Ερωτεύεσαι
και μετακομίζεις στον έβδομο ουρανό.
Οι μήνες περνούν μέσα σε ροζ συννεφάκι.
Με σιρόπια, γλυκόλογα κι έτερα συναφή.
Κι
έρχεται η μέρα που είχες εξορίσει στα
όπισθεν του κεφαλιού σου. Η μέρα που
κάθε κοπέλα τρέμει. Η
γνωριμία με τη μαμά.
Όχι μάνα,
μήτε μητέρα.
Μαμά.
Σώσον
Κύριε τη δούλη σου.
Αποφασίζεις να
εμφανιστείς επιμελώς ατημέλητη. Μη
δείξεις ότι ξόδεψες χρόνο και χρήμα για
να σημαιοστολιστείς. Φοράς έναν αέρα
ταπεινότητας, μην την αγριέψεις
κιόλας.
Την ώρα που χτυπάτε το κουδούνι,
ανασύρεις από τη μνήμη όλες τις
πληροφορίες.
Η μαμά του είναι γλυκιά,
τρυφερή, με κατανόηση, τέλεια νοικοκυρά
και μαγείρισσα.
Ελπίζεις.
Η
πόρτα ανοίγει. Στο διερευνητικό ανασήκωμα
του φρυδιού, της όμοια με σωφρονιστικό
υπάλληλο μανούλας, παύεις να ελπίζεις
και θες απλά να το σκάσεις.
Από τη χώρα.
Για να ’σαι σίγουρη.
Φιάσκο η συνάντηση.
Ναυάγιο η γνωριμία.
Από φιλοξενία δεν
έχεις παράπονο. Κι έφαγες και ήπιες. Με
μέτρο πάντα γιατί υπήρχε απέναντι το
άγρυπνο μάτι του καταμετρητή.
Κι εκείνο
το «Χάρηκα για τη γνωριμία»,
που βγήκε όμοια με συριγμό από τα αγέλαστα
χείλη της, θετικό σημάδι δεν το λες.
Μήτε
το ότι χρειάστηκε να σε ξεματιάσει όλο
το σόι για να συνέλθεις από το
γλωσσόπιασμα.
Το επόμενο διάστημα η
κατάσταση δε βελτιώνεται.
Βλέπεις
, αφού ο κύβος ερρίφθη και σε γνώρισε η
μανούλα, δεν πρόκειται να σε αφήσει να
την ξεχάσεις.
Η επανάληψη είναι
αναπόφευκτη.
Δεδομένου μάλιστα ότι η
σχέση πάει σοβαρά, μάλλον θα γίνεις
δίγαμη. Θα πάρεις κι αυτόν και τη μαμά
του, στη συσκευασία του ενός. Κι αν τολμάς
πρόβαλλε αντίσταση.
Η κατάσταση γνωστή
από καταβολής κόσμου. Αν
εξαιρέσεις την Εύα που τη γλίτωσε, αν
και κάλλιστα παρομοιάζεται ο καταραμένος
όφις με πεθερά, όλες οι γυναίκες έχουν
ζήσει κάτι αντίστοιχο.
Εξορία
από τον παράδεισο. Βλέπεις μάνα είναι
μόνο μία.
Η δική σου. Εκείνη
είναι η πεθερά.
Το γνώριζες, το
περίμενες, συνέβη.
Ξεπέρασέ το.
Αν
τον αγαπάς δηλαδή. Γιατί αν όχι, άρον τα
μπογαλάκια σου και περιπάτει εις
αναζήτηση νέου έρωτος, κατά προτίμηση
ορφανού. Γιατί εδώ, μόνο δαιμόνια σε
περιμένουν.
Αν όμως τον
θες, η μόνη λύση είναι του ροφού.
Κοινώς
κάνεις τη χαζή
Δε σε αγγίζει, δε
σε ενοχλεί τίποτα. Ευάερα τ’ αυτιά σου
δε συγκρατούν λέξη.
Μήτε φαρμακερά
σχόλια, μήτε υπονοούμενα.
Γίνεσαι
υπόδειγμα νύφης. Γλυκιάς, τρυφερής,
περιποιητικής.
Και πιάτα θα πλύνεις
στο σπίτι της και συνταγές θα της ζητήσεις
και μητέρα θα τη φωνάξεις.
Νυν υπέρ
πάντων ο αγών. Καταπίνεις θυμούς,
αξιοπρέπειες και περηφάνιες.
Θυσία
για τον έρωτα.
Τα πρώτα χρόνια
είναι δύσκολα.
Που θα πάει. Θα συνηθίσει
η μία τα χνώτα της άλλης. Και τότε όλα
θα είναι καλύτερα.
Ο
χρόνος είναι ο καλύτερος προξενητής. Στις
ανθρώπινες σχέσεις γενικά, όχι μόνο
στον έρωτα.
Εκείνος λύνει και
δένει.
Λύνει διαφορές και δένει
ανθρώπους.
Η μάνα μου ισχυρίζεται πως
σκληρότερη πεθερά από τη δική της, δε
γεννήθηκε.
Τώρα, μετά από τριάντα
χρόνια, τις βλέπεις να τρώει η μία από
το κουτάλι της άλλης.
Τη μάνα μου θα
πάρει στα ζόρια.
Το γιόκα
της, που για τα μάτια του ξεκίνησε τότε
ο εμφύλιος μεταξύ τους, τον έχει στα
αζήτητα.
Γιατί η καλοσύνη πάντα
κερδίζει. Ακόμη κι αν είναι τότε
καμουφλαρισμένη στρατηγική.
Υπομονή
κι επιμονή χρειάζεται.
Μα κυρίως την
αγάπη.
Έτσι ακόμη κι η
πεθερά γίνεται κάποια στιγμή μάνα. Μη
σου πω και καλύτερη.
Της
Στεύης Τσούτση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου