Σύμβολο της άνοιξης, μήνας των λουλουδιών και της
φύσης, αλλά και μήνας φορτισμένος με μαγική επήρεια. Πρώτη φροντίδα του λαού
για την Πρωτομαγιά το φτιάξιμο του μαγιάτικου στεφανιού. Δεμένο με κόκκινη
κορδέλα και κρεμασμένο στην πόρτα ή το παράθυρο, για να
ακουμπάει το σπίτι και
να του δίνει
δύναμη.
Για τους βοσκούς, ο δρόμος του γυρισμού στα
κορφοβούνια ήταν ελεύθερος. Μάϊο και αρχές Ιουνίου μεταφέρονταν τα κοπάδια στα
ορεινά βοσκοτόπια. Οι γεωργοί προτιμούσαν να μη βρέχει το Μάϊο. Για τους
αμπελουργούς η ξηρασία ήταν πολύτιμη αλλά και για τα σπαρτά η βροχή ήταν
επικίνδυνη, γιατί αυτή την εποχή είχαν μεγαλώσει κα το νερό μπορούσε να
τα σαπίσει. Οι βλάχες των ορεινών χωριών της Ηπείρου έλεγαν ότι τη μέρα αυτή τα
μαγικά πιάνουν, εκτός από αυτούς που κρατούσαν πάνω τους φυλαχτό από κεφάλι
οχιάς που μάλιστα την είχαν σκοτώσει κάποια άλλη Πρωτομαγιά. Οι τσοπάνηδες
πίστευαν ότι τη μέρα αυτή, αν κάποιες κακές γυναίκες βρεθούν μπροστά στο κοπάδι
την ώρα που βόσκει, τότε απορροφούν όλη την πρωινή δροσιά του χορταριού και την
προκοπή του κοπαδιού. Οι πρωινές ευχές τόσο για τα ζώα όσα και για τις
καλλιέργειες, εκείνη τη μέρα, παίρνουν και δίνουν. Σε πρώτη μοίρα και τα
βότανα, τα σκόρδα, ο απήγανος, το φιδόχορτο και άλλα για το καλό και για το
κακό .Οι Γεωργοί δεν θεωρούν το Μάη τυχερό μήνα. Πιστεύουν ότι δε φέρνει καλή
τύχη στα σπιτικά και γι΄αυτό δεν παντρεύονται αυτόν το μήνα.
Η ζωή το Μάϊο στα περισσότερα χωρία της Ηπείρου
μεταφερόταν στα ορεινά. Βοσκή, άρμεγμα, παρασκευή τυριών και γιαουρτιού, που
διακόπτονται από πανηγύρια, με την ευκαιρία θρησκευτικών γιορτών, καθώς και ένα
ακόμη γεγονός, αυτό του κουρέματος των γιδοπροβάτων, ήταν αυτά που γέμιζαν τη
ζωή των τσοπάνηδων την άνοιξη και το καλοκαίρι στις θερινές τους κατοικίες, στα
κονάκια και στις στρούγκες.
κουρά
προβάτων
Πριν μπει ο Θεριστής και αρχίσουν οι μεγάλες
ζέστες οι τσοπάνηδες έπρεπε να ελαφρώσουν τα ζωντανά από το μαλλί τους. Συνήθως
το δεύτερο δεκαπενθήμερο γινόταν το κούρεμα των προβάτων στις στάνες των
τσελιγκάδων, γεγονός που γιορταζόταν ιδιαίτερα.
Μετά το κούρεμα η οικογένεια μετέφερε τα μαλλιά στο
σπίτι και τις επόμενες μέρες τα έπλεναν στο ποτάμι η τη νεροτριβή.
Έβαζαν τα μαλλιά σε μεγάλα καζάνια με βραστό νερό και
μετά τα στέγνωναν για να αρχίσει η επεξεργασία.Η διαδικασία του κουρέματος
αναστάτωνε όλα τα κονάκια και έπαιρνε πανηγυρικό χαρακτήρα.
καθάρισμα
και σάκιασμα μαλλιών στη Βήσσανη
Τα λυχνάρια στα τσοπανόσπιτα έφεγγαν όλη νύχτα
και τα τραγούδια, τα γέλια και οι ιστορίες γέμιζαν τις καλοκαιρινές νύχτες στα
βουνά. Οι βλαχοπούλες και τα βλαχόπουλα σάκιαζαν τα μαλλιά, από τα οποία άλλα
προορίζονταν για πούλημα και άλλα για τα προικιά, αφού με αυτά θα
έφτιαχναν τα πολύχρωμα και πολυκέντητα υφαντά.
Το έθιμο του Ζαφείρη.
Ο Ζαφείρης ήταν το πιο αγαπημένο έθιμο στο Ζαγόρι. Τον
παίζανε κορίτσια και αγόρια κάθε τρεις μέρες όλο το μήνα Μάη με τα πολλά
λουλούδια ή όλες τις Κυριακές. Ένα κορίτσι παρίστανε το Ζαφείρη, αργότερη τη
θέση του κοριτσιού πήρε ένας κούκλος που τον ντύναν και τον στολίζανε μα πανιά
τα οποία τα σταύρωναν σαν των νεκρών όπως επίσης με χλόη και φύλλα. Τον κούκλο
αυτόν τον παράχωναν και τον μοιρολογούσαν και έπειτα τον ανάσταιναν με
τραγούδια. Γέλια και τραγούδια διαδέχονταν τους θρήνους, ο Ζαφείρης κυνηγούσε με
το ραβδί του τις κοπέλες. Έπαιζαν στα λιβάδια την ανάσταση του Ζαφείρη
τραγουδώντας :
“Για ειδέστε νιο που ξάπλωσα, για ειδέστε κυπαρίσσι!
Δε σειέται, δε λυΐζεται, δε σέρν’ τη λεβεντιά του.
Ποιος σο’ ‘κοψε τις ρίζες σου και στέγνωσ’ η κορφή σου;
Τι μο’ ‘καμες, λεβέντη μου, τι μο’ καμες, ψυχή μου!
Τώρα να ‘ρθει η άνοιξη να ‘ρθει το καλοκαίρι,
παίρνουν κι ανθίζουν τα κλαδιά κ’ οι κάμποι λουλουδίζουν,
έρθαν πουλιά της άνοιξης, έρθαν τα χελιδόνια,
για κ’ η μεγάλη Πασχαλιά με το Χριστός Ανέστη,
που ντυούνται νιοι στα κόκκινα, γερόντοι στα μουρέλια,
κ’ εσύ, μωρέ λεβέντη μου, μέσα στη γη τη μαύρη,
πού να σειστής, να λυϊστής, να σύρς τη λεβεντιά σου;
Ξεσφάλισε τα μάτια σου!”
Δε σειέται, δε λυΐζεται, δε σέρν’ τη λεβεντιά του.
Ποιος σο’ ‘κοψε τις ρίζες σου και στέγνωσ’ η κορφή σου;
Τι μο’ ‘καμες, λεβέντη μου, τι μο’ καμες, ψυχή μου!
Τώρα να ‘ρθει η άνοιξη να ‘ρθει το καλοκαίρι,
παίρνουν κι ανθίζουν τα κλαδιά κ’ οι κάμποι λουλουδίζουν,
έρθαν πουλιά της άνοιξης, έρθαν τα χελιδόνια,
για κ’ η μεγάλη Πασχαλιά με το Χριστός Ανέστη,
που ντυούνται νιοι στα κόκκινα, γερόντοι στα μουρέλια,
κ’ εσύ, μωρέ λεβέντη μου, μέσα στη γη τη μαύρη,
πού να σειστής, να λυϊστής, να σύρς τη λεβεντιά σου;
Ξεσφάλισε τα μάτια σου!”
Έπειτα όλα τα παιδιά μαζί φωνάζουν: Σήκου, Ζαφείρη,
σήκου! και ο Ζαφείρης, ανασταίνεται, ξεπετιέται απότομα από το στολισμένο
νεκροκρέβατο του και κυνηγά με φωνές και γέλια τα υπόλοιπα παιδιά, που τρέχουν
με όλη τους τη δύναμη μακριά. Όποιον πιάσει ο Ζαφείρης με τη σειρά του θα γίνει
ο νεκρός Ζαφείρης, είτε αμέσως, είτε την επόμενη χρονιά, ανάλογα με την όρεξη
για παιχνίδι.
πηγή :Ήπειρος , πέτρινος μόχθος, πικρή ξενιτιά του
Δημ.Ελ.Ράπτη/Εδεσματολόγειον Νάντια και Γιάννη
Σαραντόπουλου/φωτο:astrosyllektiw.blogspot.com/
αρχείο οικ.Πέτρου Βέτσα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου