Αθάνατο ελληνικό καλοκαίρι! Κάθε
χρόνο και πιο ασφυκτικά ζεστό, ακολουθώντας την πλανητική κλιματική αλλαγή. Κάθε
χρόνο, ιδίως μετά το μνημονιακό ορόσημο του 2010, απειλητικά ακίνητο, πριν από
το ζοφερό φθινόπωρο των «πρόσθετων μέτρων».
Ο Αύγουστος ήταν σταθερά την
τελευταία εικοσαετία ο κατεξοχήν αστικός και υπαλληλικός μήνας διακοπών. Μια
ολόκληρη εποχή συμπυκνώνεται σε έναν «μήνα», ανατρέποντας ημερολόγια: 20
Ιουλίου-20 Αυγούστου, αυτό είναι το μεταμοντέρνο καλοκαίρι, εκεί όπου πριν από
πενήντα-εξήντα χρόνια η καλοκαιριά απλωνόταν από του Αη-Γιωργιού μέχρι του
Αη-Δημητριού, ακολουθώντας τα βήματα των κοπαδιών από τα χειμαδιά στα
βοσκοτόπια.
Η περίοδος αυτή είναι γεμάτη από θρησκευτικές γιορτές - αφορμές
για αντίστοιχα λαϊκά πανηγύρια : Προφήτης Ηλίας, Αγία Παρασκευή, Μεταμόρφωση του
Σωτήρα. Ανά δυο - τρεις - πέντε μέρες, μια γιορτή. Και όργανα και λαϊκή
εμποροπανήγυρις, για να ξαποστάσει ο αγρότης άλλοτε, για να επανοικειοποιηθεί
σήμερα την επαφή με την ιδιαίτερη πατρίδα ο εσωτερικός ή εξωτερικός μετανάστης,
για να γνωρίσει τον τόπο ο παραθεριστής.
Κορύφωση των καλοκαιρινών
πανηγυριών ο Δεκαπενταύγουστος, δηλαδή η Κοίμηση της Παναγιάς, δεν είναι ένας
ακόμη θάνατος. Είναι ένας ύπνος βαθύς και μια ανάληψη στον ουρανό, ώστε, σύμφωνα
με τη χριστιανορθόδοξη παράδοση, να αποκτήσει κάθε ανθρώπινη προσευχή μια
«μητρική μεσολάβηση» στον Χριστό. Ένα ξόδι, λοιπόν, ένας αποχαιρετισμός. Και
όπως δεν υπάρχει στη λαϊκή παράδοση αλλά και στην ανθρώπινη φύση «γάμος χωρίς
κλάματα και κηδεία χωρίς γέλια», θύμησες, τραπέζι και τραγούδι, έτσι και τον
Δεκαπενταύγουστο.
Γλέντια, μπάντες, ζυγιές,
παραγγελιές, χορός, τραγούδι και ένα θαύμα
Στα πανηγύρια του
Δεκαπενταύγουστου η Ελλάδα αναστενάζει. Όσο και αν λησμονιέται η διάσταση του
επικήδειου τραπεζιού, τα Δεκαπενταυγουστιανά πανηγύρια ακριβώς αυτό αντηχούν.
Και την προσμονή ενός «θαύματος», που γι' αυτό μπορεί κάποιος να τάξει και να
φτάσει σε μακρινά μέρη. Σε μια ελληνική επικράτεια διάστικτη από προσκυνήματα,
ξωκλήσια, εκκλησίες, ανθρωπομαζώξεις και μουσικοσυνάξεις. Ιδιαίτερα πλούσια σε
έθιμα δεν είναι πλέον η γιορτή του Δεκαπενταύγουστου. Ο «εναλλακτικός» με
λαογραφικά ενδιαφέροντα παραθεριστής δεν θα συναντήσει μεταμφιέσεις,
τελετουργικές πυρές, λαϊκή μαντεία. Θα βρει όμως ζωντανά γλέντια, με μπάντες,
ζυγιές, παραγγελιές, χορό και πολύ τραγούδι.
Σε κάποια νησιά, όπως στην
Κέρκυρα, την Πάτμο και την Ικαρία, θα βρει ακόμη τις γυναίκες να ανθοστολίζουν
τον Επιτάφιο της Παναγιάς. Και αλλού, όπως στην Παναγία Σουμελά της Βέροιας, θα
παρευρεθεί στη λιτανεία της ποντιακής εικόνας της Κοίμησης της Παναγίας, ενίοτε
συνοδευόμενη από ενοχλητικές δόσεις
εθνικισμού.
Στην ανηφόρα της τηνιακής
Χώρας
Όμως όλα τα βλέμματα στρέφονται φυσικά στη Λούρδη του
Αιγαίου: την πανίσχυρη Μεγαλόχαρη, που δεσπόζει στο κατεξοχήν προσκυνηματικό
νησί της Ελλάδας, την Τήνο. Εκεί, στην ανηφόρα της Τηνιακής Χώρας, οι
ανεξάντλητες περιπτώσεις πόνου, ελπίδας και προσωπικών ιστοριών αποτυπώνουν
δεινά κομμάτια της νεότερης ελληνικής πραγματικότητας: από τη μετανάστευση και
την ξενιτιά μέχρι την. ανεπάρκεια του πάλαι ποτέ ΕΣΥ, από τα οποία μόνο ένα
θαύμα Της - κυριολεκτικά - μοιάζει να μπορεί να μας σώσει.
Η Τήνος, λοιπόν,
«παίζει» μόνη στην κορυφή, σε δική της κατηγορία. Βάζοντας το χέρι στο καλάθι με
τα υπόλοιπα «αντιπροσωπευτικότερα» πανηγύρια του Δεκαπενταύγουστου, βρίσκουν με
εκείνα των βλαχοχωριών της Δυτικής Μακεδονίας, της Πυρσόγι-αννης στην Ήπειρο,
της Ολύμπου στην Κάρπαθο, της Μονής Βουλκάνου και του Χαλβάτσου στην
Πελοπόννησο. Στη Σαμαρίνα, από τα υψηλότερα χτισμένα χωριά της Ελλάδας,
μαζεύονται τα ελληνόφωνα και βλαχόφωνα «παιδιά της Σαμαρίνας», για να ευχηθούν
«Άνιι μούλτσιι» (χρόνια πολλά στα βλάχικα, δηλαδή στα λατινικά) στο «Πάσχα του
καλοκαιριού», τον Δεκαπενταύγουστο. Κυριαρχούν το παραπονιάρικο Γρεβενιώτικο
βιολί, τα βήματα του «τσιάτσιου» (χορού που αναβιώνει τα τελευταία χρόνια τη
δεύτερη μέρα του Δεκαπενταύγουστου), αλλά και οι οθωμανικές βρύσες, ο στωικός
Σμόλικας και οι διάσπαρτοι ορεινοί νερόμυλοι.Παρόμοια η ατμόσφαιρα και τα
ηχοτοπία στη Σμίξη, στην Αβδέλα αλλά και στην επίσης ορεινότατη Βλάστη της
Κοζάνης με τον επιβλητικό «τρανό χορό», με αυστηρή διάταξη των χορευτών στους
επάλληλους κύκλους ανάλογα με την καταγωγή, το φύλο, την ηλικία: μια «χορευτική
ανάγνωση» των κοινωνικών τάξεων του χωριού.
Η
τρόικα πετσόκοψε την ιεροτελεστία της χαρτούρας
Λίγο
νοτιοδυτικότερα στην Ηπειρο, σε ένα από τα φημισμένα μαστοροχώρια των χτιστάδων
της πέτρας, την Πυρσόγιαννη, καμιά σαρανταριά χιλιόμετρα από την Κόνιτσα, οι
ντόπιοι μουσικοί βγάζουν τα όργανα από τις θήκες την παραμονή της Παναγίας στην
πλατεία του χωριού για να συνεχίσουν την επομένη το πρωί στο σφηνωμένο στα
σφεντάμια και τις κρανιές ξωκλήσι της Παναγίας, κάπου 6 χιλιόμετρα αγροτικού
δρόμου στο βουνό, και μετά πάλι στην πλατεία του χωριού.
«Κάποτε στην
Πυρσόγιαννη τα αρνιά ψένονταν αράδα» μονολογούν οι Χοριανοί, τώρα τα δυο βιολιά,
το ακορντεόν, το λαγούτο και τα ντέφια αμήχανα βλέπουν τις παραγγελιές να
αραιώνουν, μια και η τρόικα πετσόκοψε και την ιεροτελεστία της
«χαρτούρας».
Πάσχα κάτω από τον
αυγουστιάτικο ήλιο
Σε άλλο βουνό, δωδεκανησιακό, στην Όλυμπο της
Καρπάθου, οι λύρες και τα λαούτα συνοδεύουν πένθιμα το ξόδι της Παναγιάς. Σε
αυτή τη νησίδα μητριαρχίας, με τη μελαχρινή αυστηρή ματιά των γυναικών κάθε
ηλικίας να κρύβεται πίσω από το πλουμιστό κεφαλομάντιλο, ο «Κάτω Χορός» μπρος
στο εκκλησάκι της Παναγιάς κρατά ώρες, σε μια ατμόσφαιρα που θυμίζει αρκετά
Πάσχα κάτω από τον αυγουστιάτικο ήλιο. Και αν διόδια για βόρεια και ναύλα για
νησιά είναι τσουχτερά, υπάρχει πάντα η ανεξερεύνητη Πελοπόννησος με τον νέο
οδικό άξονα και τα πρόσφατα καμένα εναπομείναντα δασωμένα μέρη της Αρκαδικής
διάβασης.
Πιο νότια κείται η Μεσσηνία, μια άλλη Μεσσηνία από αυτή των γκολφ
του Κόστα Ναβαρίνο και της αντιφατικά «ήπιας τουριστικής ανάπτυξης». Στο χωριό
Κεφαλόβρυσο (κάποτε Χαλβάτσο) στο κέντρο του νομού και στα600 μέτραυψόμετρο, την
παραμονή και ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου θυμούνται με το ντόπιο κλαρίνο τα
ξεχασμένα τραγούδια του τόπου, ενώ στα εδέσματα του πανηγυριού φιγουράρουν πια
συνταγές ξεχασμένες με βρώσιμες μαυρολιές, από τις καλύτερες στο είδος τους.
Μεσσηνιακή φιλοξενία; Πρόκληση για ανακάλυψη!
Οσο για τα αμοργιανά, τα
φολεγανδριανά, τα ικαριώτικα και λοιπά δεκαπενταυγουστιανά πανηγύρια, είναι όλα
στη διάθεση των περιηγητών. Το βιολί τους ακούγεται στα αυτιά όλων μας και οι
μπάλοι ζαλίζουν στις γυροβολιές του ποδόγυρου, όσο και αν αυτός στένεψε και
κόντυνε.
Πανηγύρια δεκαπενταυγουστιανά, λοιπόν, παντού και για όλα τα
γούστα.
Πανηγύρια στεριανά, βουνίσια και νησιώτικα. Πανηγύρια με echo,
«γουρ'νοπούλα» και μπίρα στον αλωμένο δυτικό Μοριά και την
Αιτωλοακαρνανία.
Πανηγύρια αργόσυρτα στην Ήπειρο. Τελετουργικά στα
Δωδεκάνησα.
Με ζυγιά στις Κυκλάδες. Με λύρες, λαούτα και ρακές στη
λεβεντογέννα Κρήτη.
Πανηγύρια και σε κάθε σπίτι που έχει Δέσποινα, Κρυστάλ-λω
και Λεμονιά (από τα αντίστοιχα νησιώτικα «θεοτοκωνύμια», όπως τα λένε), Συμέλα
(από τη Σουμελά), και βεβαίως Παναγιώτη, Παναγιώτα και Μαρία. Πιείτε ένα
ποτηράκι σε ό,τι καλά μας κρατεί.
Τρεις
οδηγίες προς πανηγυρίστας: σιγανά και ταπεινά.
1. Μην αναζητάτε το
εξωτικό στο πολυδιαφημισμένο
Το πανηγύρι του κοντινού χωριού, ίσως και του
χωριού μας, κρύβει μυστικά που αξίζει να τολμήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε. Το
πολύ γνωστό είναι συχνά και στερεοτυπικά τυποποιημένο.
2. Μακριά από το
φολκλόρ του πανηγυριού. Η αλληλεγγύη, τα κοινά γεύματα, η φιλοξενία, η
«αλληλογνωριμία», το καλωσόρισμα και το κατευόδιο είναι οι αξίες των πανηγυριών,
και της παραδοσιακής κοινωνίας. Αυτά είναι που επιστρέφουν ελπιδοφόρα σε καιρούς
κρίσης και απελπισίας - δηλαδή σήμερα.
3. Μείνετε στην «εξωτερική
στοιβάδα»του φιλοξενούμενου. Είτε ανήκετε στους μυημένους του πανηγυρικού
τουρισμού είτε στους νεόκοπους, θυμηθείτε ότι τον ρυθμό και τους κανόνες τούς
δίνουν οι ντόπιοι φορείς του δρώμενου: από το κοινό γεύμα μέχρι το άνοιγμα του
χορού στους ξένους. Δεν ήρθατε στο σπίτι τους να τους πείτε πότε να σερβίρουν,
ούτε να τους δείξετε τα βήμα α του ικαριώτικου όπως τον μάθατε στον χορευτικό
σύλλογο της πόλης. Η γιαγιά μαγείρισσα θα βάλει όταν και όσο θέλει/πρέπει
«γαμοπίλαφο» και ο μερακλής μεσοτοπίτης Μυτιληνιός θα χορέψει όπως αυτός
ζυγιάζει τα βήματά του. Οι καλές προθέσεις μας, η υπερβολική προθυμία και ζέση
για συμμετοχή αθέλητα δημιουργούν διαχωρισμό ανάμεσα στο «εμείς οι ντόπιοι» και
το «εσείς οι ξενομερίτες». Σιγανά και ταπεινά, με υπομονή και προσοχή στο
«νεύμα», την ιδιαίτερη «χειρονομία» κάθε τόπου. Καλά μας
πανηγύρια.
www.topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου