Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2017

Αρχαία Νικόπολη: Αγέρωχη και επιβλητική




Η Νικόπολη της Ηπείρου, το όνομα της οποίας εμπεριέχει τη λέξη νίκη, είναι κτισμένη στη χερσόνησο, η οποία χωρίζει τον Αμβρακικό κόλπο από το Ιόνιο πέλαγος. Βρίσκεται απέναντι από το Άκτιο και 6 χιλ. βόρεια από την Πρέβεζα. Θαλάσσιοι και χερσαίοι δρόμοι οδηγούσαν στη Νικόπολη και την κατέστησαν σημαντικό εμπορικό κέντρο. Η πόλη ιδρύθηκε ως σύμβολο της μεγάλης νίκης του Γάιου Ιουλίου Καίσαρα Οκταβιανού και μετέπειτα Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου ενάντια στο Μάρκο Αντώνιο και την Κλεοπάτρα Ζ΄ της Αιγύπτου στο Άκτιο το 31 π.Χ. και άκμασε κατά τη ρωμαϊκή περίοδο.
Ήταν 2 Σεπτεμβρίου του 31 π.Χ., όταν συναντήθηκαν οι δυο στόλοι στη θάλασσα του Ακτίου και δόθηκε τέλος στην εμφύλια ρωμαϊκή διαμάχη. Μετά τη μεγάλη νίκη του, ο Οκταβιανός αποφάσισε να ιδρύσει τη Νικόπολη, όχι μόνο ως ανάμνηση της νίκης, αλλά βασικά ως κέντρο ελέγχου της δυτικής Ελλάδας μαζί με την Πάτρα. Επίσης, η ίδρυσή της εντάσσεται στην προσπάθεια εκρωμαϊσμού της Ελλάδας με ανοικοδόμηση παλιών και με την ίδρυση νέων πόλεων, αλλά και στην τόνωση της περιοχής, η οποία αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες τότε.


Η πόλη δημιουργήθηκε με συνοικισμό άλλων οικισμών (Κασσώπη, Αμβρακία, Λευκάδα κ.α.) και τη βίαιη ως ένα σημείο μεταφορά κατοίκων στη Νικόπολη. Στην αλιεία, γεωργία και κτηνοτροφία στηρίχτηκε η πόλη για την οικονομική της εξέλιξη. Η Νικόπολη στολίστηκε με επιβλητικά κτήρια από τα λάφυρα της λείας, αλλά και από δωρεές του Ηρώδη Α΄ της Ιουδαίας που βοήθησε στην κατασκευή πολλών κτηρίων, εκφράζοντας έτσι τη φιλία και τη συμπάθεια του προς τον Οκταβιανό. Ο Οκταβιανός της παραχώρησε σημαντικά προνόμια και πολλές φορολογικές ατέλειες, που συντέλεσαν στην αλματώδη ανάπτυξη της. Ακόμη έδωσε στη Νικόπολη τις έξι ψήφους των Αιτωλών στη Δελφική Αμφικτιονία, γεγονός που προσέδωσε αίγλη στην πόλη.
Καθώς η Νικόπολη απαρτίζοταν από κατοίκους διάφορων περιοχών της Ηπείρου και της Ακαρνανίας, ήταν φυσικό αυτοί να μεταφέρουν και τα λατρευτικά τους έθιμα μαζί. Για να τους καταπραΰνει ο Οκταβιανός έδωσε εντολή να μεταφερθούν στη νέα πόλη τα αντικείμενα λατρείας από τις παλιές πόλεις (Παυσανίας VII,18,9). Ο Οκταβιανός αφιέρωσε τη Νικόπολη στον Απόλλωνα Άκτιο ή Ακτιακό και προς τιμή του θεσπίστηκαν τα Νέα Άκτια που αποτελούσαν επανασύσταση των Ακτίων, των παλιών τοπικών αγώνων των Ακαρνανών. Έτσι απέκτησε αίγλη το ιερό του Απόλλωνα (Στράβωνας VII,7,6).
Θρησκευτικό κέντρο της πόλης αποτέλεσε το παλιό ιερό του Απόλλωνα στο Άκτιο. Μεγαλοπρεπές τέμενος κτίστηκε προς τιμή του θεού (Δίων Κάσσιος 51,1,3). Ο Απόλλωνας που λατρευόταν εδώ είχε τα επίθετα Λευκάδιος ή Λευκαδιακός (από τη Λευκάδα), αλλά και Αγυιεύς. Στο ιερό του Απόλλωνα λατρεύονταν ακόμη ο Ποσειδώνας και ο Άρης, σύμφωνα με επιγραφή που βρέθηκε εκεί. Άλλοι θεοί που λατρεύονταν στη Νικόπολη ήταν ο Δίας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ήφαιστος, ο Ασκληπιός, η Εκάτη, ο Πάνας, ο Ηρακλής και ο Άττις. Από τις γυναικείες θεότητες σημαντική θέση κατείχε η Άρτεμη, η οποία είχε τα επίθετα Λαφρία, Σώτειρα, Εφέσια και Κελκαία. Στην πόλη λατρεύτηκαν ιδιαίτερα και δύο θεότητες ανατολικής προέλευσης: η Ίσιδα και η Κυβέλη. Τέλος, και η αυτοκρατορική λατρεία του Οκταβιανού, του ιδρυτή της πόλης, ήταν πολύ σημαντική. Στις ρωμαϊκές πηγές ονομάζεται η πόλη »Nicopolis romana colonia», »civitas libera Nicopolitana» (Πλίνιος, Nat. Hist. 4,5. Τάκιτος, αnn. 5,10) ή »colonia Augusta».


Σημαντικές προσωπικότητες έζησαν ή πέρασαν από την πόλη. Ο Γερμανικός, θετός γιος και ανιψιός του Οκταβιανού, ήταν ένας από αυτούς που πέρασαν από τη Νικόπολη για να δει από κοντά τα στρατόπεδα του Οκταβιανού και του Αντωνίου και τον τόπο της μάχης. Ο αυτοκράτορας Νέρωνας επισκέφτηκε επίσης την πόλη το 66 μ.Χ. και έλαβε μέρος στα Άκτια. Αλλά και ο Επίκτητος από την Ιεράπολη της Φρυγίας, ο μεγάλος στωικός φιλόσοφος, έφτασε το 89 μ.Χ. στη Νικόπολη για να ξεφύγει από το διωγμό του αυτοκράτορα Δομιτιανού. Παρέμεινε στην πόλη για μεγάλο χρονικό διάστημα και ίδρυσε φιλοσοφική σχολή. Ο αυτοκράτορας Αδριανός (128-134 μ.Χ.) επισκέφτηκε την πόλη με τη γυναίκα του, Βίβια Σαβίννα, η οποία θεοποιήθηκε και λατρεύτηκε ως Άρτεμις Κελκαία.
Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες στη Νικόπολη ξεκίνησαν το 1913 από τον τότε Έφορο Αρχαιοτήτων Α. Φιλαδελφέα. Δυστυχώς τα αποτελέσματα αυτών των ανασκαφών δε δημοσιεύτηκαν, ενώ τα ευρήματα που φυλάσσονταν στο τζαμί της Πρέβεζας καταστράφηκαν μετά το βομβαρδισμό του στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από το 1925 συνέχισαν την έρευνα ο Έφορος Αρχαιοτήτων Γ. Μηλιάδης (ιερό του Απόλλωνα) και ο Αν. Ορλάνδος (παλαιοχριστιανικές βασιλικές). Το 1940 ξεκίνησε φιλόδοξο σχέδιο ανασκαφών ο Έφορος Αρχαιοτήτων Ι. Παπαδημητρίου για την ταύτιση των μνημείων που αναφέρει ο Στράβωνας. Η έρευνα αυτή διακόπηκε από την έναρξη του πολέμου. Από τότε η ΙΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων συνεχίζει μικρές ανασκαφικές έρευνες και αναστηλώσεις – συντηρήσεις μνημείων.


Η Νικόπολη ανήκει στις λίγες αρχαίες πόλεις στον ελληνικό χώρο που είχαν την τύχη να ξεφύγουν από τη διαρκή οικοδόμηση (Θεσσαλονίκη, Αθήνα), τη συνεχή εκμετάλλευση της γης και την επαναχρησιμοποίηση του αρχαίου οικοδομικού υλικού τους. Έτσι διατηρήθηκαν σε καλή κατάσταση πολλά μνημεία της πόλης, η οποία αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας, αλλά ταυτόχρονα γίνεται δυνατή η παρατήρηση στα κτίσματα της όλων των αρχιτεκτονικών αλλαγών που επέβαλε ο χριστιανισμός. Η περιοχή της Νικόπολης εκτεινόταν από τα βουνά της Κασσωπαίας μέχρι τα όρια της ρωμαϊκής Πάτρας στην Αιτωλία και από τον Αχελώο μέχρι τη Λευκάδα.
Η περιοχή όπου ιδρύθηκε η πόλη διέθετε πλούσιες πηγές νερού, εξαιρετικό κλίμα και όμορφο φυσικό περιβάλλον. Οι ομαλές απολήξεις των υψωμάτων, η θέα που είχε η πόλη και η επικοινωνία του Αμβρακικού κόλπου με το Ιόνιο πέλαγος σχημάτιζαν ένα εξαιρετικό τοπίο. Η Νικόπολη διέθετε δυο μεγάλα λιμάνια, τον Κόμαρο στον κόλπο του σημερινού Μύτικα και το άλλο στο Βαθύ ή Μαργαρώνα. Ακόμη και το Ανακτόριον (γειτονική ακαρνανική πόλη) λειτουργούσε ως εμπορικό λιμάνι της Νικόπολης. Οι πλωτοί ποταμοί Άραχθος και Λούρος περνούσαν από πεδινές και εύφορες περιοχές και διευκόλυναν την επικοινωνία.
Η ρωμαϊκή πόλη απέκτησε δυνατό οχυρωματικό περίβολο, με περίμετρο μεγαλύτερη από 5 χιλ. Κατασκευάστηκε σύμφωνα με το ρωμαϊκό ρυμοτομικό σχέδιο της σκακιέρας, το οποίο ακολουθούσε ελληνιστικά πρότυπα. Δυο μεγάλοι πλακόστρωτοι δρόμοι συνέδεαν τη Νικόπολη με τα λιμάνια της. Στην ενδιάμεση περιοχή δημιουργήθηκαν αυτόνομες οικιστικές μονάδες. Τα περισσότερα κτηριακά συγκροτήματα προσαρμόζονται στις οικοδομικές νησίδες (insulae), οι οποίες είναι χωρισμένες σε ορθογώνια παραλληλόγραμμα (οικόπεδα).


Η πόλη διέθετε αγορά (forum) που βρισκόταν μεταξύ των κύριων οδών της. Το ωδείο βρισκόταν κοντά στην αγορά, κτισμένο στο κέντρο της ρωμαϊκής πόλης. Χρονολογείται στα χρόνια του Αυγούστου και πρέπει να ήταν σε χρήση μέχρι το δεύτερο μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. Αποτελείται από ημικυκλικό κοίλο, κυκλική ορχήστρα και ορθογώνια σκηνή. Στον εξωτερικό τοίχο της σκηνής που σώζεται σε μεγάλο ύψος, τρεις μεγαλόπρεπες πύλες με βαθμίδες οδηγούν στο προσκήνιο. Το ωδείο είναι έργο σπουδαίου αρχιτέκτονα και σώζεται σε καλή κατάσταση. Τα υπόλοιπα δημόσια κτήρια, θέατρο, στάδιο και γυμνάσιο, κτίστηκαν εκτός των τειχών της πόλης στο προάστειο.
Στην ίδια περιοχή κατασκευάστηκε και το ιερό του Απόλλωνα. Στο νότιο τμήμα της πόλης αναπτυσσόταν το υδραγωγείο που τροφοδοτούσε με νερό την πόλη. Μέρος της τοξοστοιχίας του σώζεται ως σήμερα. Οι μεγάλες θέρμες της πόλης βρίσκονται ανατολικά της αγοράς. Η μοναδική μέχρι σήμερα ιδιωτική οικία που έχει έρθει στο φως βρίσκεται βόρεια του ωδείου (οικία στον αγρό Ντόμαρη). Τα νεκροταφεία της πόλης βρίσκονταν έξω από κάθε πύλη του τείχους αλλά και σε άλλες περιοχές και σε πολλές περιπτώσεις σώζονται μεγάλα ταφικά κτίσματα, τα οποία ανήκαν σε πλούσιες ελληνικές και ρωμαϊκές οικογένειες.
Από τη βυζαντινή περίοδο της πόλεως έχουν διατηρηθεί τα βυζαντινά τείχη και τμήματα από εκκλησιαστικά κτήρια της εποχής. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι η βασιλική Α του Δημητρίου, γνωστότερη ως βασιλική του Δουμετίου και η βασιλική του μητροπολίτου Αλκίσωνος που είναι κτισμένες εντός των νέων, »ιουστινιάνειων τειχών» της Νικόπολης.

Τα Ρωμαϊκά Τείχη της Νικόπολης

Για την προστασία από εχθρικές επιδρομές ο Οκταβιανός τείχισε την πόλη με ισχυρό οχυρωματικό περίβολο, ο οποίος κάλυπτε ένα μεγάλο μέρος της πόλης. Εκτός του οχυρωματικού περιβόλου έμεινε το Προάστειο, όπου βρισκόταν το τέμενος του Απόλλωνα, το ιερό άλσος και δημόσια κτίρια (θέατρο, στάδιο, Γυμνάσιο και θέρμες). Πρόκειται για μνημείο με αμυντικό χαρακτήρα. Τα τείχη κατασκευάστηκαν αμέσως μετά την ίδρυση της πόλης, όπως και τα περισσότερα δημόσια κτίρια, την περίοδο μεταξύ 30 και 25 π.Χ. Στην Ύστερη Ρωμαϊκή Εποχή όταν Έρουλοι και Γότθοι εισέβαλαν στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, επισκευάστηκαν τα τείχη της Νικόπολης και ενισχύθηκαν με σκοπό να αντέξουν βαρβαρικές επιθέσεις. Σ’ αυτή την οικοδομική φάση εντάσσεται και η διαμόρφωση του υδραγωγείου σε τείχος, καθώς τα τόξα της πεσσοστοιχίας κλείστηκαν βιαστικά με πρόχειρα υλικά.


Ο οχυρωματικός περίβολος διαθέτει περίμετρο μεγαλύτερη των 5 χλμ. Η δυτική πλευρά της πόλης ορίζεται μόνο από την πεσσοστοιχία του υδραγωγείου. Από τα ρωμαϊκά τείχη έχουν διασωθεί μόνο ορισμένα τμήματά του, καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό για την κατασκευή του βυζαντινού τείχους. Διατηρούνται τμήματα του ρωμαϊκού τείχους στη βόρεια και νότια πλευρά. Το τείχος ήταν κατασκευασμένο από μεγάλες καλοψημένες πλίνθους και ο πυρήνας του από αργούς λίθους και λατύπη μέσα σε άφθονο κουρασάνι. Η ανασκαφική έρευνα στην πόλη της Νικόπολης έχει αποκαλύψει μέχρι σήμερα πέντε πύλες εισόδου στα τείχη. Πρόκειται για την νοτιοανατολική, τη βορειοανατολική, τη νότια, τη βόρεια και τη δυτική πύλη.
Η κύρια πύλη εισόδου της πόλης ήταν η δυτική. Βρισκόταν στο μέσο της δυτικής πλευράς του τείχους και διέθετε τρία ανοίγματα. Η πύλη πλαισιωνόταν εξωτερικά από ημικυκλικούς πύργους με μεγάλο ύψος. Σ’ αυτή την πύλη κατέληγαν δυο σημαντικοί δρόμοι: ο ένας από το δυτικό λιμάνι της πόλης και ο άλλος από τη Θεσπρωτία. Η δυτική και η ανατολική πύλη ήταν οι αποδέκτες της κεντρικής λεωφόρου της πόλης, της decumanus maximus, που είχε προσανατολισμό Α – Δ. Καλά διατηρημένη σώζεται η νοτιοανατολική πύλη. Στα ανατολικά της σώζεται στρογγυλός πύργος που προστατεύει την πύλη αυτή. Από δω περνούσε ο μεγάλος ρωμαϊκός δρόμος που ξεκινούσε από το ανατολικό λιμάνι της πόλης, διερχόταν από το ανατολικό τμήμα της πόλης και έφτανε μέχρι την βορειοανατολική πύλη. Από κει κατευθυνόταν οι κάτοικοι της πόλης και οι επισκέπτες στο Προάστειο και στο τέμενος του Απόλλωνα. Στη νότια και βόρεια πύλη κατέληγε ο κύριος δρόμος της πόλης, ο cardo maximus, με προσανατολισμό Ν – Β. Από τη νότια πύλη ξεκινούσε άλλος οδικός άξονας, πλακόστρωτος με κράσπεδα, που οδηγούσε στο δυτικό λιμάνι της Νικόπολης, στο Κόμαρο.

Το Ρωμαϊκό Θέατρο

Το θέατρο της ρωμαϊκής Νικόπολης είναι το πρώτο μνημείο που παρατηρεί ο επισκέπτης, όταν έρχεται στο χώρο από τα βόρεια. Βρίσκεται στο Προάστειο, βόρεια της τειχισμένης πόλης, νοτιοανατολικά του μνημείου του Αυγούστου και ανατολικά του σταδίου. Πρόκειται για εντυπωσιακό οικοδόμημα, που κατασκευάσθηκε στις αρχές του 1ου αι. μ.Χ. μαζί με άλλα δημόσια κτήρια της πόλης. Λειτουργούσε κυρίως κατά τη διάρκεια των Νέων Ακτίων, αγώνων που είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα και τελούνταν προς τιμή του Απόλλωνα. Μάλιστα, κατάλογοι ακτιονικών, που έχουν βρεθεί στο τέμενος του Απόλλωνα, αναφέρουν ότι στο θέατρο πραγματοποιούνταν αγώνες ποιητών, σοφιστών, κωμωδών, τραγωδών, κηρύκων, σαλπιγκτών, κιθαριστών, φωνασκών, αυλητών και παντομίμων.


Το θέατρο κατασκευάσθηκε στην πλαγιά ενός λόφου και για την καλύτερη προστασία του από σεισμούς, γύρω από το κοίλο του κτίστηκε ψηλός εξωτερικός καμπύλος τοίχος, που ενισχύθηκε με αντηρίδες. Ένας πλατύς διάδρομος, το διάζωμα, χώριζε το κοίλο σε δύο τμήματα, το θέατρο και το επιθέατρο και στις άκρες του υπήρχαν δύο μεγάλες είσοδοι, που στεγάζονταν με καμάρα. Ο εξωτερικός προστατευτικός τοίχος διέθετε δύο σκάλες για την πρόσβαση στα εδώλια των θεατών, οι οποίοι έρχονταν στο θέατρο από το ιερό του Απόλλωνα. Πάνω στο κοίλο υπήρχε περιφερική στοά, στην οποία πιθανότατα κατέφευγαν οι θεατές κατά τη διάρκεια κάποιας ξαφνικής καταιγίδας. Από τη στοά αυτή έχουν σωθεί μόνο οι πεσσοί που στήριζαν τη στέγη. Τα καθίσματα του κοίλου, που ήταν πλινθόκτιστα, έχουν καταστραφεί, ενώ η προεδρία, δηλαδή η πρώτη σειρά εδωλίων για τους επισήμους, ήταν λίθινη. Η ορχήστρα, όπως και το κοίλο, είχε σχήμα κανονικού ημικυκλίου. Η σκηνή ήταν ψηλή, πιθανόν διώροφη (χαρακτηριστικό γνώρισμα της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής) με τρεις αψιδωτές εισόδους στην πρόσοψη, μέσω των οποίων επικοινωνούσε με το λογείο, το χώρο ανάμεσα στη σκηνή και την ορχήστρα, όπου δίνονταν οι παραστάσεις. Στο μνημείο τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει εργασίες στερέωσης, κυρίως στους τοίχους της σκηνής και στους πεσσούς της στοάς του επιθεάτρου.

Το Μνημείο του Αυγούστου

Στο λόφο του χωριού Σμυρτούλα Πρέβεζας, 1.500m. βόρεια της Αρχαίας Νικόπολης, ανακαλύφθηκε από τις αρχές του εικοστού αιώνα από τον Αλέξανδρο Φιλαδελφέα, το κρηπίδωμα του «Βωμού» ή «Μνημείου του Αυγούστου», γνωστό ήδη από τα αρχαία κείμενα. Το σημαντικότατο αυτό αρχαίο Μνημείο ανασκάπτεται και μελετάται συνεχώς από το έτος 1995 μέχρι σήμερα (2007) από την ΙΒ΄ ΕΠΚΑ (Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων) Ιωαννίνων, υπό την εποπτεία του καθηγητή Δρ. Κωνσταντίνου Ζάχου. Το «Μνημείο Αυγούστου», ήταν ένα μεγαλοπρεπές κλιμακωτό «πιόσχημο» κτίριο μήκους 62m και πλάτους 45m., όπου, ο Οκταβιανός Αύγουστος είχε δώσει εντολή, μετά τη νικηφόρα Ναυμαχία του Ακτίου (2 Σεπτεμβρίου 31 π.Χ.), να τοποθετηθούν 36 πραγματικά ακρόπρωρα (χάλκινα έμβολα) διαφόρων μεγεθών από εχθρικές τριήρεις της βασίλισσας Κλεοπάτρας Ζ΄ και του Μάρκου Αντώνιου, σε ειδικές λαξευτές λίθινες ‘’θήκες’’. Τα μεταλλικά αυτά χάλκινα έμβολα έχουν συληθεί ή αφαιρέθηκαν μεταγενέστερα για να κοπούν νομίσματα ή να κατασκευασθούν άλλα μεταλλικά αντικείμενα, επί αυτοκράτορος Θεοδοσίου.


Πριν από εκατό περίπου χρόνια (1911), περίπου 1.500m. βόρεια από την Νικόπολη, σε μια πλαγιά κάτω από τους λόφους της σημερινής κοινότητας Νικόπολη (Σμυρτούλα) βρέθηκε το κρηπίδωμα του ‘’Βωμού’’, ή Μνημείου του Αυγούστου, πού χτίστηκε αφιερωμένο στους θεούς Άρη και Ποσειδώνα. Το Μνημείο ανασκάφτηκε το έτος 1911 από τον Αλέξανδρο Φιλαδελφέα. Κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, δυστυχώς τα Ιταλικά στρατεύματα λεηλάτησαν το χώρο αυτό, είτε με σκοπό την κατασκευή οχυρωματικών έργων στο λόφο, είτε με σκοπό την αρχαιοκαπηλία. Ο κύριος Ιωάννης Γκαρτζονίκας (1935- ) διαβεβαίωσε ότι είδε με τα μάτια του το 1942-1943, ενώ έβοσκε πρόβατα στην περιοχή, Ιταλούς στρατιωτικούς να φορτώνουν αρχαία αντικείμενα σε στρατιωτικά τζιπ και να τα φυγαδεύουν προς το λιμάνι της Πρέβεζας. Πέραν αυτού, πολλές αμμοληψίες πού έγιναν στην περιοχή, είχαν σαν αποτέλεσμα να υποστεί καθίζηση όλο το ‘’Μνημείο Αυγούστου’’.
Πρόσφατα, τα έτη 1995-2007, με τη χρηματοδότηση Ευρωπαϊκών προγραμμάτων όπως το Interreg ΙΙ, η ΙΒ Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων υπό την εποπτεία του καθηγητή Δρ. Κων. Ζάχου πραγματοποίησε στο Μνημείο Αυγούστου σημαντικότατο έργο ανασκαφών, αναστήλωσης και τεκμηρίωσης. Το ‘’Μνημείο Αυγούστου’’ ήταν κτίριο μήκους 62m και πλάτους 45mμ., όπου, σε ειδικά λαξευμένες ‘’θήκες’’, ο Αύγουστος είχε δώσει εντολή να τοποθετηθούν 36 πραγματικά ακρόπρωρα (έμβολα, Rams) διαφόρων μεγεθών από εχθρικές τριήρεις της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου. Σύμφωνα με αρχαίες πηγές, η διακόσμηση μνημείων με έμβολα πλοίων ύστερα από νικηφόρα ναυμαχία, αποτελούσε παλαιά συνήθεια των Ρωμαίων. Το πιο φημισμένο μνημείο αυτού του είδους ήταν το Βήμα της Αγοράς (Forum) στην Αρχαία Ρώμη γνωστό ως Rostra (έμβολοι). Το μνημείο αυτό στη Ρώμη, είχε ανακαινισθεί πολλές φορές και είχε μετακινηθεί από την αρχική του θέση, έφερε δύο παράλληλες σειρές εμβόλων.


Επίσης πέραν του Μνημείου Αυγούστου πού είχε 36 έμβολα, υπάρχουν αρχαίες πηγές πού αναφέρουν ότι έμβολα από τη Ναυμαχία του Ακτίου τοποθετήθηκαν από τον Αύγουστο και μπροστά από τον Nαό του Ιουλίου Καίσαρα στη Ρώμη (Rostra Aedis Divi Julii). Επίσης στο Μνημείο Αυγούστου βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή αγάλματος του Οκταβιανού. Το έτος 2001, στο άνω άνδηρο του Μνημείου, ‘’βρέθηκε μονολιθικό ημικυκλικό μαρμάρινο βάθρο, το οποίο φέρει ανάγλυφη αρχαϊστική παράσταση δέκα ηρώων και θεών του ελληνικού πανθέου και επίστεψη από εναλλασσόμενα άνθη λωτού και ανθέμια Μεταξύ των μορφών στην ημικυκλική επιφάνεια, διακρίνονται ο Απόλλωνας, η Άρτεμις, ο Ερμής, συνοδευόμενος από τρεις Χάριτες, ο Ηρακλής, και η Αθηνά. Πιθανολογείται η ύπαρξη και δεύτερου τέτοιου βάθρου’’ (Κων. Ζάχος, 2001). Το εύρημα θεωρείται πολύ σημαντικό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι πρόκειται για το βάθρο του αγάλματος του Νίκωνα, και δημοσιεύθηκε σε Ελληνικά και ξένα περιοδικά Αρχαιολογίας. Το βάθρο αυτό συντηρήθηκε και ήδη εκτίθεται στο Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως, στην Πρέβεζα. Οι αρχαιολογικές εργασίες στο «Μνημείο Αυγούστου» συνεχίζονται, και η επίσκεψή του χώρου είναι δύσκολη.

Το Ρωμαϊκό Ωδείο

Το Ρωμαϊκό ωδείο, από τα σημαντικότερα και καλύτερα διατηρημένα μνημεία της Νικόπολης, αποτελεί πραγματικό αρχιτεκτονικό έργο τέχνης, δημιούργημα κάποιου άγνωστου, αλλά σπουδαίου αρχιτέκτονα. Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, στη δυτική πλευρά του παλαιοχριστιανικού τείχους, και συνορεύει με τη ρωμαϊκή αγορά (forum). Σε αυτό πραγματοποιούνταν ομιλίες, φιλολογικοί και μουσικοί αγώνες, αλλά και θεατρικές παραστάσεις κατά τη διάρκεια των Νέων Ακτίων, θρησκευτικών αγώνων που τελούνταν προς τιμή του Απόλλωνα. Το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου πιθανόν λειτουργούσε και ως βουλευτήριο, καθώς γειτνίαζε με την αγορά. Κατασκευάσθηκε στα χρόνια του Αυγούστου (αρχές 1ου αι. μ.Χ.) και δέχθηκε διάφορες επισκευές και μετατροπές στο τέλος του 2ου – αρχές 3ου αι. μ.Χ.


Το ωδείο αποτελείται από το κοίλο, την ορχήστρα και τη σκηνή. Το κοίλο διέθετε 19 σειρές εδωλίων και χωριζόταν σε δύο τμήματα με ένα μικρό οριζόντιο διάδρομο στο κέντρο του. Τα εδώλια είχαν επενδυθεί με πλάκες ασβεστόλιθου και στην πρώτη τους σειρά, που δεν έχει διατηρηθεί, βρίσκονταν οι θέσεις των επισήμων. Στη δέκατη σειρά των καθισμάτων υπάρχουν μικρά ανοίγματα, τα οποία έγιναν για λόγους ακουστικής. Τρεις ημικυκλικές στοές στηρίζουν το κοίλο, εξασφαλίζοντας έτσι την κλίση του. Οι στοές αυτές έχουν διαφορετικό ύψος, με χαμηλότερη την εσωτερική και ψηλότερη την εξωτερική. Στο μέσο του κοίλου υπάρχει ακόμη μια δίοδος, η οποία διέθετε πλακοστρωμένο δάπεδο και τοίχους επενδυμένους με πλάκες, και χρησίμευε στην άμεση επικοινωνία των στοών κάτω από το κοίλο με την ορχήστρα. Στην υστερορωμαϊκή περίοδο η δίοδος αυτή έγινε πιο στενή, καθώς εκεί κτίστηκε ένας βωμός.
Η πρόσβαση των θεατών προς τα εδώλια γινόταν από μια διπλή σκάλα που βρισκόταν στο μέσο της νότιας πρόσοψης του κοίλου, ενώ άλλες δύο μικρότερες σκάλες στις πλάγιες πλευρές οδηγούσαν στο εσωτερικό του κοίλου. Η ορχήστρα είχε ημικυκλική μορφή και ήταν διακοσμημένη με πολύχρωμα μαρμαροθετήματα, τμήματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα. Οι πάροδοι, αριστερά και δεξιά του κοίλου, στεγάζονταν με καμάρα και είχαν πλακοστρωμένο δάπεδο. Η σκηνή διέθετε τρεις εισόδους, μέσω των οποίων είχε κανείς πρόσβαση στο δρόμο που βρισκόταν βόρεια του ωδείου.


Μεταξύ της σκηνής και του προσκηνίου διακρίνεται ένας βαθύς στενός διάδρομος, με πλάτος 0,90 μ. και βάθος 2,82 μ. Πρόκειται για την «αύλακα των σκηνικών, που χρησίμευε για την ανύψωση της αυλαίας σε κάθε θεατρική παράσταση. Από τα ευρήματα και τα νομίσματα που αποκαλύφθηκαν στο σημείο αυτό, συμπεραίνουμε, ότι το ωδείο πρέπει να χρησιμοποιήθηκε μέχρι και το δεύτερο μισό του 3ου αι. μ.Χ. Σήμερα το μνημείο έχει ανασκαφεί πλήρως και έχουν πραγματοποιηθεί εκτεταμένες εργασίες συμπλήρωσης στα εδώλια, στο κοίλο, στο προσκήνιο και στη σκηνή.



www.maxmag.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου