Παρασκευή 17 Μαρτίου 2023

Αρτινό (Ηπειρώτικο) Λεξικό.Ένα λεξικό χρήσιμο για κάθε φοιτητή, σπουδαστή, επισκέπτη, γαμπρό και νύφη αυτής της πόλης.


Μας το ζητήσατε και το επαναδημοσιεύουμε

Α
ααα;
τι είπατε;
αααααααα
σωστά, ή κατάλαβα
α! α! α!
ναι! ναι! ναι!
απάν, απκάτ, σακεί, σαπέρα, σαδώθε
δήλωση κατεύθυνσης
απθώνω
αφήνω κάτι κάπου
αποσβολώθκα
μου πετάχτηκαν τα μάτια έξω
αντραποδίθκα
περδικλώθκα, σκόνταψα
απστόμσει
αναποδογύρισε
απστόμσε
αναποδογύρισε το
απόστασα
κουράστηκα
αφσκιά
ασχήμια!
ακορμένομαι
ακούω με προσοχή
απδισιά
πήδημα
απήδσα μσουρανίς
σηκώθηκα στον αέρα
αναμέρα
κάνε άκρη
αρπαλίκι
η γκλίτσα
αστόησα
ξέχασα
αλσίβα
απορρυπαντικό του παλιού καιρού φτιαγμένο από στάχτη
αύλακας
αυλάκι, ρυάκι
άμπνασόμπ ου διάουλους
άντε που να σου μπει ο διάολος
άμνασίεθαβα
άντε που να σε έθαβα
αποκουντριασμένους
αποχαυνωμένος
αλλομανάω
μακελεύω, λιανίζω
αναχιτώνω
αγριεύω
αντράλα, χαρβαλασιό
φασαρία
αντάρα
ομίχλη, θολούρα
αναφανταλιά (μου'ρθε αναφανταλιά)
ζαλίστηκα


Β
βατσνιά
αγκάθια - πουρνάρια
βερβέριξε το πετσί μου
ανατρίχιασα
βέλαξα(απ'τον πόνο)
φώναξα δυνατά ή πόνεσα πολύ
βαλάντωσα (στό κλάμα)
έκλαψα πάρα πολύ
βρούδια
αυτοσχέδιες πισίνες της φύσης στα ποτάμια

Γ
γούπατο
εσοχή
γκλαγκανάω
καταπίνω με έντονα γλου-γλου
γατσούλι
γατάκι
γούρμασε
ωρίμασε
γκοέρα
στην κυριολεξία, το θηλυκό του σταγαλινίου, χρησιμοποιείται ως έκφραση και για τους gay.
γκαβώθκα
τυφλώθηκα
γκλιορεύω
είμαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, πριν με πάρει ο ύπνος
γίγκει
αόριστος του γίνομαι
γέρεψα
γιατρεύτηκα, έγινα καλά - έγινα γερός
γρούσπα
κουφάλα, τρύπα
γραδώνω
στριμώχνω,αγκιστρώνω, σκαλώνω , μπλέκομαι
γκεύω
βουτάω, μουσκεύω (να γκέψω λίγο ψουμάκ')
γκουστέρα
μεγάλη πράσινη σαύρα
γουργουλεύω
ανακατεύω
γκρικι
πισινός
γύκος
σωρός από στρώματα
γκιουιζ (μη μι γκιουιζ)
μη με αγγίζεις

Δ
δαμάλι
ταύρος
δρασκέλατο
απήδατο, πηδηξέ το

Ζ
ζαλοκνιέμαι
ζαλίζομαι, κουνιέμαι
ζάρκο
γυμνό, ξεμπλέτσοτο
ζβάου
σβήνω
ζίβα
σβήσε
ζίβα τ'φεξ
σβήσε το φως
ζαφτω
πέφτω
ζγουρ
ζυγούρι
ζλάπ
το ζώο γενικώς, ατίθασος άνθρωπος
ζαβλακώθκα
νύσταξα ή δεν ξέρω που είμαι
ζγώνω
πλησιάζω
ζμπύλ(η)
στην πύλη (αρτινός φρουρός στο στρατό)
ζμπάω
βάζω - σπρωχτά
ζαγκανιέμαι
κουνιέμαι ρυθμικά
ζμάχια
πράσινο υδρόβιο φυτό του γλυκού νερού.
γλυστράνε πιο πολύ από μπανανόφλουδα
ζαλγκόθκα
μεταφέρω κάτι στην πλάτη (συνήθως ξύλα)

Κ
καρκαμπίλα
ήλιος καυτός
καρκόθκα
πνίγηκα
καταϊ
κάτω
κατσκανάρ
ζωηρός
κλιορεύομαι
κοιμάμαι
κλιτσινάρ
αδύνατος
κοντοτούρτα
σκορπιός (σε μερικά χωριά των Τζουμέρκων)
κουτσιούμπλισα
στραμπούλιξα το δάχτυλο του ποδιού (σχεδόν πάντα το μεγάλο!)
κορδομπούλιασε
σβόλιασε
καλογιάννος
τό μικρό πουλάκι κι αυτό
κριτσάλσε
κριτσάνησε ή κάτι τέτοιο
καλοσκέρσα
πρωτοδοκίμασα
κύκαρη
φλιτζάνι
κουτσούνα
μικρό ζυμωτό ψωμί με ζάχαρη ψημένο στα κάρβουνα
κρεβατίνα
κληματαριά, που χρησιμοποιείται για ίσκιο
καρδάρα
μεταλλικός κουβάς για το γάλα
κοτοπούλι
κοτόπουλο
καλιγκότς
κάποιος κουβαλάει κάποιον στην πλάτη του
κοκονάκι
οταν κάποιος κάθεται με λυγισμένα τα γόνατα
κοσά
τό δρεπάνι
κοσί
γρήγορα
κρένω
μιλάω
κοματσιούλι
μικρό τεμάχιο ψωμιού συνήθως υπόλειμμα
κατσούλα
η κουκούλα, από πανοφώρι
καρκαριέμαι
γελάω δυνατά
κριτσίλωσε
στράβωσε (τόσο που έγινε σχεδόν κόμπος)
κοκόσιες
καρύδες
κλαπατσίγκανα
όργανα, ορχήστρα
καρκαλοϊόται
κακαρίζει (η κότα)
κρούω
αγγίζω
κριτσιανοβόλσε
έσπασε με δυνατό θόρυβο
κούρβαλα
μπελάδες
καρκαλοϊτό
ανακοίνωση νέου αυγού από την κότα
κοδέλα
κλειστή στροφή
κουρδουκλιέμαι
κάνω τούμπες, στριφογυρνάω
κουμάσι
γουρουνόσπιτο (παλιάνθρωπος)
καρδιλάγγος, καταπιόνας
λαιμός
καταψιά
γουλιά ή μπουκια
κάτσαταν; -κάτσαμαν!
καθίσατε; -καθίσαμε
κουκουμέλα
μανιτάρι
κούντρισα
χτύπησα το κεφάλι μου
καρυδώνω
πνίγω (θα τ'καρυδώσω)
καστραβέτς
αγκούρι
κιο
αφού (κιο δεν έχω φράγκο)

Λ
λάιος
μαύρος
λαρώνω
ησυχαζω
λαβίδα
κουτάλι
λούτα
Η αχτένιστη,απεριποίητη γυναίκα
λιόκια
αρ***α
λιμπά
λιόκια
Λιάρδα
φσέκι, μεθώ
λάκσα (πλυθ. λακίσαμαν)
πήρα δρόμο, έφυγα τρέχοντας

Μ
μαβλάω
προσκαλώ τα ζωντανά ή τα κατοικίδια
μαντζακούπ
αντρικό γεννητικό όργανο!
μαντρί
στάβλος
μαρκούτσ
Ξύλο, αντρικό όργανο, κάτι που δεν ξέρω πως δουλεύει, τηλεκοντρόλ (φέρ'το μαρκούτσ)
μπόκαλο
μικρή πέτρα
μαξούμι
μικρό παιδί
μαρμίτα
τα λεφτά
ματουϊάλα
γυαλιά οράσεως
ματσλάω
μασάω
μουλοκάναρο
τό αποτέλεσμα ζευγαρώματος, ανάμεσα σ'ένα στραγαλίνι κι ένα καναρίνι
μπαϊλσιά
ζαλάδα
μπαϊλσα
ζαλίστηκα
μπακακάκι
βατραχάκι
μπακανιάρικο
τό παιδί,πού εχει πρησμένη κοιλιά
μπακάνιασα
πρήστηκα, από το πολύ νερό, ποτό
μπακατσέλη
μπακακάκι
μπακτσές
τό χωράφι μάλλον
μπαρχάλα
διχάλα
μπασιά
έχει ρεύμα, φυσάει
μπζιάκα
βατράχι - vampire μεγάλου μεγέθους που πίνει αίμα από πρόβατα
μπζιάκας
αυτός που είναι χοντρούλης
μπηχτοκέφαλα
με το κεφάλι κάτω
μπλαθρώνω
σκεπάζω κάτι πρόχειρα, καλύπτω
μπλαντάμ
ό άχαρος, χοντροκομένος άνθρωπος
μπελι
(μόνο την κυριολεξία ) πτυοσκάπανο
μπλετσιανάω
πλατσουρίζω ή κάνω μπάνιο σε ρηχά νερά
μπολιάζω
εμβολιάζω
μπουρμπούτσιαλο
έντομο
μπομπότα
τό ψωμί από καλαμπόκι
μπραστ
έφυγε γρήγορα
μπστούρια
πέτρες
μσαφιραίοι
επισκέπτες
μτσούνια
μούρη
μχαρής
καμινάδα
μόσκι
μοσχάρι
μπεκιώνα
κανάτα
μαρκαλάω
κάνω sex
ματζαφλάρ
κάτι μακρύ
μπασκίνας
χωροφύλακας
μπούγλα
τενεκές
μούτεψα (τον μούτεψα)
τον διέλυσα

Ν
ντζιομανίκι
γκλίτσα, μαγγούρα
νταούλιασε
μέθησε
ντζιοπάνς
γιδοβοσκός (γκλίτσμαν)
νομ' ή ναμ'
δώσε μου
νέσπλο
μούσμουλο
νταβλαρώθκα
έπεσα κάτω ή ξάπλωσα απότομα
ντμπάτσαμαν
την πατήσαμε

Ξ
ξαποστάζω
ξεκουράζομαι
ξιμπλιέτσοτο
γυμνό
ξιτσαουλιάστκα
μου έφυγε το στόμα μου έφυγε το σαγόνι
ξεντραχτώθκα
διαλυθηκα
ξεσκλάω
σκίζω
ξεκλιτσνιάσκει, ξεφιστουκιάσκει
διαλύθηκε
ξεσκανταλίσκει
απορυθμίστηκε
ξετσόνιασες
απέκτησες θάρρος
ξεμτσουνιάσκαν
τράκαραν μετωπικά
ξεμοτόχου
αποκλειστικά
ξεσφυρώ
χώνω
ξίκι να γένει
κομάτια να γίνει
ξιώτε
Ξύνεται (Ο Στέφανος ξιώτε στμπλατ γιατί τουν έφαε ντάβανος)

Ο
Ούι
Ο λόγος που η Άρτα θεωρείται το μικρό Παρίσι! Συνήθως εκφράζει έκπληξη

Π
πλομάτσα
στρώμα
πομποσιά
ασφυξία
πουμπόθκα
πνίγηκα - δεν μπορώ να πάρω ανάσα
πριτσιαλάω
κάνω sex
πριτσαλίστκα
κάηκα
μ΄πρισκάλσι
στραβοκατάπια
πλακοπάϊδα
παγίδα για πουλιά με επίπεδη πέτρα
πλιτσίκι
μούσκεμα
παρασόλισα
φοβήθηκα, τρελάθηκα
πτσάς
υποτιμητικά ο άνδρας
πτσαρας
αγορι (αντίθετο τσουπρα=κοριτσι)
πρατίνα
προβατίνα
πσλά
ψηλά
πλακόφωνο
πικάπ
πράματα
τά πρόβατα
πετσί
επιδερμίδα, δερμα σύνταξη με πετσί (πετσώνω=καλύπτω επιφάνεια αλλα και κάνω sex, βερβέριξε το πετσί μου=ανατρίχιασα, θα σ΄σκωσω το πετσί=θα σε κάψω ή θα σε κερδίσω στη δηλωτή, στα πετσιά μου= στα αρχ***α μου)
πρατζαφίλια
μικρά τεμάχια -παρελκόμενα-μικρής χρηστικότητας!
πετρόβεργο
πλάστης για πίτες
πιπίτιασα
δίψασα πολύ
πουνιάζομαι
τρώω
ποστιάζω
βαζω το ένα πάνω στο άλλο
πάφλας(πλυθ. παφίλια)
τενεκές τσίγκινος (ή μυαλό άστα να πάνε...)
πλουτούμ
μούσκεμα
πεταστή
λαγάνα
προφάν
τό καλαμάκι(μέ αυτό πού ρουφάν)
πααίνω αντικιαστά
πάω στα τυφλά
πθαμή
παλάμη

Ρ
ρογγαλιάσκα
μου μπήκε ακίδα
ρουπώνω
χορταίνω, ρούπωσα=έφαγα
ρέκος
σπαρακτικό κλάμα
ρεκοβέλαξα
κλάμα και ουρλιαχτό στην ίδια κραυγή (στούμπσα το δάχλο=αιτία για ρεκοβέλασμα)
ρόκα
καλαμπόκι
ρεχατιάζω
ξεκουράζομαι-λαγοκοιμάμαι

Σ
σβόηρας - κατσκανάρ
ζωηρός
σφρουτζούλατο
πέτα το
σκαφίδα
μεγαλη λεκάνη
σφαλαγγούδια
αράχνες
σκανταλάρια
εξαρτήματα για παγίδα
σαφρακιασμένο
το αδύναμο, τό κακόμοιρο
σπλιτζάρ
τό μικρό πουλάκι
σιάφαρο
άσχημη γυναίκα
σάφαρο
ασχημος ή άσχημη
σιέρπετο
φίδι (ή άσχημη γυναίκα)
σκρούμπος
κάτι καμμένο
σαλιβάρι
φερετζές για ζώα(προς αποφυγή δαγκώματος)
σφουγγάω
σκουπίζω
σαρμανίτσα
κούνια
σκλέντζα
είδος παιχνίδιου
σιούγκρα τον
σκουντησέ τον
σιουρμανάω
σφυρίζω δυνατά
σπρούχνη (χόβολη)
στάχτη με κάρβουνα
σκόπι
ραβδί-μπαστούνι
σαλακατές
φασαρία
σφρίδα
πρωκτός
σιλούντιασα
ζαλίστηκα - μπερδεύτηκα
σατλά
χαζά
σιούρξε (μι σιούρξε)
ξεπάγιασα

Τ
τένες
αθλητικά παπούτσια
τσαρναράει
στάζει - τρέχει νερό
τσικλίσκα
σκίστηκα (στα γέλια)
τράω
κοιτάζω
τσιροπούλι
μικρό πουλί
τσιοκανάω
ευνουχίζω
τσακμάκι
αναπτήρας(περίπου)
τσιόκος ή τζιόκος
πέος (στο τζιόκο μου)
τλώνω (αόριστος τίλωνα)
γεμίζω ασφυκτικά
τίγκα
γεμάτο όσο δεν παίρνει άλλο
ξανθιά πωλήτρια: θα πληρώσετε με πιστωτική;
αρτινός: τ΄ν ΄νει τίγκα(γεμάτη)
ξανθιά πωλήτρια: μ... δεν συνεργαζόμαστε με αυτή τη μάρκα
τσιακναρίδα
πολύ λεπτή γάμπα
τσίφλια(τα)
μάτια
τσέρλο
ρευστά κόπρανα
τσιαούλια
σαγόνια

Φ
φαρμακώθκα
στεναχωρήθηκα
φκάρι
θήκη
φκιαρ’
το φτιάρι
φουρδακλιάζω
πήρα φωτιά
φλιτράω
πετάω
φουρτουλάω
πετάω
φραστ
γρήγορη κίνηση
φρουτζούλα το
πεταξέ το
φσέκι
Λιάρδα, μεθώ

Χ
χιζουβόλσια
χέστηκα!
χλιάρ
κουτάλι
χαλεύω
ζητάω
τσ'χάλεψα ψουμάκι = της ζήτησα φαγητό
τσ'χάλεψα **ί = της ζήτησα να κάνουμε έρωτα
χάθκαμαν
χαθήκαμε
χλιιμάρα
η έντονη μιζέρια
χυμονικό
καρπούζι

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ - ΑΠΟΡΙΕΣ
Αϊ τσα χπαν
έλα επάνω
μη ζγωνς ντηπ, μέσα ειν' τίγκα
μην πλησιάζεις, μέσα είναι γεμάτο κόσμο
Ζτπαμπ ζπρωτ
Στην πάμπ την πρώτη (την καλύτερη...)
μη μ΄σκονς αλμπασία
μη με ενοχλείς
από που ξεκάμπσες;
από που εμφανίστηκες;
πραζ' αντράω;
πειράζει αν βλέπω και εγώ;
Που γκιζιράτι ζαλιάρκα, κουσί να πουνιαστίτι
που γυρνάτε διαβολόπαιδα, ελάτε γρήγορα να φάτε
Στο συνεργείο:
Καπ απ'κατ, καπ καπ, κατ καν, γκαπ γκαπ
Κάπου στο κάτω μέρος του αυτοκινήτου, ακούγεται μεταλλικός επαναλαμβανόμενος θόρυβος

ΑΠΕΙΛΕΣ - ΕΝΤΑΣΕΙΣ - ΒΡΙΣΙΕΣ - ΚΑΤΑΡΕΣ
θα ζμασω τα τσιαούλια = θα σου ρίξω γροθιά στο σαγόνι
Θα σ'μιτρίσω τα παϊδια
Θα σ΄ μάσω τσ΄ μύτες...
Θα σ΄ φάου του καρδιλάγγου (απάντηση: θα μ΄ κλάσεις το τζιόκο)
αι γαμισ΄
γαμουτου κιαρατό σ΄
θα σι σκίσου στ'κλια
θα σι πιληκίσου
θα σι ξισκίσου
μη μα' μποχνς = μην σπρώχνεις
μη μι' κρους = μην μ'ακουμπάς
είσι μιτζμένου = είσαι μεθυσμένος
Θα σ' αφαλουκόψου
Θα σε λιανίσου
Θα σ' αλουμανίσου
Θα σε ζάψου
Θα σε φουρδακλιάσου
Ουίιι παιδάκι μ' εσύ είσι πέρα τ'λάκα!
Μπιτ ζλαπ!
Δεν σ'κοβ' του κιφαλ'!
να σε κλαιν 9 Μαρίες...
να σε κόβ' η νίλα...
να σε κόβ' η κλοια από κραμπολάχανο...
θα σ' ξικολόσω τ'αυτιά
θα ζ΄μαυρίσω τα καλαμίδια
(χ)άι και σα ΄μπάρω του σκόπι, θα στ' αργάσω του τομάρ'

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Η Διαφήμιση Ντιούαρς στα αρτινά: Τνα 'γνάντιψα σε΄να ΄πανγύρ. τ'ν τράου μι τράει. Τ' μπλανάου μι πλανάει. Τ΄ζγώνω σμά μ' έπιασι αντράλα. Έπριπι να τούχα χαμπαριάσ΄ότ' γκλαγκανάει μόνου ντγούας.
Του κυνηγού στα Τζουμέρκα: Σκώθκα του προυγάκ τράου όξου τι να ειδού χιον' !! Πέρου κι 'γω απ΄λες τ' γκαραμπίνα κ΄εκουψα τουν ανήφουρου. Οπους πάηνα τράου καταϊ ντουρός απου κνάβ'. Τουν πέρου κι γω απού πίσου, τράου χώθκη σι μια κλαρ'σιά! Απού δω ιγώ απού κει αυτό, απού κει ιγώ απού δω αυτό, απού δω ιγώ απού κει αυτό... τράει να φύγ' το 'ρξα μια μι τ' καραμπίνα.. τόκαμα. ήταν να μην του γλέπ'ς!!
Στο κρεβάτι του πόνου: Στου νουσουκουμείου, στου παρέκια κριβατ', κλιόρεβι μες' στ' βιλέτζα κιου Πουρναράς που χει κουπανήσ' ξίδ'. Μιτά ήρθη ου Γιάννς για να τράξ τ'κατάντια τ' Κωστάκ'. Ου fuzz όμους που ΄νει παλιά καραβάνα στου ξίδ' είπει: "Αφού πιδίμ' δεν το σκόνσ' τι του πίνς;;;;". Κιου Κωστάκσ' Βόγγση και άρχισι να γκλιέτι στου τραγότσουλου...Οϊ μανάμ' μι λιάνσι του Τζώνη!!!!!

Προσπάθεια να καταγραφούν οι αρτινές λέξεις και εκφράσεις κάνει το www.artinoi.gr, στο οποίο και φιλοξενείται το πρώτο λεξικό αρτινών εννοιών, και η ερμηνεία τους, όπως χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά μέσα από τις συζητήσεις στο φόρουμ. Φιλοδοξία είναι να πλουτίσει το μικρό αυτό λεξικό και να αποδείξει αφετέρου πόσο ζωντανή είναι η ντοπιολαλιά μας, αφού χρησιμοποιείται κατά κόρον και από τους νέους ανθρώπους της Άρτας (και μεγαλύτερους) σε συζητήσεις και αναφορές στο διαδίκτυο. Ένα λεξικό χρήσιμο για κάθε φοιτητή, σπουδαστή, επισκέπτη, γαμπρό και νύφη αυτής της πόλης, που θα τον βοηθήσει κατά τον καλύτερο τρόπο να κατανοήσει τους κατοίκους της περιοχής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου