Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

“Μπήκαν τα γίδια στο μαντρί, τα πρόβατα στη στρούγκα”

(Ο λαϊκισμός και οι επικοινωνιακές τακτικές δεν παράγουν φιλολαϊκή πολιτική, αλλά κουτόχορτο και πνευματικά καστραβέτσια)

(Πήραν τ'ν κάπα με τα μανίκα τουν κατήφουρου)      

                    

Γράφει ο Κίτσος ο Αθαμάνας

                     
Έχω μπερδευτεί. Δεν ξέρω ποιος θα με ξεκομπιδιάσ’.


Κάθε πρωί η γυναίκα μου ανοίγ’ εκείνο το κ’τί, που το λέν’ τηλεόραση. Να ενημερωθεί, να μην είναι γκτσούπ’, σαν και μένα. Έτσι μού είπε.  Έκατσα κι εγώ σήμερα να ακουρμάξω μορφωμένους ανθρώπους, με πολλά πτυχία, από κολλέγια..., αρθρογράφους και συγγραφείς. Άλλο που για πολλούς ισχύει το ρηθέν: “Υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που πρέπει να επιδοτούνται για τα βιβλία που ΔΕΝ θα γράψουν”.
“Σοφοί” άνθρωποι !!! Έτσι τους λέει η γυναίκα μου. Σιουλούτιασα. Έλεγαν, έλεγαν… Ακόμα λένε. Καμιά λύση.
Κι εγώ θυμήθηκα το πάθημα του μπάρμπα Βασίλη με το πάτερο.
 Πάτερο  ονομάζεται  το μεγάλο δοκάρι της οροφής. Όταν τα σπίτια ήταν αταβάνωτα, κρεμούσαν στο πάτερο ξερά  κολοκύθια, για να τα φάνε το χειμώνα. Έτσι έμεινε η έκφραση  «κολοκύθια στο πάτερο», δηλαδή κάτι συνηθισμένο και ασήμαντο. Το παιδί του μπάρμπα Βασίλη , ύστερα από πολυετείς σπουδές σε Γυμνάσιο της Πρωτεύουσας και στο Πανεπιστήμιο, όταν επέστρεψε στο πατρικό του σπίτι, είδε στο αταβάνωτο δωμάτιο κοπρισμένο το πάτερο. «Έπεσε με τα μούτρα» στη μελέτη συγγραμμάτων και σε μαθηματικούς υπολογισμούς, και δεν μπορούσε  εξηγήσει το φαινόμενο»! Απορημένος, «φούσκωνε και ξεφούσκωνε». Ο πατέρας του, βλέποντάς τον τόσο πολύ προβληματισμένο, ανησύχησε και τον ρώτησε τι του συμβαίνει. Ο επιστήμονας γιος  εκμυστηρεύτηκε το πρόβλημά του με τη φράση: «Απορώ και επιστημονικώς δεν δύναμαι να ερμηνεύσω, τίνι τρόπω ο βους ανέβη εις το πάτερον και το εκόπρισεν»! Και ο μπάρμα Βασίλης κουνώντας το κεφάλι του για να συνέλθει από τον «κεραυνό» που δέχτηκε, του έλυσε το πρόβλημα με τη φράση: «Το πάτερο, παιδί μου, πριν μπει εκεί ψηλά, ήταν στο σταύλο και εκεί το εκόπρισε το βόδι, αλλά εσύ τότε μάθαινες γράμματα»! Όταν απομακρύνθηκε, μονολόγησε ψιθυριστά: «κρίμα τα βόδια και τα χωράφια που πούλησα να τον σπουδάσω. Ευτυχώς που δεν τον έβαλα να διευθύνει το μαντρί ». Αυτά θυμήθηκα σήμερα το πρωί.
                          (Παρακαλώ δεν θέλω κανένα συνειρμό)

Εκεί που τα “έπαιξα” για τα καλά ήταν όταν “μέγας πολιτικός ανήρ” εκστόμισε τη ρήση: “Όταν φύγουν τα γίδια  από το μαντρί, θα τα φάει ο λύκος” καλώντας τους τηλεθεατές σε συνειρμούς κτηνοτροφικής υφής, προωθώντας έναν  “φανταχτερό” συμφυρμό πολιτικής και κτηνοτροφίας και απειλώντας διάφορους πολιτικούς -εντός ή εκτός εισαγωγικών δεν έχει σημασία- ότι, έτσι ενεργώντας, “θα τους φάει ο λύκος” κατά το γνωστό λύκος θα φάει τα πρόβατα και τσάκαλος τα γίδια”.  
Βέβαια, η ρήση για το μαντρί και τα γίδια έχει την ιστορικότητά της.
Ο Αβέρωφ, αν θυμάμαι καλά, είπε τη φράση αυτή το 1985 όταν ο Κωστής Στεφανόπουλος, ηττημένος των εσωκομματικών εκλογών στη Νέα Δημοκρατία (νικητής ήταν  ο Κ. Μητσοτάκης), σχημάτισε μαζί με άλλους 15 βουλευτές τη ΔΗΑΝΑ.

Βαθιά - απόλυτη σιωπή. Απ’ ό,τι φαίνεται σε λίγα χρόνια δεν θα ακούγεται στα βουνά «ούτε κουδούνι, ούτε κυπρί, ούτε του τσοπάνου η φωνή»
Σε ποιον να τα πει κάποιος; Δεν πρόκειται να πάρει απάντηση. Ιτσ κρίσ'.


Έχουμε την πολυσημία των λέξεων. Σιγά, μήπως και δεν τη χρησιμοποιήσουν  οι πολιτικοί. Την χρησιμοποιούν και την παραχρησιμοποιούν. Ο εξουσιαστικός λόγος στοχεύει εκεί που στοχεύει -ας τα πούμε ψηφαλάκια- και εκμεταλλεύεται αλύπητα συνειδήσεις. Τη γλώσα θα λυπηθεί;  

Πρόσφατα το γάλα παραλίγο να γίνει αιτία απώλειας «για το ελληνικό έθνος» τοιούτων εθνοπατέρων που η μόνη τους έγνοια είναι να υλοποιήσουν το ηθικό τους χρέος: «Στην υπηρεσία του Δουνουτού».

Παραλίγο να έχουμε Εμφύλιο, Γαλατικό, Ενδοκυβερνητικό Πόλεμο.
Και τι δεν ακούσαμε....
«Το νομοσχέδιο για το γάλα δεν πρόκειται να περάσει».
«Μέχρις εδώ, εμείς θα προστατέψουμε τους κτηνοτρόφους».
«Εμείς υπηρετούμε τον ελληνικό λαό. Τους κτηνοτρόφους δεν πουλάμε».


Αυτά και τόσα άλλα -στοκοειδή- για κάμποσες μέρες εκστόμιζαν ή και έγραφαν     με την πεποίθηση ότι αρθρογραφούν -τρομάρα τους- “οι λέοντες της πολιτικής σκέψης και πρακτικής”,  μεταλλαγμένοι σε φύλακες της συμπαθέστατης τάξης των κτηνοτρόφων, «οίτινες τα μάλα συνεισέφεραν διά την απόκτησιν του πρωτογενούς πλεονάσματος», γεμάτο υποκρισία και χρωματισμένο από συνεχές -και όχι πρωτογενές- δούλεμα.


Αυτά κι αν είναι παράγωγα! Παράγωγα -αυτοδιαχείρισης- δια της χούφτας  δοκιμαζόμενα…


«Κατέβηκαν τα γάλατα, μας έπιασαν τα ζουμιά»
Και μαζί με τα γάλατα, να και ο κίνδυνος “να φάμε φούμο”, και να μην μας ξεπλέν' ούτε ο Άραχθος κατεβασμένος. Άρα, κάτι πρέπει -αφού δεν μπορούμε να κάνουμε  τίποτε- να πούμε κάτι. Κάτι...
Και δανειζόμαστε από την κτηνοτροφική ζωή και διάλεκτο...  


“Όταν φύγουν τα γίδια  από το μαντρί, θα τα φάει ο λύκος”

           
            (Πρόβατα έξω από τη στρούγκα. Θα τα πατήσ' το αυτοκίνητο)


Μια μπόχα μουλιασμένη λερώνει ανθρώπους και ψυχές. Και η βρώμα αποπνικτική, απέπνιξε δυσσωδώς κάθε έννοια αρετής και δημόσιου λόγου.
Και πώς να καλύψουμε τα τού Αράχθου, του Αώου;
                              “Μούγκα στη στρούγκα”


Πώς να καλύψουμε την βοθροαποθήκη που καταντήσαμε τον Καλαμά, όπου βόθροι υπερχείλισαν και τα λύματα «έκοψαν κατά διαόλ’» και κοντεύουμε όλοι να πνιγούμε μέσα σε «γαλατένιους τροϊκανικούς δυσώδεις αφρούς».
Τι να πουν για το Πουρνάρι I και ΙΙ.
(Η κτηνοτροφική γλώσα έχει και παραέχει. “Άμα η γίδα φάει το πουρνάρ' λύκος θα φάει τα κατσίκια”).


Γιατί το κάνουν αυτό;  Επειδή ο πολιτικός λόγος συνδέεται με την εξουσία (και ξέρουμε πόσο την κυνηγούν αυτή τη ρημάδα),  προκειμένου να την κατακτήσουν,   στοχεύουν στην παραπλάνηση ή στον εκφοβισμό των πολιτών. Και για το λόγο αυτό η αποδεικτική ισχύς των επιχειρημάτων αντικαθίσταται από αυταπόδεικτες έννοιες ή από λέξεις με τέτοια ηθική διάσταση (έθνος, λαός, εθνική κυριαρχία, αναγκαία η δόση, ζήτημα λειτουργίας του κράτους η συνεννόηση με την ΤΡΟΪΚΑ κλπ.) που εμποδίζουν το λογικό έλεγχο και παγιδεύουν το δέκτη.
Είναι γνωστό πως, όταν ο πολιτικός λόγος παίρνει αυτή τη μορφή, με την παραποίηση των εννοιών και τη στρέβλωση των αξιών, γίνεται προπαγάνδα.
Όταν  όμως αυτός ο λόγος απευθύνεται σε πολιτικούς και “πολιτικούς” (γίδα, γίδια,  λύκος και μαντρί κλπ. ), τότε παίρνει τη μορφή του εκβιασμού...
Κι όταν την αναπαράγει δια της “γραφής” ο κάθε πολιτικός ή “πολιτικός” τσελεμεντές, τότε και μή χειρότερα....

(Δεν είναι τούτος τώρα ο τόπος μας μια συνοικία από κουρέλια και μπαλώματα εκεί π’ αλώνιζε η λεβεντιά τα μάτια) δακρύζουν αίμα)
                            Και το ξέσπασμα του κτηνοτρόφου
Βαρύς κ' αργοξεθύμαστος θυμός με τρώει εμένα,
και πότε δούλος του θυμού και πότε αφέντης του είμαι.
Από  γλυκά κ' ευγενικά φερσίματα δεν ξέρω.
Πώς ήμουν, και πώς έγινα! Δικό σου είναι το θάμα.
.................................
Η οργή από ξεροπόταμο
κατακλυσμούς μας κάνει,
κι από τα σίδερα σπαθιά πλάθουμε. (...)  Κ. Παλαμάς


και για την αντιγραφή
Κίτσος ο Αθαμάνας κτηνοτρόφος – γιδοβοσκός
pasias1952@gmail.co

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου