Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Να σώσουμε την πατρίδα. Κι ενώ οι οικογένειες Λάτση και Νιάρχου δίνουν έμπρακτα το παρόν σ΄αυτή την δύσκολη συγκυρία, στο εσωτερικό της χώρας νεόπλουτοι πολιτικοί και επιχειρηματίες εμφανίζονται να διαγκωνίζονται για το ποιος θα κρύψει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τα κλοπιμαία από πάσης φύσεως μίζες και προμήθειες.


Δύο παγκοσμίου φήμης οικογένειες Ελλήνων κροίσων, επενδύουν στην Ελλάδα την ίδια στιγμή που χιλιάδες «πονηροί» συμπολίτες μας σήκωσαν, μόνο τα τελευταία χρόνια, πάνω από 70 δις από ελληνικές τράπεζες για αγνώστους προορισμούς του εξωτερικού.

Η εταιρεία Lamda ΔΟΜΗ ΑΕ, η οποία είναι 100% θυγατρική της Lamda Development (του Ομίλου Λάτση) εξαγόρασε έναντι 81 εκατ. Ευρώ το Διεθνές Κέντρο Ραδιοτηλεόρασης (ΙBC). Λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα η οικογένεια Νιάρχου ανέθεσε στην ΓΕΚ Τέρνα την κατασκευή του έργου «Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος»

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, το «Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος» θα κατασκευαστεί σε έκταση 232.000 τ.μ. στο Δήμο Καλλιθέας και θα στεγάσει την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος και την Εθνική Λυρική Σκηνή. Επίσης, το έργο περιλαμβάνει τη δημιουργία χώρων πρασίνου (Πάρκο Σταύρος Νιάρχος).

Κι ενώ οι οικογένειες Λάτση και Νιάρχου δίνουν έμπρακτα το παρόν σ΄αυτή την δύσκολη συγκυρία, στο εσωτερικό της χώρας νεόπλουτοι πολιτικοί και επιχειρηματίες εμφανίζονται να διαγκωνίζονται για το ποιος θα κρύψει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τα κλοπιμαία από πάσης φύσεως μίζες και προμήθειες.

Παρομοίως και οι έγχωριοι μέντορες της διαπλοκής, οι οποίοι αντί να ενωθούν σε μια Εθνική Ομάδα Επιχειρηματιών για την διάσωση της πατρίδας που τους φιλοξενεί, επιδίδονται σε ένα διαρκή και αδυσώπητο πόλεμο για το ποιος θα αρπάξει μεγαλύτερο κομμάτι της λείας. Λες και η αδύναμη σάρξ θα τους κρατήσει αιωνίως εν ζωή. Είναι ακριβώς αυτό-το τέλος του βίου που πλησιάζει-που θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τους οι εγχώριοι Νονοί της διαπλοκής μια και η υστεροφημία θα πρέπει να είναι το ζητούμενο, όταν το κοράκι ετοιμάζεται να σφυρίξει την λήξη του αγώνα. 

Πως είναι δυνατόν μια χούφτα επιχειρηματίες που για δεκαετίες ολόκληρες απομυζούν αναίσχυντα πακτωλούς δημοσίου χρήματος και διαπλέκονται με λαμόγια όλου του πολιτικού φάσματος να μην θέλουν, έστω και στο πάρα 5' του βίου τους, να βάλουν πλάτη για την διάσωση της πατρίδας;

Τους καλούμε να αναλογισθούν τις συνέπειες του δικού τους πολέμου και την πιθανότητας επιστροφής στη δραχμή που θα ήταν πέρα από μια εθνική ήττα και προσωπική (του καθενός μας) και φυσικά ακόμη και για τους ίδιους.

Για να ξεφύγουμε λοιπόν από τις μίζερες διαμάχες τους ας ρίξουμε μια ματιά σε δύο πραγματικά μεγάλες ζωές: Tου Καπετάν Γιάννη Λάτση και του Σταύρου Νιάρχου.

Για τον Γιάννη Λάτση έγραψε ο δημοσιογράφος Χρήστος Κορφιάτης ενώ για τον Σταύρο Νιάρχο διαβάσαμε εδώ.

Γιάννης Λάτσης. Ο γαλαντόμος 


Ήταν ο πιο μεγάλος και πλέον γαλαντόμος από τους μεγάλους, αυτοδημιούργητους κοσμοπολίτες επιχειρηματίες της μεταπολεμικής Ελλάδας που δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες του. Από το τότε φτωχικό Κατάκολο ξεκίνησε μια μυθική διαδρομή ως τα παλάτια της Σαουδικής Αραβίας τη δεκαετία του '70 και τις συνάξεις κορυφαίων πολιτικών ηγετών της Δύσης τη δεκαετία του '90. Ο θρίαμβος ενός ανθρώπου που με μόνο πραγματικό εφόδιο ένα πτυχίο της Εμπορικής Σχολής Πύργου καταπιάστηκε τόσο αποτελεσματικά με τόσο πολλά στη ζωή του, για να μη χάσει ούτε μία από τις άπειρες μάχες που έδωσε και να υποκύψει τελικά μόνο στη θεία φύση.
Δύσκολα μπορεί να συγκριθεί το ασυναγώνιστο κοφτερό επιχειρηματικό πνεύμα του Γιάννη Λάτση, του «Καπετάν Γιάννη» όπως του άρεσε να τον προσφωνούν η βασιλική σαουδαραβική δυναστεία, η βασίλισσα Ελισάβετ, η οικογένεια του Τζορτζ Μπους αλλά και οι χιλιάδες εργάτες και υπάλληλοι της αυτοκρατορίας που δημιούργησε, με την επίσης αστείρευτη επιχειρηματικότητα του Αριστοτέλη Ωνάση και του Σταύρου Νιάρχου. Στο πέρασμά του όλοι παραμέριζαν, του έβγαζαν το καπέλο. «Αν ήταν πολιτικός, θα ήταν Μέγας» πιστεύουν μερικοί από τους αμετανόητους θαυμαστές και στενούς συνεργάτες του, οι οποίοι τον θεωρούν «τον κορυφαίο βαλκάνιο πραματευτή του 20ού αιώνα» τονίζοντας την ακαταμάχητη πλευρά της επιχειρηματικής φυσιογνωμίας του, το ασύγκριτο εμπορικό του δαιμόνιο. 

* Η χρυσή δεκαετία του '50 
Ο Γιάννης Λάτσης έγινε αλλά δεν ήταν εφοπλιστής με την παραδοσιακή έννοια του όρου, αν και η «Νεράιδα» του, το πλοίο με το οποίο τη δεκαετία του '50 εγκαινίασε δρομολόγια στον Αργοσαρωνικό εξυπηρετώντας και τις ανάγκες μιας κινηματογραφικής ταινίας με τη Σοφία Λόρεν, αποδείχθηκε χρυσή. Απέκτησε επίσης δεξαμενόπλοια και μέσω αυτών επαφές με την Αίγυπτο και τον αραβικό κόσμο, καθώς και επιβατηγά πλοία με τα οποία μετέφερε δεκάδες χιλιάδες μουσουλμάνους από διάφορες χώρες της περιοχής στη Σαουδική Αραβία για προσκύνημα στην ιερή Μέκκα, για να συνδεθεί εμπορικά με έναν κόσμο που είχε αρχίσει να αποστρέφεται τις μεγάλες δυνάμεις. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούσε αργότερα και το δεξαμενόπλοιο «Ελλάς Φως», το μεγαλύτερο του κόσμου, χωρητικότητας άνω των 500.000 τόνων. 
Εμπορος με όλη τη σημασία της λέξεως είναι ο χαρακτηρισμός που ταιριάζει περισσότερο στον ακατάβλητο ως τα βαθιά του γεράματα επιχειρηματία, παρ' όλο που έγινε και βιομήχανος, αγόρασε και αξιοποίησε δεκάδες πανάκριβα ακίνητα στο Λονδίνο, στο Μόντε Κάρλο και στη Γενεύη και δεν δίστασε, χωρίς να έχει τις γνώσεις, να γίνει επίσης εργολάβος-κατασκευαστής, αντλώντας από αυτή τη δραστηριότητα στη Μέση Ανατολή τεράστια κέρδη. Η φήμη του στη Σαουδική Αραβία, όπου έχτισε ένα μεγάλο κομμάτι της υποδομής της σημερινής Τζέντα, εξακολουθεί να συναγωνίζεται εκείνη των ισχυρότερων ανθρώπων των διεθνών μπίζνες. Ακόμη και σήμερα, σχεδόν είκοσι χρόνια από τότε που μεταβίβασε το 50% του μεγαλύτερου διυλιστηρίου πετρελαίου της χώρας στη σημερινή πανίσχυρη Aramco, η δυναστεία των Σαούντ αναθέτει σε εταιρεία του στην Ελευσίνα τη φύλαξη, τις επισκευές και τις μετασκευές των γιοτ της
* Επιχειρηματίας - διπλωμάτης 
Παρ' ότι φύση κλειστή και καθόλου κοσμική, ο Γιάννης Λάτσης είχε το χάρισμα να κάνει πάντα ό,τι έπρεπε για να κερδίζει την ίδια στιγμή - μαζί με τα αναγκαία συμβόλαια και την απαραίτητη ανοχή - την εμπιστοσύνη βασιλιάδων, προέδρων και πρωθυπουργών χωρών που έμοιαζαν από άλλον πλανήτη, όπως η Αίγυπτος και η Βρετανία, η Λιβύη και οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σαουδική Αραβία και η Ελλάδα. Ουδέποτε η Ελλάδα ανέδειξε επιχειρηματία-διπλωμάτη του δικού του βεληνεκούς, ικανού να ανοίγει τις πόρτες ακόμη και των πιο εθνικιστικών και «κλειστών» χριστιανικών και, κυρίως, μουσουλμανικών κρατών. Ο Γιάννης Λάτσης ήταν η προσωποποίηση της παγκοσμιοποίησης. Τίποτε δεν ήταν γι' αυτόν απροσπέλαστο. 
Ηδη από τα 19 του χρόνια, στα τέλη της δεκαετίας του '20, στην ίδια τη γενέτειρά του, το καμάρι της πολυμελούς οικογένειας του Βορειοηπειρώτη την καταγωγή Σπύρου Λάτση είχε σαρώσει με επαναστατικό τρόπο τις παραδόσεις και τους άγραφους κανόνες υποταγής στους ισχυρούς. Δεν είχε συμπληρώσει ακόμη τα είκοσι όταν σήκωσε επιβλητικά το ανάστημά του στο εμπορικότατο λιμάνι του Κατάκολου της Ηλείας, κερδίζοντας την εκτίμηση των παραγωγών και εκτοπίζοντας τους προύχοντες της εποχής. Παίζοντας αριστοτεχνικά με τις τιμές και αλλάζοντας τους όρους του εμπορίου αναδείχθηκε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σταφίδας της περιοχής. Είχε από τότε τη διορατικότητα και ανελάμβανε το ρίσκο να αποθηκεύει εμπορεύματα για όταν θα ανέβαιναν οι τιμές, πολιτική που τη δεκαετία του '70 θα οδηγούσε σε συσσώρευση εκπληκτικού πλούτου, όταν τα πλοία του φορτωμένα πετρέλαιο αγκυροβολούσαν στην Ελευσίνα και σε άλλα λιμάνια του κόσμου περιμένοντας να ανέβουν οι τιμές. 

* Το διυλιστήριο της Πετρόλα 
Εμπορικός και δη εξαγωγικός ήταν για πολλά χρόνια και ο βασικός σκοπός του διυλιστηρίου της Πετρόλα Ελλάς που με τα κέρδη από τη Σαουδική Αραβία ίδρυσε το 1969 και έθεσε σε λειτουργία το 1972 στην Ελευσίνα, μεσούσης της δικτατορίας, καταλαμβάνοντας 1.770 στρέμματα. Τεράστια ήταν τα κέρδη από την εμπορία αργού πετρελαίου και καυσίμων τις περιόδους των μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών. Το εμπόριο του χρήματος άλλωστε είναι και η τελευταία μεγάλη επεκτατική κίνηση της αυτοκρατορίας που άρχισε την εξαγορά τραπεζών από τη Γενεύη το 1980 με την Bank de Depots και οδήγησε και στη δημιουργία της σημερινής EFG Eurobank Ergasias συμμαχώντας με τον μεγαλύτερο ευρωπαίο έμπορο χρήματος, την Deutsche Bank. 

* Οι πηγές της έμπνευσής του 
Από τα νεανικά του χρόνια, λένε όσοι τον θυμούνται να εξιστορεί σε κλειστό περιβάλλον την πορεία του, διαψεύδοντας μύθους και μύθους που ήθελε να τον συνοδεύουν, συνειδητοποίησε ότι κάθε επιτυχία μπορεί να καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος αν δεν τη διαδέχεται κάποια άλλη. Βενιζελικός στα νιάτα του, υιοθέτησε την αρχή «οι πολιτικοί τη δουλειά τους και εμείς τη δική μας», συντασσόμενος άλλοτε με τα πιο φιλελεύθερα και άλλοτε με τα πιο ακραία καθεστώτα εντός και εκτός της χώρας. 
Η θάλασσα μαζί με τον οικονομικό κοσμοπολιτισμό και τον συγκεντρωτισμό που απέπνεε ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν οι πηγές της έμπνευσής του. Οχι για να γίνει εφοπλιστής αλλά έμπορος που μεταφέρει και πουλάει «όλα τα καλά του κόσμου όπου γης». Ο απίστευτα πολυσχιδής Μποδοσάκης και οι μεγαλέμποροι της Διασποράς του 19ου αιώνα έμελλε να αποδειχθούν έμποροι χαμηλού βεληνεκούς μπροστά στο εύρος των εμπορικών δραστηριοτήτων που ανέπτυξε ο Γιάννης Λάτσης.
* Ο «λευκός» και ο «μαύρος» χρυσός 
Σταφίδα, καπνός, βαμβάκια τις χρονιές που ισοδυναμούσαν με «λευκό χρυσό», άλλα αγροτικά, δεκάδες βιομηχανικά προϊόντα με αποκορύφωμα τον «μαύρο χρυσό» και βεβαίως το χρήμα, μετά την ίδρυση και απόκτηση τραπεζών, είναι μερικά από τα προϊόντα που οδήγησαν στη δημιουργία της οικονομικής αυτοκρατορίας του, τη σημερινή αξία της οποίας άλλοι τοποθετούν στα 5,4 δισ. δολάρια και άλλοι ανεβάζουν στα 12 δισ. δολάρια αλλά δεν θα μάθουμε, στην πραγματικότητα, ποτέ. Το αμερικανικό περιοδικό «Forbes» τον έχει τοποθετήσει στην 101η θέση ανάμεσα στους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. Οποια και αν είναι η αλήθεια, ο Σπύρος, η Μαριάννα και η Μαργαρίτα, τα τρία παιδιά του από τον ευτυχή γάμο του με την αρχόντισσα υφασμάτων του Πύργου κυρία Εριέττα Τσουκαλά, του χάρισαν εννέα εγγόνια, ένα από τα οποία φέρει το όνομά του. 
Ο Κυπαρισσιακός Κόλπος μπροστά από το γραφικό Κατάκολο της Ηλείας έγινε η αφετηρία του για κατακτήσεις στους μεγάλους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους που είχαν ως άξονες την Αραβική Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο. Ανθρωπος της «παλαιάς σχολής» που δεν παρίστανε κάποιον άλλον από αυτό που πραγματικά ήταν και συνειδητά καταργούσε το πρωτόκολλο ακόμη και των Ανακτόρων του Μπάκιγχαμ, παρέπεμπε σε έναν γλαφυρό καραβοκύρη-πραματευτή ενός παραμυθένιου κόσμου που όλα τα πουλούσε και όλα τα αγόραζε σε καλές τιμές, έτοιμο πάντα να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, πρωτίστως όταν τον καλούσε η πατρώα γη. Γι' αυτούς τους λόγους ακόμη και όταν τον βράβευαν για το εκτεταμένο φιλανθρωπικό του έργο ήθελε να τον λένε «Καπετάν Γιάννη». Ηταν ο Αριστοφάνης των ελληνικών μπίζνες την περίοδο της πρώιμης παγκοσμιοποίησης.

Σταύρος Νιάρχος. Ο πολεμιστής. 


Από τους δυναμικότερους και πιο επιτυχημένους επιχειρηματίες του 20ου αιώνα, με διεθνή αναγνώριση και καταξίωση. Εφοπλιστής, από τους θεμελιωτές του μεταπολεμικού ελληνικού θαύματος στη ναυτιλία. Η «βεντέτα» του σε προσωπικό και επιχειρηματικό επίπεδο με τον σύγγαμβρό του Αριστοτέλη Ωνάση τροφοδότησε τις στήλες των εφημερίδων όλου του κόσμου και διαμόρφωσε μέρος του προσωπικό του μύθου.
Ο Σταύρος Νιάρχος γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1909 στην Αθήνα. Οι γονείς του, με καταγωγή από την Λακωνία, μόλις είχαν επιστρέψει στην πατρίδα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου διατηρούσαν ένα πολυκατάστημα στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του Σπύρος ασχολήθηκε με το εμπόριο λαδιού, ενώ η μητέρα του Ευγενία καταγόταν από την πλούσια οικογένεια των αδελφών Κουμάνταρου, που διατηρούσε στον Πειραιά τον αλευρόμυλο «Ευρώτας».
Ο Σταύρος Νιάρχος τελείωσε το Βαρβάκειο και τη Νομική Αθηνών. Το 1929 άρχισε να εργάζεται στον αλευρόμυλο των θείων του και γρήγορα ξεχώρισε για τις διοικητικές ικανότητές του. Αντιλαμβανόμενος το μεγάλο κόστος από την εισαγωγή σιταριού από την Αργεντινή και τη Σοβιετική Ένωση, έπεισε τους θείους του ότι θα τους συνέφερε καλύτερα εάν είχαν δικά τους πλοία. Κατά τη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, αγόρασε 6 πλοία αντί 120.000 δολαρίων.
Το 1930 συνάπτει τον πρώτο του γάμο με την Ελένη Σπορίδη, κόρη ναυάρχου, με την οποία χωρίζει ένα χρόνο αργότερα. Στα μέσα της δεκαετίας του '30 ο θείος του Νίκος Κουμάνταρος μεταναστεύει στις ΗΠΑ. Μετά από λίγο τον ακολουθεί και ο ανιψιός του. Το 1939 παντρεύεται σε δεύτερο γάμο την 20χρονη Μελπομένη Κάπαρη, κόρη πλοιοκτήτη από τη Σύρο και χήρα διπλωμάτη. Τον ίδιο χρόνο αυτονομείται επιχειρηματικά από τον θείο του. Ιδρύει τη Niarchos Group, με 2 πετρελαιοφόρα και 5 φορτηγά.

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στρατεύεται και υπηρετεί ως Σημαιοφόρος στο Πολεμικό Ναυτικό. Συμμετέχει στις συμμαχικές επιχειρήσεις στη Νορμανδία, όπου παρασημοφορείται. Τα πλοία του μισθώνονται από τους Συμμάχους και έξι από αυτά βυθίζονται. Το 1947 χωρίζει από τη γυναίκα του Μελπομένη και η γνωριμία του με τον εφοπλιστή Σταύρο Λιβανό θα τον βάλει στα μεγάλα σαλόνια. Φλερτάρει με τη 14χρονη κόρη του Τίνα και όταν ο πατέρας της αρνείται να του δώσει το χέρι της, λόγω της μικρής της ηλικίας, παντρεύεται τη μεγαλύτερη αδελφή της Ευγενία. Τρία χρόνια αργότερα, η Τίνα παντρεύεται τον μεγάλο ανταγωνιστή του, Αριστοτέλη Ωνάση, γεγονός που εξοργίζει τον Νιάρχο.

Με τα 2.000.000 δολάρια της αποζημίωσης από τα βυθισμένα πλοία του και τα 16 «Λίμπερτυ», που πήρε ως δώρο από την αμερικανική κυβέρνηση, ο Νιάρχος ανακάμπτει οικονομικά και επενδύει σε μεγάλα τάνκερ. Η κίνησή του αυτή αποδεικνύεται ευφυής και θα τον καταστήσει έναν από τους μεγαλύτερους πλοιοκτήτες στον κόσμο. Για πολλά χρόνια του ανήκε ο μεγαλύτερος ιδιωτικός στόλος του κόσμου. Θα εισέλθει στη χωρεία των Κροίσων και θα ονομαστεί «Χρυσός Έλληνας». Γίνεται εξώφυλλο στο περιοδικό «Time» με φόντο τα τάνκερ του (τεύχος 6ης, Αυγούστου 1956). Είναι η εποχή της καταξίωσης. Οι κακές γλώσσες λένε, όμως, ότι το εξώφυλλο του στοίχισε 500.000 δολάρια.
Την ίδια εποχή, ο Νιάρχος αγοράζει το νησί Σπετσοπούλα στον Αργοσαρωνικό, ακολουθώντας ανάλογη κίνηση του ανταγωνιστή του Αριστοτέλη Ωνάση με τον Σκορπιό και γίνεται ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες έργων τέχνης, με προτροπή της γυναίκας του Ευγενίας. Το 1957 αγόρασε ολόκληρη τη συλλογή του γνωστού αμερικανού ηθοποιού Έντουαρντ Ρόμπινσον, η οποία περιελάμβανε 58 έργα ιμπρεσιονιστών και μεταϊμπρεσιονιστών ζωγράφων, αντί έξι εκατομμυρίων δολαρίων.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '50 άρχισε να επενδύει στην Ελλάδα, επωφελούμενος του ευνοϊκού νομοθετικού πλαισίου. Οι δύο σπουδαιότερες επενδύσεις του είναι τα «Ελληνικά Διυλιστήρια» Ασπροπύργου (σήμερα ΕΛΔΕ) και τα «Ελληνικά Ναυπηγεία» στον Σκαραμαγκά, που για μεγάλο διάστημα υπήρξε το μεγαλύτερο ναυπηγείο στη Μεσόγειο.
Το 1965 ο Νιάρχος, που τρελαινόταν για το σκι, γνωρίζεται στο σαλέ του στην Ελβετία με τη Σαρλότ Φορντ, εγγονή του θρυλικού αυτοκινητοβιομήχανου Χένρι Φορντ. Η νεαρή Αμερικανίδα μένει έγκυος και το σκάνδαλο ξεσπάει. Η Ευγενία, η μητέρα των τεσσάρων παιδιών του (Φίλιππου, Σπύρου, Κωνσταντίνου και Μαρίας-Ειρήνης), ζητά και παίρνει διαζύγιο. Ο Νιάρχος παντρεύεται με πολιτικό γάμο τη Φορντ, η οποία φέρνει στον κόσμο το πέμπτο παιδί του, την Έλενα - Άννα. Στο μεταξύ, ξαναφουντώνει ο έρωτάς του για την Ευγενία. Χωρίζει με τη Φορντ, αλλά δεν χρειάζεται να ξαναπαντρευτεί την Ευγενία, καθώς το διαζύγιό τους δεν αναγνωρίζεται στην Ελλάδα, ούτε βεβαίως ο πολιτικός γάμος του με τη Φορντ.
Στις 4 Μαΐου η γυναίκα του Ευγενία, 44 χρονών, βρίσκεται νεκρή στη Σπετσοπούλα.
Ο Νιάρχος ξεπερνά γρήγορα το χαμό της Ευγενίας και το 1971 παντρεύεται την αδελφή της Τίνα, που φαίνεται να είναι ο μεγάλος του έρωτας. Η Τίνα είχε χωρίσει το 1959 με τον Ωνάση, αφού του είχε χαρίσει τα δύο παιδιά του, Αλέξανδρο και Χριστίνα, και στη συνέχεια τον Μαρκήσιο του Μπλάντφορντ. Το 1974 η Τίνα θα πεθάνει και αυτή από βαρβιτουρικά, εξαιτίας του χαμού του γιου της Αλέξανδρου σε αεροπορικό δυστύχημα.
Μετά την κρίση του 1973, ο Νιάρχος πούλησε κάποιες από τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του και επεκτάθηκε στο εμπόριο διαμαντιών και τα χρηματοοικονομικά, φθάνοντας να κατέχει το 2% της μεγαλύτερης τράπεζας του κόσμου Citybank. Επένδυσε, επίσης, στα άλογα κούρσας με εκτροφεία στη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Συνέχιζε να εμπλουτίζει τη συλλογή έργων τέχνης του με έργα των Βαν Γκογκ, Γκόγια, Ελ Γκρέκο και Ρούμπενς. Η αυτοπροσωπογραφία του Πικάσο τού κόστισε 47.850.000 δολάρια το 1989.
Οι θαλαμηγοί του («Κρεολή», «Ατλαντίς 1 και 2») ήταν πλωτά μουσεία. Μοναδικοί πίνακες υπήρχαν στο σπίτι του Παρισιού (κτίσμα του 18ου αιώνα στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα), στο σαλέ του Σεν Μόριτζ, στη βίλα του στη Γαλλική Ριβιέρα, στο ρετιρέ του στο Κλάριτζ του Λονδίνου και φυσικά στη Σπετσοπούλα. Η συλλογή του, σύμφωνα με τους ειδικούς, κόστιζε πάνω από ένα 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Ο Νιάρχος βρισκόταν στην κορυφή και συμπεριλαμβανόταν στη λίστα με τους 100 πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, σύμφωνα με τη λίστα του περιοδικού «Fortune». Στις αρχές της δεκαετίας του '90 αποσύρθηκε στο ησυχαστήριό του στο Σεν Μόριτζ, όπου πέθανε στις 16 Απριλίου 1996, χτυπημένος από μια σπάνια αρρώστια, που του είχε παραλύσει το ανοσοποιητικό του σύστημα.
Όσα είχε σκεφθεί και δεν πρόλαβε να κάνει ο ίδιος για την Ελλάδα, τα πραγματοποιεί σήμερα το «Ίδρυμα Σταύρος Σ. Νιάρχος», που συνεστήθη με τη διαθήκη του. Δραστηριοποιείται με την παροχή δωρεών στους τομείς της παιδείας, της κοινωνικής πρόνοιας, της υγείας, των τεχνών και του πολιτισμού. Το ίδρυμα, που διευθύνουν τα παιδιά του, ανακοίνωσε το 2006 ένα φιλόδοξο έργο: την κατασκευή Μεγάλης Βιβλιοθήκης και Λυρικής Σκηνής σ' ένα τμήμα του παλιού Ιπποδρόμου επί της Λεωφόρου Συγγρού.
Όπου νάναι το συγκεριμένο έργο θα αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα.

www.kourdistoportocali.gr

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΩΝΑΣΗΣ-ΝΙΑΡΧΟΣ-ΛΙΒΑΝΟΣ-ΛΑΤΣΗΣ


ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ ΜΗΔΕΠΟΤΕ ΚΑΤΑΤ ΑΥΤΟΝ ΜΕΝΕΙΝ


ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ


ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΠΡΑΞΑΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ !!! ΕΧΕΙ ΑΛΛΟΥΣ ΤΟ ΠΡΟΣΕΧΕΣ ΜΕΛΟΝ !