Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Ο αφισοκολλητής...



Ποτέ μου δεν άνηκα πουθενά. Σε καμία φοιτητική παράταξη ή σε συνδικαλιστική ομάδα. Απολιτικός κατά Αριστοτέλη; Άραγε αυτό να εννοούσε ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, όταν παρότρυνε τους κατοίκους της Αθήνας να συμμετάσχουν στα κοινά και στην πολιτική ζωή του τόπου; 

Οι επιπτώσεις του φανατισμένου συνδικαλισμού και της χρωματισμένης φοιτητικής φανέλας σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελούν προάγγελο της σύναψης πελατειακών σχέσεων με την κρατική εξουσία. Δεν χρειάζεται κανείς να σκέπτεται για πολλή ώρα τον λόγο. Ας ανοίξει ένα ιδιωτικό κανάλι την ώρα των ειδήσεων και θα καταλάβει πολλά. Πάρα πολλά. Οι αφισοκολλητές στις σχολές και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα εξελίσσονται σαν τον πίθηκο του Δαρβίνου. Για αυτούς θα ανέπτυξε μεγάλος αυτός ερευνητής τη θεωρία της εξέλιξης. Οι αφισοκολλητές, λοιπόν, προοδεύουν. Μετά τα φοιτητικά πάρτι και τις συνελεύσεις, αποκτούν αξιώματα και βγαίνουν στην κοινωνία με το μέτωπο καθαρό. Η παράταξη στην οποία άνηκαν πάντα υπάρχει αφανώς από πίσω τους και τους σπρώχνει σε νευραλγικές θέσεις-κλειδιά. Μετά την αφίσα έρχεται το γραφείο σε άτομο «μεγάλου» κύρους, έπειτα έρχεται η επαύξηση αρμοδιοτήτων, όπως φερ' ειπείν η συγγραφή λόγων βουλευτή ή και υπουργού κι ύστερα... Ύστερα, φίλοι μου, έρχεται η καρέκλα. Αυτή η τόσο βαριά καρέκλα που, αν και με παροδική κολλητική ταινία, ο κάτοχός της νομίζει ότι θα ΄ναι πάντα δεμένος μαζί της. Σας θυμίζουν κάτι αυτά που λέω; Μπορεί; Μπορεί και όχι; Δεν έχει σημασία αυτό. Σημασία έχει ότι ο κανόνας της tabula rasa στο κράτος αυτό δεν θα ισχύσει ποτέ. Έχω την αίσθηση ότι ποτέ δεν θα ξεκινήσει κανείς από κοινή αφετηρία, ώστε να φανεί ο ικανότερος στη διαδρομή ή κι αν ξεκινήσουν από κοινή αφετηρία στην πορεία αυτός που έχει πάρει τα αναβολικά θα διακριθεί. Ποιος θα 'ναι αυτός; Ναι... Ναι... Πολύ σωστά μαντέψατε. Ο αφισοκολλητής. Είναι ντροπή; Για αυτόν σίγουρα όχι. Είχε το θάρρος και το θράσος να αναδειχτεί, να τους κάνει να τον αγαπήσουν και μετά μην τον είδατε. Ασφαλώς και δεν γενικοποιώ το φαινόμενο. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι δέκτες του μηνύματος αυτού του άρθρου, μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ.


Πάντοτε προτιμούσα να παρακολουθώ τα γεγονότα και να αρθρώνω πολιτικό (και όχι κομματικό) λόγο με τους φίλους μου ως ένας πολίτης που του επιτρέπεται ακόμη να ψηφίζει από την υποτυπώδη μας Δημοκρατία. Μια de lege ferenda δημοκρατία που, χωρίς να σέβεται τον εαυτό της, δεν μπορεί να σεβαστεί ως επακόλουθο και τους ίδιους της τους εχθρούς. Τους εχθρούς που η ίδια δημιούργησε.
Είναι κακό να έχεις πολιτικό λόγο; Όχι, ασφαλώς. Θα έλεγα ότι είναι επιτακτικό μάλιστα. Είναι κακό να έχεις κομματικό λόγο; Όχι. Χωρίς το «ασφαλώς» εδώ. Όταν ο κομματικός λόγος είναι στηριγμένος στο συμφέρον της χώρας και όχι βασισμένος σε ατομικά συμφέροντα, όταν είναι δομημένος πάνω σε γερά επιχειρήματα και ανιδιοτελή κίνητρα και όχι σε σαθρά ποιήματα χρωματισμένης προπαγάνδας που συνήθως μαθαίνονται απ' έξω, τότε ναι. Ο κομματικός λόγος είναι όχι μόνο επιτρεπτός αλλά και ευπρόσδεκτος από τον απέναντι, ό,τι κι αν υποστηρίζει. Το αντίθετο θα οδηγούσε σε μισαλλοδοξία και θα παρέπεμπε σε ιδεολογίες (νεο)ναζιστικής υφής, που είναι και της μόδας.
Αποτελεί οξύμωρο πλέον το γεγονός ότι αναρωτιόμαστε αν έπρεπε να γίνουμε κι εμείς αφισοκολλητές. Αν έπρεπε να βγούμε κι εμείς για ψάρεμα ψήφων. Αν έπρεπε κι εμείς να παίξουμε από φοιτητές τους «πρώιμους μεγάλους», να φορέσουμε τη γραβάτα και να βγούμε παγανιά. Όμως σταματώ να αναρωτιέμαι όταν, στη σκέψη όλων αυτών, θυμάμαι το εξής που είχε ειπωθεί πάνω σε μια στιγμή ρομαντισμού: «Όταν η αξία των ρούχων που φοράς ξεπερνά την αξία σου ως άνθρωπο, ξεκίνα το πούλημα».

Tου Κώστα Λεϊμονή
Ο Κώστας Λεϊμονής είναι δικηγόρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου