Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Άρτα και Τζουμέρκα. Από την ομάδα της ταξιδιωτικής εκπομπής Tripsforall. Απολαύστε το video.





Το οδοιπορικό ξεκινά από την όμορφη Άρτα, ανηφορίζουμε στα γραφικά χωριά των Τζουμερκών και τη γιορτή του κάστανου!

Από την ομάδα της ταξιδιωτικής εκπομπής Tripsforall!

Άρτα

Η Άρτα είναι η πρωτεύουσα του νομού Άρτας και του δήμου Αρταίων, καθώς και η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου μετά ταΓιάννενα με πληθυσμό 21.895 κατοίκους. Στην είσοδο της πόλης βρίσκεται το φημισμένο πέτρινο γεφύρι της Άρτας, σήμα κατατεθέν της πόλης, γνωστό από το ομώνυμο δημοτικό ποίημα. Η Άρτα έχει σημαντική βυζαντινή παράδοση από την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου (1229) και δείγματά της αποτελούν οι βυζαντινές εκκλησίες της Αγίας Θεοδώρας, των Βλαχερνών, του Αγίου Βασιλείου και τηςΠαρηγορίτισσας, ένα εντυπωσιακό Βυζαντινό κτίσμα κυβόσχημο του 13ου αιώνα, μοναδικό αρχιτεκτονικό έργο με σπουδαία μωσαϊκά. Στο ναό της Παρηγορίτισσας υπάρχουν και μεταγενέστερες τοιχογραφίες. Η πόλη είναι χτισμένη στην ίδια θέση που κατά την αρχαιότητα υπήρχε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της περιοχής, η Αμβρακία. Κατά μία άλλη άποψη η Άρτα είναι χτισμένη στη θέση της αρχαίαςΑργιθέας ή κατ' άλλους του αρχαίου Αμφιλοχικού Άργους.[εκκρεμεί παραπομπή] Η ευρύτερη περιοχή της Άρτας είναι γνωστή για την καλλιέργεια εσπεριδοειδών και τα τελευταία χρόνια Ακτινιδίων (Kiwi).



Ιστορία της Αρτας

Κλασσική εποχή - Το Βασίλειο της Ηπείρου(630 πΧ -232 πΧ)
Η Ίδρυση της αρχαίας Αμβρακίας τοποθετείται από τους αρχαιολόγους στο 630-620 πΧ.  Δεν γνωρίζουμε ποιοι έκτισαν την Αμβρακία, πριν την έλευση των Κορινθίων. Πάντως αρχαίοι συγγραφείς αποκαλούν την περιοχή της Αμβρακίας ΔρυόπιδαΟι σχετικοί με τους οικιστές της Αμβρακίας μύθοι προδίδουν πρόθεση προβολής δικαιωμάτων στην περιοχή.[Η αρχαία Αμβρακία, σημερινή Άρτα, πήρε το όνομά της από τον Άμβρακα, γιό του Θεσπρωτού, ενώ κατά μία άλλη εκδοχή Αμβρακία ήταν η κόρη του Μελανέα, γιό του Απόλλωνα και περίφημου τοξότη. Ο Θεσπρωτός είναι ήρωας των Θεσπρωτών, γιός του Λυκάονα. Η Αμβρακία, πρακτικά αποικία των Κορινθίων, ιδρύθηκε από τον Γόργο νόθο γιό του Κύψελου, τυράννου της Κορίνθου σε μια περιοχή που ανήκε στους Δρύοπες, ηπειρωτικό φύλο. Ετυμολογικά η λέξη Αμβρακία, ή Αμπρακία (Ambracia), ή Ανπρακία, προέρχεται από το αμφί (αμπί) + ρακία (ραχία) = βραχώδης ακτή, πετρώδης γιαλός, από το ρήμα ράττω ή αράττω = κτυπώ με δύναμη, συντρίβω. Από το αμπί και τη ρίζα ράκ προήλθε μάλλον το τοπωνύμιο Αμπ-ρακ-ία και το υδρωνύμιο (όνομα ποταμού) Ά-ραχ-θος, δηλαδή η πετρώδης ακτή που κτυπιέται εκατέρωθεν (αμπί = αμφί). Η Αμβρακία (εμπεριέχει μεγάλο τμήμα του σημερινού γεωγραφικού χώρου του Ν. Πρέβεζας) έλαβε μέρος στους Περσικούς πολέμους, διέθεσε επτά πλοία στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και πεντακόσιους οπλίτες στη Μάχη των Πλαταιών. Στον Αμβρακικό κόλπο υπήρχε επίνειον της Αμβρακίας με το όνομα Άμβρακος. Η Αμβρακία και ο Άμβρακος συνδέονταν με την πλακόστρωτη ή σκυρόστρωτη (χαλικόστρωτη) Ιερά Οδό πλάτος 12 μέτρων, εκ της οποίας έχουν αποκαλυφθεί 300m κοντά στο στάδιο της Άρτας. Το έτος 582 πΧ η Αμβρακία είχε δημοκρατικό πολίτευμα, μετά την τυραννία του Περίανδρου, 74 χρόνια προγενέστερη της Δημοκρατίας του Κλεισθένη στην Αθήνα. Διάσημοι Αμβρακιώτες ήταν ο γλύπτης Πολύστρατος, ο μουσικός Επίγονος, ο ποιητής της μέσης κωμωδίας Επικράτης και ο ολυμπιονίκης Λέων της 96ης Ολυμπιάδας (Παυσανίας). Το 500 πΧ κτίσθηκε στην Αμβρακία ο τεράστιος Ναός του Απόλλωνος Σωτήρος. Τα ερείπιά του σώζονται κοντά στην Πλατεία Κιλκίς της σημερινής Άρτας. Επί βασιλέως Πύρρου Α, η Αμβρακία γνώρισε μεγαλείο. Κτίστηκε η αρχική μορφή του γεφυριού του Αράχθου, το Μικρό Θέατρο (κοντά στον Άγιο Κωνσταντίνο), το Μεγάλο Θέατρο (κοντά στον Ναό του Απόλλωνος), και το Πρυτανείο (δίπλα στο Ναό Απόλλωνος).Δυστυχώς πολλοί καλλιτεχνικοί θησαυροί της Αμβρακίας μεταφέρθηκαν στη Ρώμη το έτος 168 π.Χ. με διαταγή του υπάτου Marcus Fulvious Noviliorus, μετά την πολιορκία της πόλης. Η Αμβρακίαδεν έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Πιθανότατα είχε κατακτηθεί από τους Δωριείς, ενώ ο Τρωικός ήταν πόλεμος των Αχαιών. Οι Δωριείς έφτιαξαν τον στόλο τους στο μοιχό του Αμβρακικού κόλπου, με την ξυλεία απ' τα πλούσια δάση της περιοχής της Αμβρακίας. Οι Αμβρακιώτες πάντως έλαβαν μέρος στους πολέμους της Ελλάδας εναντίον των Περσών.








Το τοπωνύμιο Αμβρακία οφείλεται κατά την μυθολογία στον Αμβρακία, γιο του Θεσπρωτού. Το 625 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στην Αμβρακία οι Κορίνθιοι - καλεσμένοι ίσως από τους παλιούς κατοίκους - με αρχηγό τους τον Γόργο, νόθο γιο του Κυψέλου, του τυράννου της Κορίνθου. Η Αμβρακία με τους Κορίνθιους πια, γνώρισε μεγάλη οικονομική ακμή και στρατιωτικοναυτική ισχύ όπως προκύπτει από τα αρχαία κείμενα και τα αρχαιολογικά ευρήματα. Κατά τους Περσικούς πολέμους έλαβε μέρος με εφτά πλοία στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και με πεντακόσιους οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών. Από το 625 π.Χ. μέχρι την εποχή του Πύρρου, η Αμβρακία είχε κατά περιόδους τυραννικό, ολιγαρχικό - τιμοκρατικό ή δημοκρατικό πολίτευμα. Κατά μία άποψη, στην Αμβρακία δημιουργήθηκε το πρώτο δημοκρατικό καθεστώς μερικές δεκαετίες πριν απ' την δημοκρατία της Αθήνας. Η Αμβρακία είχε ένα από τα τελειότερα πολεοδομικά συστήματα της αρχαιότητας, ονομαστά δε ήταν τα γυναικεία αμβρακιώτικα υποδήματα, γνωστά με το όνομα Αμβρακίδες. Το 295 π.Χ. ο Πύρρος την έκανε πρωτεύουσα του Κράτους του κι απ΄αυτή εξορμούσε για την Ελλάδα και την Ιταλία. Ο Πύρρος γέμισε την Αμβρακία με μεγάλες οικοδομές, ναούς, αγάλματα,ζωγραφικούς πίνακες κλπ.
Το Κοινό των Ηπειρωτών (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ, 232-168 πΧ)
Μετά το θάνατο της Βασίλισσας της Ηπείρου Δηϊδάμειας B, το Βασίλειο της Ηπείρου, η δυναστεία των Αιακιδών παύει να υπάρχει και το έτος 232 π.Χ. οι Ηπειρωτικές πόλεις αποφασίζουν να συνενωθούν πολιτικά. Πρωτεργάτης στην συνένωση αυτή που ιστορικά είναι η πρώτη «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία» της Ευρώπης είναι η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου Μυρτάλη – Ολυμπιάς. Η πολιτική αυτή συνένωση ονομάζεται «Κοινό των Ηπειρωτών» (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ) και διαρκεί περίπου 64 χρόνια (232 π.Χ. - 168 π.Χ.), κατ΄ άλλους συγγραφείς 61 χρόνια (232 π.Χ. - 171 π.Χ.). Στο Κοινό των Ηπειρωτών συμμετέχουν οι πόλεις Αρχαία Ελέα ΘεσπρωτίαςΑρχαία ΓιτάνηΘεσπρωτίας, Αρχαία Φανοτή (Ντόλιανη) Θεσπρωτίας, Αρχαία Κασσώπη Πρέβεζας, μαζί με αποικίες των Ηλείων Αρχαία ΠανδοσίαΠρέβεζας, Αρχαία Ελάτρεια Πρέβεζας, Αρχαίο Βουχέτιον Πρέβεζας, Αρχαίες Βατίες Πρέβεζας, και οι πόλεις των Μολοσσών Αρχαία Πασσαρών Ιωαννίνων, Αρχαίο Τρίκαστρον (άγνωστο αρχαίο όνομα, πιθανώς Αρχαίο Ομφάλιον Πρέβεζας), Αρχαίο Όρραον Πρέβεζας, Αρχαία Αμβρακία Αρτας, Αρχαία Βερενίκη Πρέβεζας, κλπ. Έτσι τον 3ο αιώνα π.Χ. η Ήπειρος παραμένει μια ισχυρή δύναμη, ενωμένη υπό του «Κοινού των Ηπειρωτών» ως ομόσπονδο κράτος με το δικό της κοινό αντιπροσώπων, ή συνέδριο όπως αναφέρονταν αλλά και κοινό νόμισμα (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ). Το Κοινό των Ηπειρωτών έπαυσε φυσικά να υπάρχει με την Ρωμαϊκή εισβολή του 168 π.Χ.

Ρωμαϊκή Εποχή (167 π.Χ. - 324 μ.Χ.)
Οι Ρωμαίοι εισέβαλαν θαλασσίως στη Δυτική Ελλάδα από τη Θεσπρωτία το 168 π.Χ., και ακολούθησαν οι πόλεις του Νομού Πρέβεζας. Το έτος 167 π.Χ. η Αμβρακία κατελήφθη από τους Ρωμαίους του Αιμίλιου Παύλου ύστερα από σθεναρή αντίστασή της. Στο Μουσείο της Άρτας εκτίθενται λίθινα βλήματα από ρωμαϊκούς καταπέλτες. Οι Ρωμαίοι την απογύμνωσαν από όλα της τα καλλιτεχνήματα, αργότερα δε (μετά το -31 π.Χ.) την ερήμωσαν και από τον πληθυσμό της, που τον εγκατέστησαν διά της βίας στη γειτονική Αρχαία Νικόπολη μετά τηΝαυμαχία του Ακτίου με διαταγή του Οκταβιανού. Στην Αμβρακία έμεινε μικρός αριθμός κατοίκων.
Βυζαντινή Εποχή (324 μ.Χ. - 1205 μ.Χ.)
Η ερειπωμένη και αραιοκατοικημένη Άρτα, μετά το -31 π.Χ. ακολούθησε την πορεία της γειτονικής μεγάλης πόλης Νικόπολη. Με την ίδρυση του Βυζαντίου επίσης ακολούθησε την πορεία του "Θέματος Νικόπολης" (Βυζαντινή διοικητική περιφέρεια). Περί το έτος 1000μ.Χ. εμφανίζεται το όνομα Άρτα, από το λατινικό artus, arta, artum = στενός, στενή, στενό. Κατ’ άλλη άποψη του Σεραφείμ Ξενόπουλου του Βυζαντίου.  Το όνομα προήλθε από το αρτίζομαι, και τη φράση «Άρτα αρτυμή του κόσμου» λόγω της παραγωγής σιτηρών που τάϊζε τον κόσμο. Μετά την Δ Σταυροφορία (1204), έγινε ένα ιστορικό γεγονός. Το μισό τμήμα του Βυζαντίου εδραιώθηκε στη Νίκαια της Μ. Ασίας, και το υπόλοιπο ήρθε στην Αρτα όπου ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Ενα μικρό τμήμα Βυζαντινών πήγε και ίδρυσε τοΔεσποτάτο του Μυστρά.







Το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1205-1449)
Το έτος 1205 μ.Χ. γίνεται η ίδρυση του Δεσποτάτου της Ηπείρου (*): Ο Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας, εσφαλμένα αναφέρονταν και ως Μιχαήλ Άγγελος, όνομα που δεν χρησιμοποίησε όμως ποτέ, υπήρξε ο ιδρυτής και ο πρώτος Δεσπότης του Δεσποτάτου της Ηπείρου (1205-1215). Το Δεσποτάτο της Ηπείρου ήταν ένα από τα κράτη που προέκυψαν από την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την Τέταρτη Σταυροφορία το 1204 μ.Χ. Μαζί με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας και την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας θεωρούσε ότι είναι νόμιμη συνέχεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο Μιχαήλ Α΄ Άγγελος Κομνηνός Δούκας ήταν εξάδελφος των αυτοκρατόρων Ισαάκιου Β' Αγγέλου και Αλεξίου Γ'. Αρχικά είχε συνάψει συμμαχία με τον Βονιφάτιο Μομφερατικό. Στη συνέχεια προσπάθησε να ανακόψει την κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους (=Γάλλους) αν και δεν τα κατάφερε, χάνοντας στη Μάχη του Ελαιώνα του Κούνδουρου (ή ελαιώνας του Κούντουρα). Το έτος 1205 μΧ, ο Μιχαήλ Α Κομνηνός Δούκας, επιστρέφει εσπευσμένα στην Ήπειρο, κατόπιν έκκλησης για βοήθεια από τον διοικητή της Νικοπόλεως Σεναχηρείμ, αλλά τον βρίσκει νεκρό από τους στασιαστές Νικοπολίτες, οι οποίοι τον είχαν ήδη δολοφονήσει. Έτσι ο Μιχαήλ Κομνηνός βρίσκει την ευκαιρία να σφετερισθεί την περιουσία του Σεναχηρείμ και φυσικά την κηδεμονία της πρώην αυτοκρατορικής επαρχίας του «Θέματος Νικοπόλεως» και αμέσως ιδρύει ένα νέο καθεστώς, το Δεσποτάτο της Ηπείρου, με νέα έδρα, την Άρτα διαλύοντας τη συμμαχία με τον Βονιφάτιο Μομφερατικό. Επί εποχής του Μιχαήλ Κομνηνού κτίζεται το Κάστρο της Άρτας. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου γεωγραφικά εκτείνονταν, νότια από την Πάτρα έως και τη μισή περίπου σημερινή Αλβανία μέχρι τοΔυρράχιο (Durres) και δυτικά από την Πρέβεζα έως τη Θεσσαλία και τις λίμνες Πρέσπες. Είναι δηλαδή ένα μεγάλο κράτος. Το έτος 1210 μ.Χ. ο Μιχαήλ Α Κομνηνός Δούκας, συμμάχησε με την Βενετία και επιτέθηκε στην Θεσσαλονίκη. Έχει υποστηριχθεί από ιστορικούς ότι ο ίδιος υπήρξε ιδιαίτερα σκληρός με τους αιχμαλώτους του, σταυρώνοντας Λατίνους ιερείς. Αυτό οδήγησε στον αφορισμό του από τον Πάπα. Τελικά με ενισχύσεις από τον Λατίνο Αυτοκράτορα προς τους πολιορκημένους, η Θεσσαλονίκη δεν καταλήφθηκε. Ο Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας κατέλαβε μία σειρά από πόλεις επεκτείνοντας τα όρια του Δεσποτάτου: Λάρισα (έτος 1212), Δυρράχιο (1214), Κέρκυρα (1214). Επίσης κατέλαβε την παραλιακή ζώνη του Κορινθιακού κόλπου. Ήρθε σε σύγκρουση με τους Σέρβους και τους Βούλγαρους. Δολοφονήθηκε το έτος 1215 από κάποιον υπηρέτη του και τον διαδέχτηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας.



Οθωμανική αυτοκρατορία - A περίοδος (1449-1788)
Το έτος 1449 μ.Χ., Οι Οθωμανοί φθάνουν στην Άρτα και την Ήπειρο πριν την Άλωση της Πόλης. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία βρίσκεται σε παρακμή. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου επίσης. Οθωμανικές δυνάμεις αποβιβάζονται στα παράλια της Ηπείρου από την Πρέβεζα και την Άρτα μέχρι το Δυρράχιο της Αλβανίας και την καταλαμβάνουν. Είναι βέβαιο ότι η Άρτα κατελήφθη από τους Οθωμανούς στις 24 Μαρτίου1449 μΧ, κατά τη διάρκεια της εξουσίας του Κάρλο Β Τόκκου. Στη συνέχεια, ίσως και πριν, κυρίευσαν την Πρέβεζα, την Αμφιλοχία, το Αγγελόκαστρο, την Ακαρνανία, και αργότερα τη Ναύπακτο.. Το 1470 μ.Χ. γεννήθηκε στην Άρτα ο Μάξιμος Γραικός. Ο Μάξιμος ο Γραικός(1470-1555), μετοίκησε στη Ρωσία όπου σπούδασε και διέπρεψε ως λογοτέχνης. Έγραψε 365 έργα και η προσφορά του στο Ρωσικό πολιτισμό είναι τεράστια όπως και η συμβολή του στην αναμόρφωση των εκκλησιαστικών της Ρωσίας. Έχει ανακηρυχθεί άγιος από την Ρωσική εκκλησία. Τέσσερις είναι οι διάσημοι Έλληνες στη Ρωσία. Ο Μάξιμος Γραικός, λογοτέχνης, ο Θεοφάνης ο Γραικός, ζωγράφος, αγιογράφος (Πινακοθήκη Tritiakov, Μόσχας) και οι Μοναχοί Κύριλλος και Μεθόδιος (Κυριλλικό Αλφάβητο).[ Στα έτη 1602-1606 μ.Χ. κτίζεται στην Άρτα το διάσημο πέτρινο Γεφύρι της Άρτας. Το πέτρινο γεφύρι της Άρτας, είναι το πιο ξακουστό στην Ελλάδα και αυτό βέβαια το χρωστάει στο θρύλο για τη 'θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα', που η λαϊκή μούσα τον έκανε τραγούδι. Η αρχική κατασκευή του γεφυριού τοποθετείται στα χρόνια της κλασικής Αμβρακίας επί βασιλέως Πύρρου Α. Αυτό είναι φυσικό, δεδομένου ότι σε αυτά τα μέρη αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός από τα προχριστιανικά ακόμη χρόνια. Συνεπώς, οι αρχαίοι Αμβρακιώτες είχαν ανάγκη να κατασκευάσουν στο σημείο αυτό κάποιο πέρασμα, γεφύρι, έργο που ασφαλώς θα βελτιώθηκε στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν ο βασιλιάς Πύρρος Α έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του κράτους του, κι ακόμη αργότερα - στα ρωμαϊκά χρόνια - με την άνθηση της Νικόπολης και την αύξηση της εμπορικής κίνησης. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το έτος 1602-1606 μΧ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τη χρηματοδότηση της κατασκευής του Γεφυριού της ‘Αρτας έγινε από έναν Αρτινό παντοπώλη, τον Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, ο οποίος προφανώς είχε εμπορικές δραστηριότητες και είχε ενδιαφέρον για τη διάβαση του Αράχθου ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του[. Δυστυχώς τα στοιχεία που μας παρέχουν οι αρχαίες και άλλες πηγές είναι ελάχιστα και για αυτό είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για τη μελέτη του στο ίδιο το κτίσμα (βλέπε Το γιοφύρι της Άρτας). Τα έτη 1644-1646 μ.Χ., εξαπλώθηκε επιδημία πανώλης στην Άρτα και την Πρέβεζα. Στην περιοχή Πρέβεζας, Λευκάδας και Άρτας ξεσπάει επιδημία πανώλους (πανούκλα), μιας λοιμώδους ασθένειας που μεταδίδεται από τα τρωκτικά και προσβάλει τους πνεύμονες και τους λεμφαδένες. Ιστορικά στοιχεία για κρούσματα και αριθμό θανάτων στην Άρτα δεν είναι διαθέσιμα. Υπολογίζεται πάντως ότι η θνητότητα ήταν 30%.. Το έτος 1650 μ.Χ., κτίσθηκε το Οθωμανικό Ρολόι - Πύργος της Άρτας. Σε αντίθεση με το ρολόι Πύργο της Πρέβεζας πού είναι Ενετικό του 18ου αιώνος, δεν ισχύει το ίδιο με αυτό της Άρτας, αν και μοιάζουν. Το ρολόι της Άρτας είναι πύργος τετράγωνος ύψους 11 μέτρων και κτίσθηκε επί Οθωμανικής κυριαρχίας, αρχικά είχε αραβικούς αριθμούς και ήταν διακοσμημένο με σμάλτο. Ήταν το πρώτο και μοναδικό ρολόι με δίσκο σε όλη την αχανή Οθωμανική αυτοκρατορία.







Β Οθωμανική περίοδος Αλή Πασά Τεπελενλή (1788-1822)
Η Άρτα περιήλθε στην εξουσία του Αλή Πασά Τεπελενλή το έτος 1788 και τερματίσθηκε με τον αποκεφαλισμό του το 1822. Η Επανάσταση του 1821 έχει να επιδείξει πολλές ιστορικές μάχες στην περιοχή της Αρτας και στά γύρω χωριά. Στις 15-17 Νοεμβρίου 1821 έγινε η ομώνυμη Μάχη της Άρτας. Μετά τις νικηφόρες μάχες του Σουλιώτη Γώγου Μπακόλα στη Λαγκάδα, στο Πέτα, στην Πλάκα, στα Άγναντα και στο Σταυρό Θεοδώριανων, επιτίθεται και κλείνει τις πύλες επικοινωνίας στο όρος Μακρυνόρος, μεταξύ Αμφιλοχίας και Άρτας. Έτσι, όπως γράφει ένας ιστορικός «εφρουρήθη η Ρούμελη και δεν εκατόρθωσεν να ενισχύσουν τις δυνάμεις της Πελοποννήσου». Οι Οθωμανοί πανικοβάλλονται, γιατί εγκλωβίστηκαν πλέον στην Άρτα. Κλεισμένοι στην Άρτα οι Οθωμανοί ξεσπούν σε αντίποινα στον άμαχο πληθυσμό και σε αιχμαλώτους κρατούμενους στο κάστρο της πόλης. Γράφει ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, Αρτινός αγωνιστής του 1821. «Και μόριχναν εμένα ξύλο! Και από τα χτυπήματα επρίστηκε το σώμα μου και εκαντήλιασε και ήμουν εις θάνατον… ενώ η πόλις της Άρτας επλημμύρει αίματος και μαρτυρίων». Άλλος αυτόπτης μάρτυρας περιγράφει: «Αι εκτελέσεις ελάμβανον χώραν εις την πλατείαν, την καλουμένην Μονοπωλειό… Η πέτρινη γέφυρα της Αρτας ήτο στολισμένη με ανθρωπίνους κεφαλάς και άπειρα κορμιά έκειντο άνευ κεφαλής επί της γεφύρας…». Μέσα στο κλίμα αυτό, γίνεται σύσκεψη στο Κομπότι και αποφασίζεται η επίθεση στην Άρτα. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Γώγος Μπακόλας και αρκετοί συνεργαζόμενοι Μουσουλμάνοι Αρβανίτες αγωνιστές, επιτίθενται στην Άρτα από το πρωί της 15ης Νοεμβρίου 1821 σαν καταιγίδα. Γράφει ο Γάλλος Πουκεβίλ: «Οι στρατιώται του Χριστού και του Μωάμεθ επολέμουν υπό τας αυτάς σημαίας. Οι άνδρες του Καραϊσκάκη και του Μπότσαρη κατέλαβον το γεφύρι, επήραν τα κανόνια των Τούρκων και πάτησαν πρώτοι εις την πόλιν». Η Άρτα κατελήφθη από τους Ελληνες και Αρβανίτες αγωνιστές στις 17 Νοεμβρίου 1821.. Στις 2 Δεκεμβρίου 1821 έγινε εγκατάλλειψη της Αρτας. Παράλληλα με την κατάληψη των τριών τετάρτων της Άρτας από δυνάμεις Ελλήνων Σουλιωτών, Ακαρνάνων και Αλβανών πιστών στον Αλή Πασά, υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, και Μάρκο Μπότσαρη, άλλοι πολεμιστές συνέχιζαν την πολιορκία της πόλης και άλλοι αγωνίζονταν στο Πετροβούνι (=το βουνό της Αρτας). Αυτοί όλοι ενθαρρύνθηκαν τα μέγιστα από την πορεία των εξελίξεων. Όμως οι Αρβανίτες σύμμαχοι στην Άρτα, δεν τήρησαν τη συμφωνία συνεργασίας, είχαν τάσεις προσχώρησης στις σουλτανικές δυνάμεις του Κιουταχή και του Χουρσίτ, πιθανώς είτε γιατί φοβήθηκαν τις ερχόμενες επικουρίες των Τούρκων, είτε γιατί δωροδοκήθηκαν. Ετσι, σε λίγες μέρες ο λαός της Άρτας και το στρατόπεδο των Ελλήνων πολεμιστών κινδύνευσε να εγκλωβισθεί από την ερχόμενη νέα Οθωμανική δύναμη με επικεφαλής τον Κιουταχή Πασά. Η εξυπνάδα όμως του Γεώργιου Καραϊσκάκη τους έσωσε έγκαιρα, και διέφυγαν όλοι, αγωνιστές και 500 οικογένειες Αρτινών, στο Πετροβούνι και από εκεί πρός το Πέτα, το Κομπότι και στα ορεινά των Τζουμέρκων. Η πόλη άδειασε και ο Καραϊσκάκης απεχώρησε τελευταίος με τη σάλπιγγα στο χέρι τα χαράματα της 2ας Δεκεμβρίου 1821. Ετσι ο Καραϊσκάκης διατήρησε ακέραιες τις δυνάμεις του τις οποίες χρησιμοποίησε σύντομα στα όρη του Βάλτου (Πύργος της Σουμερού, Μεσόπυργος, Μάχη του Γαύρογου) τον Φεβρουάριο 1822.




Γ Οθωμανική περίοδος (1822-1881)
Μετά τον αποκεφαλισμό του Αλή Πασά Τεπελενλή το 1822, η Άρτα περιήλθε στην εξουσία του Χουρσίτ Πασά και σύντομα στόν Κιουταχή Πασά. Στις 4 Ιουλίου 1822 έγινε δίπλα στήν Άρτα η Μάχη του Πέτα. Το Πέτα, ή παλαιά ο Πέτας, είναι κωμόπολη, έδρα ομώνυμου δήμου του νομού Άρτας. Απέχει 4 Km από την Άρτα. Κατά τη γερμανική κατοχή έπαθε ολοκληρωτικές καταστροφές. Το Πέτα έμεινε διάσημο στην ιστορία για την ατυχή Μάχη του Πέτα το έτος 1822. Η Μάχη του Πέτα ήταν μια από τις μεγαλύτερες ήττες που γνώρισαν οι επαναστατημένοι έλληνες κατά την διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Ο ιστορικός Κάδμιος το έτος 1900, αναφέρει ως ημερομηνία της Μάχης του Πέτα την 15η Ιουλίου 1822 (σελίδα 33). Στη Μάχη αυτή έλαβαν μέρος ονομαστοί οπλαρχηγοί αλλά και αρκετοί Φιλέλληνες, όπως και Επτανήσιοι με το Σπύρο Πανά αρχηγό. Οι ντόπιοι οπλαρχηγοί με 900 περίπου άνδρες τοποθετήθηκαν στο σημερινό Μνημείο Ηρώων, δίπλα κατέλαβε θέση ο Μάρκος Μπότσαρης, πιο δεξιά ο Πρεβεζάνος Αλεξάκης Βλαχόπουλος, και ο Βαρνακιώτης και στην άκρη το ψηλότερο ύψωμα Κορακοφωλιά ο Γώγος Μπακόλας με τον Δήμο Τσέλιο Ράγκο και άλλους προς τον κατήφορο που βλέπει προς την λίμνη). To Τάγμα των Φιλελλήνων με δύο λόχους. Ο πρώτος λόχος είχε κυρίως Γάλλους, Ιταλούς, και Έλληνες του εξωτερικού, ιδίως επτανήσιους, με διοικητή τον Ελβετό Chevalier και ο δεύτερος λόχος είχε Γερμανούς, Πολωνούς, Πρώσους με διοικητή τον Πολωνό Mirzewski (Μιρζέφσκι). Διοικητής όλου του τάγματος ορίσθηκε ο Ιταλός Andrea Dania (Ανδρέα Δάνια). Τιμής ένεκεν ορίστηκε από την νεοσύστατη κυβέρνηση ως Συνταγματάρχης - Διοικητής ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. To σύνταγμα από 350 άνδρες βρισκόταν υπό την καθοδήγηση του Γερμανού Στρατηγού Norman και του Ιταλού Πέτρου Ταρέλλα. Η ευθύνη για την ήττα βαρύνει κυρίως τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Η Μάχη του Πέτα έχει κάτι το αρκετά συγκινητικό: Ελαβε μέρος εναντίον των οθωμανών ο πρώτος στην ιστορίαΕνωμένος Ευρωπαϊκός Στρατός, οι πρώτοι κυανόκρανοι της εποχής. Επεσαν ηρωικά και έκτισαν στην φιλόξενη γη του ηρωικού Πέτα, έντιμων στρατιωτικών τάφο όπως ακριβώς ήταν η επιθυμία του διοικητή τους Πολωνού Mirzewski (Μιρζέφσκι). Από τους Φιλέλληνες μόνο 25 γλύτωσαν που με γιουρούσι (=έφοδος) κατάφεραν να ανοίξουν δρόμο με τις λόγχες τους και να περάσουν. Μεταξύ αυτών σώθηκε τραυματισμένος ο Γερμανός Norman (Δημήτρης Φωτιάδης, 1971). Στο σημερινό Πέτα Άρτας, υπάρχει ένα μεγαλοπρεπές Μνημείο για να μας θυμίσει ότι αδέρφια μας Ευρωπαίοι Φιλέλληνες έχασαν τη ζωή τους εδώ για την Ελευθερία ημών των Ελλήνων. Tελικά η πορεία της Επανάστασης του 1821 δεν κατάφερε να εμπεριέχει την Άρτα στα εδάφη του νέου κράτους "Βασίλειον της Ελλάδος". Ετσι η Άρτα παρέμεινε όπως και η Ηπειρος, η μισή Θεσσαλία, η Μακεδονία και η Θράκη υπό Οθωμανική κυριαρχία.

H Απελευθέρωση της Άρτας (1881)
Τελικά στις 28 Μαρτίου 1881, η Θεσσαλία και η Αρτα περιέρχονται στην Ελλάδα: Ανακοινώνεται μετά από τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, η προσάρτηση της Θεσσαλίας και λωρίδας της Ηπείρου μέχρι και της Άρτας στο Ελληνικό Κράτος. Οι Τούρκοι αποχωρούν από την Άρτα προς την Τουρκοκρατούμενη Ήπειρο. Στο παλιό γεφύρι της Αρτας διατηρείται το Τουρκικό φυλάκιο τελωνείο, που έχει μετατραπεί σήμερα σε Εθνογραφικό Λαογραφικό Μουσείο. Τότε έγινε μια τελευταία επιδιόρθωση στο Γεφύρι της Άρτας, πρίν τη σύγχρονη στήριξη και αναπαλαίωση της πενταετίας 1980-1985. Η Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης (1881) ήταν διμερής διάσκεψη μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνομολογήθηκε τελικά ως Συμφωνία, στις 28 Μαρτίου του 1881 στη Κωνσταντινούπολη, ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης όπου και καθορίστηκε μεταξύ των δύο Βασιλείων η γραμμή των νέων συνόρων. Η Συμφωνία αυτή είναι ιδιαίτερα ιστορική για την Ελλάδα διότι δικαίωσε ένα όνειρο αιώνων. Σύμφωνα με τη Συμφωνία αυτή παραχωρήθηκαν de jure στο Ελληνικό Βασίλειο οι πρώην οθωμανοκρατούμενες περιοχές της Θεσσαλίας και ένα τμήμα της Ηπείρου, ο νομός της Άρτας. Όμως, το Ελληνικό Βασίλειο υποχρεώθηκε στην αποζημίωση όλων των τουρκικών περιουσιών των κατοίκων που υπήρχαν στις περιοχές αυτές, με όποιες δυσκολίες αυτό συνεπάγεται. Όλες τις επιμέρους συμφωνίες, κατά περιοχή, της Συμφωνίας αυτής υπέγραψαν τελικά και οι Πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων κατά τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που ακολούθησε δύο μήνες μετά, επίσης στη Κωνσταντινούπολη (Μάϊος 1881). Τέλος η Συμφωνία αυτή επικυρώθηκε με ιδιαίτερη Σύμβαση στις 2 Ιουλίου 1881. Η Συμφωνία αυτή προκλήθηκε «αμαχητί» μετά την Συνθήκη του Βερολίνου (1878) και τη Διάσκεψη του Βερολίνου (1880) που είχε ακολουθήσει, και ιδιαίτερα μετά τη έντονη Διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων (1880) που συμπλήρωσε τη προηγούμενη, κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνέχιζε να αρνείται την εφαρμογή του ΙΓ΄ Πρωτοκόλλου της πρώτης παραπάνω συνθήκης. Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως μετά τον ενθουσιασμό των Ελλήνων αγροτών ιδιαίτερα της Θεσσαλίας και τη δικαίωση των ονείρων περί της ελευθερίας τους, η ελληνική πολιτεία αδυνατούσε στην αποζημίωση των μεγάλων Τούρκικων τσιφλικιών που είχε αναλάβει την υποχρέωση. Τότε έσπευσαν Έλληνες του εξωτερικού, κυρίως πλούσιοι Ελληνοαμερικανοί, και αγόρασαν από τους Τούρκους αυτές τις εκτάσεις μαζί με τους οικισμούς που περιλαμβάνονταν σε αυτές με συνέπεια το θεσσαλικό αγροτικό ζήτημα να παραμείνει άλυτο και μάλιστα ακόμη πιο έντονο αφού οι νέοι πλέον μεγαλογαιοκτήμονες ήταν Έλληνες και δυστυχώς ακολουθούσαν ενίοτε χειρότερες μεθόδους εργασιακής εκμετέλλευσης.. Το έτος 1882 έγινε σύγκρουση τσιφλικάδων με κολλήγους στην Άρτα, τριάντα χρόνια πρίν τα παρόμοια γεγονότα στο Κιλελέρ της Θεσσαλίας (δολοφονία Μαρίνου Αντύπα, κλπ). Αρα η Άρτα μάλλον είναι πρωτοπόρος, διότι το έτος 1882 έγινε σοβαρή σύγκρουση δυνάμεων των τσιφλικάδων με κολλήγους στην πόλη, αλλά χωρίς νεκρούς. Δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες αν το κίνημα αυτό επεκτάθηκε και στην Πρέβεζα, αλλά είναι μάλλον απίθανο, γιατί η Πρέβεζα ήταν υπό Οθωμανική κατοχή. Το έτος 1884εξεδόθη το πρώτο βιβλίο για την Άρτα και την Πρέβεζα: Ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος του Βυζαντίου εκδίδει το βιβλίο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης». Αναδημοσίευση του βιβλίου έγινε από το «Ίδρυμα Σκουφάς» Άρτας το έτος 1986 και παρέχει σημαντικά ιστορικά στοιχεία για το Νομό Πρέβεζας και Άρτας, ορισμένα από αυτά με κάποιες ελλείψεις και λάθη.. Στον ατυχή Πόλεμο του 1897 η Άρτα αποτέλεσε βάση εξόρμησης και εφοδιασμού του Ελληνικού Στρατού. οι περισσότερες όμως μάχες έλαβαν χώρα στόν Νομό Πρέβεζας (υπό Οθωμανική κατοχή).




Νεότερη Ιστορία της Άρτας (1881-2012)
Μετά την απελευθέρωση της Άρτας De jure το 1881, η πόλη άρχισε να εντάσσεται στάδιακά στόν ιστό του νέου κράτους. Το έτος 1897έγινε ο αποτυχημένος Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 (διήρκεσε περίπου 30 ημέρες) και η Άρτα ζωντάνεψε από την ελπίδα της απελευθέρωσης της Ηπείρου, αλλά η μέρα αυτή άργησε γιά το 1912-1913, οπότε απελευθερώθηκε η Πρέβεζα, Θεσπρωτία και Ιωάννινα. Τελικά μετά το 1912-1913 η Άρτα συνέχισε την πορεία της πλέον σαν μέλος της Ηπείρου και αναπτύχθηκε σημαντικά. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο επακολουθήσας αδελφοκτόνος Εμφύλιος πόλεμος έχουν πολλά σημεία συνδεδεμένα με την Άρτα. Στον Νομό Άρτας (Γάβρογο) ιδρύθηκε ο ΕΔΕΣ από τον Ναπολέοντα Ζέρβα και στον Νομό Άρτας (Μεσούντα) αυτοκτόνησε ο Άρης Βελουχιώτης του ΕΛΑΣ. Η μεταπολεμική περίοδος έφερε τη γαλήνη στήν πόλη. Μεταπολιτευτικά το σημαντικό έργο του Φράγματος Πουρναρίου της Δ.Ε.Η., κατασκευασμένο από Σοβιετικούς, αναβάθμισε οικονομικά το λαό της Άρτας. Είναι ενδιαφέρον γιά τους νεότερους ότι το κόστος κατασκευής του καλύφθηκε από εξαγωγές εσπεριδοειδών της Άρτας στην αχανή Σοβιετική Ένωση. Μιά νέα οικονομική ώθηση στον λαό έδωσαν μετά το 1977 οι επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης γιά τα εσπεριδοειδή. Σημαντικό επίτευγμα είναι γιά την Άρτα το νέοΝοσοκομείο Άρτας (στο Λόφο Περάνθης), το ΤΕΙ Ηπείρου (με έδρα την Αρτα) και τελευταία το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Άρτας.


Τα Αθαμανικά όρη ή Τζουμέρκα 
Είναι μεγάλη οροσειρά της δυτικής Ελλάδος, που ουσιαστικά αποτελεί τμήμα της ευρύτερης οροσειράς της Πίνδου. Η υψηλότερη κορυφή τους είναι η Κακαρδίτσα με υψόμετρο 2.429 μέτρα και η επόμενη ψηλότερη είναι το Καταφίδι (ή Καταφύδι) με υψόμετρο 2.393 μέτρα. Καταλαμβάνουν τμήμα των νομών ΙωαννίνωνΆρτας και Τρικάλων. Το όριο τους στα ανατολικά είναι ο ποταμός Αχελώος που διαχωρίζει τα Αθαμανικά Όρη από την υπόλοιπη Πίνδο, ενώ βόρεια γειτονεύουν με τον Λάκμο. Η οροσειρά χωρίζεται σε δύο επιμέρους τμήματα. Το βορειότερο τμήμα που βρίσκεται στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων ονομάζεται Κακαρδίτσα και σε αυτό ανήκει η υψηλότερη κορυφή της οροσειράς. Το νοτιότερο τμήμα είναι τα κυρίως Τζουμέρκα και ανήκει στο μεγαλύτερο τμήμα του στον νομό Άρτας.
Τα Αθαμανικά όρη έχουν χαρακτηριστεί μία από τις σημαντικές περιοχές για πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΠΕ) και έχουν ανακηρυχθεί σε Εθνικό Πάρκο (Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Αράχθου) 

Βορειότερο τμήμα
Το βορειότερο τμήμα της οροσειράς ονομάζεται Κακαρδίτσα και περιλαμβάνει την υψηλότερη κορυφή της οροσειράς με υψόμετρο 2.429 μέτρα. Η κορυφή αυτή βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά ΜατσούκιΜελισσουργοί και Αθαμανία. Άλλες υψηλές κορυφές της Κακαρδίτσας είναι οι: Καταραχιάς (2.299μ), Χίλια εξήντα (2.253μ), Τσούμα Πλαστάρι (2.188μ) , Κρυάκουρας (2.100μ), Φούρκα (2.100μ), Καταφύγι (2098.) και Βαρικό (2.007μ). Χωρίζεται από τον Λάκμο από τα ρέματα Νέγκρη και Μονοδέντρι ενώ ενώνεται με αυτόν με τον αυχένα Μπάρο. Από το νοτιότερο τμήμα των Τζουμέρκων χωρίζεται από το Μελισσουργιώτικο ποτάμι.

Νοτιότερο τμήμα
Το νοτιότερο τμήμα ανήκει κυρίως στον νομό Άρτας. Ορίζεται δυτικά από την κοιλάδα του Αράχθου, ανατολικά από τον Αχελώο, στα βορειοανατολικά χωρίζεται από την Κακαρδίτσα από το Μελισσουργιώτικο ποτάμι, και νότια συνδέεται με τα Όρη Βάλτου. Η υψηλότερη κορυφή του είναι το Καταφύδι με υψόμετρο 2.393 μ. Άλλες ψηλές κορυφές είναι οι: Στρογγούλα (2.107μ), Γερακοβούνι (2.211μ), Αγκάθι (2.392μ) και Σκλάβα (2.067 μ)
Οικισμοί χτισμένοι περιμετρικά του νότιου τμήματος είναι οι Μελισσουργοί, η Πράμαντα, η Άγναντα, το Βουλγαρέλι, τα Θεοδώριανα, τοΚαταφύγιο, τα Κονάκια, ο Καταρράκτης, η Κρυοπηγή, η Ράμια, τα Λεπιανά, το Αθαμάνιο, η Μικροσπηλιά κλπ.
Για κάποια γεωγραφικά έντυπα τα Αθαμανικά όρη ή Τζουμέρκα περιορίζονται μόνο σ’ αυτό το τμήμα, ενώ η Κακαρδίτσα θεωρείται ξεχωριστή οροσειρά.

Τα Αθαμανικά όρη
Τα Αθαμανικά όρη οφείλουν την ονομασία τους στο αρχαιοελληνικό φύλο των Αθαμανών που ήταν εγκατεστημένο στην περιοχή αυτή. Οι Αθαμάνες άκμασαν κυρίως τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. όπου διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις συγκρούσεις μεταξύ Μακεδόνων καιΑιτωλών.. Το όνομα Τζουμέρκα είναι σλαβικής προέλευσης και σημαίνει ελλέβορος. Παράβαλε πολωνικό ciemiernik, ουκρανικό Чемерник, και ρωσικό чемерица.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου