Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

Υπερπολύτιμος Αμβρακικός

%IMAGEALT%

Ο εντυπωσιακός λευκοτσικνιάς


Καχύποπτες τουρλίδες, καβγατζήδες καλαμοκονάδες, τουμπανιάδες σε ομαδικό ψάρεμα, αβοκέτες σε γαμήλιους χορούς και ερωτύλοι Ηταυροι. Η παρέα στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού είναι... απρόβλεπτη.


Στο βόρειο τμήμα του Αμβρακικού κόλπου, που ανήκει διοικητικά στον νομό Αρτας, εκβάλλουν δύο από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Ηπείρου, ο Λούρος και ο Αραχθος. Τα ιζήματα που μεταφέρουν δημιούργησαν τρεις λιμνοθάλασσες, τη Ροδιά, την Τσουκαλιά και τη Λογαρού, που μαζί με το Δέλτα του Αραχθου οριοθετούν έναν από τους σημαντικότερους ελληνικούς υδροβιότοπους. Εκεί είναι το σπίτι ή το μεταναστευτικό καταφύγιο για δεκάδες είδη πουλιών, ενδημικών ή αποδημητικών και η παρατήρησή τους δεν απαιτεί ιδιαίτερη δυσκολία.


Η ευκολότερη διαδρομή για παρατήρηση είναι αυτή που συνδέει την Αρτα με την Κορωνησία. Πιο ευδιάκριτοι δεξιά και αριστερά του ασφαλτόδρομου είναι, λόγω του μεγέθους τους, οι τσικνιάδες και οι πελεκάνοι. Από τους πρώτους οι πιο πολυάριθμοι είναι οι σταχτοτσικνιάδες που ξεχωρίζουν από τα γκρίζα φτερά και το μεγάλο ύψος.

Ο Ραβανός ή Ψαροφάς, όπως τον ονομάζουν οι ντόπιοι, είναι ο μεγαλύτερος τσικνιάς της Ευρώπης και τον συναντάμε έως τα όρια του αρκτικού κύκλου. Την εξάπλωσή του βοήθησε η μαχητικότητά του στην υπεράσπιση των περιοχών τροφοληψίας, αφού δεν διστάζει να επιτεθεί βίαια με το μακρύ του ράμφος...


Η ορχιδέα της Ελένης
%IMAGEALT%

Τους συγγενείς του σταχτοτσικνιά τους ανακαλύπτουμε σε έναν χωματόδρομο αρκετά βατό, που ξεκινάει από το λιμανάκι της Σαλαώρας και κατευθύνεται προς τα δυτικά. Εδώ συγκεντρώνονται κορμοράνοι, λευκοτσικνιάδες και αργυροτσικνιάδες.


Αν και οι δύο είναι λευκοί, οι αργυροτσικνιάδες είναι σχεδόν διπλάσιοι από τους λευκοτσικνιάδες. Οι πρώτοι είναι ψιλόλιγνα πουλιά κι έχουν μαύρο ράμφος και πόδια. Το καλοκαίρι αποκτούν διακοσμητικά φτερά στους ώμους και τα σηκώνουν σαν βεντάλια, για να οριοθετήσουν την περιοχή ψαρέματος.

Ο λευκοτσικνιάς έχει κιτρινόμαυρο ράμφος και μακριά φουντωτά φτερά, σαν βασιλικό μανδύα. Την αναπαραγωγική περίοδο αποκτά και λοφίο, ενώ χρησιμοποιεί μια μοναδική τεχνική ψαρέματος. Στέκεται με το ένα πόδι στα ρηχά και κουνάει την άλλη πατούσα αριστερά - δεξιά, κάτω από την επιφάνεια, για να καθαρίσει το νερό από σωματίδια ή για να προσελκύσει τη λεία του. Αν στη θέα του αυτοκινήτου τα πουλιά απομακρυνθούν έχετε υπομονή. Σιγά-σιγά θα συνηθίσουν και θα ξανάρθουν.

Οι Αργυροπελεκάνοι -«Τουμπανιάδες» όπως τους αποκαλούν οι Αρτινοί- συχνά μαζεύονται μετά το μικρό λιμάνι της Σαλαώρας πηγαίνοντας προς Κορωνησία, έπειτα από μια μικρή γέφυρα και πριν από την πρώτη διασταύρωση που οδηγεί αριστερά σε ένα κτίσμα δίπλα στην ακτή. Αν και απομακρύνονται στη θέα του ανθρώπου, υπάρχει αρκετός χρόνος να δούμε από κοντά τα τεράστια αυτά πουλιά ίσως και κατά τη διάρκεια του συνεργατικού ψαρέματος: σχηματίζουν αλυσίδα και σπρώχνουν τα ψάρια προς τα ρηχά.


Μια παρέα από στικτές νεροχελώνες
%IMAGEALT%

Τα νεαρά πουλιά έχουν γκρίζο σταχτί φτέρωμα, ενώ τα ενήλικα λευκό. Αργυροπελεκάνους μπορούμε να δούμε και στη βορειοανατολική ακτή της Κορωνησίας. Υπάρχει ένας χωματόδρομος ανάμεσα στα σπίτια και στη λιμνοθάλασσα, από όπου τα σημεία συγκέντρωσής τους απέχουν λίγες δεκάδες μέτρα.

Πίσω από τα κοπάδια των Αργυροπελεκάνων συχνά ψαρεύουν κορμοράνοι. Για να βρούμε τα δικά τους στέκια ακολουθούμε ένα ανάχωμα με βατό χωματόδρομο μετά την Κορωνησία, που συνεχίζει βορειοανατολικά προς το Δέλτα του Αραχθου. Δίπλα στα κανάλια, πάνω από τα οποία περνάει ο χωματόδρομος, συγκεντρώνονται κορμοράνοι και διάφορες πάπιες. Στην πρώτη γέφυρα μετά την Κορωνησία και αριστερά προς τη Λογαρού, υπάρχει μια μόνιμη αποικία κορμοράνων.

Ο φαλακροκόρακας ή «καράμπαμπας» κατά τους ντόπιους, είναι ο μεγαλύτερος από την οικογένεια των κορμοράνων και ο πιο κοινός, αφού εκτός από την Ευρώπη, τον βρίσκουμε στην Αφρική, την Ασία, τη βόρεια Αμερική και την Αυστραλία. Είναι δεινός υποβρύχιος κυνηγός, ελίσσεται με εξαιρετική ικανότητα κάτω από το νερό, χρησιμοποιώντας την ουρά του για πηδάλιο.

Βόρεια του αναχώματος, στην όχθη της λιμνοθάλασσας της Τσουκαλιάς, υπάρχουν πολλά ξύλινα παλούκια που εξέχουν από το νερό. Σε αυτά κάθονται μικρά πουλιά με άσπρη κοιλιά και καφεγκρίζα ράχη, οι Ακτίτες. Λίγο πιο ανοιχτά κολυμπούν μεγάλες πάπιες, με άσπρα, καφέ και σκουροπράσινα φτερά, οι Βαρβάρες. Τα Θαλασσογέρμανα, όπως τις αποκαλούν οι Αρτινοί, είναι πολύ καχύποπτα και δύσκολα τα πλησιάζει ο άνθρωπος.


Η αβοκέτα είναι ένα από τα ελάχιστα πουλιά του κόσμου που έχει το ράμφος στριμμένο προς τα επάνω αλλά και από τα πιο κομψά...
%IMAGEALT%

Νότια του αναχώματος η ακτή του Αμβρακικού είναι αμμουδερή και φιλοξενεί πολλά παρυδάτια πουλιά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει με το μακρύ κυρτό και μυτερό ράμφος η Τουρλίδα. Ο Λωρίτης των ντόπιων είναι το μεγαλύτερο παρυδάτιο πουλί της Ευρώπης και πολύ καχύποπτο. Είναι σχεδόν αδύνατον να το δει κανείς από κοντά. Το ίδιο μακρύ και μυτερό, αλλά στραμμένο προς τα πάνω είναι το ράμφος της Αβοκέτας.


Το Βασιλοπούλι, όπως αλλιώς ονομάζεται, είναι ένα από τα ελάχιστα πουλιά στον κόσμο που έχει τέτοιο ράμφος. Οταν τρέφεται το κουνάει δεξιά και αριστερά μέσα στο νερό. Οι κοινωνικές Αβοκέτες συγκεντρώνονται σε μεγάλες ομάδες και αφήνουν τον άνθρωπο να τις πλησιάσει. Ακόμη και όταν εκτελούν με ακρίβεια μπαλαρίνας τον γαμήλιο χορό του ζευγαρώματος, χτυπώντας τα πόδια και κρώζοντας, λίγο πριν το θηλυκό χαμηλώσει το σώμα, για να δεχτεί επάνω της το αρσενικό.

Δέκα χιλιόμετρα μετά, το ανάχωμα σταματάει απότομα σε ένα διβάρι. Γυρνώντας αναγκαστικά πίσω φτάνουμε στο έλος της Ροδιάς, έναν από τους λίγους υδροβιότοπους της Ελλάδας όπου μπορεί να συναντήσει κανείς τον ακριβοθώρητο Μικροτσικνιά, τον μικρότερο της οικογένειας. Φθάνει τον Απρίλιο στην Ελλάδα κι αρχίζει τη διαδικασία του ζευγαρώματος.


Ο Ηταυρος αποκαλείται θεριό του βάλτου και έχει γεννήσει πολλούς θρύλους λόγω του αλλόκοτου ήχου που παράγει
%IMAGEALT%

Το αρσενικό, που έχει μαύρη κορώνα και φτερά, θα πλέξει όσες φωλιές χρειαστεί επάνω στα καλάμια, για να δελεάσει το θηλυκό. Οταν επιτέλους ανταμώνονται, επιδίδονται σε καλωσορίσματα φουσκώνοντας τα φτερά του λαιμού και ανοιγοκλείνοντας το ράμφος. Ο Μικροτσικνιάς ή «Μουλωχτός» για τους Πρεβεζάνους, σπάνια βγαίνει έξω απ' τον καλαμιώνα.


Αφήνοντας τη λιμνοθάλασσα της Ροδιάς προς την Αρτα και από εκεί προς τα νότια, μετά το Νεοχώρι, ένα δίκτυο χωματόδρομων οδηγεί μέσα στο δέλτα του Αράχθου. Εκεί στις μισοπλημμυρισμένες εκτάσεις ξεχωρίζουν κάποια ασπρόμαυρα πουλιά με πολύ μακριά κόκκινα πόδια, Οι Καλαμοκανάδες ή «Αδραχτάδες» είναι σίγουρα τα πιο κομψά παρυδάτια πουλιά.

Περπατούν συνεχώς στα ρηχά, αρπάζοντας με το μακρύ ράμφος την τροφή τους. Στα σμήνη τους συχνά ξεσπούν καβγάδες. Οι συγκρουόμενοι επιδεικνύουν το ανάστημά τους ή πετούν χαμηλά πάνω από τον αντίπαλο με τεντωμένα πόδια.


Αλλος ένας κάτοικος της περιοχής, ο σκαντζόχοιρος
%IMAGEALT%

Στην ίδια περιοχή, στα ξύλα που προεξέχουν από το νερό συχνά κάθονται Νυχτοκόρακες. Ο «Φώυξ» του Αριστοτέλη οφείλει το όνομά του στη συνήθειά του να κυνηγάει μέχρι αργά το σούρουπο. Είναι από τους ικανότερους κυνηγούς αφού χρησιμοποιεί και δόλωμα για να πιάσει ψάρια. Τοποθετεί συχνά ένα έντομο στην επιφάνεια του νερού για να αρπάξει το ψάρι που θα τολμήσει να το καταπιεί, ακόμη κι αν αυτό το ψάρι πλησιάζει στο μέγεθός του.


Αν κάπου εκεί κοντά, ακούσετε ένα δυνατό  επαναλαμβανόμενο ήχο «γκουπ-γκουπ» μέσα στον καλαμιώνα, ίσως έχετε μια σπάνια ευκαιρία να δείτε ένα από τα πιο ακριβοθώρητα πουλιά, τον Ηταυρο. Η φωνή είναι το γαμήλιο κάλεσμα του πολυγαμικού αρσενικού, στην προσπάθεια να συμπληρώσει το χαρέμι του, που μπορεί να περιλαμβάνει έως και πέντε θηλυκά.

Το «Ριγκιόζι», όπως τον αποκαλούν οι ντόπιοι, σηματοδοτεί με αυτόν τον χτύπο τα όρια της περιοχής στην οποία φωλιάζουν οι θηλυκές του. Σε όποιο αρσενικό περάσει τα σύνορα επιφυλάσσεται βίαιη επίθεση. Κι αυτά είναι μόνο μερικά από τα πουλιά που συναντά κανείς στον υδροβιότοπο του Αμβρακικού, έναν από τους πιο προσβάσιμους ορνιθολογικούς παραδείσους της Ευρώπης.

Το καλοκαίρι, στα έλη του Λούρου και του Αράχθου, συχνάζουν πολλά είδη εντόμων της οικογένειας Οδονάτα, τα γνωστά «ελικοπτεράκια». Το μεγάλο τους μέγεθος, η πολυχρωμία και οι πτητικές του ικανότητες εντυπωσιάζουν.


Το ελικοπτεράκι του είδους Cordulegaster bibentata είναι ένα από τα μεγαλύτερα που συναντάμε στον Αμβρακικό
%IMAGEALT%



Πετούν με ταχύτητες που πλησιάζουν τα 30 χιλιόμετρα την ώρα κι επιδίδονται σε ακροβατικά. Εχουν διατηρήσει τη βασική μορφολογία τους για 300 εκατομμύρια χρόνια, όπως αποδεικνύουν τα απολιθώματα, που βρέθηκαν στη Γερμανία.

Οι λόφοι της βορειοανατολικής όχθης της λιμνοθάλασσας της Ροδιάς φιλοξενούν την άνοιξη ενδημικές της βορειοδυτικής Ελλάδας ορχιδέες. Στα χαμηλότερα σημεία, πάνω από τον παραλιακό δρόμο φυτρώνει η ορχιδέα της Ελένης (Ophrys helenae), με κατακόκκινο χείλος. Διάσπαρτες στην πλαγιά εντοπίζονται ορχιδέες του γένους Serapias (ορχιδέα του Σέραπι Αιγυπτιακού θεού της γονιμότητας).

Εάν δείτε μια χαμηλή ορχιδέα με καφεπράσινο άνθος, θυρεό στο μέσο του χείλους σε σχήμα Η και κίτρινη μπορντούρα, έχετε βρει την ορχιδέα της Ηπείρου (Ophrys epirotica). Μια άλλη που της μοιάζει, αλλά έχει άσπρα χρώματα στο άνθος είναι η λευκομάττα Ophrys leucophthalma. Μια ακόμη ενδημική της περιοχής είναι η δικέρατη Ophrys bicornis, ένα ψηλό ρωμαλέο φυτό, έως μισό μέτρο, με πολλά καφέ και ροζ άνθη που από το χείλος του ξεπηδούν δύο μακριές αποφύσεις σαν κέρατα.

Γιώργος Αβαγιανός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου