο ενός ποιητή, λογοτεχνική προσέγγιση από το Γιάννη Δάλλα ενός, σημαντικού γα το γενέθλιο τόπο του, γεγονότος: την κατασκευή του γεφυριού του Καλόγηρου στη Φιλιππιάδα της Πρέβεζας!
Επέλεξα να παρουσιάσω το συγκεκριμένο γεφύρι για δυο λόγους. Ο πρώτος: έχει προχωρήσει, και στην πατρίδα μας, η μελέτη των παλιών πετρογέφυρων τόσο, ώστε μπορούμε, μάλλον επιβάλλεται, να ασχοληθούμε και με γεφύρια που δεν υπάρχουν πια -το γεφύρι του Καλόγηρου ανατινάχτηκε τη δεκαετία του 1940, στα χρόνια της κατοχής!
Ο δεύτερος: φωτογραφικό υλικό που πρόσφατα ήρθε στην επιφάνεια, επι-βεβαιώνει μεν όσα ξέραμε από γραπτές πηγές για το γεφύρι, ταυτόγχρονα όμως προ-σφέρει νέα, εντελώς άγνωστα μέχρι τώρα, στοιχεία, που αφορούν τη μορφολογική του μετάλλαξη στο χρόνο -θα τα παρουσιάσουμε απόψε για πρώτη φορά. Να τα πάρουμε από την αρχή.
Βρισκόμαστε στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ο ηγούμενος ενός μοναστηριού της πε-ριοχής, του Προφήτη Ηλία ψηλά στο Ηλιοβούνι, αποφασίζει να …ζεύξει το Λούρο με πέτρινο πια, τοξωτό γεφύρι. Τολμηρό ομολογουμένως το σχέδιό του, αφού το ποτάμι, ανεξέλεγκτο εδώ, σχεδόν χωρίς κοίτη, δημιουργούσε ανέκαθεν εκτεταμένα έλη, περιοδικά δε ακόμα και …λίμνη!
Η κατασκευή έτσι, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, θα διαρκέσει κάμποσα χρόνια, πάντα όμως υπό την επιστασία και οικονομική χορηγία του μοναστηριού. Μόνο οι ηγούμενοι άλλαξαν. Το γεγονός, με πολύτιμες λεπτομέρειες, καταγράφεται, σαν ενθύμηση, σε εκκλησιαστικό βιβλίο της Άρτας, γύρω στα 1870.
Έτει σωτηρίω 1853 κατά μήνα Φεβρουάριον ήρχισεν η οικοδομή της γεφύρας Ινάχου ποταμού δι’ εξόδων του Πανοσιωτάτου καθηγουμένου της Ιεράς και Σεβασμίας ενοριακής μονής του προφήτη Ηλία κ. Διονυσίου εκ κώμης Λευτεροχώρι, όστις δεν ε-πρόφθασε να το τελειώσει, διότι κατά το έτος 1857 Απριλίου 6 απεβίωσεν.
Ο δε διάδοχος αυτού, ο νυν ηγουμενεύων κ. Ιερόθεος εξ Άρτης ετελειοποίησεν αυτήν μετά των έξω καμάρων με ουκ ολίγων δαπάνων εκ της αυτής ιεράς μονής. Το πρώτον και το δεύτερον εστοίχισεν υπέρ τα 120.000 γροσίων. Ετελείωσεν αυτό περί τα τέλη του έτους 1861. Διο γράφω εις Ενθύμισιν …
Τα παραπάνω επαληθεύονται, τουλάχιστον όσον αφορά τα πρόσωπα, απ’ όσα έγραψε, δέκα χρόνια αργότερα, ο Ιωάννης Λαμπρίδης, ο οποίος, ας σημειωθεί, αγνοούσε τότε την ενθύμηση - θα δημοσιευτεί μόλις στα 1929 στο περιοδικό «Ηπειρωτικά Χρονικά».
Ωστόσο, μεταξύ τους, επισημαίνονται μικρές διαφορές στο χρόνο αποπε-ράτωσης του έργου -1861 κατά την ενθύμηση, 1867 κατά τον Λαμπρίδη- όπως και στο ύψος της συνολικής δαπάνης -120.000 γρόσια κατά τον πρώτο, 1.000 λίρες, δηλαδή 100.000 γρόσια κατά τον δεύτερο. Να δούμε τι έγραψε ακριβώς και ο Λαμπρίδης:
Ο ηγούμενος της Μονής ταύτης Διονύσιος εξ Ελευθεροχωρίου κατέβαλε λ. οθωμ. 640 προς ανέγερσιν της επί τον ποταμόν Λούρον γεφύρας, κειμένης μεταξύ των τμημάτων Καρβασαρά και Κάμπου και των χωρίων Χαλκιάδων και Ελευθεροχωρίου∙ ο δε διάδοχος τούτου Ιερόθεος ο Μπάικος εξ Άρτης προς αποπεράτωσιν του έργου (1867) λίρ. 360 …
Νομίζω πως, επειδή ο άγνωστός μας ιερωμένος, συντάκτης της ενθύμησης, βρισκόταν πιο κοντά στο χώρο και το χρόνο που συνέβη το γεγονός, πρέπει να δεχθούμε, σαν πιο ακριβείς, τις δικές του πληροφορίες. Άλλωστε η μικρή διάσταση στα συγκεκριμένα ζητήματα -περάτωσης και κόστους- δεν νομίζουμε πως θίγει ιδιαίτερα την επιχειρούμενη μελέτη του γεφυριού∙ απεναντίας, βάραινε καθοριστικά η απουσία, μέχρι πρόσφατα, οποιουδήποτε στοιχείου σχετικού με τη μορφή του -μόνη αλλά αδιασταύρωτη η πληροφορία του συνταγματάρχη Νικoλάου Σχινά, που σημείωνε στα τέλη εκείνου του αιώνα: … από του χωρίου Κανεσσοί η οδός βαίνουσα ομαλώς επί πεδιάδος, καθισταμένης εν χειμώνι αδιαβάτου, ένεκεν των σχηματιζομένων ελών, φέρει εις Γέφυραν Καλογήρου, δίτοξον επί του ποταμού Λούρου, της οποίας ο εις των θόλων έχει μεγαλείτερον άνοιγμα …
Τελικά, χρειάστηκε καιρός πολύς -ως τις μέρες μας- για να βρεθούν δύο φωτογραφίες, αληθινά ντοκουμέντα, κι έτσι να αναστηθεί, κυριολεκτικά, η φιγούρα του χαμένου γεφυριού ..!
Η μία περιλαμβάνεται στο λεύκωμα της Μαρίας Χρουσάκη που τύπωσε η Εθνική Πινακοθήκη το 2000. Στη σελίδα 161, βλέπουμε το γεφύρι μέσα στους βάλτους, σχεδόν αχρηστευμένο, να περιμένει το τέλος του που πλησιάζει. Η Χρουσάκη το βρήκε και το αποθανάτισε το 1941, όταν ανέβαινε στο μέτωπο …
Η άλλη φωτογραφία είναι πολύ παλιά. Την τράβηξε ο μεγάλος Fred Boissonnas σχεδόν πριν από εκατό χρόνια. Ανακαλύφθηκε όμως τώρα στη Γενεύη, στη διάρκεια έρευνας στο αρχείο του. Νέο ακόμη τότε το γεφύρι, νικούσε το Λούρο ευκολότερα… σ’ αυτό ακριβώς το σημείο θα τέλειωνε η ..ιστόρηση του γεφυριού του Καλόγηρου αν την επιχειρούσα δύο χρόνια νωρίτερα.
Βέβαια έτσι, ομολογώ, θα παρέμενε αναπάντητο το ερώτημα, που ένας παλιός -του 1900- τούρκικος χάρτης έθετε. Τώρα που, από καθαρή εύνοια της τύχης, έχουμε την απάντηση, θα πρέπει να συνεχίσουμε την ιστορία του γεφυριού, για να ολοκληρωθεί. προς το παρόν, με τη βοήθεια δύο πρόχειρων σκαριφημάτων, να μάθουμε περισσότερα για τον περιβάλλοντα χώρο, τις επικρατούσες συνθήκες και πώς αυτές εξελίσσονται στην αλλαγή του αιώνα.
Το γεφύρι έχει χτιστεί στη δυτική άκρη του κάμπου της Άρτας, κάτω από το ύψωμα Ηλιοβούνι (560 υψ.) όπου και το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία. Πιο κοντινά του χω-ριά, το Ελευθεροχώρι και η Φιλιππιάδα. Μετά το 1881, ανάμεσά τους, θα χτιστεί κι η Νέα Φιλιππιάδα, η …Χαμηδιέ κατά τους Τούρκους κατοίκους της που φτάνουν απ’ την απελευθερωμένη Άρτα.
Ο δρόμος που διασχίζει τους -αρχικά δύο, μετέπειτα τρεις - οικισμούς φεύγοντας για το γεφύρι, είναι -τότε- ένα στενό, χαμένο στη βλάστηση, μονοπάτι. Ο κεντρικός δρόμος Άρτας - Ιωαννίνων, ξεκινώντας απ’ τη Σαλαώρα, το επίνειό τους, περνά ανατολικότερα, από Χανόπουλο και Γκρίμποβο, κατευθυνόμενος στα Πέντε Πηγάδια.
Όσοι έρχονται από Πρέβεζα, πρέπει να ανεβαίνουν στις δυτικές πλαγιές του Λιοβουνιού, να κατεβαίνουν στο ξύλινο πια γεφύρι της Πάσσενας, στην Παντάνασσα, και να συναντούν το μεγάλο δερβένι στα Μουλιανά (Γοργόμυλο). Παλιότερα, πριν κατα-στραφούν τα πέτρινα γεφύρια Τσουμπιάς και Κοτσιλοχωρίου στον Κάτω Λούρο, οι Πρεβεζάνοι, τουλάχιστον για Άρτα, είχαν πολύ συντομότερο ταξίδι.
Λοιπόν, σ’ αυτόν τον κάμπο βάλτο που όλοι αποφεύγουν, δεν μπορούν να διασχίσουν, το γεφύρι του Καλόγηρου φαντάζει το λιγότερο άχρηστο. Τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν και μάλιστα ραγδαία γύρω στο 1890, που γίνεται η νέα χάραξη του δρόμου Άρτας - Ιωαννίνων μέσω Φιλιππιάδας. Από τότε το γεφύρι αποκτάει άλλη σημασία∙ συναντιούνται σ’ αυτό όλοι οι δρόμοι που επικοινωνούν τη νότια Ήπειρο. Ο πάτερ Διονύσιος, με το έργο του, αν μη τι άλλο, είχε προβλέψει το μέλλον ..!
Μπορούμε, τώρα, να δούμε τον τούρκικο χάρτη του 1900 που, όπως είπα γρηγορότερα, αφήνοντας ερωτήματα για τη μορφή του γεφυριού, έγινε αιτία να μην κλείσει η έρευνα και να βρεθούμε προ εκπλήξεως.
Καλύπτει την ευρύτερη περιοχή της νότιας Ηπείρου, φυσικά και της Φιλιππιάδας που μας ενδιαφέρει. Κοιτάζοντάς τον, αμέσως τραβούν την προσοχή μας πέντε μικρές, ένθετες περιμετρικά, ζωγραφιές που, με φωτογραφικό ρεαλισμό, προβάλλουν γνωστά στην περιοχή μέρη. Αναγνωρίζουμε, για παράδειγμα, το γεφύρι της Άρτας, το κάστρο του Αλή στα Πέντε Πηγάδια, τη λίμνη της Μαυρής και πάει λέγοντας.
Όλα καλά και …ευχάριστα, ώσπου μια εικόνα, στο αριστερό περιθώριο, μην παραπέμποντας κάπου συγκεκριμένα, ξαφνιάζει. Αυτό, γιατί απεικονίζει δύο άγνωστες, θα λέγαμε παράλληλες, οδογέφυρες με αρκετά η καθεμιά τους τόξα. Φανταστική η σύνθεση, θα συμπέραινε κάποιος αβασάνιστα, αν τουρκομαθής, της παλιάς γραφής, δεν διάβαζε στη λεζάντα σχόλιο για …«γέφυρα του Καλόγηρου» !!
Η έκπληξη μεγαλώνει περισσότερο όταν, σ’ ελληνικό χάρτη της ίδιας εποχής, στην ουσία αντίγραφο του τουρκικού, διαβάζουμε δίπλα στα δύο περάσματα: «Χαλασμένη Γεφ. Καλογήρου» και «Γεφ. Σιδ. Χαμηδιέ» !!
Το αίνιγμα επιτέλους λύθηκε, ξεκαθάρισαν τα πράγματα, πριν από δύο χρόνια. Εντοπίστηκε τότε, στην πόλη Shetheld της κεντρικής Αγγλίας, στο αρχείο της Henry Boot, φωτογραφικό υλικό από διάφορα μέρη της Ελλάδας, απεικονίζοντας μεταξύ των άλλων και γεφύρια.
Η μεγάλη τεχνική εταιρία δραστηριοποιούταν στον μεσοπόλεμο στην Ελλάδα, αναλαμβάνοντας εκτεταμένες αποξηράνσεις στην Κρήτη, Θεσσαλία, Στερεά, Ήπειρο. Επειδή κάθε φορά, πριν ξεκινήσει τις εργασίες της, συνήθιζε να αποθανατίζει σχολαστικά το χώρο, προέκυψε ο μεγάλος αριθμός φωτογραφιών που, φυσικά, μετά τόσα χρόνια, αποτελούν ντοκουμέντα.
Υπάρχουν κι απ’ τη Φιλιππιάδα, να αφηγούνται λίγο πριν τον πόλεμο. Για την περίπτωσή μας να δούμε τρεις, πραγματικά αποκαλυπτικές.
Η πρώτη: Είναι ο κάμπος πλημμυρισμένος από άκρη σ’ άκρη, μια απέραντη κυριολεκτικά λίμνη! Χαμηλά, σε πρώτο πλάνο, η επιβεβαίωση∙ διακρίνονται δύο πολύτοξες, μισοβουλιαγμένες στο νερό, γέφυρες !!
Η δεύτερη: Μέσα στο βάλτο, η μεγάλη οδογέφυρα∙ με επίπεδο, σιδερένιο ζεύγμα στο μέσο της! Φανερό πως έχουμε …ζουμάρει στη γέφυρα Χαμηδιέ, ακριβώς όμοια με τη ζωγραφιά του χάρτη!
Και η τρίτη: Το γεφύρι του Καλόγηρου(!!) …από τέτοια οπτική γωνία, που προκύπτει πια, αβίαστα, η αληθινή, η πλήρης μορφή του!
Είχε στο κέντρο, εκεί που στις ήρεμες ώρες η λαμπάδα του ποταμού, τη μεγάλη, τη …μεσιακιά καμάρα. Δίπλα, παράστεκε μια μικρότερη, η βοηθητική. Άλλα εννέα μικρά τόξα, δεξιά κι αριστερά, ήταν για να ενεργοποιούνται στις πλημμύρες του χειμώνα, απ’ ότι φαίνεται όμως όχι πάντα αποτελεσματικά … νομίζω έχουμε πια τα στοιχεία να αφηγηθούμε τη, σύντομη χρονικά, πολύ ενδιαφέρουσα μορφολογικά, ιστορία του γεφυριού του Καλόγηρου στη Φιλιππιάδα Πρέβεζας.
Το κυρίως γεφύρι, βασική και βοηθητική καμάρα, χτίζει, 1853 με 1857, ο ηγούμενος της Μονής Προφήτη Ηλία Διονύσιος απ’ το Ελευθεροχώρι∙ αυτό περισσότερο σαν τάμα, παρά για κάλυψη επιτακτικής ανάγκης …
Οι δύσκολες συνθήκες της περιοχής αναγκάζουν τον επόμενο ηγούμενο, Ιερόθεο Μπάικο από την Άρτα, να συνεχίσει, να μεγαλώσει εκατέρωθεν, το έργο, χτίζοντας, ως το 1861, τις έξω καμάρες. Μεγάλο και δύσκολο το γεφύρι, πολλά τα χρόνια, πολλά και τα χρήματα που χρειάστηκαν -αντίστοιχα, 9 έτη, παραπάνω από 1.200 λίρες …
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν η κυκλοφορία αυξάνεται, οι τούρκοι προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα του χειμώνα κατασκευάζοντας τη μακριά οδογέφυρα Χαμηδιέ …
Το εξ ολοκλήρου πέτρινο παλιό τοξωτό γεφύρι συνεχίζει να λειτουργεί, τουλάχιστον το καλοκαίρι, επιβάλλοντας τ’ όνομά του στο χώρο, την αισθητική του στο χρόνο. Αυτό -για την ακρίβεια το βασικό, δίτοξο τμήμα του- αναφέρει ο Σχινάς, φωτογραφίζουν ο Boissonas και η Χρουσάκη …
Στους αγώνες 12-13, για να προωθούνται στο μέτωπο εφόδια απ’ τον πλωτό Λούρο, καταστρέφεται τμήμα του, που αμέσως μετά επισκευάζεται …
Η εταιρεία Boot, στις παραμονές του 1940, στη διάρκεια των αποξηραντικών εργασιών της, γκρεμίζει τους τοξωτούς εκατέρωθεν διαδρόμους, κι ολόκληρη τη Χαμηδιέ …
Στα σκληρά χρόνια της Κατοχής, τη νύχτα από 4η προς 5η Ιουλίου του 1943, ανατινάζεται και χάνεται οριστικά το δίτοξο -όπως στην αρχή- γεφύρι του Καλόγηρου …
Σήμερα, σε πυκνά χόρτα, ελάχιστα κατάντι της τσιμεντένιας με την άσφαλτο γέφυρας -κι αυτή του …Καλόγηρου- διατηρούνται τμήματα των ακρόβαθρων, για να θυμίζουν σ’ όσους ξέρουν. Κοντά τους και μια μαρμάρινη πλάκα που έστησε, «εις μνήμην», ο τελευταίος ηγούμενος του μοναστηριού -πριν κι αυτό εγκαταλειφθεί.
Του Σπύρου Μαντά
Εκπαιδευτικός
Ερευνητής - Συγγραφέας
Δημιουργός του “Αρχείου Γεφυριών Ηπειρώτικων”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου