Στις αρχές της δεκαετίας του 1980
ο Ανδρέας Παπανδρέου αποτόλμησε κάτι που ήταν καινοφανές για την ελληνική
κοινωνία. Ήταν μια καθαρά επαναστατική σκέψη και πράξη. Η δημιουργία της μεσαίας
τάξης
Κάποια στιγμή, σε αυτή τη ζωή τουλάχιστον, όλα τα
πράγματα καλά και άσχημα, αληθινά και ψεύτικα φτάνουν σε ένα τέλος. Ούτε κάτι
καινούριο είναι μα ούτε και καμιά φοβερή διαπίστωση. Τούτη η χώρα πορεύτηκε με
έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και μια συγκεκριμένη στάση ζωής απέναντι στα
πράγματα για δεκαετίες. Αυτή η θεώρηση των πραγμάτων που είχε και έχει ακόμα να
κάνει με την προστασία του καθενός ξεχωριστά, που έχει να κάνει με το «εγώ» και
ποτέ με το «εμείς» είναι και η γενεσιουργός αιτία της σημερινής κατάντιας. Η ζωή
των ανθρώπων κατέληξε κατάντια.
Αυτή είναι η αλήθεια. Για να
φτάσει το πράγμα μέχρι εδώ συνετέλεσε η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων. Για
αυτό το λόγο άλλωστε και δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική αντίδραση από μια κοινωνία
που σήμερα αργοσβήνει παραιτημένη από κάθε διάθεση αγώνα για αποφυγή του
μοιραίου που έρχεται στο κατώφλι του καθενός με μαθηματική ακρίβεια. Το κερί
έχει καλύψει πλήρως τα αυτιά των περισσότερων Ελλήνων όχι στο άκουσμα των
Σειρήνων αλλά στην κραυγή αγωνίας όσων ελάχιστων πιστεύουν πως μπορεί η νοσηρή
αυτή κατάσταση να ανατραπεί. Τα στοιχεία και οι αριθμοί που βλέπουν μέρα με την
ημέρα το φως της «δημοσιότητας» είναι απογοητευτικά και συνάμα ανατριχιαστικά.
Κι όμως. Ο δημόσιος διάλογος περιορίζεται στο «γήπεδο» που έχει επιλέξει μια
χούφτα καλοπληρωμένων και καλοταϊσμένων επικίνδυνων ηλιθίων για να κρατήσουν μια
κοινωνία αποχαυνωμένη και μακριά από τις όποιες φωνές αφύπνισης και
αντίστασης.
Στις αρχές της
δεκαετίας του 1980 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποτόλμησε κάτι που ήταν καινοφανές για
την ελληνική κοινωνία. Ήταν μια καθαρά επαναστατική σκέψη και πράξη. Η
δημιουργία της μεσαίας τάξης. Προχώρησε και πέτυχε στην υλοποίηση αυτού του
πρωτόγνωρου εγχειρήματος για τη Νεώτερη και Σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας. Οι
όποιες φωνές κάποιων εκ των συμβούλων του δε στάθηκαν εμπόδιο σε έναν ηγέτη που
έτσι πορεύτηκε σε όλη την πολιτική του διαδρομή. Εκ των υστέρων, τριάντα χρόνια
μετά από αυτή την πολιτική επιλογή μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ότι αυτή η
πράξη ήταν και η απόλυτη καταστροφή για μια κοινωνία σαν την ελληνική. Ο
Παπανδρέου δεν υπολόγισε σε ένα πράγμα που είχε πει ο ίδιος ο Λένιν: «Μη τον
φοβάσαι τον πλούσιο. Τον υιό της πλύστρας να φοβάσαι».
Μεγάλη
κουβέντα από έναν όντως μεγάλο άνδρα. Οι μεγάλες κουβέντες βέβαια είναι κοινό
μυστικό πως δε λέγονται τυχαία. Είναι αποτέλεσμα μελέτης και εμπειρίας χρόνων
αλλά και βαθιάς γνώσης της κουλτούρας και της παράδοσης ενός λαού. Όποιος αγνοεί
αυτά τα βασικά στοιχεία ιδιοσυγκρασίας ενός κοινωνικού συνόλου είναι
καταδικασμένος να αποτύχει ακόμα και αν έχει τις καλύτερες των προθέσεων, τα
καλύτερα και πιο συναρπαστικά οράματα, αξίες, αρχές και ιδανικά. Η μεσαία τάξη
οικοδομήθηκε πάνω σε σαθρά θεμέλια. Σε μια κοινωνία που όχι μόνο δεν ήταν έτοιμη
να δεχτεί ένα τέτοιο δώρο
αλλά φρόντισε σε πολύ σύντομο ιστορικά διάστημα να προδώσει την εμπιστοσύνη, το
όνειρο και το όραμα.
Οι
Έλληνες εγκατέλειψαν την περιφέρεια και σύντομα βρέθηκαν και κατέκλυσαν τα
αστικά κέντρα της χώρας. Έζησαν τον μύθο τους στα κατά τόπους «πολιτιστικά
κέντρα» όπου με την ρίψη κάποιων χιλιάρικων και τόνων λουλουδιών θέλησαν να
δείξουν σε όλους πόσο «σπουδαίοι» είναι. Πολύ γρήγορα αυτό το καινούριο στρώμα
που διαμορφώθηκε και πήρε θέση στην κοινωνική πυραμίδα της νεοελληνικής
κοινωνίας κυριάρχησε και έγινε αναγνωρίσιμο κυρίως από τους πλούσιους. Η ντόπια
πολιτική και επιχειρηματική ελίτ που πάντα υπήρχε δεν είδε με κακό μάτι αυτή την
εξέλιξη. Τουναντίον. Το είδε ως ευκαιρία αύξησης των κερδών σε ένα καπιταλιστικό
σύστημα που ποτέ δε γνώρισε καμιά ουσιαστική αμφισβήτηση. Έτσι δημιουργήθηκε η
γνωστή και ως «πελατεία». Η μεν πολιτική ελίτ τη χρησιμοποίησε για να κρατιέται
στην εξουσία και να κυβερνά αδιάκοπα και ατάραχα. Η δε επιχειρηματική ελίτ για
να συσσωρεύσει ακόμα μεγαλύτερο πλούτο από ότι πριν. Το παλιό εργατικό δυναμικό
είχε πετύχει πια τον μετασχηματισμό του σε εργαζόμενο και μορφωμένο
δυναμικό.
Σε απόλυτους αριθμούς αν κάποιος επιχειρήσει να κάνει
έναν υπολογισμό του σε πόσους ανθρώπους μετριέται η μεσαία τάξη μπορεί να πει
ότι πάνω – κάτω από τα 11 σχεδόν εκατομμύρια Ελλήνων η μεσαία τάξη αποτιμάται
στα περίπου 7 εκατομμύρια. Θα ήταν μια «δίκαιη» μοιρασιά. Τόσοι ή και ελάχιστα
λιγότεροι είναι αυτοί που πηγαίνουν να ψηφίσουν άλλωστε. Η περίφημη μεσαία τάξη
κατέληξε να είναι τα τελευταία είκοσι σχεδόν χρόνια μια εγχώρια ομάδα
συμφερόντων που χρησιμοποίησε και χρησιμοποιήθηκε από τις «συνδικαλιστικές»
οργανώσεις παντός είδους και τύπου. Όπως συμβαίνει σε όλες σχεδόν τις
περιπτώσεις και τα παραδείγματα που έχει αναδείξει η Ιστορία το μεγαλύτερο ψάρι
τρώει το μικρότερο. Αυτό συμβαίνει και σήμερα στην Ελλάδα των Μνημονίων, της
απώλειας εθνικής κυριαρχίας, της καταπάτησης του ελληνικού Συντάγματος, της
βίαιης φτωχοποίησης, της έλλειψης κάθε μορφής κράτους δικαίου. Όσοι ψάχνουν για
«πατριώτες» δεν πέρασε μάλλον ποτέ από το μυαλό τους η μια και μόνη
αλήθεια.
Το
κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα. Δεν έχει ιδεολογία, δεν έχει συναίσθημα. Οι λίγες πια
καταθέσεις της πρώην πια μεσαίας τάξης που υπάρχουν ακόμα σύντομα θα έχουν γίνει
καπνός μέσα από την βαριά και άδικη φορολογία αλλά καθόλου απίθανο και από
οποιαδήποτε διαδικασία bail in. Η «μεσαία» τάξη τιμωρείται πια παραδειγματικά.
Οι περίφημοι εκείνοι «νοικοκυραίοι» που όταν έγιναν νοικοκυραίοι δεν άπλωσαν το
χέρι τους σε αυτά τα δύο εκατομμύρια Ελλήνων που πάντα δυστυχούσαν για να τους
τραβήξουν επάνω. Εκείνη η «μεσαία» τάξη που θέλησε να γίνει «άλλος». Που ξέχασε
την καταγωγή της και θέλησε να μοιάσει στην «ελίτ». Ο μπαμπάς εκείνος που την
κόρη του δεν την έδινε στον υιό του τεχνίτη. Ο κανακάρης εκείνος που αντί να
ολοκληρώσει τις σπουδές του και να προσφέρει στην κοινωνία θέλησε τον γρήγορο
και εύκολο πλούτο του Χρηματιστηρίου, της «αρπαχτής», της τέλειας κομπίνας, του
γρήγορου αυτοκινήτου, της ξέφρενης διασκέδασης μέχρι πρωίας στην παραλιακή. Τα
παραδείγματα πολλά και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Αυτή ήταν η μεσαία τάξη. Αυτό
προσέφερε στην ελληνική κοινωνία. Αυτή η αλλοτρίωση της νεοελληνικής κοινωνίας
είναι κάτι που δεν της επιτρέπει σήμερα να ορθώσει το ανάστημά της όχι για να
πάρει πίσω αυτή την παλιά και σαθρή ζωή αλλά απλά να σταματήσει την καταστροφή.
Να μαζέψει τα κομμάτια της και να σκεφτεί πως θα μπορέσει να σταθεί ξανά στα
πόδια της. Πως θα εμποδίσει αυτούς που έστελνε κάθε τέσσερα χρόνια στην Εθνική
Αντιπροσωπεία. Τραγική ειρωνεία.
Όλοι αυτοί που τους
μετέτρεψε από θυρωρούς σε «γίγαντες» της πολιτικής σκέψης και διανόησης είναι
αυτοί που ψάχνοντας και μετερχόμενοι κάθε μέσο δικής τους επιβίωσης δε διστάζουν
να «εκτελούν» εν ψυχρώ μια ολόκληρη κοινωνία. Οι συγκεκριμένοι βρίσκονται
παντού. Στα κανάλια της διαπλοκής των φίλων τους και κουνούν απειλητικά το
δάκτυλο. Χαμογελούν χαιρέκακα μπροστά στην εθνική τραγωδία. Δείχνουν πια
ξεδιάντροπα και χωρίς συστολή τον πραγματικό τους εαυτό. Έναν εαυτό που όσοι
τους γνωρίζουν από κοντά πάντα τον έδειχναν. Δεν το έκρυψαν ποτέ. Απόλυτα
φυσιολογικό. Είναι άνθρωποι που αν δεν ήταν «πολιτικοί», «επιχειρηματίες»,
«δημοσιογράφοι» δε θα ήταν τίποτε στη ζωή τους. Δε θα έβρισκαν πουθενά αλλού
δουλειά και αναγνώριση. Χρήσιμοι ηλίθιοι ενός σαρκοβόρου νεοκαπιταλιστικού
μορφώματος. Μιας μετάλλαξης ενός καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης σε ένα
αδηφάγο τέρας που κατασπαράζει τα πάντα στο πέρασμά του. Στην προσπάθεια αυτή
έχει τοποθετήσει παντού μαριονέτες που προσφερόμενες να παίξουν αυτό τον ρόλο
αδυνατούν λόγω της απληστίας τους να προσφέρουν έστω και τα στοιχειώδη για
επιβίωση σε έναν λαό. Το αντίθετο μάλιστα. Του τα παίρνουν όλα. Του δείχνουν με
τον χειρότερο δυνατό τρόπο ότι θα πληρώσουν πολύ ακριβά το ότι τους πίστεψαν και
τους τοποθέτησαν σε θέσεις εξουσίας. Πίστεψαν έστω και αυτοί που τους ψήφισαν
ότι θα γλιτώσουν.
Η «μεσαία» τάξη τελείωσε κάπου εδώ. Αν το
αντιληφθεί και στρατευτεί στην κοινή προσπάθεια τότε θα υπάρξει ελπίδα. Κακά τα
ψέματα. Αν η κοινωνία έστω και τώρα δεν καταλάβει ότι πρέπει να στείλει στους
υπονόμους της Ιστορίας και ακόμα παραπέρα όσους καταστρέφουν το μέλλον όλων τότε
μια ακόμα εθνική καταστροφή θα είναι αναπόφευκτη. Χρόνος υπάρχει ακόμα. Λίγος
αλλά υπάρχει. Ο Κέννεντι άλλωστε έλεγε: «Αυτοί που καθιστούν μια ειρηνική
επανάσταση αδύνατη, κάνουν μια βίαιη επανάσταση αναπόφευκτη»…
Του
Κώστα Καπνίση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου