Απολαύστε τα
video
Αχερουσία
Η Αχερουσία (Τοπική Κοινότητα Αχερουσίας - Δημοτική
Ενότητα ΦΑΝΑΡΙΟΥ), ανήκει στον δήμο ΠΑΡΓΑΣ της Περιφερειακής Ενότητας ΠΡΕΒΕΖΑΣ
που βρίσκεται στην Περιφέρεια Ηπείρου, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της
Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα “Καλλικράτης”.
Η επίσημη ονομασία
είναι “η Αχερουσία”. Έδρα του δήμου είναι το Καναλλάκι και ανήκει στο γεωγραφικό
διαμέρισμα Ηπείρου.
Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο
“Καποδίστριας”, μέχρι το 2010, η Αχερουσία ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα
Αχερουσίας, του πρώην Δήμου ΦΑΝΑΡΙΟΥ του Νομού ΠΡΕΒΕΖΗΣ.
Η Αχερουσία έχει
υψόμετρο 28 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, σε γεωγραφικό πλάτος
39,255536448 και γεωγραφικό μήκος 20,5946571532. Οδηγίες για το πώς θα φτάσετε
στην Αχερουσία θα βρείτε
εδώ.
Αχερουσία λίμνη.
Η Αχερουσία
λίμνη δεν υπάρχει πια. Αποστραγγίστηκε τη δεκαετία του 1960 από τη Βρετανική
εταιρεία Boots Ltd. Η Αχερουσία είναι κατά τη μυθολογία η «χώρα του Άδη» (η
σημερινή πεδιάδα του τ. Δήμου Φαναρίου). Πιάνει από το χωριό Χόικα μέχρι τη
θάλασσα και από τη Χόικα μέχρι την Παραμυθιά
(τα Ηλύσια πεδία - Λειμών των ασφοδέλων). Διασχίζεται από τον Αχέροντα ποταμό
και τους παραποτάμους του Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό. Ο Άδης είναι ο
θεός και αρχηγός του «κάτω κόσμου» που εξουσίαζε τους νεκρούς. Ο Άδης
ταυτίζονταν με τον Πλούτωνα
και μόνο μια φορά ανέβηκε στον πάνω κόσμο, για να αρπάξει την Περσεφόνη. Εδώ στη
λίμνη Αχερουσία, στον Αχέροντα ποταμό πίστευαν ότι υπάρχει μια από τις εισόδους
για τον Άδη (Πύλες του Άδη). Ο Χάρων
(γιος του Ερέβους και της Νύκτας) ήταν ο βαρκάρης που κουβαλούσε τις ψυχές των
νεκρών στον Άδη και έπαιρνε τον οβολό που έβαζαν στα χείλη του νεκρού οι
συγγενείς. Στο βάραθρο της Στύγας στεκόταν ο φύλακας Κέρβερος
που ήταν τρικέφαλος σκύλος με ουρά λιονταριού που κατέληγε σε φίδι και τα μαλλιά
του και το σώμα του ήταν γεμάτα φίδια (στα νομίσματα της Ελέας της
Θεσπρωτίας βλέπουμε παραστάσεις του Κέρβερου). Οι ψυχές παρουσιάζονταν στο
δικαστήριο του Άδη (Άδης, Μίνωας,
Ραδάμανθυς
και Αιακός)
που έκρινε τις πράξεις του νεκρού στη ζωή. Στην Οδύσσεια
του Ομήρου, περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα
στον κάτω κόσμο. Κατά τη μυθολογία, στον Άδη κατέβηκαν και οι: Ορφέας,
βασιλιάς της Θράκης για να φέρει πίσω τη γυναίκα του Ευρυδίκη,
ο Ηρακλής,
ο Θησέας,
κ.α. Ο Λουκιανός, σατιρικός συγγραφέας, στους «νεκρικούς διαλόγους» που έγραψε,
περιγράφει παραστατικά τα της εισόδου των νεκρών στον Άδη. Χάρων: «Απόδος ω
τρισκατάρατε τα πορθμεία» Νεκρός: «Ουκ αν λάβεις παρά του μη
έχοντος.»
Αχέρων ποταμός
Ο Αχέρων είναι ποταμός
της περιφέρειας Ηπείρου
και διασχίζει τους Νομούς Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας και Πρεβέζης . Οι πηγές του
Αχέροντα είναι πολλές. Οι πρώτες πηγές του προέρχονται από τα χιόνια του όρους
Τόμαρος
στο Νομό Ιωαννίνων (μέγιστο υψόμετρο 1.986m), και οι άλλες πηγές του προέρχονται
από τα όρη Σουλίου και τα όρη Παραμυθιάς Θεσπρωτίας. Σημαντικές πηγές είναι
επίσης αυτές του χωριού Βουβοπόταμος κοντά στη Γλυκή. Ο Αχέρων εκβάλλει στο Ιόνιο
Πέλαγος, στο χωριό Αμμουδιά
του Νομού
Πρεβέζης, όπου σχηματίζει Δέλτα από το οποίο διαμορφώνονται τα δύο κύρια έλη
της περιοχής, το έλος της Σπλάντζας και της Βαλανιδορράχης. Ο Αχέρων λόγω της
παράδοσης και της περιβαλλοντικής αξίας προσελκύει πλήθος επισκεπτών από τις
πηγές έως και τις εκβολές του. Το μήκος του ανέρχεται στα 52 χιλιόμετρα ενώ από
τα νερά του αρδεύονται περίπου 85.000 στρέμματα, εκ των οποίων 28.000 βρίσκονται
στο Νομό
Θεσπρωτίας και 57.000 στο Νομό Πρεβέζης. Εναλλακτικά ο Αχέροντας ήταν
γνωστός και ως Μαυροπόταμος, Φαναριώτικος ή Καμαριώτικο ποτάμι.
- Η ονομασία του ποταμού Αχέροντα προέρχεται από τη λέξη «άχος» που σημαίνει θλίψη αναφερόμενη στη θλίψη του θανάτου. Αχέρων είναι ο Ποταμός χωρίς χαρά, ο ποταμός της θλίψης Μια άλλη άποψη λέει ότι προέρχεται από την αρχαία λέξη «αχός» (=ήχος, βουή, «ηχώ», «αχώ» = εκπέμπω ήχο) και το ρήμα «ρέω», άρα ο ποταμός με την δυνατή ροή.
- Πυριφλεγέθων = Είναι ο ποταμός που βγάζει φλόγες, ο πύρινος. Δεν είναι ξεκαθαρισμένο και ευρέως αποδεκτό ποιος ποταμός ήταν αυτός, ούτε σε ποιον παραπόταμο του Αχέροντα αντιστοιχεί σήμερα.
- Κωκυτός = Ο Ποταμός του Θρήνου. Ονομάσθηκε έτσι από τους θρήνους και τα μοιρολόγια των επισκεπτών του Νεκρομαντείου. Ταυτίζεται με τον σημερινό Κωκκυτό ποταμό (βλέπε χάρτη). Λέγεται και Μαυροπόταμος. Η εναλλακτική ονομασία του ποταμού Κωκκυτού ως Μαυροπόταμος αποδίδεται στο Δία που μαύρισε τα νερά του.
- Φαναριώτικος: Η ονομασία του Αχέροντα ως Φαναριώτικος προέρχεται από το Φανάρι (=φάρος) που υψωνόταν στο ακρωτήριο Χειμέριο, το οποίο βρίσκεται στις εκβολές του στην Αμμουδιά, προς καθοδήγηση των επισκεπτών στο Νεκρομαντείο.
Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι ο Αχέρων αποτελεί τον ποταμό
εκείνο, τον διάπλου του οποίου έκανε, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική
μυθολογία ο «ψυχοπομπός» Ερμής παραδίδοντας τις ψυχές των νεκρών στον
Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη. Η κάθε
ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα,
έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η
περίπτωση του Μένιππου,
τον οποίο αναφέρει ο Λουκιανός,
ως τον μοναδικό που διέσχισε τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει. Στο δρόμο του ο
ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους Πυριφλεγέθοντα
και Κωκυτό,
στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, στο σημείο όπου βρίσκεται το αρχαίο Νεκρομαντείο
του Αχέροντα. Η αρμοδιότητα του Νεκρομαντείου του Αχέροντα ήταν διαφορετική
από αυτή των Δελφών και της Δωδώνης. Ο σκοπός του δεν ήταν η παροχή χρησμού αλλά
η διευκόλυνση της επικοινωνίας των επισκεπτών με τις ψυχές των νεκρών συγγενών
τους. Αχέρων, Κωκυτός και Πυριφλεγέθων συναποτελούσαν τους τρεις ποταμούς του
Άδη, και οι τρεις με θλιβερά ονόματα (Αχέρων = χωρίς χαρά, Πυριφλεγέθων =
πύρινος, Κωκυτός = θρήνος) συμβολίζοντας την θλίψη και τους θρήνους του θανάτου
και δίνοντας το συμβολισμό της πύρινης κολάσεως, όπως διατηρείται και σήμερα
στην Χριστιανική θρησκεία. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τα νερά του ποταμού
ήταν πικρά καθώς ένα "στοιχειό" (τέρας) που ζούσε στις πηγές του δηλητηρίαζε τα
νερά. Ο Άγιος Δονάτος (ετυμολογική προέλευση από το Αϊδονεύς, Αϊδονάτος, Αγιος
Δονάτος), πολιούχος της Μητρόπολης Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, σκότωσε το στοιχειό
και τα νερά του Αχέροντα έγιναν γλυκά, έτσι πήρε και το όνομά του το χωριό Γλυκή.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο από την αρχαία Ελληνική
μυθολογία που μαρτυρά τη συνέχεια αυτής στη σύγχρονη πλέον λαϊκή παράδοση
είναι το εξής: Κατά την τιτανομαχία οι Τιτάνες έπιναν νερό από τον Αχέροντα για
να ξεδιψάσουν γεγονός που προκάλεσε την οργή του Δία
ο οποίος μαύρισε και πίκρανε τα νερά του.
Ο Όμηρος
στην «Οδύσσεια»
αναφερόμενος στην κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πληροφορηθεί από το μάντη
Τειρεσία
για την επιστροφή του στην Ιθάκη περιγράφει λεπτομερώς το σημείο συνάντησης του
Αχέροντα με τον Πυριφλεγέθων και τον Κωκυτό:
… ἄραξ' ἐκεῖ τὸ πλοῖο σου στοῦ Ὠκεανοῦ τὴν ἄκρη,
καὶ στοῦ Ἅδη κίνησε νὰ πᾶς τ' ἀραχνιασμένο σπίτι,
Ἐκεῖ ὁ Πυριφλεγέθοντας στοῦ Ἀχέροντα τὸ ρέμακυλιέται μὲ τὸν Κωκυτὸ ποὺ πέφτει ἀπὸ τὴ Στύγα,κι ὁ βράχος ποὺ βαρύβροντα τὰ δυὸ ποτάμια σμίγουν…
— (κ’ ραψωδία)
Αλλά και ο Σοφοκλής
στην «Αντιγόνη»
χρησιμοποιεί το όνομα Αχέρων ως μετωνυμία του Χάρου τη στιγμή που η Αντιγόνη
οδεύει προς την τιμωρία του ηθικού της χρέους :
…ἀλλά μ᾽ ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει
τὰν Ἀχέροντος
ἀκτάν,οὔθ᾽ὑμεναίων ἔγκληρον,οὔτ᾽ἐπινύμφειός
πώ μέ τις ὕμνος ὕμνησεν,ἀλλ᾽ Ἀχέροντι νυμφεύσω…— (4ο επεισόδιο, Α σύστημα, στροφή α)
Επίσης το έργο του Λουκιανού
«Νεκρικοί διάλογοι» όπου σατιρίζει κοινωνικά γεγονότα εμπνεόμενος από τη
μεταφορά των νεκρών στον Άδη περιστρέφεται γύρω από τον Αχέροντα. Μεγάλος
αριθμός ποιητών και συγγραφέων της αρχαίας ελληνικής παράδοσης αναφέρονται στον
Αχέροντα καθώς, το όνομα του ποταμού ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μετάβαση των
νεκρών στην κοινωνία των ψυχών.
Από τη Χαράδρα του Αχέροντα μέχρι το
ΝεκρομαντείοΜετά τη Γλυκή,
ακολουθεί ένα μεγαλύτερο τμήμα του ποταμού μήκους περίπου 12-14 χλμ που
τελειώνει στη γέφυρα Μεσοπόταμου
Πρέβεζας, στην Εθνική Οδό Πρέβεζας-Ηγουμενίτσας. Εδώ σε ένα λόφο βρίσκεται ντο
Αρχαίο Νεκρομαντείο
και η Αρχαία
Εφύρα.Χαρακτηριστικό είναι ότι κάθε χρόνο ο Αχέρων πλημμυρίζει και η περιοχή
της γέφυρας στο Καστρί
(περιοχή αρχαίας Πανδοσίας) αποκλείεται για 1-2 μέρες. Το έτος 2005, μετά το τραγικό ατύχημα
πνιγμού ενός δασκάλου με το μικρό παιδί του (το αυτοκίνητό τους παρασύρθηκε από
τα νερά του ποταμού Αχέροντα) η επίσημη πολιτεία κατασκεύασε σε χρόνο ρεκόρ τη
γέφυρα Αχέροντα στο Καστρί. Το τμήμα αυτό του Αχέροντα ήταν μέχρι προ 20 ετών
πλήρως πλωτό, μάλιστα υπάρχουν στο Καστρί και μεταλλικοί κρίκοι προσδέσεως των
πλοιαρίων, αλλά λόγω της ανεξέλεγκτης βλάστησης δεν είναι πλωτό πλέον.
Το πλωτό τμήμα του Αχέροντα - Το δάσος της Περσεφόνης - Οι
εκβολές του Αχέροντα Μετά το Μεσοπόταμο,
ακολουθεί ένα πιο πλατύ τμήμα του ποταμού που είναι πλωτό. Στο τέλος αυτού του
τμήματος ο Αχέρων δέχεται τα ήρεμα νερά δύο παραποτάμων του, του Κωκυτού
(λίγο μετά το Νεκρομαντείο) και του Βωβού
στη συνέχεια (ή ίσως Πυριφλεγέθοντα), (Βωβός: εξ ου και το όνομα της κοινότητας
Βουβοπόταμος). Στην περιοχή αυτή έχουν γίνει πολλά αποστραγγιστικά αρδευτικά
έργα και η γεωγραφία του ποταμού είναι περίπλοκη. Λίγο πριν την Αμμουδιά
εκβάλλει στή στροφή αριστερά, ένα μεγάλο αρδευτικό Κανάλι που μοιάζει με
παραπόταμο και δημιουργεί γεωγραφική σύγχυση. Η ονομασία «Φανάρι» για τον
ομώνυμο Δήμο, προέρχεται από το Μεγάλο Φάρο στήν Αμμουδιά (Χειμέριον Άκρον) και
τα πολλά φανάρια πού ήταν παλαιότερα τοποθετημένα παραποταμίως για να
καθοδηγούνται τη νύκτα τα πλοιάρια . Στα πέντε τελευταία του χιλιόμετρα μέχρι
τις εκβολές
του ο ποταμός Αχέρων είναι πλωτός. Τέσσερις βαρκάρηδες κάνουν τουριστικές
διαδρομές τους καλοκαιρινούς μήνες στόν Πλωτό Αχέροντα αλλά και στίς παραλίες
του Ιονίου δίπλα, με έδρα την Αμμουδιά.
Επίσης στο δέλτα του, γίνεται από το 2010 ξενάγηση με κανό-καγιάκ. Στο τελευταίο
αυτό τμήμα υπάρχει μια παραποτάμια πεζοπορική διαδρομή 4 χλμ, δίπλα στο "Δάσος
της Περσεφόνης". Στις εκβολές υπάρχει η θαλάσσια παραλία του χωριού Αμμουδιά, με
αφθονία ψαροταβερνών και πολλά μικρά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Νεκρομαντείο Αχέροντα.
Το πιο φημισμένο νεκρομαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου βρίσκεται κοντά στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης, στο σημείο όπου ενώνονται τα ποτάμια του Άδη, ο Αχέροντας με τον Κωκυτό. Στις αρχαίες πηγές η τοποθεσία της Αχερουσίας λίμνης περιγράφεται ως το σημείο κατάβασης των νεκρών στον Άδη και η Εφύρα, η πόλη της Ηπείρου που βρίσκεται λίγο βορειότερα, συνδέεται με πανάρχαιη λατρεία της θεότητας του θανάτου. Στο νεκρομαντείο πήγαιναν οι πιστοί για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών, που μετά την απελευθέρωσή τους από το σώμα αποκτούσαν την ικανότητα να προβλέπουν το μέλλον. Η παλαιότερη αναφορά του νεκρομαντείου του Αχέροντα γίνεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να συναντήσει στον Κάτω Κόσμο τον τυφλό μάντη Τειρεσία και να πάρει χρησμό για την επιστροφή στην πατρίδα του (κ 488 κ.ε.), και αμέσως παρακάτω δίνει τη συναρπαστική περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα, ενός θνητού, στον Άδη (λ 24 κ.ε.). Η ομοιότητα της ομηρικής περιγραφής με τη θέση του νεκρομαντείου είναι εκπληκτική, στοιχείο που παρατηρεί και ο Παυσανίας σχεδόν χίλια χρόνια αργότερα, θεωρώντας ότι ο Όμηρος πρέπει να είχε δει τα μέρη αυτά (1.17.5). Ωστόσο, στην ελληνική μυθολογία και άλλοι ήρωες είχαν τολμήσει αυτή την κατάβαση στον Άδη: ο Ορφέας για να φέρει στη γη την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για να φέρει στο βασιλιά Ευρυσθέα τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο-φύλακα της εξόδου από τον Άδη, και ο Θησέας με τον Πειρίθου για να αρπάξουν την Περσεφόνη.
Η παλαιότερη χρήση του λόφου όπου σώζεται το νεκρομαντείο ανάγεται στη μυκηναϊκή εποχή (14ος-13ος αι. π.Χ.), στην οποία χρονολογούνται τρεις παιδικοί τάφοι με λιγοστά ευρήματα. Αργότερα στο χώρο πρέπει να ιδρύθηκε ιερό αφιερωμένο στη θεότητα της Γης, όπως δείχνουν όστρακα αγγείων και πήλινα ειδώλια, που βρέθηκαν στους δυτικούς πρόποδες του λόφου και χρονολογούνται μέχρι και τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Τα σωζόμενα λείψανα του νεκρομαντείου χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο. Το κύριο τμήμα του ιερού χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους (τέλη 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.), ενώ σε μια δεύτερη οικιστική φάση, στο τέλος του 3ου αι. π.Χ., προστέθηκε στα δυτικά του αρχικού ιερού ένα συγκρότημα με μια κεντρική αυλή, γύρω από την οποία υπήρχαν δωμάτια και αποθήκες. Το ιερό με αυτή τη μορφή λειτούργησε αδιάλειπτα για δύο αιώνες περίπου. Με την κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Ρωμαίους πυρπολήθηκε το 167 π.Χ., οπότε και τελείωσε η λειτουργία του. Στον 1ο αι. π.Χ. με την εγκατάσταση Ρωμαίων εποίκων στην πεδιάδα του Αχέροντα, η αυλή του ιερού κατοικήθηκε πάλι. Στις αρχές του 18ου αιώνα στο χώρο οικοδομήθηκε η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που σώζεται μέχρι σήμερα, και το αντίστοιχο νεκροταφείο.
Το νεκρομαντείο ανασκάφηκε τα έτη 1958-1964 και 1976-1977 υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας και ήταν το πρώτο ιερό και μαντείο των θεών του Κάτω Κόσμου που έγινε γνωστό.
Ωραίο άρθρο, μπράβο
ΑπάντησηΔιαγραφή