Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Σκαντζόχοιροι και αλεπούδες των μεταρρυθμίσεων.


Ο σπουδαίος πολιτικός στοχαστής Αιζάια Μπερλίν (Isaiah Berlin), στο δοκίμιο του «ο σκαντζόχοιρος και η αλεπού» (1953), προσεγγίζει την έννοια της ιστορίας στο έργο του Τολστόι (Tolstoy) χρησιμοποιώντας τη ρήση του αρχαίου ποιητή Αρχίλοχου, «η αλεπού γνωρίζει πολλά πράγματα, αλλά ο σκαντζόχοιρος ένα σπουδαίο πράγμα». Για παράδειγμα, ο Πλάτωνας εντάσσεται στους «σκαντζόχοιρους» και ο Αριστοτέλης στις «αλεπούδες». Ο Δάντης (Dante) ανήκει στους πρώτους και ο Σαίξπηρ (Shakespeare) στις δεύτερες.
Τα κατοπινά χρόνια, το διανοητικό παιχνίδι του Μπερλίν δεν άφησε ασυγκίνητους τους κοινωνικούς επιστήμονες, οι οποίοι χρησιμοποίησαν το παράδειγμά του προκειμένου να καταδείξουν τα διαφορετικά διανοητικά πλαίσια εντός των οποίων οι ειδικοί διαμορφώνουν τις αντιλήψεις τους. Μάλιστα, ο Φίλιπ Τέτλοκ (Philip Tetlock), στο βιβλίο του «εμπεριστατωμένη πολιτική απόφαση» (2006), προχώρησε στη μελέτη ενός πλήθους εμπειρικών δεδομένων, με σκοπό να κατατάξει και να αξιολογήσει έναν αριθμό ειδικών επιστημόνων σε διάφορους τομείς γνώσης (οικονομικά, δημόσια πολιτική, κ.τ.λ) στους δύο βασικούς «ιδεοτύπους» της διαδικασίας λήψης απόφασης. Τα αποτελέσματα της έρευνάς του έδειξαν ότι οι «αλεπούδες» διέθεταν αυξημένη ικανότητα πρόβλεψης αλλά και προσαρμογής στις αλλαγές του περιβάλλοντος συγκριτικά με τους «σκαντζόχοιρους» που παρουσίαζαν την τάση να υποβαθμίζουν τα δεδομένα που δεν φαίνονταν να επαληθεύουν τις εδραιωμένες πεποιθήσεις της μακροθεωρίας τους.

Μεταφέροντας την παραπάνω θεώρηση στην ελληνική πολιτική συγκυρία, δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε ότι στη διαχείριση της σημερινής οικονομικής κρίσης κυριαρχούν οι «σκαντζόχοιροι» και απουσιάζουν οι «αλεπούδες». Στη μία πλευρά στέκονται εκείνοι που αποδίδουν τον εκτροχιασμό των προγραμμάτων προσαρμογής («μνημόνιο») στις «αποτυχίες της κυβέρνησης» (government failure), ήτοι στην απροθυμία ή την ανικανότητα των κυβερνητικών ελίτ να προωθήσουν τις συμφωνημένες προβλεπόμενες ρυθμίσεις. Η αδυναμία επίτευξης της στοχοθεσίας (που η ίδια η τρόικα έχει συμφωνήσει) και η καθυστέρησή των κέντρων λήψης απόφασης της ευρωζώνης στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους αποτελούν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της αντίληψης. Η υπερβολική εμπιστοσύνη στους αυτοματισμούς των αγορών συχνά τους οδηγεί στο να υποβαθμίζουν εκείνες τις ενδείξεις-αλλαγές του εξωτερικού περιβάλλοντος που υποδεικνύουν την αναγκαιότητα αναπροσαρμογής της στρατηγικής τους. Έτσι για παράδειγμα, οι εκπρόσωποι των δανειστών μας δείχνουν παροιμιώδη αδιαφορία στη βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας, καθώς λανθασμένα θεωρούν ότι αναμενόμενα «τα πράγματα θα χειροτερεύσουν πριν γίνουν καλύτερα».
Στην άλλη πλευρά τοποθετούνται εκείνοι που αποδίδουν την αδυναμία διεξόδου από τη δυσχερή δημοσιονομική μας κατάσταση στις «αποτυχίες της αγοράς» (market failure). Η δυσπιστία και ενίοτε η εχθρότητα πολλών εξ αυτών απέναντι στις αγορές τους ωθεί να αναζητούν λύσεις σε «εξω-αγοραστικές» ρυθμίσεις από ένα «καλοπροαίρετο» και ισχυρό κράτος και να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε περισσότερο ή λιγότερο ευφάνταστες λύσεις, όπως τα σενάρια περί επιστροφής στη δραχμή.
Έτσι λοιπόν, και τα δύο στρατόπεδα προσεγγίζουν την ελληνική κρίση με ιδεολογικά ερμηνευτικά σχήματα, τα οποία σε τελευταία ανάλυση περισσότερο δυσκολεύουν παρά διευκολύνουν την ανάταξη της οικονομίας και της κοινωνίας. Ειδικότερα, παραγνωρίζουν κρίσιμα ζητήματα της πολιτικής οικονομίας των μεταρρυθμίσεων. Ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την οικοδόμηση κοινωνικής και πολιτικής συναίνεσης, την έκταση και την ένταση των προωθούμενων αλλαγών, την κατανομή των βαρών της προσαρμογής κ.τ.λ, και τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν στην επιτυχή εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Τελικά, ανάμεσα στους «σκαντζόχοιρους» της δημοσιονομικής προσαρμογής και στους «σκαντζόχοιρους» της δραχμής, αναζητούνται οι κατάλληλες πολιτικές ηγεσίες-«αλεπούδες», οι οποίες με οξυδέρκεια, πραγματισμό και διανοητική μετριοπάθεια, θα κατορθώσουν να θέσουν την οικονομία σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και να διασφαλίσουν την ευημερία των Ελλήνων πολιτών. Βέβαια, το πώς αυτές θα αναδειχθούν σε Ελλάδα και Ευρώπη, είναι ένα διαφορετικό -και μάλλον δυσκολότερο- ερώτημα να απαντηθεί...

του Δημήτρη Σκάλκου 
Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας

www.ppol.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: