Γράφει η Αντωνιάδου Γεωργία
Η Κατερίνα Σχισμένου έχει γεννηθεί στην Άρτα μα έχει μεγαλώσει στο Βερολίνο. Ασχολήθηκε με την ψυχολογία, την φιλοσοφία, την προσχολική αγωγή, την γερμανική γλώσσα και την ειδική αγωγή. Αυτό που την έχει κερδίσει και ασχολείται αρκετά χρόνια, είναι η μετάφραση, η αρθρογραφία και τα Πολιτιστικά δρόμενα. Κάτι που μπορεί να ανακαλύψει κανείς και μέσα από το περιεχόμενο του βιβλίου της με τίτλο “Στοιχειωμένη Ήπειρος”. Πολλοί θα αναρωτηθούν, γιατί συγκεκριμένα την Ήπειρο, έχουμε απάντηση και σε αυτό. Είναι η πατρίδα της και την αγαπάει απίστευτα όπως δηλώνει και η ίδια. Καθώς ένα από τα αγαπημένα της χόμπι είναι να ταξιδεύει πολύ και να βλέπει καινούρια μέρη, ιστορίες και ανθρώπους.
Αρχικά θα ήθελα να πω ότι ήταν χαρά μου που διάβασα το βιβλίο σας και ότι θεωρώ αρκετά ενδιαφέρον θέμα την λαογραφία μας. Με εξέπληξε, όπως ήδη ανέφερα, το πόσο πίσω βρισκόμαστε ακόμα στις αντιλήψεις μας και πόσα πράγματα συμβαίνουν μέχρι και στις μέρες μας. Ας ξεκινήσουμε καθώς ανυπομονώ να σας ρωτήσω πολλά πάνω σε αυτό και πιστεύω και ο κόσμος θα ήθελε να τα μάθει.
Η αρχική ιδέα να γράψετε αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο, από πού προήλθε; Διότι πρόκειται για μαρτυρίες όπως θα παρατηρήσει κανείς αν το πάρει στα χέρια του.
Σας ευχαριστώ αρχικά για τα καλά σας λόγια αλλά και για τη βαθιά ματιά σας στο βιβλίο μου «Στοιχειωμένη Ήπειρος» από τις εκδόσεις Πηγή. Πρόκειται ακριβώς όπως παρατηρήσατε και σεις για μαρτυρίες. Εξ΄άλλου γράφουμε συχνά όχι μόνο με τη φαντασία μας αλλά και με ιστορίες, βιώματα που μας συγκλόνισαν και μας συγκλονίζουν. Ήταν ένα ταξίδι αρκετά μακρινό στην συγκέντρωση, καταγραφή αλλά και λογοτεχνική επεξεργασία όλων αυτών των μαρτυριών- εμπειριών γιατί συχνά δεν είναι απλό να ακούς ή να βλέπεις ακόμη κι όταν δεν φαίνεται κάτι ή λανθάνει. Επίσης μερικές ήταν «επικίνδυνες» μαρτυρίες, θα προκαλούσαν τριγμούς και γι΄αυτό και μόνο έπρεπε η παρουσίασή τους να γίνει με έναν διαφορετικό τρόπο. Εδώ αναλαμβάνει η λογοτεχνία να αλλάξει, να προσαρμόσει, να συμπληρώσει τα κενά. Γι΄αυτό έχει και τόσο μεγάλη δύναμη η καταγραφή, η γραφή αλλά πάνω απ΄όλα η διαχείριση της ελευθερίας του καλλιτέχνη, του συγγραφέα. Δεν γράφεις, πλάθεις, δημιουργείς , ποιείς κάτι καινούργιο. Και φυσικά θέλει τόλμη και θάρρος να γράψεις, ή κάποιες φορές να φανερώσεις ή και ν΄αποκρύψεις.
Πώς ήταν η εμπειρία σας την στιγμή που σας εξιστορούσαν τις ιστορίες αυτές; Και ποιες οι δικές σας αντιδράσεις και σκέψεις πάνω στο κάθε ζήτημα;
Πολλές από αυτές τις ιστορίες μου τις εμπιστεύτηκαν. Σε ανύποπτο χρόνο και τόπο και μάλιστα άτομα που δεν περίμενα να μου μιλήσουν για μια τόσο προσωπική τους εμπειρία και όταν μάλιστα ο δεσμός ήταν μόνο φιλικός και όχι βαθύτερος. Ίσως η απόσταση που δημιουργεί ή αίρει η απλή οικειότητα και η χαλάρωση που αισθανόμαστε κάποιες φορές δίπλα σε ανθρώπους που τους θεωρούμε πως απλά θα μας ακούσουν χωρίς να μας κρίνουν ή να μας αξιολογήσουν ή να βγάλουν την τοξική τους αληθοφάνεια και κανονιστικό όπλο, μας κάνει να συζητάμε για τα πάντα, ή απλά να αφηγούμαστε. Υπήρξαν ιστορίες που άκουσα μέσα σε λίγα μόλις λεπτά από τα πρόσωπα που τις άντλησα, πριν πάρουν και φορέσουν πάλι την πανοπλία τους και την σκληρή τους μάσκα. Δεν ξέρω γιατί μου τις αφηγήθηκαν, ίσως τελικά για να πάρουν την σημερινή μορφή αυτού του βιβλίου. Ποτέ δεν εκμυστηρεύεσαι κάτι βαθύ ή τόσο σκοτεινό χωρίς λόγο. Από την άλλη οι αντιδράσεις μου πάντοτε είναι απόλυτα φυσιολογικές μιας και εκείνη τη στιγμή καταγράφω και προσπαθώ ενδοσκοπικά να εισχωρήσω στην ψυχική στιγμή-ρωγμή του αφηγητή. Πρέπει να είμαι ψύχραιμη και με διαυγή νου και ψυχή για να κατανοήσω ώστε μετέπειτα να επεξεργαστώ αλλά και τοποθετήσω.
Θα θέλατε να συνεχίσετε με το κομμάτι αυτό της λαογραφίας και σε άλλες περιοχές της χώρας μας ή του εξωτερικού;
Είναι κάτι που ήδη το κάνω. Ταξιδεύω ή έστω ταξίδευα προ πανδημίας αρκετά και έκανα τις καταγραφές μου. Στα Καρπάθια και στον πύργο του Δράκουλα, σε μικρούς και «ανυποψίαστους» χώρους όπου έχουν γίνει στο παρελθόν απίστευτα τραγικά πράγματα και απλώς τα βήματα του χρόνου τα έχουν καλύψει, στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια στον τόπο μου την Ήπειρο. Δεν αλλάζουν οι άνθρωποι, οι εποχές αλλάζουν συχνά. Επίσης θέλω να επισημάνω και κάτι για τη λαογραφία τουλάχιστον αυτή που μου παρέχει το δικό μου το υλικό. Έχουμε συχνά στο μυαλό μας πως η λαογραφία είναι κάτι το μακρινό και ανήκει στο παρελθόν, δεν είναι όμως έτσι μιας και βρίσκεται και σήμερα στην καθημερινή μας ζωή, δίπλα μας μπροστά μας κι όχι υποχρεωτικά πίσω μας, αφού την βρίσκουμε σε καθημερινές συμπεριφορές κοινωνικές δομές και εθιμικά σχήματα που επιβιώνουν κάπως έως τις μέρες μας. Δεν εμφανίζεται τίποτα από το πουθενά, όλα έχουν μια αρχή, μια συνέχεια και έτσι συμβαίνει και σε όλα τα ανθρώπινα πράγματα.
Πως νιώθετε που πολλά από αυτά τα γεγονότα μπορεί να λαμβάνουν χώρα και σήμερα, στην δική μας εποχή;
Βλέπουμε δυστυχώς πως η ελληνική κοινωνία δεν έχει αποποιηθεί το σχήμα της πατριαρχίας που δρα συχνά εγκληματικά για τη γυναίκα έως σήμερα. Δείτε πόσες γυναικοκτονίες «χτύπησαν» τώρα τελευταία την ελληνική κοινωνία, για ποιό λόγο συνέβησαν και πώς. Είχαν όλες τόσα πολλά κοινά στοιχεία που αναρωτιέσαι πόσο τελικά έχει αλλάξει ή πρέπει και μπορεί η ελληνική κοινωνία. Δεν την ονομάζω σύγχρονη, γιατί το σύγχρονο είναι το παροντικό χωρίς κατ΄ανάγκη να είναι και το προοδευτικό ή ιδανικά καλά εξελισσόμενο. Από τα διηγήματα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και του Κώστα Χατζόπουλου που εισήγαγαν την κοινωνική πεζογραφία στον ελληνικό χώρο και κατέγραψαν πρώτοι τέτοια φαινόμενα, χωρίς να είναι οι μοναδικοί δεν απέχουμε ίσως και πολύ. Όλα μπορούν να συμβούν και κάθε στιγμή, από κάθε χέρι. Το μόνο τραγικό είναι πως συμβαίνει από αντρικό χέρι προς γυναίκες και παιδιά, μια απίστευτη βαρβαρότητα που στιγμάτισαν το γυναικείο σώμα και το «έντυσαν» με περιοριστικούς κανόνες ηθικής και σκληρούς νόμους που λειτουργούσε και λειτουργεί φυσικά μόνο για το ένα φύλο. Έχει τον καθοριστικό και ηγεμονικό ρόλο της τιμωρίας και εξουσίας. Πόσο σκοτάδι δεν έχει προκαλέσει σε όλες τις κοινωνίες αυτό και πόσο περισσότερο σε μικρές ή απομακρυσμένες; Και πόσο ακόμη;
Θέλω να σας ρωτήσω συγκεκριμένα να μας πείτε λίγα λόγια για την ιστορία «Ο Στοιχειωμένος Τόπος» είναι από αυτά που πήραν μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου.
Ο στοιχειωμένος τόπος είναι ο δικός μου τόπος, ένας ιδιαίτερος χώρος που τον επισκέπτομαι συχνά και τον απολαμβάνω. Βρίσκεται στον Αμβρακικό κόλπο, έχει διαφορετικό χρώμα και ύφος κάθε εποχή, τον παρατηρώ και τον καταγράφω. Είναι φιλόξενος και απρόσιτος, φιλικός και εχθρικός, ροζ και γκρι, γαλάζιος και μαύρος. Είναι ένας ιδιαίτερης ομορφιάς τόπος που συνομιλούμε εδώ και πολλά χρόνια. Είναι ο τόπος μου, είναι εκεί που συμβαίνουν περίεργα πράγματα κάποιες φορές, ακριβώς όπως τον περιγράφει και ο τίτλος του, «στοιχειωμένος», έχει φαντάσματα, φωνές μακρινές, πνιγμούς και εγκλήματα, σκοτεινές πλευρές, αλλά και ένα τόσο γλυκό και ζεστό πρόσωπο που πολλοί κρατούν μόνο αυτό. Όποιος δεν έχει δει ξαφνικό μπουρίνι μέσα στον Αμβρακικό και το σκληρό και σκοτεινό πρόσωπο του τόπου δεν μπορεί να διακρίνει και ν΄απολαύσει την ηρεμία και σιωπή της στιγμής μετά από κάτι σκοτεινό και απειλητικό. Χαίρομαι πολύ που το ξεχωρίσατε και έχει μεγάλη συνάφεια με την τελευταία ιστορία μιας και κάνει ουσιαστικά έναν κύκλο. Λίγοι το εντόπισαν, ακόμοι λιγότεροι το κατανόησαν και λίγοι έχουν ζήσει τα «περίεργα» και «ιδιαίτερα» αυτού του τόπου. Έχει πολλά σκοτεινά και περίεργα σημεία ο τόπος αυτός. Είναι μια μεγάλη πρόκληση.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε συγκεκριμένα με την συγγραφή; Θα γράφατε κάτι διαφορετικό σαν θεματολογία στο πέρας του χρόνου;
Η συγγραφή είναι ένα ταξίδι που δεν ξέρεις πού σε βγάζει εφ΄όσον δεν είναι κάτι προκαθορισμένο και στενό. Ξεκινάς και γράφεις και σε οδηγεί η γραφή. Όσο με θυμάμαι, από τότε που έπιασα το μολύβι, και το είχα πιάσει πολύ σφιχτά δεν το ξανάφησα. Πάντοτε έγραφα, σημείωνα, είχα κρυφά και φανερά τετράδια, είχα τα σημειωματάρια. Άρχισα ν΄αρθρογραφώ πριν χρόνια στον τύπο, σε περιοδικά, μπήκα στο χώρο του βιβλίου και νομίζω πως είναι κάτι μαγικό αλλά και απαιτητικό. Γιατί ούτε μπορείς να πείς μια μέρα θυμωμένος, το αφήνω, το εγκαταλείπω, δεν ξαναπιάνω μολύβι, πληκτρολόγιο, είναι μια ασθένεια. Η ασθένεια της έντυπης έκφρασης θα έλεγα, όπου ντύνεις τη σκέψη σου με γράμματα και λέξεις. Και είναι και μια μεγάλη ευθύνη γιατί έτσι αποτυπώνεις και επίσημα τη σκέψη σου, σε διαβάζουν και σε κρίνουν, σε γνωρίζουν και σε προσεγγίζουν άνθρωποι, αναγνώστες που ποτέ δεν θα συναντούσες ή δεν θα επικοινωνούσες μαζί τους. Μια μυστική σχέση του συγγραφέα με τον αναγνώστη που θα κρατήσει το έργο του στα χέρια του. Δεν αποκλείω τίποτα για τη θεματολογία, μπορεί να γίνει πιο τολμηρή, ίσως και πιο σκοτεινή, θα δείξει.
Για να σας γνωρίσουμε και κάπως καλύτερα, με τι άλλο ασχολείστε στον ελεύθερο σας χρόνο και στην ζωή σας;
Πάλι με τη λογοτεχνία ασχολούμαι, διαβάζω όσο πιο πολύ μπορώ, ταξιδεύω, κολυμπάω και περπατάω ή περιπλανιέμαι στον Αμβρακικό αλλά και σε άλλες θάλασσες, προχωρώ στα σκοτεινά αναζητώντας το μυστήριο. Κι όχι πάντα. Εργάζομαι αρκετά, έως υπερβολικά, ασχολούμαι με πράγματα που κάποτε θα φάνταζαν ίσως πολύ περίεργα. Κάθομαι και παρατηρώ, αφουγκράζομαι, επισκέπτομαι χώρους αρχαιολογικούς, μυστήριους, περιοχές, ακούω τους ανθρώπους και όσα θέλουν να μου αφηγηθούν και κλειδώνω εμπειρίες και βιώματα σε πολύ ιδιαίτερες θυρίδες, σπάνιους και καλά φυλαγμένους θησαυρούς που για μένα είναι ο προσωπικός μου πλούτος. Όταν θα ωριμάσει και θα θελήσει να βγει, θα βρει τον ιδιαίτερο δρόμο του. Ευτυχώς η τέχνη μας δίνει την ελευθερία της έκφρασης και την επιλογή της μορφής, άλλοι με τη ζωγραφική, τη μουσική, τη γλυτική, την ποίηση, τη λογοτεχνία. Εγώ επέλεξα τις λέξεις που άλλες φορές τις οδηγώ και άλλες φορές με οδηγούν αυτές.
Θέλετε να μας προτείνετε κάποιους αγαπημένους σας συγγραφείς που πιστεύετε ότι πρέπει να διαβάσει κάποιος σίγουρα;
Η κλασική λογοτεχνία είναι η βάση της λογοτεχνίας. Εάν κάποιος δεν διαβάσει κλασικούς δεν μπορεί να έχει κανένα μέτρο σύγκρισης και αυτογνωσίας. Επομένως δεν ξεκινάς από το σήμερα θέλοντας να γράψεις για το σήμερα. Το σήμερα ήταν χθες και θα γίνει αύριο. Είναι μια νομοτέλεια που αν δεν την σεβαστείς δεν θα έχεις σκιά και βάρος. Αγαπάω τον Μίλαν Κούντερα για την « Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», την Σιμόν ντε Μποβουάρ για το «’Ολοι οι άνθρωποι είναι θνητοί», την Σύλβια Πλαθ για τον « Γυάλινο κώδωνα», τον Κ. Θεοτόκη, Κ.Χατζόπουλο, Γ. Σεφέρη, Ο. Ελύτη, Τ. Μόρρισον, Τολστόι και Ντοστογιέφσκι, τον Οβίδιο και τον Μάρκο Αυρήλιο, τον Χ. Έσσε και Χ. Μπέλ… Αγαπώ την αυθεντική και σκληρή γραφή, εκεί που το πνεύμα αντιστέκεται και μεγαλουργεί, λάμπει.
Τι είναι αυτό που περιμένουμε από εσάς στο κοντινό μέλλον; Υπάρχει στα σκαριά κάποιο καινούριο βιβλίο που ετοιμάζεται;
Ναι πράγματι, συνεχίζω το γλυκό ταξίδι της γραφής, ολοκληρώνοντας άλλες 18 ιστορίες που περιμένουν να δουν κι αυτές το φως βγαλμένες από το σκοτάδι κι ένα μεγαλύτερο έργο που αφορά μια απρόσμενη συνάντηση. Ελπίζω να καταφέρω να τα δω κι αυτά ολοκληρωμένα μιας και οι εποχές μας έχουν πολλές απαιτήσεις και εμπόδια που δεν ξέρουμε πια πώς να πορευτούμε καμιά φορά. Εγώ επιλέγω τον δρόμο της καρδιάς μου και ελπίζω πως δεν θα με προδώσει. Σας ευχαριστώ πολύ.
Μπορείτε να βρείτε την Κατερίνα Σχισμένου, εδώ.
Καθώς και να διαβάσετε το άρθρο με την παρουσίαση του βιβλίου της Κατερίνας Σχισμένου “Στοιχειωμένη Ήπειρος”, εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου