Ανήκω,
προσωπικά, σ’ εκείνους που είχαν πιστέψει στο όραμα της προσπάθειας ώστε η
Ευρώπη, από ένα θέατρο πολέμων και διχονοιών, να μετατραπεί σε μια ήπειρο
ειρήνης και το κυριότερο : σε μια ενιαία πολιτικά κρατική οντότητα. Το όραμα των
Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.
Το εγχείρημα ήταν
δύσκολο, αλλά η φιλοδοξία μεγάλη : τόση ώστε η ευτυχής κατάληξη να θεωρείτο
περίπου βέβαιη σ’ ένα λογικό βάθος χρόνου. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η
τότε ΕΟΚ, θέτοντας την ενοποίηση των οικονομικών συμφερόντων ως το πρώτο βήμα σ’
αυτή τη πορεία, θαρρώ ότι σωστά και σοφά έπραξε,
διότι οι λαοί της Ευρώπης, έπρεπε πριν αρχίσουν ο ένας να βλέπει τον άλλον ως
«συμπολίτη» στα πλαίσια μιας ενιαίας κρατικής οντότητας, έπρεπε προηγούμενα να
έχουν πεισθεί, ότι το μεγάλο άλμα που ετοιμάζονταν να κάνουν, θα ήταν ένα άλμα
που θα τους έφερνε στο γήπεδο της αλληλεγγύης και της σύγκλισης των προοπτικών
ευημερίας και ανάπτυξης, διότι διαφορετικά, δεν θα είχε νόημα ο,τιδήποτε
άλλο.
Στο ξεκίνημα αυτού του οράματος, που σταδιακά μετατράπηκε μάλλον σε
όνειρο, τα πράγματα παρά τις εμφανείς δυσκολίες, εν τούτοις, φαίνονταν να μην
ξεστρατίζουν από το αρχικό όραμα, τις αρχικές στοχεύσεις. Όμως, αυτό δεν
επρόκειτο να συνεχιστεί για πολύ. Η δεκαετία του 1980, με την σταδιακή πλην
σταθερή από τότε εγκαθίδρυση των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων και της παράλληλης
αφύπνισης ενός γερμανικού νεοηγεμονικού μεγαλοϊδεατισμού, έθεσαν υπό αυστηρό
περιορισμό τις προοπτικές όχι μόνο της ΙΣΟΤΙΜΗΣ πολιτικής ενοποίησης των χωρών
της Ευρώπης μια και της ίδιας της σύγκλισης των βιοτικών επιπέδων,
αναδεικνύοντας την ίδια στιγμή τις προοπτικές των ΑΝΙΣΟΤΙΜΩΝ αγοραίων εμπορικών
και οικονομικών σχέσεων, οι οποίες πλέον, από την εποχή του Μάαστριχ και δώθε,
αναγορεύονται στο νέο raison d’être της ίδιας της λογικής της ύπαρξης της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται
Και συνεπάγεται πολλά, όμως, εδώ, θα
περιοριστούμε σε μερικά μόνο.
Πρώτα απ’ όλα, σήμερα, δεν νομίζω να υπάρχει
κάποιος που να μπορεί να υποστηρίξει στα σοβαρά, ότι υπάρχει κοινότης και πολύ
περισσότερο σύγκλιση των επιμέρους εθνικών συμφερόντων των χωρών – μελών της
Ένωσης, ενώ αντίθετα, η περιχαράκωση των λαών και των κυβερνήσεων των χωρών της
Ένωσης πίσω από τα ίδια εθνικά συμφέροντα της καθεμιάς, αναδεικνύει ότι η έννοια
και η πίστη πολύ περισσότερο στην ύπαρξη και τη λειτουργία ενός ευρωπαϊκού
επερεθνικού ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ συμφέροντος (όχι μονάχα οικονομικού), ενός συμφέροντος που
ενσωματώνει, εκφράζει και υποστηρίζει ΙΣΟΤΙΜΑ τα επιμέρους εθνικά συμφέροντα των
χωρών – μελών, ενός συμφέροντος που εκφράζει και εξυπηρετεί το ίδιος ΟΛΕΣ τις
κοινωνίες και ΟΛΑ τα Κράτη – μέλη, απλά, δεν υπάρχει. Αντίθετα, αυτό που υπάρχει
είναι πλέον η εγκαθιδρυμένη δυσπιστία των λαών της Ευρώπης, απέναντι σε
υπερεθνικές ευρωπαϊκές εξουσίες και κυρίως, απέναντι σε φαινόμενα νεοηγεμονισμού
που απειλούν πλέον όχι τις προοπτικές σύγκλισης των επιπέδων ευημερίας και
οικονομικής ανάπτυξης, μα που εμφανώς και χωρίς προσπάθεια απόκρυψης αυτού του
στόχου, ακριβώς προς τα εκεί στοχεύουν : δηλαδή, στην εγκαθίδρυση ΑΝΙΣΟΤΙΜΩΝ ΚΑΙ
ΔΙΑΚΡΙΤΩΝ ζωνών ανάπτυξης και ευημερίας εντός της ίδιας της Ευρώπης, και το
κυριότερο, όχι μονάχα στο οικονομικό επίπεδο, μα και στο επίπεδο των ίδιων των
κοινωνικών και εν τέλει πολιτικών δικαιωμάτων.
Η Ευρώπη, σήμερα, εξ
άλλου, δεν είναι μια Ευρώπη που προσφέρει ένα ΚΟΙΝΟ όραμα, που δρα ως μια
οντότητα προς ένα τέτοιο ΚΟΙΝΟ νόημα. Η Ευρώπη σήμερα είναι μια Ευρώπη
αλληλοσυγκρουόμενων και κυρίως αντιμαχόμενων οραμάτων, μια Ευρώπη αντιμαχόμενων
συμφερόντων, μια Ευρώπη που αντικατέστησε την έννοια της σύγκλισης με την έννοια
της απόκλισης, που αντικατέστησε την έννοια της ισοτιμίας με την έννοια και
κυρίως την πραγματικότητα του νεοϊμπεριαλισμού εντός των ίδιων των συνόρων της,
με τη δημιουργία εθνικά ανεξάρτητων και εθνικά υποτελών χωρών – μελών, και
βεβαίως, είναι τούτη η Ευρώπη που πλέον δεν μιλά στα σοβαρά για πολιτική ένωση
για τη προοπτική ενός ενιαίου Ευρωπαϊκού Κράτους.
Αυτό είναι που απέμεινε από
την Ευρώπη. Μια Ευρώπη που πλέον εστιάζει στην αγοραία της δραστηριότητα, και
μάλιστα αγοραία κάτω από τους νόμους του νεοφιλελευθερισμού, όπου τείνουν να
εξαφανιστούν όλες οι έννοιες και κυρίως οι εγκαθιδρυμένες κοινωνικές πολιτικές
του παρελθόντος, όπως στην Ελλάδα π.χ., και λαός χωρίς κοινωνικά δικαιώματα,
μονάχα με το «δικαίωμα» να επιλέξει «ελεύθερα» ποιος καρχαρίας θα τον καταπιεί,
είναι εν τέλει ένας λαός και χωρίς πολιτικά δικαιώματα.
Πόσο όμως αυτή η
πραγματικότητα συμφέρει τους λαούς της Ευρώπης; Η απάντηση είναι νομίζω προφανής
για εκείνους τους λαούς, που έχουν προγραφεί να παίξουν ένα ρόλο υποδεέστερο στο
ευρωπαϊκό οικονομικό γίγνεσθαι, το μόνο γίγνεσθαι επί του παρόντος. Η απάντηση
όμως, δεν είναι τόσο προφανής, για τους λαούς εκείνους, που νομίζουν ότι
τελικώς, ό,τι υπάρχει ως προοπτική γι΄ αυτούς, είναι ένα είδος νέων Ιλισίων
Πεδίων, όπου εκεί, σε ευδαίμονες τοποθεσίες, τους περιμένει μια ζωή χαρισάμενη,
μια ζωή επαρκώς περιφρορούμενη από τη δυστυχία και την ανέχεια που θα επικρατεί
έξω από τις πύλες του φέουδού τους. Όμως, ποτέ, καμία πύλη, δεν στάθηκε ικανή να
αποτρέψει το σπάσιμο τέτοιων πυλών από μια διογκωμένη και πεισμωμένη Μιζέρια,
που όταν η στιγμή έγινε κατάλληλη γι’ αυτή και οι ανοχές της εξαντλήθηκαν,
εισέβαλε σε ανάκτορα αποδίδοντας αναδρομικά και βίαια την ίδια «δικαιοσύνη» και
με την ίδια τραχύτητα και βιαιότητα, που και η ίδια εισέπραττε για χρόνους, για
αιώνες πολλούς. Διότι καμία Αθλιότητα ποτέ δεν παραδόθηκε οικειοθελώς. Για να
κατανικηθεί, έπρεπε η Ανθρωπότητα, που η ίδια η μακρόχρονη ανοχή της το
αποδεικνύει, δεν είναι μέσα στο DNA της η βία, εν τούτοις, όταν η εναντίον της
βία δεν έχει όρια και σταματημό, τότε, σ΄ αυτή τη βία κάποιος δεν μπορεί παρά να
μιλήσει με τη μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει, αν θέλει κάποια στιγμή να
ξεμπερδεύει με την Αθλιότητα.
Όμως, τούτες οι συγκαιρινές εξελίξεις,
αναδεικνύουν το πόσο κοντόφθαλμα βλέπουν κάποιοι το ζήτημα της «ηγεμονίας» στην
Ευρώπη. Η Γερμανία, ο κύριος κι κυρίαρχος τούτη τη στιγμή παίχτης στην Ευρώπη,
αναζωπυρώνει μια ηγεμονική διάθεση που στερείται εμφανώς στρατηγικής αντίληψης.
Αγνοεί σχεδόν το τι συμβαίνει στον άλλο κόσμο, και ό,τι την ενδιαφέρει είναι να
δημιουργήσει ένα δικό της ζωτικό χώρο μέσα στην Ευρώπη, ελπίζοντας ότι έτσι θα
κρατηθεί και ως παγκόσμιος παίχτης. Όμως, οι παγκόσμιες ανακατατάξεις που
συμβαίνουν, περιλαμβάνουν χώρες που συνδυαστικά εκφράζουν μεγάλους όγκους σε
όλες τις γεωστρατηγικές παραμέτρους : τις οικονομικές, τις πολιτικές, τις
στρατιωτικές. Η Γερμανία, έχοντας στη φαρέτρα της μονάχα κάποιες αξιόλογες
οικονομικές επιδόσεις, κατά τα λοιπά, συγκρινόμενη με τα άλλα παγκόσμια θηρία
στη παγκόσμια γεωστρατηγική σκακιέρα, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και πολύ
σύντομα θαρρώ ότι θα είναι πιο ενεργή και πιο καθοριστική η παρουσία της Ινδίας,
της Βραζιλίας και βεβαίως της Ιαπωνίας, πράγματι η Γερμανία, φαντάζει μπροστά
τους ως ένα είδος δευτεροκλασάτου παγκόσμιου γεωστρατηγικού παίχτη. Κι αν
διαθέτει η Γερμανία την αναγκαία αυτογνωσία, θα πρέπει να αντιλαμβάνεται, ότι
ενώ η ίδια είναι μικρή να ορθώσει «ανάστημα» απέναντι σε παίχτες όπως η Κίνα, οι
ΗΠΑ ή η Ρωσία, εν τούτοις, ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ, μια Ευρώπη συγκροτημένη
σε ενιαία κρατική οντότητα, θα ήταν ένας ΕΠΙ ΙΣΟΙΣ ΟΡΟΙΣ παγκόσμιος παίχτης,
διαθέτοντας όλες τις προϋποθέσεις σε όλα τα επίπεδα : οικονομικό, πολιτικό,
στρατιωτικό.
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη αναφορά μου, θυμίζω μερικά
αποσπάσματα από την ομιλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή στις 28 Μαίου 1979 στο
Ζάππειο, κατά την υπογραφή της Συμφωνίας Ένταξης της Ελλάδας στην
ΕΟΚ.
Τόνιζε σ΄ εκείνη του την ομιλία ο Κ. Καραμανλής : «…Αν τα κράτη της
ηπείρου μας δεν συνενώσουν τις υλικές και πνευματικές τους δυνάμεις σε μια
οργανική ενότητα, θα παραμερισθούν μοιραία στο περιθώριο της Ιστορίας. Και η
Ευρώπη, που κυριαρχούσε στον κόσμο μέχρι και τις αρχές αυτού του αιώνος, θα
μεταβληθεί σε ουραγό και θα εκτεθεί σε κινδύνους…»
Σημείωνε επίσης ο Κ.
Καραμανλής σ’ εκείνη την ομιλία του, ότι : «…Η ενωτική διαδικασία της Ευρώπης
προχωρεί αμετάκλητη. Βρισκόμαστε στο σημείο που δεν έχει επιστροφή. Χρειάστηκε
πολύ αίμα και πολύς χρόνος για να συνειδητοποιήσουν οι Ευρωπαίοι την ταυτότητά
τους, τις κοινές ρίζες τους και την κοινή τους αποστολή. Η ενοποίηση, έστω και
να βραδύνει, κινείται με χαρακτήρα νομοτελειακό…» Όμως, εδώ, η αισιοδοξία αυτή,
δεν επαληθεύτηκε. Τα διαλυτικά στοιχεία δεν είχαν ακόμα έρθει στην επιφάνεια,
ώστε να αποκαλυφθούν ως προς τη μορφή τους και τη δύναμή τους. Αυτό επρόκειτο να
γίνει μια δεκαετία περίπου αργότερα από τότε που η Ελλάδα πανηγύριζε την ένταξή
της στην ΕΟΚ. Άλλωστε ήταν ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής που έλεγε στον φίλο και
συνεργάτη του Τάκη Λαμπρία κάποια χρόνια μετά : ««Σου έχω πει από πολύν καιρό
και το επαναλαμβάνω : Δεν πάει καλά η Ευρώπη!… Έχει χάσει τον δυναμισμό της, την
πίστη στον εαυτό της. Της έλειψε η θέληση για μια πραγματική πολιτική ένωση…
Κατατρίβεται με πολλά και αποφεύγει το βασικό : να διαμορφώσει στερεούς θεσμούς
που θα υπηρετούν ένα μεγάλο όραμα… Και ρωτώ : Πού βλέπεις σήμερα ηγέτες
εμπνευσμένους από την Ευρωπαϊκή Ιδέα, έτοιμους να αγωνισθούν με συνέπεια για την
πραγμάτωσή της;…» (Τάκης Λαμπρίας : Καραμανλής ο Φίλος, εκδ. ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα,
2010, σελ. 25)
«…Και ρωτώ : Πού βλέπεις σήμερα ηγέτες
εμπνευσμένους από την Ευρωπαϊκή Ιδέα, έτοιμους να αγωνισθούν με συνέπεια για την
πραγμάτωσή της;…»
Μ’ αυτό το ερώτημα κλείνουμε το άρθρο
αυτό…
Βασίλης
Δημ. Χασιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου