Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Η ομιλία του γιατρού Μάνθου Δαρδαμάνη ''Η καντάδα στην Πρέβεζα'', στα πλαίσια του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της πόλης.

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΤΩΝ 100 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΕΒΕΖΑΣ ΤΟ 1912  ΜΕ ΤΙΤΛΟ «Η ΚΑΝΤΑΔΑ ΣΤΗΝ ΠΡΕΒΕΖΑ»

24/10/2012
Επίσημοι προσκεκλημένοι. Κυρίες και κύριοι. Αγαπητοί συμπολίτες.

Κατά πρώτον θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Δήμο Πρέβεζας για την τιμή που μου επιφύλαξε με την ανάθεση αυτής της ομιλίας - παρουσίασης του ιστορικού της καντάδας στην Πρέβεζα. 

Ιδιαιτέρως όμως θα ήθελα να ευχαριστήσω τον ακάματο καλλιτέχνη Γιάννη Νικολαϊδη για την επιλογή του να εμπιστευτεί σε μένα την παρουσίαση αυτού του έργου του, που αποτελεί άλλωστε και την όλη αποψινή εκδήλωση. Ο Γιάννης Νικολαϊδης με την απαράμιλλη τέχνη της κάμερας αποτυπώνει και απαθανατίζει τα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δρώμενα της πόλης μας που αποτελούν ήδη ιστορική παρακαταθήκη.

Αν με τη φαντασία και το λογισμό μας γυρίσουμε 100 χρόνια πίσω θα ακούμε τους ήχους των κανονιών και των πυροβόλων μέσα σε αλαλαγμούς χαράς και απέραντου ενθουσιασμού για την απελευθέρωση των υποδούλων Ελλήνων και τον διπλασιασμό της Ελλάδας, ενώ η Μεγάλη Ιδέα που σιγόκαιγε επί δεκαετίες στις καρδιές όλων έγινε φλόγα και πίστη, ότι η Μεγάλη Ελλάδα γεννιέται όπου να ναι. Ρίγη συγκινήσεως και εθνικής επάρσεως νοιώθουμε όλοι όταν βλέπουμε τα φωτογραφικά ή τα κινηματογραφικά στιγμιότυπα από την είσοδο του στρατού μας στη Θεσσαλονίκη ή τα Γιάννενα. Τα αισθήματα αυτά μας τα χαρίζουν οι εμπνευσμένοι εκείνοι οπερατέρ των μαχών, σύγχρονος συνεχιστής των οποίων είναι και ο αποψινός συμπολίτης μας καλλιτέχνης, το ντοκιμαντέρ του οποίου θα μας ταξιδέψει σε νοσταλγικές, ρομαντικές στιγμές του παρελθόντος. Προϋπόθεση για ένα ντοκιμαντέρ είναι η ύπαρξη πρωτογενούς αρχειακού υλικού. Δυστυχώς τέτοιο δεν υπάρχει ή μη μόνον της τελευταίας εικοσιπενταετίας. Καθίσταται, ως εκ τούτου, επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας αναπαραστάσεων, πολύ δύσκολο εγχείρημα με τα πενιχρά μέσα ενός ερασιτέχνη καλλιτέχνη. Προηγούμενα όμως ντοκιμαντέρ του Γιάννη Νικολαϊδη εγγυώνται και για την αποψινή βραδιά μια νοσταλγική μυσταγωγία. 

Εκείνη την εποχή, που στην ιστορία μας έχει καταχωρηθεί ως «η εποχή των Βαλκανικών πολέμων», ο λαός μας ενώ με αγωνία παρακολουθούσε τα πολεμικά γεγονότα ταυτόχρονα πανηγύριζε, τραγουδούσε, γλεντούσε. Σε όλη την Ήπειρο αντηχούσε το κλαρίνο, το τσάμικο, το πωγωνίσιο, το ζαγορίσιο και το κλέφτικο. 
Η Πρέβεζα, αποτελούσε το λιμάνι ανεφοδιασμού του στρατού της Ηπείρου. Στην πόλη μας, μοναδική σε όλη την Ήπειρο, δεν τραγουδιούνταν μόνο τα δημοτικά τραγούδια αλλά και μελωδίες ιταλικής επιρροής όπως οι καντάδες. 
Ως γνωστόν, μετά τον πόλεμο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με την Αυστρία και τη Βενετία, με τη συνθήκη του Πασάροβιτς το 1718 η Πρέβεζα περιήλθε υπό Βενετική κυριαρχία μέχρι της καταλύσεως της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας το 1797 από τα στρατεύματα του Μεγάλου Ναπολέοντα. Την επόμενη χρονιά ακολουθεί η κατάληψη της Πρέβεζας και η σφαγή από τα στρατεύματα του Αλή Πασά. 
Η Βενετσιάνικη κατοχή και η Επτανησιακή επιρροή άφησαν τη σφραγίδα τους και στην πόλη μας, μοναδική σε όλη την Ήπειρο. Τα Επτάνησα αποτέλεσαν για τον Ελληνισμό νησίδα πολιτισμού, αφού αυτά δε γνώρισαν παρά ελάχιστη Οθωμανική κατοχή και αυτή για λίγο μόνο στη Λευκάδα, ενώ αποτέλεσαν Βενετσιάνικες κτήσεις με πρώτη την Κέρκυρα, ήδη από το 1204, χρονιά της άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. 
Έτσι λοιπόν η Ιταλική επιρροή στη μουσική ζωή της Επτανήσου είναι προφανής και έντονη. Έξοχο δείγμα επτανησιακού λαϊκού αστικού τραγουδιού είναι η καντάδα. Το όνομά της προέρχεται από το λατινικό ρήμα cantare που σημαίνει τραγουδώ. Οι καντάδες χαρακτηρίζονται από τη Δυτική πολυφωνία τύπου «πρίμο - σεκόντο - μπάσο» και η κάθε φωνή εκτελείται συνήθως από πολλά πρόσωπα και όχι «σόλο». Αρκετές δημιουργήθηκαν από συνθέτες που κατά κύριο λόγο ανήκουν στην Επτανησιακή Μουσική Σχολή και στην Νεοελληνική Εθνική Μουσική Σχολή. Κύριοι εκπρόσωποι αυτού του είδους ο Νικόλαος Μάντζαρος που μελοποίησε τον Εθνικό μας ύμνο και ο Διονύσιος Λαυράγκας, ενώ στίχους έγραψαν πολλοί ποιητές μεταξύ των οποίων και ο Διονύσιος Σολωμός. Για τις περισσότερες όμως καντάδες δεν γνωρίζουμε ούτε τους στιχουργούς, ούτε τους συνθέτες.

Οι καντάδες συνοδεύονταν από κιθάρες και μαντολίνα, ενώ συχνά οι παρέες τις τραγουδούσαν και χωρίς τη συνοδεία οργάνων. Αργότερα θα προστεθεί και το ακορντεόν χωρίς να επηρεαστεί το ύφος της μελωδίας. 
Η επτανησιακή καντάδα φαίνεται να πέρασε στην Ηπειρωτική Ελλάδα μετά την ένωση της Επτανήσου το 1864. Διαδόθηκε ταχύτατα και έγινε ιδιαίτερα αγαπητή στα αστικά κέντρα, γεγονός που σηματοδοτεί την γέννηση της Αθηναϊκής καντάδας, που συνδέεται με τους Αθηναίους ρομαντικούς ποιητές του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, όπως ο Γεώργιος Δροσίνης, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, ο Ιωάννης Πολέμης και άλλοι. Η Αθηναϊκή καντάδα διαφέρει από την Επτανησιακή στο ότι η πρώτη διαθέτει λόγιο χαρακτήρα ενώ η δεύτερη φέρει πιο έντονα το λαϊκό στοιχείο. 
Η καντάδα συνδέθηκε στενά με τη συνήθεια των νέων να τραγουδούν τα βράδια κάτω από το παράθυρο της αγαπημένης τους, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό τα αισθήματά τους. Έτσι καθιερώθηκε και η φράση «πάμε να κάνουμε μια καντάδα;». Αυτού του είδους τα τραγούδια έγιναν πολύ δημοφιλή στην Πρέβεζα, μπήκαν στις ψυχές των νέων της εποχής που τα τραγούδησαν και τα μετέφεραν μέχρι τις μέρες μας, αρκετοί από τους οποίους, παππούδες πια βρίσκονται απόψε ανάμεσά μας. Η καντάδα είναι μελωδική και ευχάριστη. Τα τραγούδια αντηχούσαν πάντα με το ίδιο θέμα : αγάπη, λουλούδια, φυσική ομορφιά, τη θάλασσα και την ίδια την ομορφιά της ζωής. 


Η Πρέβεζα είναι μια πολυτραγουδισμένη πόλη. Οι κανταδόροι και οι μουσικοί της από την αυγή της απελευθέρωσης του 1912 τουλάχιστον μέχρι και σήμερα έχουν μια χωροχρονική συνέχεια που ελπίζουμε ότι ποτέ δε θα σταματήσει. Είναι όλοι εκείνοι που μας κάνουν ρομαντικούς, ευαίσθητους και ερωτευμένους με τις μελωδίες τους. Με την καντάδα ξυπνούν την αθωότητα του ερωτικού καλέσματος με μουσική κάτω από τον αστρόφωτο ουρανό. 

Οι κανταδόροι της Πρέβεζας, γεννημένοι εδώ ή καταγόμενοι από Λευκάδα, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά ή άλλες περιοχές της Ελλάδας που η τύχη τους έφερε εδώ, πολιτογραφήθηκαν Πρεβεζιάνοι, αποτελώντας τη μουσική ψυχή της πόλης μας. 
Ας μου επιτραπεί να αναφερθώ ενδεικτικά σε κάποιους από αυτούς, όπως αναφέρονται στο βιβλίο του Χρήστου Μαρκή «Κανταδόροι της Πρέβεζας (1925-2000)», προσβλέποντας στην κατανόηση όλων των άλλων ισαξίων, την αναφορά των οποίων η εισαγωγική αυτή ομιλία δεν επιτρέπει.

Σπύρος Χρόνης ,Συνθέτης και στιχουργός
Καταγόταν από μουσική οικογένεια και ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της καντάδας. Με το ακορντεόν στα χέρια αλώνιζε τις Πρεβεζιάνικες γειτονιές τα βράδια, σκορπίζοντας τις γλυκές του μελωδίες.

Κίμων Μαρκής, συνθέτης
Μεγάλο ταλέντο στη μουσική, ασχολήθηκε κυρίως με το πιάνο και την κιθάρα, αν και ήταν γνώστης πολλών μουσικών οργάνων. Έγραψε τραγούδια που κυκλοφόρησαν σε δίσκους όπως : «Τα δεκαοχτώ σου χρόνια», «Χρόνια σε καρτερώ να ξαναρθείς», «Αθήνα», «Μπιάνκα», «Με τον μπερέ τον κόκκινο».

Σπύρος Δήμας , συνθέτης και στιχουργός
Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε το επάγγελμα του Δικηγόρου από το 1943 μέχρι και το 1984. παράλληλα ασχολήθηκε και με τη μουσική, η οποία τελικά και τον κέρδισε. Μεγάλο μουσικό ταλέντο, κατείχε με άριστα τα πτυχία Αρμονίας, Αντιστίξεως και Φούγκας. Έπαιζε πιάνο με μεγάλη άνεση και κοντά του μαθήτευσαν αρκετοί Πρεβεζιάνοι. Το 1990 τιμήθηκε από τον Δήμο Πρέβεζας και τον Δικηγορικό Σύλλογο της πόλης με ξεχωριστή διάκριση για τα όσα προσέφερε στον τόπο μας.

Χρήστος Μαρκής, συνθέτης και στιχουργός
Το 1995 μαζί με τον Τάσο Άρμπυρο (κιθάρα), τον Γιάννη Παγγέ (ακορντεόν), Νιόνιο Παλάτζα (βιολί), Νότη Σιδέρη και Γιώργο Μαρτεσιάν (κιθάρες), καθώς και πολλούς άλλους γνωστούς κανταδόρους (γυναίκες και άντρες), διοργάνωσαν ίσως μια από τις τελευταίες καντάδες στην Πρέβεζα, τραγουδώντας σε διάφορες γειτονιές παλιά τραγούδια. Η ανταπόκριση από τους Πρεβεζιάνους ήταν άμεση. Με τον Τάσο Άρμπυρο, πέρα από τις ντόπιες καντάδες, πήγαιναν και στην Άρτα στο μαγαζί του Σπύρου Ζαρκαλή, μεγάλου κιθαρίστα, όπου έπαιζαν τρεις κιθάρες μαζί. Σκεφτείτε τι γινόταν στις γειτονιές της Άρτας όταν έπαιζαν την επιτυχία της εποχής «Σουσουράδα- σουσουράδα, ψέματα μου λες αράδα».

Γιάννης Βούρβαχης, στιχουργός
Η κανταδόρικη παρέα του ήταν οι : Κίμων Μαρκής, Σπύρος και Λάκης Χρόνης, Κώστας Χαρίσης, Λύσσανδρος Βασιλάς, Φώντας Κατσικομβόρδος κ.α. Έπαιζε βιολί και μαντολίνο. Συμμετείχε σε συναυλίες του Στεργιώτη (χορωδία και μπάντα) και σε απογευματινές ορχήστρες στη Φυλακή του Παντοκράτορα για ψυχαγωγία των φυλακισμένων (1932). Το κέντρο, στο οποίο τραγουδούσε με την κομπανία του γέμιζε ασφυκτικά και πολλοί καθόταν όρθιοι για ν' ακούσουν κανταδόρικα τραγούδια. 

Σπύρος Παππάς, συνθέτης και στιχουργός
Το τραγούδι του «Κάποιος γιορτάζει» είχε παγκόσμια επιτυχία και ιδιαίτερα στην Ισπανία, Γαλλία, Ολλανδία, Μεξικό, Ουρουγουάη κ.α. Τραγουδήθηκε από μεγάλες χορωδίες σε συναυλίες εντός και εκτός Ελλάδας. Ο Σπύρος αγαπούσε την καντάδα και αντιμετώπιζε με σεβασμό τους μουσικούς που τους θεωρούσε ουσιαστικούς φορείς καλλιτεχνικής έκφρασης. Τα βράδια με τους φίλους του Τάκη Δράκο, Φώντα Κατσικομβόρδο, Πολυχρόνη Βερυκοκάκη, Σωτήρη Θεοχάρη, Τάκη Γαβανόζη, Αχιλλέα Ντίλιο και τους βετεράνους μουσικούς Τάκη Λάππα, Σπύρο Πατρινό, Γιάννη Παγγέ, Λάκη Χρόνη και άλλους αξιόλογους Πρεβεζάνους δεν άφηναν στενοσόκακο ατραγούδιστο.

Τάσος Καρμανιόλας
Είχε το ταλέντο του μεγάλου τραγουδιστή και την ευχέρεια να κάνει όλες τις φωνές (πρίμο, σεκόντο, τέρτσο, βαρύτονο ακόμα και μπάσο) γιατί τον βοηθούσε το «μέταλλο» της φωνής του. Όταν τραγουδούσε ο Τάσος σταματούσε η ορχήστρα και το χειροκρότημα του κόσμου τον έκανε να συνεχίζει ακούραστος, επί ώρες, το τραγούδι.

Αγνή Τσακαλώτου
Η Αγνή θεωρείται από τις πρωτοπόρες γυναίκες στο μουσικό όργανο. Εκείνη την εποχή που η πόρτα της μουσικής ήταν σχεδόν κλειστή για τις γυναίκες, δε δίστασε να κάνει τη δική της «επανάσταση» και φοιτώντας σε ωδείο έμαθε να παίζει βιολί με μεγάλη δεξιοτεχνία. Ψηλή, λεπτή και σοβαρή κρατούσε το δοξάρι σαν τους βιρτουόζους του βιολιού. Είχε ξεχωριστή προτίμηση στα τραγούδια του Αττίκ. Λένε ότι το τραγούδι « Με τον μπερέ τον κόκκινο» γράφτηκε για την Αγνή.

Σπύρος Ηλιόπουλος ή «Πατρινός»
Ο Σπύρος ζούσε κυρίως από τη μουσική. Άριστος σαξοφωνίστας, δεν έλλειψε ποτέ από την τότε μόνιμη ορχήστρα της Πρέβεζας, στους χορούς, στους γάμους, στα γλέντια και τις καντάδες. Ο Σπύρος κοιμόταν με το σαξόφωνο στην αγκαλιά του. 


Τάκης Δράκος
Ο Τάκης είχε τόσο μεγάλο πάθος για την καντάδα, που ξημέρωνε στις γειτονιές. Μια βραδιά συνελήφθη από αστυνομικό όργανο για «Διατάραξη Κοινής Ησυχίας» και οδηγήθηκε στο αυτόφωρο. Δικαστής ήταν ένας Λευκαδίτης που αγαπούσε τη μουσική. Είπε στον Τάκη : « πάρε το ακορντεόν σου και παίξε μας ένα κομμάτι». Ο Τάκης έκπληκτος έπαιξε και ο δικαστής απευθυνόμενος στον αστυνομικό του είπε : «Να μη ξαναφέρεις ποτέ στην αίθουσα αυτή κανταδόρο».

Κώστας Τσακαλώτος
Έπαιξε φλάουτο στη Φιλαρμονική Πρέβεζας για πολλά χρόνια. Η πραγματική του αγάπη όμως ήταν η καντάδα. Κάθε βράδυ ήταν παρών στις ταβέρνες, σε σπίτια, σε χορούς και μουσικές βραδιές με τελικό αποκορύφωμα την καντάδα, με τους φίλους του Ντίνο Φονταρά (τραγούδι), Στράτο Σταμουλάκη (κιθάρα), Αχιλλέα Ντίλιο (ακορντεόν) και τον εφοριακό Κόντο (τραγούδι).

Ανδρέας Φαμπιάνος
Ο Ανδρές Φαμπιάνος μαζί με τον Οδυσσέα Μαρίνο, τον Μπίλια και τον αδελφό του Αντώνη καθώς και με άλλους Πρεβεζιάνους ξεκίνησαν τις Μίνι- Βαρκαρόλες, αρχικά με τα «πριάρια» και στη συνέχεια με τα καΐκια, κάνοντας τη διαδρομή Πρέβεζα - Λασκάρα τραγουδώντας κανταδόρικα τραγούδια. Τα δύο αδέρφια Ανδρέας και Αντώνης έπαιζαν τα κουταλοπίρουνα σαν επαγγελματίες. Ο Ανδρέας τα κουτάλια και ο Αντώνης τα πιρούνια και σε συνδυασμό με φυσαρμόνικα και κιθάρα ήταν περιζήτητοι στις καντάδες.

Κίμων Γαντζίας
Σε συνδυασμό με τη χαβάγια του και τη σιγανή πρίμα φωνή του ήταν ένας από τους πιο γλυκούς κανταδόρους τραγουδιστές. Όταν πήγαινε στα Γιάννενα για αθλητικούς αγώνες, το βράδυ ξεσήκωνε τους Γιαννιώτες με την κιθάρα του και όργωνε την πόλη τραγουδώντας παρέα με τους φίλους του.

Κίμων Νίκας
Ο Κίμων ήταν αυτός που παρέσερνε τους φίλους του να πάνε νυχτιάτικα στα Γιάννενα, στην Άρτα, στη Λευκάδα και σε άλλα μέρη εκτός Πρέβεζας για να τραγουδήσουν.

Οδυσσέας Μαρίνος
Θεωρείται ένας από τους πρώτους που ξεκίνησαν τις βαρκαρόλες. Φαίνεται ότι το μικρόβιο αυτό το μετέδωσε στους μετέπειτα κανταδόρους και χορωδούς που συνέχισαν αυτή τη θαλάσσια πορεία όχι με πριάρια, αλλά με μεγάλα καΐκια και αργότερα με τα φέρυ - μποτς.

Ντίνος Φονταράς
Είχε στην Πρέβεζα αρχικά τον κινηματογράφο «Gloria» και μετά την «Όαση». Υπήρξε επίσης για μερικά χρόνια και ιδιοκτήτης κινηματογράφου στη Φιλιππιάδα. Έπαιζε κιθάρα και ήταν «η καρδιά της καντάδας».

Λάκης Λιόντος
Με τη γυναίκα του Τασία έκαναν καταπληκτικό ντουέτο (υψίφωνος εκείνη- βαθύφωνος αυτός), ένας συνδυασμός που σε κρατούσε εκστατικό. Πήγαιναν μαζί σε σπίτια συγγενών και φίλων και έδιναν πραγματικό «ρεσιτάλ» τραγουδιού.

Σπύρος Σταμουλάκης ή παπάρας
Ο Σπύρος θεωρούνταν ένα από τα καλύτερα «σεκόντα» της εποχής εκείνης. Τραγουδούσε συνήθως ντουέτο με το Βαγγέλη Ματιάτο. Χρημάτισε πρόεδρος. κρασοπατέρων στην Πρέβεζα, πάντα με εκλογές που γινόταν στην ταβέρνα του Γκάφα. Λόγω του Σπύρου στην ταβέρνα αυτή σύχναζαν πολλοί κανταδόροι. Ως πρόεδρος κανταδόρων - κρασοπατέρων είχε δώσει εντολή στον ταμία του να δίνει κουπόνια στους άπορους κανταδόρους - μπεκρήδες.

Τάσος Κορωναίος
Ο Τάσος αγαπούσε παθολογικά τα μουσικά όργανα. Από όλα τον κέρδισε τελικά η κιθάρα, την οποία δεν αποχωρίστηκε ως το θάνατό του.

Πολυδεύκης Απέργης
Ο Πολυδεύκης από μικρός ήταν μέσα στο τραγούδι γιατί ο πατέρας του μπαρμπα - Ανδρέας είχε το κέντρο « Απέργη» κοντά στα παλιά σφαγεία από όπου πέρασαν τουλάχιστον οι μισοί κανταδόροι της Πρέβεζας.

Γιάννης Σαρδελής
Ο Γιάννης είχε μελωδική χορωδιακή φωνή και ζούσε πραγματικά την καντάδα. Πρώτα η καντάδα και μετά όλα τα άλλα. Εκείνη την εποχή θα τον έβρισκες στο Χοροδιδασκαλείο Τσαλικίδη, στο «Ακρογιάλι» του Χρόνη, στα «Χάνια» του Κατσικομβόρδου, στην «Αγράμπελη» του Λαμπάτου και στην «Παλόμα» του Μυζίκου. Με το Στράτο Σταμουλάκη ξεσήκωναν όλη την παρέα και έφερναν άνω κάτω τις γειτονιές της Πρέβεζας, τραγουδώντας όλη τη νύχτα. 

Κούλα Αρταβάνη
Η Κούλα ήταν από τις γυναίκες που τόλμησε να βγει στην καντάδα από μικρό κορίτσι και τούτο γιατί όλα τα αδέρφια της ήταν μουσικόφιλοι και με καλές φωνές. Η παρέα της ήταν μικτή. Γυναίκες, η Μαριγώ Καραγιαννίδη, η Άνοιξις Μαγκλάρα, και οι τρεις αδερφές της. Άνδρες, ο Δημήτρης Γαβανώζης στην κιθάρα, ο Σπύρος Παππάς στο ακορντεόν, ο Πέτρος Ζάγκλης, ο Κώστας Αυγερινός, ο Άλκης Μαυρομάτης κ.α.

Αγνή Γιαννουλάτου- Κουρεμένου
Ερωτευμένη με την καντάδα, αλώνιζε τα στενά, τα σοκάκια και τις γειτονιές. Όταν βρίσκονταν σε κέντρα με παρέες όλοι τη χειροκροτούσαν και τη προέτρεπαν να συνεχίσει το εξαίρετο τραγούδι της.

Καίτη Ζηκίδη-Γερόλυμου
Με τις φίλες της Αντιγόνη Μαγκλάρα, Κούλα Κούρεντα, Μερόπη Σπαρτιώτη, Βασιλική Μίχα, Μαρία Χρηστογιάννη, Αντώ Κωστακιώτη και άλλες, δεν δίσταζαν να τραγουδούν στους δρόμους, ακόμη και με βροχή, όπως κάποια βραδιά περπατώντας από την Πρέβεζα μέχρι τον Άγιο Σπυρίδωνα ή στις βαρκαρόλες με τη βάρκα του Πάνου του Αμερικάνου ή Πητ. Κάπως έτσι ξεκίνησαν οι καντάδες στη θάλασσα και η Καίτη είναι μια από τις πρωτοπόρες σε αυτού του είδους τις εκδηλώσεις.

Τάκης (Δημήτρης) Καράμπελας
Για πολλά χρόνια υπήρξε αθλητής στους δρόμου ημιαντοχής (800μ και 1500μ.) έλαβε μέρος στους Πανηπειρωτικούς αγώνες ΑΚΤΙΑ καθώς και σε άλλες μεγάλες εκδηλώσεις κλασικού αθλητισμού σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας με πολλές διακρίσεις (κύπελλα, μετάλλια, διπλώματα κ.α.). Αγαπούσε παράλληλα και τη μουσική και πιο πολύ την καντάδα που την υπηρέτησε με ζήλο ανάλογο με αυτό που έδειξε και στο στίβο. Επί μια δεκαετία και πλέον με τους φίλους του Χρήστο Μαρκή, Μάκη Στρακαντούνα, Αποστόλη Αλφαντάκη, Κώστα Γερογιάννη, Βλησάρη Ταπρατζή, Γιώργο Κατωπόδη, Λάκη Σπαρτιώτη, Νίκο Ράπτη και Γεώργιο και Αθανάσιο Πουρναρόπουλο τραγουδούσε πρίμο όλα τα τραγούδια της εποχής.

Τόλης Μαργαρώνης
Αυτοδίδακτος, έπαιζε στα νεανικά του χρόνια κιθάρα «ακομπανιαμέντο». Μεγάλος γλεντζές και κανταδόρος στις νυχτερινές μουσικές εξορμήσεις του που γινόταν από την Παλόμα στην Κοκκινιά, είχε συντρόφους του τους φίλους του Λεωνίδα Μπαρκούζο, Μάκη Στρακαντούνα, Κώστα Γερογιάννη, Τιμολέοντα Βέσκα και Στάθη Φλασκασοβίτη. Από την Κοκκινιά τραγουδώντας και παίζοντας τις αγαπημένες τους μελωδίες έφταναν κοντά στα ξημερώματα στη Βρυσούλα.

Μάκης Στρακαντούνας
Αρχική παρέα του στην καντάδα, αμέσως μετά την κατοχή ήταν οι : Χρήστος Μαρκής, Τάκης Καράμπελας, Λάκης Σπαρτιώτης, Κώστας Γερογιάννης, Γιώργος Κατοπώδης, Αθανάσιος και Γεώργιος Πουρναρόπουλος, Βελησσάρης Ταπραντζής και στη συνέχεια ήταν με τους Τόλη Μαργαρώνη, Λεωνίδα Μπαρκούζο, Τιμολέοντα Βέσκα, Κώστα Γερογιάννη κ.α. Στέκια τους η «Παλόμα» στην Κοκκινιά, «Νάτση» πίσω από το κάστρο του Αγίου Ανδρέα, «Χάνια» του Φώντα Κατσικομβόρδου και το Χοροδιδασκαλείο του Τσαλικίδη.

Λεωνίδας Μπαρκούζος
Από το 1951 έως το 1967 ασχολήθηκε ενεργά με το ποδόσφαιρο. Ποδοσφαιριστής ο ίδιος υπήρξε μέλος της ομάδας «Νικόπολη» και το 1963 αρχηγός του «ΠΑΣ Πρέβεζα». Παράλληλο ενδιαφέρον του ήταν η μουσική. Ιδρυτικό μέλος της χορωδίας «Αρμονία», παρέμεινε σε αυτή ως χορωδός για 20 χρόνια, καθώς και στη χορωδία «Ηχοχρώματα» συμμετέχοντας σε συναυλίες εντός και εκτός Ελλάδας. Στην Πρέβεζα είχε στέκια του την Παλόμα, τον Αμβρόσιο, τον Ζαμπέλη και το Χοροδιδασκαλείο Τσαλικίδη, αγαπημένους τόπους συγκέντρωσης όλων των φίλων της μουσικής. Ο ίδιος συνεχίζει να δίνει το παρόν ακομπανιάροντας παλιά και νέα τραγούδια.

Τιμολέων Βέσκας
Το επάγγελμά του είναι κουρέας. Το κουρείο του βρίσκεται σε ένα από τα πιο όμορφα και γραφικά μέρη της Πρέβεζας, στο Σαϊτάν Παζάρ. Ο Τιμολέων έχει παραμείνει ένας έφηβος, ένας ρομαντικός θιασώτης της καντάδας.

Μιράντα Αλφαντάκη - Παπαδημητρίου
Το χρώμα της φωνής της σε συνδυασμό με το πάθος της για τη μουσική την έκαναν πάντα να ξεχωρίζει. Ήταν η Μιράντα της καντάδας. 

Βαγγέλης Μικρούλης
Ο Βαγγέλης υπήρξε ένας από τους πλέον ενθουσιώδης κανταδόρους και έχει «αφήσει όνομα» με το μουσικό του ταπεραμέντο και την ικανότητά του να παρασύρει την παρέα του στο τραγούδι.

Νότης Σιδέρης
Η φωνή του είναι φωνή βαρύτονου, τενόρου, πλούσια και πηγαία. Παίζει ωραία κιθάρα και μοιράζεται την αγάπη του για τα μουσικά όργανα με το γιο του που παίζει κιθάρα, αρμόνιο και πιάνο.

Αλέκος Ρούγκας
Από μικρός είχε πάθος με τη μουσική και δεν έπαψε ποτέ να το καλλιεργεί. Με τη στενή παρέα του, το Νότη Σιδέρη και τον Γιώργο Μαρτεσιάν, δημιουργούν ένα καταπληκτικό «τρίο» που έχει συμβάλλει πολύ στην κανταδόρικη ιστορία της Πρέβεζας.

Αγαπητοί συμπολίτες,
Φιλόμουση Ομήγυρη
Ταξιδέψαμε και εμείς μαζί με τους κανταδόρους προς τα πίσω. Είναι και αυτός ένας τρόπος να αντιστέκεσαι, σαν αποφασίζεις να ανακαλείς στις μνήμες των άλλων γεγονότα και εικόνες που η θύμησή τους αφήνει κάποιο δάκρυ να κυλήσει. Σε αυτό το δάκρυ ελπίζουμε, αυτό εμπιστευόμαστε για να κρατήσουμε «ζωντανά» μέσα στο νου και το λογισμό μας αυτές τις εικόνες, αυτό τον τρόπο ζωής. Η καντάδα είναι ένας τρόπος ζωής. Είναι μια πλευρά της ζωής μας που δείχνει πως υπάρχουν ευαισθησίες, λεπτά συναισθήματα και αγάπη σε όλες τις μορφές.
Ας σταματήσω όμως εδώ, για να απολαύσουμε το έξοχο ντοκιμαντέρ του δημιουργού Γιάννη Νικολαϊδη, βλέποντας μουσική και ακούγοντας εικόνες.

Σας ευχαριστώ πολύ

www.topikifoni.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: