Μυρίζουν
νοσταλγία οι γειτονιές των παιδικών
μας χρόνων.
Είναι γεμάτες με τις χαρούμενες φωνές μας, τα παιχνίδια, τα γέλια και τα κλάματά μας. Είμαστε πολλοί αυτοί που τις θυμούνται με τρυφερότητα και με το αίσθημα μιας παιδικής πληρότητας.
Άλλοι καιροί, διαφορετικοί από τους τωρινούς. Ήμασταν παιδιά που δεν είχαμε μεγάλη πίεση στα μαθήματα του σχολείου, χωρίς φορτωμένα απογεύματα με φροντιστήρια και εξωσχολικές δραστηριότητες και είχαμε γονείς που ήθελαν απλά να μάθουμε γράμματα και να γίνουμε καλοί άνθρωποι.
Χρόνια της απλότητας και της παιδικής αφέλειας.
Με το μάτι μας καρφωμένο στο ρολόι για να έρθει η ώρα που θα ξαμοληθούμε στο δρόμο. Πόσο παιχνίδι έχει χορτάσει η παιδική καρδιά μας. Το καλοκαίρι κρυφτό, κυνηγητό, αμπάριζα, τζαμί… Βράδιαζε μέχρι να μας μαζέψουν μέσα οι φωνές των μανάδων μας εξαντλημένους και χαρούμενους.
Θυμάμαι που τις γιορτές παίζαμε με τα καρύδια που θα έφτιαχναν τον μπακλαβά, αντί για μπίλιες. Και το Πάσχα μας κράταγαν οι γειτόνισσες και οι γιαγιάδες μας τα κότσια από τα αρνιά, για να τα βάψει η μάνα μας με την κόκκινη μπογιά των αυγών και να παίξουμε τα «κότσια» εμείς τα κορίτσια.
Γεμάτη ζωή οι γειτονιές. Γεμάτες με τους ανθρώπους της. Με τους ανθρώπους που τις χρωμάτισαν με την παρουσία τους.
Γραφικές φιγούρες οι μαυροντυμένες γιαγιάδες, που οι ανάσες τους αναστέναζαν ακόμα από τις μνήμες της προσφυγιάς που είχαν ζήσει. Και οι νεότερες, μαζεμένες έξω από την εξώπορτα του σπιτικού τους, ξαπόσταιναν λίγο την καθημερινότητά τους από την φροντίδα της οικογένειας και την κούραση των χωραφιών.
Οι γειτονιές των παιδιών μας χρόνων έχουν άρωμα βασιλικού και είναι καλά φυλαγμένες μέσα στο σεντούκι με τις πολύτιμες στιγμές της ζωής μας. Αγγίζουν τρυφερά τα όνειρα που κάναμε παιδιά και μας θυμίζουν τους ανθρώπους που αγαπήσαμε στα χρόνια μας αυτά της αθωότητας.
Είναι γεμάτες με τις χαρούμενες φωνές μας, τα παιχνίδια, τα γέλια και τα κλάματά μας. Είμαστε πολλοί αυτοί που τις θυμούνται με τρυφερότητα και με το αίσθημα μιας παιδικής πληρότητας.
Άλλοι καιροί, διαφορετικοί από τους τωρινούς. Ήμασταν παιδιά που δεν είχαμε μεγάλη πίεση στα μαθήματα του σχολείου, χωρίς φορτωμένα απογεύματα με φροντιστήρια και εξωσχολικές δραστηριότητες και είχαμε γονείς που ήθελαν απλά να μάθουμε γράμματα και να γίνουμε καλοί άνθρωποι.
Χρόνια της απλότητας και της παιδικής αφέλειας.
Με το μάτι μας καρφωμένο στο ρολόι για να έρθει η ώρα που θα ξαμοληθούμε στο δρόμο. Πόσο παιχνίδι έχει χορτάσει η παιδική καρδιά μας. Το καλοκαίρι κρυφτό, κυνηγητό, αμπάριζα, τζαμί… Βράδιαζε μέχρι να μας μαζέψουν μέσα οι φωνές των μανάδων μας εξαντλημένους και χαρούμενους.
Θυμάμαι που τις γιορτές παίζαμε με τα καρύδια που θα έφτιαχναν τον μπακλαβά, αντί για μπίλιες. Και το Πάσχα μας κράταγαν οι γειτόνισσες και οι γιαγιάδες μας τα κότσια από τα αρνιά, για να τα βάψει η μάνα μας με την κόκκινη μπογιά των αυγών και να παίξουμε τα «κότσια» εμείς τα κορίτσια.
Γεμάτη ζωή οι γειτονιές. Γεμάτες με τους ανθρώπους της. Με τους ανθρώπους που τις χρωμάτισαν με την παρουσία τους.
Γραφικές φιγούρες οι μαυροντυμένες γιαγιάδες, που οι ανάσες τους αναστέναζαν ακόμα από τις μνήμες της προσφυγιάς που είχαν ζήσει. Και οι νεότερες, μαζεμένες έξω από την εξώπορτα του σπιτικού τους, ξαπόσταιναν λίγο την καθημερινότητά τους από την φροντίδα της οικογένειας και την κούραση των χωραφιών.
Οι γειτονιές των παιδιών μας χρόνων έχουν άρωμα βασιλικού και είναι καλά φυλαγμένες μέσα στο σεντούκι με τις πολύτιμες στιγμές της ζωής μας. Αγγίζουν τρυφερά τα όνειρα που κάναμε παιδιά και μας θυμίζουν τους ανθρώπους που αγαπήσαμε στα χρόνια μας αυτά της αθωότητας.
Της
Γεωργίας Ανδριώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου