Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Με αφορμή την ίδρυση στα Γιάννενα της έβδομης Αρχιτεκτονικής Σχολής στην χρεοκοπημένη Ελλάδα, η αρχιτεκτονική της κατακερματισμένης κοινωνίας

image











Με αφορμή την ίδρυση στα Ιωάννινα της έβδομης Αρχιτεκτονικής Σχολής στην χρεοκοπημένη Ελλάδα έγραφα πριν λίγες εβδομάδες στο κείμενό μου «Και Αρχιτεκτονική θα σας φτιάξουμε» για τον τρόπο που το πελατειακό σύστημα έσπερνε σχολές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, έξω από κάθε εκπαιδευτική και οικονομική λογική.

Λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση του άρθρου βρέθηκα στην πατρίδα μου, τα Γιάννενα, όπου διαπίστωσα ότι οι συμπατριώτες μου ήταν πολύ ικανοποιημένοι από την ίδρυση της σχολής, θεωρώντας ότι η πόλη θα έχει μία κάποια αναπτυξιακή δυνατότητα στις δύσκολες εποχές που ζούμε. Σκέφτηκα ότι οι συνομιλητές μου μάλλον δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι η αντίληψη πως η ανάπτυξη γίνεται με παροχές του κράτους προς τους πολίτες, οδήγησε το κράτος στη χρεοκοπία και πολλούς πολίτες στη φτώχεια. Κυρίως όμως δεν είχαν αναγνωρίσει ότι η χρεοκοπία σήμανε το τέλος μιας ανάπτυξης που στηρίχτηκε στην αντιπαραγωγική διανομή των δανεικών από κράτος προς την κοινωνία.

Η αρχική μου σκέψη συμπληρώθηκε με την επισήμανση ότι τα ιδιωτικά τοπικά μικροσυμφέροντα, όπως η ενοικίαση διαμερισμάτων και ο τζίρος στα καταστήματα, μπορεί να έκαναν αρκετούς Γιαννιώτες να βλέπουν ευνοϊκά αυτή τη νέα. αναπτυξιακή προοπτική. Και ίσως, αναλογίστηκα τελικά, να μην είναι τόσο παράλογοι αν σκέφτηκαν ότι εφόσον το σύστημα εξακολουθεί να λειτουργεί με τον παλιό τρόπο, τότε γιατί να μην επωφεληθούν και οι ίδιοι από τη συνεχιζόμενη μοιρασιά.

Στo πλαίσιo της λειτουργίας του πελατειακού συστήματος η ελληνική κοινωνία κατέληξε να είναι ένα σύνολο ατομικών και ομαδικών επιδιώξεων για την κατοχύρωση συμφερόντων. Οι περισσότεροι ζητούσαν μια καλύτερη θέση στα εισοδήματα και τα προνόμια που μοίραζε το κράτος. Πολλές αγωνιστικές κινητοποιήσεις έγιναν με αυτό το κίνητρο. Πίσω από τα τραγούδια για την εργατιά, που έπαιζαν τα μεγάφωνα, υπήρχε η επιδίωξη για την απόσπαση μεγαλύτερων κερδών. Δεν πρόκειται για τις θεμιτές διεκδικήσεις που ο εργαζόμενος ζητά από τον εργοδότη, αλλά για ένα φαύλο πολιτικό αλισβερίσι.
Όπως σημειώνει ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου στο σύντομο αλλά σημαντικό βιβλίο του «Κράτος και ομάδες συμφερόντων» στην προσωπική εκδούλευση , στα γνωστά ρουσφέτια, ο ισχυρός πόλος είναι ο πολιτικός και ο αδύναμος ο πελάτης-ψηφοφόρος. Το αντίστροφο συμβαίνει με τις ομάδες συμφερόντων, καθώς η δύναμη που έχουν συγκεντρώσει καθιστά αυτές τον ισχυρό πόλο και τους πολιτικούς τον αδύναμο. Κάπως έτσι φθάσαμε στο σημείο κάποιες ισχυρές ομάδες να εξασφαλίζουν εξωφρενικά προνόμια και να τα διατηρούν σχεδόν ακέραια στη διάρκεια της κρίσης.
Το κράτος κατέληξε να μην έχει ως μέλημα να βοηθήσει τους αδύναμους και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια βιώσιμη, παραγωγική ανάπτυξη, αλλά το πώς να αντιμετωπίσει, ή συνήθως πώς να ικανοποιήσει, τις πιέσεις των ομάδων συμφερόντων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ασφαλιστικό. Ενώ η πλειονότητα των συνταξιούχων λαμβάνει πολύ χαμηλές συντάξεις το κράτος εξακολουθεί να επιδοτεί με δισεκατομμύρια τα «ευγενή» ταμεία. Όλα αυτά συγκροτούν μια κατακερματισμένη κοινωνία, με επιμέρους υποσύνολα, χωρίς άλλο προσανατολισμό εκτός από το συντεχνιακό συμφέρον και την προσπάθεια κατοχύρωσής του. Αυτός ο κατακερματισμός ήταν μια σίγουρη συνταγή αποτυχίας για την κοινωνία μας και η καταστροφή δεν άργησε να έρθει.



Ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές ομάδες που διεκδικούσαν μερίδιο από το Κρατικό Ταμείο δεν είχαμε συγκρούσεις. Αντίθετα υπήρχε αλληλεγγύη. Είχε δημιουργηθεί μια συναδελφικότητα, καθώς το κράτος έβρισκε τον τρόπο να ικανοποιεί λίγο πολύ τις απαιτήσεις όσων μπορούσαν να διεκδικούν και να πιέζουν, όπως οι αγρότες με τα ετήσια μπλόκα. Όλοι υποτίθεται ότι είχαν απέναντί τους το κράτος σαν αντίπαλο, αλλά στην πραγματικότητα το έβλεπαν ως χορηγό και προστάτη. Ο επαγγελματίας που σήμερα στενάζει από τη φορολογία δεν είχε καμιά αντίρρηση να συνταξιοδοτούνται κάποιοι στα 50, ούτε κανείς διαμαρτυρήθηκε ποτέ για τούς δεκάδες χιλιάδες διορισμούς περιττών υπαλλήλων. Οι περισσότεροι θεωρούσαν ότι το κράτος πάντα έχει χρήμα να δώσει, ενώ από τις παροχές του θα κινούνταν η αγορά και θα διαχέονταν τα οφέλη.

Ακόμη και σήμερα λίγοι συνειδητοποιούν ότι οι φόροι που πληρώνουμε πηγαίνουν για να συντηρήσουν ένα κράτος που, παρά το μέγεθός του, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον σημαντικό του ρόλο. Αρκετοί νομίζουν ότι οι φόροι πηγαίνουν στους τοκογλύφους ή ότι τους επιβάλει η Μέρκελ. Με αυτή την παρανόηση μπορούν ορισμένα κόμματα να υπόσχονται μεγάλη μείωση των φόρων και ταυτόχρονα να τάζουν παροχές που, αν εφαρμοστούν, θα έχουν ως συνέπεια την τεράστια αύξηση των κρατικών δαπανών.

Η οικονομική κατάρρευση άλλαξε πολλά πράγματα, αλλά δυστυχώς η νοοτροπία της κατακερματισμένης κοινωνίας παρέμεινε ζωντανή. Παρά τα μεγάλα λόγια και τα υποκριτικά δάκρυα κυβέρνηση και αντιπολίτευση ενδιαφέρονται κυρίως για τις ισχυρές ομάδες συμφερόντων, παρά για τους αδύναμους. Ενώ οκτώ στους δέκα άνεργους δεν λαμβάνουν ούτε καν αυτό το μικρό επίδομα ανεργίας, η κυβέρνηση διαλέγει (πριν τη δικαστική απόφαση) να ενισχύσει τους ένστολους, καθώς αποτελούν μέρος του εκλογικού ακροατηρίου της ΝΔ. Αντίστοιχα ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται τα πάντα στους πάντες και δεν βρίσκει ούτε ένα προνόμιο που θα μπορούσε να περισταλεί για να χρηματοδοτηθούν τα πραγματικά θύματα της κρίσης.
Ειδικά η κυβέρνηση, εφόσον επιβάλει περικοπές και φόρους σε στρώματα που αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες, θα έπρεπε νε διαχειρίζεται το δημόσιο χρήμα με αυστηρά κριτήρια αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Υπάρχουν αρκετοί πολίτες που μπορούν να καταλάβουν την οικονομική κατάσταση και να αποδεχθούν τις θυσίες, αλλά κανείς δεν μπορεί να ανεχθεί την χρησιμοποίηση των χρημάτων που καταβάλει στους φόρους για την αναπαραγωγή του φαύλου κομματικού συστήματος.

Τόσο την περίοδο πριν την κρίση, όσο και κατά τη διάρκειά της, πολλές κοινωνικές ομάδες -αλλά και πολιτικά πρόσωπα και σχήματα- υιοθέτησαν την επιλογή ο σώζων εαυτόν σωθήτω, η οποία υπόσχεται να εξασφαλίσει την επιβίωση όταν τα πάντα καταρρέουν. Ωστόσο, όταν η σωτηρία απαιτεί συλλογική προσπάθεια και ο καθένας νοιάζεται να σώσει μόνο τον εαυτό του, παραμονεύει ο κίνδυνος να μη σωθεί τελικά κανείς.

Διαβάστε ακόμη το άρθρο του Σπύρου Βλέτσα


Και αρχιτεκτονική θα σας φτιάξουμε

image

Αν κανείς διατηρεί ακόμη αμφιβολίες για το πώς έφτασε η Ελλάδα στη χρεοκοπία δεν έχει παρά να παρακολουθήσει για μερικές μέρες τα ψιλά της ειδησεογραφίας. Εκεί θα συναντήσει καθημερινά αρκετές αποφάσεις της ελληνικής διοίκησης οι οποίες δείχνουν ότι τίποτε ουσιαστικά δεν αλλάζει στη νοοτροπία που οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση.

Στη χώρα μας λειτουργούν αρχιτεκτονικές σχολές στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, την Ξάνθη, τα Χανιά και τον Βόλο. Έξι σχολές δεν φθάνουν και αποφασίστηκε να ανοίξει και μία έβδομη, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Είναι περιττό να επισημανθεί η τεράστια ανεργία των αρχιτεκτόνων, όπως και ο υπερβολικός αριθμός μηχανικών στην Ελλάδα που, σε αναλογία με τον πληθυσμό, είναι διπλάσιος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αν πάλι το ελληνικό κράτος θεωρεί ότι πρέπει να ικανοποιήσει την επιθυμία περισσότερων νέων να σπουδάσουν αρχιτέκτονες θα μπορούσε να μοιράσει στις υπάρχουσες σχόλες τους φοιτητές που θα έμπαιναν στη νέα σχολή. Κάτι θα έχουν ακούσει στο υπουργείο παιδείας για οικονομίες κλίμακας.

Η ίδρυση και λειτουργία Πανεπιστημίων και ΤΕΙ διασπαρμένων σε όλη τη χώρα δεν υπακούει σε καμία εκπαιδευτική ή οικονομική λογική. Είναι μια ακόμη παροχή του πελατειακού κράτους προς τις τοπικές κοινωνίες. Οι τοπικές κοινωνίες είναι ένας ακόμη συλλογικός πελάτης του πολιτικού συστήματος. Όπως συμβαίνει και με τις συντεχνίες το πελατειακό κράτος δεν εξυπηρετεί τους ψηφοφόρους μόνο ως μονάδες, αλλά και κατά ομάδες συμφερόντων. Σε αυτό το πλαίσιο η ίδρυση των σχολών εμφανίζεται σαν αναπτυξιακή πολιτική.

Αυτού του είδους η ανάπτυξη ήταν που μας κατάστρεψε. Αντί το κράτος να δημιουργήσει τους όρους και τις υποδομές για μια βιώσιμη ανάπτυξη, φτιάχνει ένα υποκατάστατό της. Η γραφειοκρατία ταλαιπωρεί για χρόνια έναν επενδυτή που θέλει να ανοίξει μια ξενοδοχειακή μονάδα και την ίδια ώρα η κυβέρνηση , για να ενισχυθεί η περιοχή, ιδρύει ακόμη ένα ΤΕΙ. Τα χρήματα από τη φορολογία των πολιτών πηγαίνουν για να κερδηθεί η ψήφος άλλων πολιτών. Αν προσθέσουμε και τα συντεχνιακά, προσωπικά, ακόμη και οικογενειακά συμφέροντα που κινούνται στα πανεπιστήμια, το τοπίο γίνεται ακόμη πιο αποκρουστικό.



Δεν είναι αρνητικό ότι στη χώρα μας υπάρχει μεγάλη ζήτηση για πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Μετά τα μέσα του προηγούμενου αιώνα το Πανεπιστήμιο αποτέλεσε ένα στέρεο μηχανισμό ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Τα παιδιά των φτωχών οικογενειών έγιναν επιστήμονες και άλλαξαν κοινωνική τάξη. Αυτή η διαδικασία χαρακτήρισε την ελληνική κοινωνία και κατέστησε την εισαγωγή των παιδιών στο πανεπιστήμιο σταθερό οικογενειακό προσανατολισμό. Η οικονομική και ηθική επένδυση της οικογένειας σε συνδυασμό με την αξία που είχε στην Ελλάδα η προοπτική του διορισμού στο δημόσιο έκανε τις πανεπιστημιακές σπουδές περιζήτητες.

Αντί αυτή η ζήτηση να προκαλέσει ανάλογη προσφορά και οικονομική δραστηριότητα, τροφοδότησε τεράστια κύματα φοιτητικής μετανάστευσης. Οι ελληνικές οικογένειες ήταν έτοιμες να ξοδέψουν μεγάλα ποσά για τις σπουδές των παιδιών και το ελληνικό κράτος με τη στάση του έστελνε όλον αυτό τον πλούτο στο εξωτερικό. Οι γονείς πλήρωναν περισσότερα, τα παιδιά ταλαιπωρούνταν συχνά σε σχολές Β' κατηγορίας και κέρδιζαν οι οικονομίες άλλων χωρών. Σήμερα εκατοντάδες Έλληνες διδάκτορες εργάζονται σε ιδιωτικά πανεπιστήμια της Τουρκιάς, της Κύπρου και άλλων χωρών που συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό φοιτητών από τη Μέση Ανατολή και τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η χρεοκοπημένη Ελλάδα έχει ακόμη την πολυτέλεια να περιφρονεί τέτοιες δουλειές.

Το μετεμφυλιακό κράτος έθεσε στο Σύνταγμα διατάξεις για να εξασφαλίσει τη μη ίδρυση πανεπιστημίων από αριστερούς καθηγητές και η χούντα ολοκλήρωσε τις περιοριστικές διατάξεις για την απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων (βλ. Νίκος Αλιβιζάτος: Κραυγαλέοι αναχρονισμοί στο άρθρο 16)*. Αυτές οι αυταρχικές ρυθμίσεις επιβίωσαν σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης και έφτασαν στις μέρες μας εκφράζοντας τον κρατικιστικό συντηρητισμό μεγάλου μέρους του πολιτικού συστήματος, όχι μόνο της αριστεράς. Καμιά χώρα δεν έχει τέτοιες διατάξεις στο Σύνταγμά της. Πρόκειται για μια ακόμη ελληνική ιδιαιτερότητα, για έναν από τους κορυφαίους παραλογισμούς που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, λατρεύτηκε σαν τοτέμ και καθόρισε αρνητικά την πραγματικότητα.

Ενδεικτικό για το ότι δεν χαράσσεται η πολιτική με κριτήριο τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, αλλά τις διάφορες ιδεοληψίες, είναι η απαγόρευση ακόμη και της ίδρυσης μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων από Κοινωφελή Ιδρύματα. Αν, για παράδειγμα, το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ήθελε να χρηματοδοτήσει ένα πανεπιστήμιο και τις υποτροφίες φτωχών φοιτητών, αυτό θα ήταν ανέφικτο. Το παράδειγμα του Χάρβαρντ και του προέδρου Ομπάμα, ο οποίος φοίτησε εκεί ως υπότροφος, αφήνει αδιάφορους τους Έλληνες κρατιστές που ανησυχούν μήπως προκύψουν ανεξέλεγκτα πανεπιστήμια. Ξεχνούν ότι αυτός είναι ο σημαντικός ρόλος του κράτους: να καθορίζει τους όρους με κριτήριο το δημόσιο συμφέρον και να ελέγχει την εφαρμογή τους.

Συχνά ακούμε για τη μετανάστευση Ελλήνων επιστημόνων στη Γερμανία, τη Βρετανία, την Ελβετία και άλλες χώρες .Οι αναφορές γίνονται με τη συνήθη μεμψιμοιρία και δεν επιτρέπουν να αναπτυχθεί ένας προβληματισμός για το πώς η Ελλάδα είναι τόσο πλεονασματική σε επιστήμονες και οι χώρες υποδοχής τόσο ελλειμματικές. Πώς η χρεοκοπημένη Ελλάδα ξοδεύει τεράστια ποσά, από αυτά που δεν έχει, για να εκπαιδεύει επιστήμονες που δεν χρειάζεται και οι πλούσιες χώρες του βοράς κάνουν το αντίθετο.

Ο καθένας έχει δικαίωμα να σπουδάσει και το κράτος δεν πρέπει να του αρνείται τη δυνατότητα, αλλά δεν είναι και υποχρεωμένο να πληρώνει για επιστήμονες που η οικονομία δεν απαιτεί. Λύσεις υπάρχουν, όπως και ρόλοι για το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Τώρα που τα λεφτά τελείωσαν και ήρθε η γνώση ότι το κράτος πληρώνει με τα δικά μας χρήματα, ας ρίξουμε μια ματιά στο πώς διαχειρίζονται ανάλογα προβλήματα μερικά κράτη που δεν κατέληξαν στη δική μας αποτυχία. 


Ο Σπύρος Βλέτσας γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Γιάννενα και είναι κινηματογραφιστής και συγγραφέας. Το βιβλίο του «Ευ ζην, όχι Lifestyle, αποφεύγοντας τις παρενέργειες της κατανάλωσης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι.

www.athensvoice.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου