Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Σχέδιο Μάρσαλ. Όλα όσα πρέπει να ξέρεις


File:US-MarshallPlanAid-Logo.svg

Είναι απολύτως βέβαιο ότι η ελληνική Οικονομία δεν θα μπορέσει να επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης αν δεν έρθουν νέες επενδύσεις, αν δεν υπάρξει ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Χρειάζεται να ανοίξουν οι κάνουλες της χρηματοδότησης και με βάση ένα σχέδιο να πιάσουν αυτά τα λεφτά τόπο. Χωρίς σχέδιο, χωρίς ένα μοντέλο ανάπτυξης, θα είναι μία ακόμη μάταια απόπειρα εκσυγχρονισμού. Η διαδρομή Αθήνα - Γενεύη είναι πιο κοντινή απ΄ό,τι δείχνει ο χάρτης... 

Να αραδιάσουμε μερικές σκέψεις που μας έρχονται στο μυαλό, με βάση την εμπειρία του παρελθόντος. Ας πούμε, λοιπόν, ότι η Ευρώπη αποφασίζει σε κάποια φάση (όταν οι ρυθμοί ανάπτυξής της το επιτρέψουν) να οργανώσει ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ για τον Νότο και για την Ελλάδα ειδικότερα. Το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε είναι ποιός θα διανείμει αυτά τα χρήματα. Αν επαναληφθεί, δηλαδή, το πάρτι των πακέτων Ντελόρ και των υπολοίπων ευρωπαϊκών προγραμμάτων. 



Το δεύτερο ερώτημα είναι ποιός θα έχει το δικαίωμα να τύχει της εύνοιας να κολυμπήσει σε μία πισίνα γεμάτη ευρωπαϊκή βοήθεια. Ο ψηφοφόρος του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος, ο κολλητός του βουλευτή, ο κομματάρχης - συνδικαλιστής; Εδώ οι άδειες των Αιολικών μοιράστηκαν σε μία μικρή "πράσινη παρέα" και δεν θα γίνει σκοτωμός για πραγματικά λεφτά; 

Πριν αποφασίσουμε ποιός θα δώσει τα χρήματα, θα πρέπει πρώτα να υπάρξουν χρήματα! Λάθος! Αν περιμένουμε την τελευταία στιγμή, είναι βέβαιο ότι θα επαναληφθεί το γνωστό πάρτι των παρανόμων. Κάτι που πολλοί ίσως δεν γνωρίζουν είναι ότι στο πρώτο σχέδιο Μάρσαλ υπήρχε μία επιμονή με τις διαδικασίες και ακόμη περισσότερο με την παροχή τεχνογνωσίας προς όσους την είχαν ανάγκη. Κι έγινε και πάλι πάρτι! Φανταστείτε να μην υπάρχουν οι διαδικασίες.  

Χρήματα από την Ευρώπη θα έρθουν, εφόσον εξακολουθήσουμε να είμαστε στις αγκάλες της και έχουμε προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις. Δεν ξέρουμε το ύψος τους. Δεν ξέρουμε επίσης το πότε!  Το βέβαιο είναι ότι ο Νότος δεν μπορεί να βγει από την κρίση δίχως ένα τσουνάμι επενδύσεων. Αργά ή γρήγορα η Ευρώπη θα αρχίσει να συζητά τους τρόπους της σύγκλισης του Βορά με τον Νότο. Εκτός κι αν δεν υπάρχει στο μέλλον Ευρώπη κι αντί της σύγκλισης οδηγηθούμε γρήγορα στην διάσπαση. Αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πιθανό αυτή την στιγμή. 

Το πιο σημαντικό, όμως, είναι να έχουμε εμείς αποφασίσει νωρίτερα ποιό μοντέλο ανάπτυξης θέλουμε. Με άλλα λόγια, που θα πρέπει να κατευθυνθούν οι όποιες επενδύσεις.  Το να συσταθούν, λοιπόν, επιτροπές επιφανών οικονομολόγων που θα αναλάβουν να οργανώσουν και να φέρουν σε πέρας έναν εθνικό διάλογο για την οικονομία, είναι απαραίτητο. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε η προοπτική της ευρωπαϊκής βοήθειας, θα έπρεπε να το κάνουμε από μόνοι μας. 

Μην μας πει κανείς ότι δεν διαθέτουμε καλούς επιστήμονες! Προσοχή, όμως! Επιστήμονες χρειαζόμαστε κι όχι σχολιαστές ή δημοσιογράφους. Θέλουμε ανθρώπους με κύρος απ΄ όλο το πολιτικό φάσμα που να καταστήσουν τις επιτροπές αυτές σημείο αναφοράς για τα επόμενα χρόνια. Συμβούλια σοφών, με άλλα λόγια. Συμβούλια που να μπορούν να οργανώσουν μία ουσιαστική συζήτηση για την οικονομία, αλλά και τις δομές ενός αξιόπιστου κρατικού μηχανισμού που θα αναλάβει να εποπτεύει την πρόοδο της όποιας προσπάθειας. 

Θα πει κανείς ότι το κράτος απέτυχε οικτρά όλα τα προηγούμενα χρόνια με την διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων. Αυτό είναι γεγονός. Ωστόσο, δεν πιστεύουμε ότι η διαχείριση θα πετύχαινε αν την έκαναν οι τράπεζες. Τα προβλήματα που μαστίζουν τον δημόσιο τομέα υπάρχουν και στον ιδιωτικό, αφού είναι κοινά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Επίσης, η διαχείριση της οικονομικής πολιτικής (περί αυτού πρόκειται) είναι δουλειά της Πολιτείας και όχι ενός ιδιώτη. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η επιχειρηματικότητα είναι δουλειά του ιδιώτη και όχι του κράτους! Αρκεί να υπάρχει συγκεκριμένη πολιτική και  αυστηρές διαδικασίες. 



Το ότι δεν έχουμε θεσμοθετήσει μέσα στην κρίση συμβουλευτικές επιτροπές με επιφανείς οικονομολόγους είναι ενδεικτικό του τρόπου λειτουργίας αυτής της χώρας: Ο προγραμματισμός και η τάξη δεν είναι τα δυνατά μας σημεία! Ακόμη κι αν υπάρχουν κάποιες "επιτροπές εμπειρογνωμόνων", αυτές είναι ξεχασμένες και δεν έχουν ουσιαστικό ρόλο. Εδώ συζητάμε για κάτι ζωντανό, δημιουργικό. Να συμμετάσχουν άνθρωποι απ΄ όλες τις τάσεις, δίνοντας στις επιτροπές αυτές το απαραίτητο κύρος που χρειάζονται για να καθοδηγήσουν έναν εθνικό διάλογο. 

Και πάμε στο πιο δύσκολο θέμα! Όλοι χρειάζονται σήμερα κεφάλαια. Μεγάλες εταιρείες με μεγάλες οφειλές προς το τραπεζικό σύστημα θέλουν κεφάλαια για να παραμείνουν στην ζωή και να  διατηρήσουν έτσι θέσεις εργασίας. Μικρότερες εταιρείες χρειάζονται κεφάλαια για την ανάπτυξή τους, για επενδύσεις. Ποιός να πάρει πρώτος και ποιός δεύτερος... 

Η λύση του γόρδιου δεσμού θα πρέπει να γίνει από τον τραπεζικό κλάδο. Δεν μπορούν όλες οι επιχειρήσεις να επιβιώσουν. Υπάρχουν εταιρείες που είναι αδύνατον να κρατηθούν στην ζωή ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η χώρα επιστρέφει αύριο στα επίπεδα του 2008. Εκεί οι τράπεζες πρέπει να πάρουν την μεγάλη απόφαση: Να πάρουν τις μετοχές στα χέρια τους, να σβήσουν τα δάνεια και να προσπαθήσουν να βρουν ικανούς managers για να τις αναστήσουν. Είναι ο μόνος  τρόπος να πάρουν πίσω τα χρήματά τους και να απαλλαγεί η αγορά από κακούς επιχειρηματίες που καταστρέφουν τα υγιή κύτταρα γύρω τους.  

Κι υπάρχουν εταιρείες που με μία σχετικά μικρή χρηματοδότηση μπορούν να μεγαλουργήσουν. Καινοτόμες επιχειρήσεις που παλεύουν να επιβιώσουν μέσα σε συνθήκες πολέμου. Εκεί πρέπει να πέσει το βάρος της προσπάθειας. Μέσα από τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις θα ξεμυτίσουν οι πρωταγωνιστές της επόμενης ημέρας. Οι μεγάλοι ασθενείς που ζουν σήμερα μόνο χάρη στα μηχανικά μέσα θα πρέπει να αποσυνδεθούν από το μηχάνημα και να δοθεί έτσι ζωτικός χώρος σε εκείνους που μπορούν και θέλουν. 

Αυτό δεν σημαίνει απώλεια θέσεων εργασίας. Για παράδειγμα, το να πάρει τις μετοχές ενός μεγάλου ξενοδοχείου η τράπεζα από τον ξενοδόχο, επειδή ο ξενοδόχος δεν μπορεί να πληρώσει, δεν σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα χάσουν τις θέσεις εργασίας τους. Απλά η τράπεζα θα αποκτήσει μία ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα πάρει κι αυτή πίσω χρήματα. Διότι τώρα, είναι αποδεδειγμένο ότι με την παρούσα διοίκηση δεν πρόκειται να πάρει πίσω δεκάρα τσακιστή. Αντίθετα, θα "εκβιάζεται" κάθε χρόνο να δίνει και νέες πιστώσεις για να μην χάσει, δήθεν, τις παλιές. Το παράδειγμα δεν είναι τυχαίο. Φέτος ο τουρισμός πήγε αρκετά καλά, αλλά οι τράπεζες δεν εισέπραξαν χρήματα από τους υπερδανεισμένους του κλάδου. Πότε θα πάρουν πίσω ένα μέρος των κεφαλαίων που δάνεισαν αν όχι σε μία καλή χρονιά για τον τουρισμό; Μάλλον ποτέ..

Αρχείο:Greek workmen examine new earth-boring truck.gif

Τι ήταν το Σχέδιο ΜΑΡΣΑΛ.
Με τον όρο σχέδιο Μάρσαλ εννοείται η οικονομική ενίσχυση κρατών της ευρωπαϊκής ηπείρου, αποκύημα της εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α. μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και της αντίληψης ότι η επικράτηση του κομμουνισμού θα αποτελούσε κίνδυνο για τα συμφέροντα και των Ηνωμένων Πολιτειών.
«...το κύριο χαρακτηριστικό της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Σοβιετική Ένωση θα πρέπει να είναι μία υπομονετική αλλά σταθερή και άγρυπνη ανάσχεση (containment) των επεκτατικών τάσεων της ....»-George Kennan, Αμερικανός διπλωμάτης

Με τα λόγια αυτά δόθηκε το στίγμα της αμερικανικής πολιτικής που ακολουθήθηκε τα επόμενα χρόνια. Στις 12 Μαρτίου του 1947 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν, αγορεύοντας στο Κογκρέσο, δεσμεύθηκε ότι η χώρα του θα παρείχε γενναία οικονομική ενίσχυση στα κράτη που θα επιθυμούσαν και θα «αντιστέκονταν σε απόπειρες καθυπόταξης από οπλισμένες μειοψηφίες ή από ξένες πιέσεις».Οι θέσεις, αυτές, της αμερικανικής εξουσίας εκδηλώθηκαν στην Ευρώπη δια μέσου του Σχεδίου Μάρσαλ. Επρόκειτο για οικονομική βοήθεια που χορηγήθηκε σε χώρες της Ευρώπης. Αποσκοπούσε αφενός στην τόνωση των οικονομιών τους, (που με σημαντικά δάνεια χρηματοδότησαν έτσι τις κατεστραμμένες από τον πόλεμο αγορές τους) και αφετέρου, εξυπηρετούσε άμεσα την αμερικανική εξωτερική πολιτική, που επιθυμούσε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να περιέλθουν οι χώρες αυτές, εξαιτίας ανέχειας, στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. 
Η χορηγία της βοήθειας αυτής δεν έγινε με διμερείς διαδικασίες αλλά, με όρους που τέθηκαν από την Ουάσιγκτον. Αυτοί περιλάμβαναν την καταστολή των κομουνιστικών απειλών και την έμμεση περιστολή της ανεξαρτησίας των δικαιούχων κρατών, μιας και με όπλο το μπλοκάρισμα των πιστώσεων η αμερικανική ηγεσία μπορούσε να πιέσει τις κυβερνήσεις σε περίπτωση που αρνούνταν να ανταποκριθούν στις επιθυμίες της. Τον Ιούλιο του 1947 ιδρύθηκε η «Επιτροπή για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Συνεργασία» (OEEC), που αποσκοπούσε στη διαχείριση του Σχεδίου Μάρσαλ, ενώ το 1949 ακολούθησε η ίδρυση από τους Σοβιετικούς του «Συμβουλίου Αμοιβαίας Οικονομικής Βοήθειας (COMECON).
Πρώτοι παραλήπτες της βοήθειας που παρείχε το σχέδιο Μάρσαλ, ήταν οι χώρες που κατά τη γνώμη της Αμερικανικής ηγεσίας κινδύνευαν άμεσα από την εξάπλωση του κομμουνισμού δηλαδή, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Ήδη την ίδια περίοδο, δηλαδή αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, στην Ελλάδα, κομμουνιστές αντάρτες είχαν έρθει σε ένοπλη αντιπαράθεση ενάντια στην φιλομοναρχική κυβέρνηση η οποία υποστηριζόταν από τους Βρετανούς που διατηρούσαν σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην χώρα. Στις 21 Φεβρουαρίου του 1947, όμως, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα διέκοπτε κάθε βοήθεια στην Ελλάδα, αδυνατώντας να επωμιστεί το βάρος. Η αμερικανική κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα, θεωρώντας ότι αν η Ελλάδα έπεφτε στα χέρια των κομμουνιστών, τότε όλη η Μέση Ανατολή και ένα μέρος της Βόρειας Αφρικής θα υπαγόταν στον έλεγχο της Μόσχας. Oι Αμερικανοί αντικατέστησαν τους Βρετανούς και η παρέμβαση τους αυτή κατέληξε στην επικράτηση της μοναρχικής κυβέρνησης τον Αύγουστο του 1949.
Με τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο έχουμε την απαρχή ενός αμερικανικού παρεμβατισμού που με πρόσχημα τον κομμουνιστικό κίνδυνο «πρόσφερε» την πλήρη συμπαράσταση, οικονομική και στρατιωτική σε οποιαδήποτε χώρα κινδύνευε να συμπεριληφθεί στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Ο παρεμβατισμός αυτός καθόρισε, την αμερικανική εξωτερική πολιτική για τα επόμενα είκοσι χρόνια, ενώ παράλληλα αποτέλεσε και τον ακρογωνιαίο λίθο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization ή NATO) που ιδρύθηκε στις 4 Απριλίου του 1949.
Ο όρος "Σχέδιο Μάρσαλ" εδραιώθηκε ως μεταφορική έννοια, οποιουδήποτε μεγάλης κλίμακας κρατικού προγράμματος, που έχει ως στόχο να λύσει ένα κοινωνικό πρόβλημα. Χρησιμοποιείται κυρίως από τους Αμερικανούς φιλελεύθερους όταν ζητούν ομοσπονδιακή οικονομική κάλυψη για να διορθωθεί κάποια "αποτυχία" στον ιδιωτικό τομέα.




Δαπάνες
Η οικονομική βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ διαιρέθηκε ανάμεσα στις συμμετέχουσες χώρες, βασισμένη στο "κατά κεφαλήν" εισόδημα. Περισσότερη ενίσχυση δόθηκε στις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις, καθώς επικρατούσε η άποψη ότι η αποκατάστασή τους ήταν στοιχειώδης για την γενική αναβίωση της Ευρώπης. Ακόμη, περισσότερη "κατά κεφαλήν" βοήθεια δόθηκε στους Συμμάχους του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ λιγότερη δόθηκε σε αυτούς που αποτελούσαν τις Δυνάμεις του Άξονα, ή σε αυτούς που απλώς παρέμειναν ουδέτεροι. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την ενίσχυση του σχεδίου Μάρσαλ ανά χώρα και έτος (σε εκατομμύρια δολλάρια) από Το Σχέδιο Μάρσαλ Πενήντα Χρόνια Μετά. Δεν υπάρχει ξεκάθαρη ομοφωνία όσον αφορά τα ακριβή ποσά, καθώς διάφοροι στοχαστές διαφωνούν στο ποια ακριβώς στοιχεία της Αμερικανικής βοήθειας εκείνη την περίοδο, ήταν μέρος του σχεδίου Μάρσαλ.

Χώρες
Αυστρία 488.000.000$ 
Βέλγιο και Λουξεμβούργο 777.000.000$
Γαλλία 2.296.000.000$
Δυτική Γερμανία 1.448.000.000$ 
Δανία 385.000.000$Ελβετία 250.000.000$
Ελλάδα 366.000.000$
Ηνωμένο Βασίλειο 3.297.000.000$
Ιρλανδία 133.000.000$
Ισλανδία 43.000.000%
Ιταλία και Trieste 1.204.000.000$ 
Νορβηγία 372.000.000$
Ολλανδία 1.128.000.000$ 
Πορτογαλία 70.000.000$
Σουηδία 347.000.000$
Τουρκία 137.000.000$

Κριτική
Οι πρώτοι ιστορικοί του σχεδίου Μάρσαλ το είδαν ως μια ολοκληρωτική επιτυχία της γενναιοδωρίας των Αμερικανών. Η κριτική όμως του σχεδίου Μάρσαλ, έγινε δημοφιλής σε ιστορικούς της ρεβιζιονιστικής σχολής, όπως ο Walter LaFeber, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60 και του 70. Υποστήριζαν πώς το σχέδιο ήταν δείγμα του Αμερικανικού οικονομικού ιμπεριαλισμού και πώς αποτελούσε απόπειρα απόκτησης του ελέγχου της Δυτικής Ευρώπης, όπως ακριβώς οι Σοβιετικοί ήλεγχαν την Ανατολική. Όντας κάθε άλλο από γενναιόδωρο, οι κριτικοί του σχεδίου Μάρσαλ, υποστήριξαν πώς ήταν αποτέλεσμα των γεωπολιτικών στόχων των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο οικονομολόγος Tyler Cowen, παρατήρησε πώς τα κράτη που έλαβαν τη μεγαλύτερη "κατά κεφαλήν" ενίσχυση (Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία, Ελλάδα) είδαν τη μικρότερη ανάπτυξη ανάμεσα στα έτη 1947 και 1955, ενώ τα κράτη που έλαβαν τη μικρότερη ενίσχυση (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) αναπτύχθηκαν περισσότερο από τα υπόλοιπα. Πρέπει όμως να τονισθεί πως τα τελευταία ήταν και τα πιο κατεστραμμένα, άρα είχαν και τις μεγαλύτερες προοπτικές αποκατάστασης.
To 1942 η Επιτροπή Οικονομικής Ανάπτυξης ανέδειξε ένα επιστημονικό επιτελείο για το ομόλογο τμήμα του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Οι ιδρυτές ήταν διευθυντές των βιομηχανιών ατσαλιού και ηλεκτρισμού όπως και των αυτοκινητοβιομηχανιών της Αμερικής, οι οποίοι όφειλαν το κέρδος τους στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Αντιμετωπίζοντας μια περίοδο ειρήνης, φοβήθηκαν πως θα ήταν υποχρεωμένοι να ανταγωνιστούν εταιρίες σε επίπεδο μιας ελεύθερης αγοράς. Τα οικονομικά συμφέροντα των εταιριών, συνέπεσαν με τα πολιτικά συμφέροντα του προέδρου Τρούμαν (τα οποία, ακόμα λαμβάνουν κριτικές ως τα υπαίτια ενός "μεγάλου κράτους") και έτσι δημιουργήθηκε μια συμμαχία μεταξύ κράτους και εταιριών.

Από τον Θανάση Μαυρίδη 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου